Εντολή διαπραγμάτευσης έλαβαν από τα κόμματά τους Μέρκελ και Σουλτς
Εντολή για έναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού έλαβαν από τα ανώτατα όργανα των κομμάτων τους η καγκελάριος της Γερμανίας Άγκελα Μέρκελ και ο ηγέτης του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Μάρτιν Σουλτς, λίγες ώρες μετά την επίτευξη συμφωνίας στις διερευνητικές συνομιλίες των δυνητικών κυβερνητικών εταίρων του «μεγάλου» συνασπισμού (CDU/CSU, SPD) στη Γερμανία.
«Προτείνουμε το κόμμα μας να αρχίσει συνομιλίες για το σχηματισμό σταθερής κυβέρνησης...Κατά τη διάρκεια των συνομιλιών διαπιστώσαμε ότι ο κόσμος δεν περιμένει εμάς, σχεδιάζεται η μεταρρύθμιση της Ευρώπης με τη Γαλλία», δήλωσε η Μέρκελ και υποσχέθηκε μία «νέα εκκίνηση» για την Ευρώπη, δίνοντας την υπόσχεση ότι «η Γερμανία θα βρει λύσεις μαζί με τη Γαλλία» για την επίτευξη του στόχου αυτού.
Ο Μάρτιν Σουλτς ανακοίνωσε ότι τα στελέχη του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος έφθασαν ομοφώνως σε συμφωνία για να χορηγήσουν στην ηγεσία του κόμματος εντολή διαπραγμάτευσης σχηματισμού κυβέρνησης συνασπισμού.
Το κεφάλαιο του κειμένου της συμφωνίας για την Ευρώπη αποτελεί απάντηση στις προτάσεις του Παρισιού για την ενίσχυση της Ευρώπης.
Τι περιλαμβάνει η συμφωνία
Σύμφωνα με το περιεχόμενο της συμφωνίας στην οποία κατέληξαν Μέρκελ, Σουλτς και Ζεεχόφερ, οι χριστιανικές ενώσεις και οι σοσιαλδημοκράτες επιδιώκουν την ενίσχυση της ευρωζώνης σε στενή συνεργασία με τη Γαλλία, ενώ παράλληλα και οι τρεις πλευρές δηλώνουν έτοιμες να ενισχύσουν την γερμανική συμβολή στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό. Επιπλέον, τα τρία κόμματα είναι προσηλωμένα στην ανάπτυξη κοινών θέσεων με τη Γαλλία επί όλων των σημαντικών ευρωπαϊκών και διεθνών θεμάτων.
Όπως αναφέρεται σε έγγραφο που επικαλείται το πρακτορείο Reuters, οι δυνητικοί κυβερνητικοί εταίροι επιθυμούν να μετασχηματίσουν τον μηχανισμό διάσωσης ESM σε ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο υπό κοινοβουλευτικό έλεγχο.
Τα κόμματα τάσσονται επίσης υπέρ της διάθεσης συγκεκριμένων κονδυλίων του προϋπολογισμού για την οικονομική σταθεροποίηση, την κοινωνική σύγκλιση και τη στήριξη των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην ευρωζώνη.
Τα κόμματα υποστηρίζουν ότι τα κεφάλαια αυτά θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση ενός μελλοντικού «επενδυτικού προϋπολογισμού» για την ευρωζώνη.
Επιπλέον, συντηρητικοί και σοσιαλδημοκράτες συμφωνούν στον περιορισμό στις 200.000 των αιτούντων άσυλο που θα φθάνουν στη Γερμανία ετησίως, σύμφωνα με το κείμενο της συμφωνίας.
«Οι αριθμοί της μετανάστευσης (περιλαμβανομένων των προσφύγων από εμπόλεμες περιοχές, των ατόμων που εμπίπτουν στην επανένωση των οικογενειών, στην επανεγκατάσταση και αφαιρώντας όσους εγκαταλείπουν τη χώρα) δεν θα ξεπερνούν τους 180.000-220.000 ετησίως», αναφέρεται στο κείμενο της συμφωνίας , το οποίο εγκρίθηκε έπειτα από 24ωρες διαπραγματεύσεις από τους ηγέτες των δύο χριστιανικών ενώσεων και των σοσιαλδημοκρατών.
Η θέσπιση των ορίων αυτών καλύπτει τις θέσεις των χριστιανοδημοκρατών της Αγγελα Μέρκελ, παρά το γεγονός ότι το έγγραφο εργασίας προβλέπει ένα μικρό περιθώριο ευελιξίας προς τα επάνω.
Ταυτόχρονα, οι διαπραγματευτές συμφώνησαν σε έναν σημαντικό περιορισμό της επανένωσης των οικογενειών θέτοντας ανώτατο όριο στα 1.000 άτομα που θα μπορούν να το ζητήσουν κάθε μήνα.
Πρόκειται επίσης για μία ρύθμιση που καλύπτει μάλλον τις θέσεις των συντηρητικών παρά των σοσιαλδημοκρατών.
Οι ηγέτες των CDU,CSU και SPD συμφώνησαν επίσης να θεσπίσουν νέους όρους στην υποδοχή των προσφύγων και ειδικότερα να μην προβλέπεται πλέον η συστηματική χορήγηση οικονομικής βοήθειας, αλλά αυτή να αντικαθίσταται κατά περιπτώσεις από υλική βοήθεια.
Η μεταναστευτική πολιτική ήταν το κύριο θέμα διαφωνίας ανάμεσα στα κόμματα σε μία χώρα όπου η άκρα δεξιά ενισχύθηκε θεαματικά στις τελευταίες εκλογές εκμεταλλευόμενη τη λαϊκή δυσαρέσκεια τμήματος της κοινής γνώμης μετά την είσοδο άνω του ενός εκατομμυρίου προσφύγων από το 2015.