Βόρεια και Νότια Κορέα: Συμφωνία για τους Ολυμπιακούς, αλλά όχι για πυρηνικό αφοπλισμό
Η Βόρεια Κορέα θα στείλει αθλητές στους Ολυμπιακούς Αγώνες που θα διεξαχθούν στη Νότια Κορέα σύμφωνα με τους όρους μιας συμφωνίας που μαρτυρεί μια αλλαγή στις σχέσεις τους, αλλά που δεν πρόκειται να κάνει τίποτα για να χαλιναγωγήσει τις πυρηνικές φιλοδοξίες της Πιονγκγιάνγκ, εκτιμούν οι αναλυτές.
Ο Βορράς και ο Νότος είχαν χθες, Τρίτη τις πρώτες απευθείας συνομιλίες τους εδώ και περισσότερα από δύο χρόνια, κατά τις οποίες η Πιονγκγιάνγκ συμφώνησε να αποστείλει τον ερχόμενο μήνα μια σημαντική αντιπροσωπεία στους χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες της Πιοντσάν καθώς και να διεξαγάγει νέες διαπραγματεύσεις υψηλού επιπέδου.
Οι συναντήσεις πραγματοποιήθηκαν έπειτα από μήνες εντάσεων λόγω της επιτάχυνσης του πυρηνικού και βαλλιστικού προγράμματος της Πιονγκγιάνγκ, με τα δύο μέρη να επιδιώκουν να κατευνάσουν τα πνεύματα.
«Τα δύο στρατόπεδα ήθελαν μια νίκη και την πέτυχαν», σχολιάζει ο Τζον Ντελούρι, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Γιονσέι της Σεούλ.
Ως διοργανώτρια χώρα η Σεούλ υπολόγιζε πολύ στη συμμετοχή της Πιονγκγιάνγκ, η οποία είχε μποϊκοτάρει τους Ολυμπιακούς Αγώνες που διεξήχθησαν το 1988 στη νοτιοκορεατική πρωτεύουσα, σε αυτή τη διοργάνωση της «ειρήνης» όπως την παρουσιάζουν.
Ο Βορράς δεν είχε στείλει κανένα σήμα ότι ήθελε να πάει στους Ολυμπιακούς Αγώνας έως την πρωτοχρονιάτικη ομιλία του ηγέτη του, Κιμ Γιονγκ-ουν. Συνέχισε να εξελίσσει τα απαγορευμένα προγράμματα εξοπλισμών του παρά τις κυρώσεις του ΟΗΕ, εκτοξεύοντας πυραύλους που μπορούν να πλήξουν την ενδοχώρα των Ηνωμένων Πολιτειών και πραγματοποιώντας τον Σεπτέμβριο την έκτη πυρηνική δοκιμή του.
Η συμμετοχή της Βόρειας Κορέας αποτελεί τη σιωπηρή εγγύηση της Πιονγκγιάνγκ ότι θα απόσχει από κάθε πρόκληση τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο, δηλαδή κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών και των Παραολυμπιακών Αγώνων.
Η Σεούλ και η Ουάσινγκτον είχαν προηγουμένως δεχθεί να μεταθέσουν για μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες τα ετήσια κοινά στρατιωτικά γυμνάσιά τους, τα οποία η Πιονγκγιάνγκ θεωρεί ως την επανάληψη μιας εισβολής.
Για τον Γκο Μιόνγκ-Χιούν, αναλυτή στο Ινστιτούτο Πολιτικών Μελετών Asan της Σεούλ, ο Βορράς σφυρηλάτησε με τον τρόπο αυτόν μια «στρατηγική ικανότητα», μια ασπίδα κατά ενός ενδεχόμενου αμερικανικού στρατιωτικού πλήγματος το οποίο η κυβέρνηση Τραμπ παρουσιάζει συχνά ως μία «επιλογή».
«Η Ουάσινγκτον δεν μπορεί να λάβει στρατιωτικά μέτρα εναντίον του Βορρά στη διάρκεια των διακορεατικών συνομιλιών γιατί δεν θέλει να κατηγορηθεί σε περίπτωση προβλημάτων».
Όμως τι θα γίνει όταν σβήσουν τα φώτα στην Πιοντσάν και η γεωπολιτική επιστρέψει εκεί όπου βρισκόταν στη χερσόνησο;
«Μένει να δούμε αν αυτό το άνοιγμα μπορεί να αξιοποιηθεί για την προώθηση της ειρήνης και της ασφάλειας πέρα από τους Ολυμπιακούς Αγώνες», γράφει ο Σκοτ Σνάιντερ, του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων.
Παρά τα σημεία στα οποία επιτεύχθηκε χθες συμφωνία, η Βόρεια Κορέα δεν έδωσε καμία υπόσχεση σε ό,τι αφορά τα πυρηνικά και βαλλιστικά προγράμματά της και ο επικεφαλής της αντιπροσωπείας της δεν έκρυψε τη δυσαρέσκειά του όταν τέθηκε το θέμα αυτό.
Ο Ρο Σον-Γκουόν εξήγησε στους δημοσιογράφους πως η αποπυρηνικοποίηση δεν είναι ένα θέμα που μπορεί να συζητηθεί μεταξύ των δύο κρατών της κορεατικής χερσονήσου. «Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ο στόχος όλων των πυρηνικών βομβών μας, των βομβών υδρογόνου και των ICBM [διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων] μας», είπε.
Υπάρχουν «πολλά προβλήματα» προς διευθέτηση μεταξύ των δύο μερών, πρόσθεσε, προειδοποιώντας για τον κίνδυνο να υπάρξουν στο μέλλον «απρόσμενα εμπόδια».
Σύμφωνα με τους αναλυτές, η Σεούλ μπορεί να ξαναβρεθεί μεταξύ σφύρας και άκμονος, ανάμεσα στην επιθυμία της να βελτιώσει τις σχέσεις της με την Πιονγκγιάνγκ και να εργαστεί με την Ουάσινγκτον για την αποπυρηνικοποίηση του Βορρά.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες επιμένουν πως οι συνομιλίες πρέπει να καταλήξουν στην πλήρη και επαληθεύσιμη αποπυρηνικοποίηση της Βόρειας Κορέας.
«Γνωρίζουμε όλοι τον λόγο της ξαφνικής επιθυμίας της Βόρειας Κορέας να συμμετάσχει στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Πιοντσάν», γράφει ένας αρθρογράφος της νοτιοκορεατικής εφημερίδας Chosun Ilbo. «Είναι η επιθυμία να προκαλέσει διχόνοια μεταξύ της νοτιοκορεατικής κυβέρνησης, που θέλει τις διακορεατικές συνομιλίες, και της αμερικανικής, που θέλει την αποπυρηνικοποίηση του Βορρά».
Ο Νοτιοκορεάτης πρόεδρος Μουν Τζε-ιν τάσσεται εδώ και καιρό υπέρ του διαλόγου με τον Βορρά προκειμένου να διαπραγματευθεί τα προγράμματα εξοπλισμών του που προκαλούν ανησυχίες στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη διεθνή κοινότητα και του έχουν κοστίσει πολλούς γύρους κυρώσεων του ΟΗΕ.
Η Ουάσινγκτον απαιτεί να σταματήσουν οι πυρηνικές δοκιμές προτού παρακαθίσει σε οποιεσδήποτε συνομιλίες με τον Βορρά.
«Κάποια στιγμή, η Νότια Κορέα θα πρέπει να διαλέξει ανάμεσα στις διακορεατικές σχέσεις και στη συμμετοχή στις αμερικανικές προσπάθειες να διαλυθούν τα βορειοκορεατικά πυρηνικά προγράμματα», υπογραμμίζει ο Κιμ Χιούν-Γουκ, καθηγητής στη διπλωματική Ακαδημία Κορέας. Ο πρόεδρος Μουν δεν πρόκειται να εγκαταλείψει αμέσως την επιθυμία να βελτιώσει τις σχέσεις με την Πιονγκγιάνγκ, «κάτι που θα δεν θα περάσει απαρατήρητο στους κόλπους της συμμαχίας».