ΚΟΣΜΟΣ

Νότια Αφρική: Μια αγορά με μεγάλη προοπτική αλλά μικρή παρουσία ελληνικών επιχειρήσεων

Νότια Αφρική: Μια αγορά με μεγάλη προοπτική αλλά μικρή παρουσία ελληνικών επιχειρήσεων
EUROKINISSI/ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ

Ελληνικά εμπορικά πλοία διασχίζουν τακτικά τα νερά του Ινδικού Ωκεανού στο Ντέρμπαν, γνωστό και ως το πιο πολυσύχναστο λιμάνι στην Αφρική, όχι μόνο μεταφέροντας εμπορεύματα, αλλά και για ανεφοδιασμό και επισκευές στις ναυπηγοεπισκευαστικές ζώνες της Νοτίου Αφρικής. Παρότι για τους Έλληνες πλοιοκτήτες η Νότιος Αφρική είναι βασικό σημείο όταν «χαράσσουν αζιμούθιο», για τους υπόλοιπους Έλληνες επιχειρηματίες αποτελεί μάλλον «άγνωστη» διαδρομή, με αποτέλεσμα η ελληνική επενδυτική και εμπορική παρουσία εκεί να είναι μέχρι σήμερα περιορισμένη, παρά την ευνοϊκή - όπως υποστηρίζουν διπλωματικά στελέχη - προοπτική.

«Οι Έλληνες επιχειρηματίες θα έλεγα πως δεν έχουν ανακαλύψει τη Νότιο Αφρική, γιατί δεν έχουν ενδιαφερθεί να την ανακαλύψουν, τους φαίνεται ίσως εξωτική χώρα, παρότι έχει θεσμικό περιβάλλον ευρωπαϊκού επιπέδου που υποστηρίζει την επιχειρηματικότητα, χαμηλή πραγματική φορολογία, καλές υποδομές και πολιτική και μακροοικονομική σταθερότητα. Παράλληλα, έχει συμφωνία ελεύθερου εμπορίου και αποφυγής διπλής φορολογίας με την ΕΕ και την Ελλάδα, ενώ, αν στην αγορά της Νοτίου Αφρικής καθαυτήν, που αριθμεί 55 εκατ. κατοίκους, προσθέσουμε και τις γειτονικές αγορές (Μοζαμβίκη, Ζιμπάμπουε, Μποτσουάνα, Ναμπίμπια, Αγκόλα, Ζάμπια, Μαλάουι, Τανζανία), τότε δημιουργείται μια αγορά άνω των 200 εκατ. ανθρώπων, στην οποία απευθύνεται όποιος εξάγει, ή επενδύει στη Νότια Αφρική», δηλώνει στο ΑΠΕ - ΜΠΕ ο επίτιμος γενικός πρόξενος της χώρας στη Θεσσαλονίκη, Βασίλης Τακάς, ενόψει εκδήλωσης, που διοργανώνουν απόψε, στη Θεσσαλονίκη, η Πρεσβεία της χώρας, σε συνεργασία με το Ελληνοαφρικανικό Επιμελητήριο, το Εμποροβιομηχανικό Επιμελήτηριο (ΕΒΕΘ) και τους συνδέσμους Βιομηχανιών και Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος (ΣΒΒΕ και ΣΕΒΕ).

Κατά τον κ. Τακά, χάρη και στη δραστήρια ελληνική ομογένεια των 45.000 ανθρώπων, που στην πλειονότητά τους είναι επιχειρηματίες με ιστορία δύο ή τριών γενεών στη Νότιο Αφρική, η χώρα αποτελεί φιλική αγορά για τους Έλληνες εξαγωγείς και επενδυτές, οι οποίοι προτιμούν να αναπτύσσουν δραστηριότητα σε αγορές που θεωρούν πιο κοντινές, όπως αυτές των Βαλκανίων, της Ευρώπης, ακόμη και της Βόρειας Αφρικής, αλλά όχι της Υποσαχάριας. «Κι όμως, οι διαδικασίες για την ίδρυση επιχειρήσεων είναι πάρα πολύ απλές και το θεσμικό πλαίσιο πολύ ξεκάθαρο. Η Νότιος Αφρική έχει κληρονομήσει την απλουστευμένη αγγλική γραφειοκρατία» εξηγεί ο επίτιμος γενικός πρόξενος της χώρας στη Θεσσαλονίκη και προσθέτει ότι τα ελληνικά προϊόντα είναι ανταγωνιστικά στη χώρα, η οποία είναι πολυφυλετική, πολυπολιτισμική και πολυθρησκευτική, με αποτέλεσμα να μπορούν να τοποθετηθούν σε αυτή πολλά διαφορετικά είδη και υπηρεσίες, που απευθύνονται σε διαφορετικές ομάδες κι αγορές. Η Νότιος Αφρική είναι επίσης μέλος της ομάδας των BRICS, μαζί με τη Ρωσία, την Κίνα, την Ινδία και τη Βραζιλία.

Πολύ κοντά στα δυτικά πρότυπα

«Ένα στα δύο ή ένα στα τρία πλοία, που μπαίνουν στο λιμάνι του Ντέρμπαν σήμερα είναι ελληνικό (...) Όταν μιλάμε για τη Νότιο Αφρική, η συνήθης προσέγγισή μας είναι: "είναι μακριά". Κι όμως: βρίσκεται πολύ κοντά στα δυτικά πρότυπα, με τα οποία συναλλάσσεται κάποιος στην Ευρώπη, ενώ η γεωγραφική απόστασή της από την Ελλάδα είναι μικρότερη από εκείνη που μας χωρίζει από τις ΗΠΑ ή την Κίνα. Η χώρα έχει ένα από τα καλύτερα οικονομικά συστήματα στον κόσμο και πάρα πολύ γρήγορη απονομή δικαιοσύνης», λέει από την πλευρά του στο ΑΠΕ - ΜΠΕ ο σύμβουλος της πρεσβείας της Νοτίου Αφρικής στην Ελλάδα, Αντώνης Μαυρίδης.

Ερωτηθείς σε ποιους τομείς της οικονομίας παρουσιάζονται οι πιο ευοίωνες προοπτικές για τη δραστηριοποίηση ελληνικών εμπορικών επιχειρήσεων, ο ίδιος «δείχνει» τα φρούτα/ λαχανικά (ζήτηση λόγω του γεγονότος ότι όταν στην Ελλάδα είναι χειμώνας στη Νότιο Αφρική είναι καλοκαίρι και αντίστροφα) και γενικά τα τρόφιμα, τον φαρμακευτικό τομέα (ήδη τα φάρμακα είναι το δεύτερο ελληνικό εξαγώγιμο προϊόν εκεί, όπως επισημαίνει), τις ιχθυοκαλλιέργειες (τομέα στον οποίο η Ελλάδα διαθέτει πολύ μεγάλη τεχνογνωσία) και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Όπως εξηγεί, το 2014-2015 η Νότιος Αφρική ξεκίνησε μεγάλα αναπτυξιακά προγράμματα σε τέσσερις τομείς: πρώτον, στον τομέα της αναδιάρθρωσης και ανακαίνισης των υπηρεσιών των λιμανιών. Δεύτερον, τις υδατοκαλλιέργειες, έναν τομέα με σημαντική προοπτική δεδομένου ότι η χώρα έχει πολύ μεγάλη ακτογραμμή. Τρίτον, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και το φυσικό αέριο και τέταρτον τον ναυτιλιακό τομέα.

Σύμφωνα με τον κ. Μαυρίδη, το διμερές εμπόριο παραμένει πολύ χαμηλό, γύρω στα 120 εκατ. ευρώ σήμερα, αλλά με σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης. Κάποτε ήταν ελλειμματικό για τη χώρα μας, στη συνέχεια έγινε πλεονασματικό για την Ελλάδα και σήμερα «βρισκόμαστε στο ένα προς ένα».

Με βάση στοιχεία που άντλησε το ΑΠΕ - ΜΠΕ από ενημερωτικό σημείωμα του γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας στο Γιοχάνεσμπουργκ (Μάιος 2017), οι διμερείς εμπορικές ροές της περιόδου 2010-2016, παρουσιάζουν σχετικά χαμηλά επίπεδα συναλλαγών, με κυριότερες παρατηρήσεις τις εξής: οι ελληνικές εξαγωγές παρουσίασαν αύξηση και κατά το 2016 (συνεχής αυξητική τάση από το 2010), με συνολική ετήσια αξία 52,92 εκατ. ευρώ το 2016, από 49,18 εκατ. το 2015, σημειώνοντας ετήσια ποσοστιαία αύξηση 7,7%. Την ίδια στιγμή, παρατηρείται αυξομείωση του όγκου των ελληνικών εισαγωγών από τη Νότιο Αφρική. Το 2016 οι εισαγωγές ανήλθαν σε 46,9 εκατ. (43,1 εκατ. το 2015), σημειώνοντας αύξηση 8,8%.

Το εμπορικό ισοζύγιο σημείωσε μικρό εμπορικό πλεόνασμα το 2016 (5,99 εκατ. ευρώ), για τρίτη συνεχή χρονιά (2014: 4,40 εκατ., 2015: 6 εκατ.). «Παρά το γεγονός ότι το 2016 ο διμερής όγκος εμπορίου ανήλθε σε 99,85 εκατ. ευρώ (έναντι € 92,36 εκατ. το 2015, αύξηση 8,1%), υπολείπεται έναντι του 2010 (106,13 εκατ.)», υπογραμμίζεται στο σημείωμα.

Επενδύσεις στη Ν. Αφρική έχουν πραγματοποιήσει, κατά το παρελθόν, μεγάλοι ελληνικοί όμιλοι, όπως η Εθνική Τράπεζα (Bank of Athens), η ΦΑΓΕ (στην αγορά του παγωτού), η Frigoglass, η Γερμανός, η Α.Γ Πετζετάκις και άλλοι. Ορισμένοι εκ των ελληνικών επιχειρηματικών ομίλων, που κάποτε είχαν παρουσία στη Νότιο Αφρική, έχουν πλέον αποχωρήσει.