Είναι και η μετανάστευση ηλίθιε: Το «καυτό» ζήτημα που υποβάθμισαν οι Δημοκρατικοί
Ναι, είναι η οικονομία, ηλίθιε -το έχει πει άλλωστε από το 1992 ο στρατηγικός αναλυτής του Μπιλ Κλίντον, Τζιμ Κάρβιλ. Αλλά είναι και η μετανάστευση.
Η αποφασιστική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ έχει πολλά αίτια: την παγκόσμια τάση για απόρριψη του κατεστημένου, την αύξηση του εκλογικού σώματος των Ρεπουμπλικάνων και τη μάχη για το μέλλον της Δημοκρατίας στις ΗΠΑ.
Και, με την ακρίβεια να πιέζει τα νοικοκυριά, όντως το πρώτο και κυριότερο ζήτημα για τους Αμερικανούς ψηφοφόρους ήταν… η τσέπη τους.
Δικαίως λοιπόν η οικονομία ήταν ο βασικός πυλώνας της προεκλογικής καμπάνιας του Ντόναλντ Τραμπ.
Ο δεύτερος πυλώνας ήταν η μετανάστευση, με τους υπεύθυνους της εκστρατείας του να επιμένουν ιδιαίτερα στο φλέγον αυτό ζήτημα -και όχι μόνο λόγω των προσωπικών πεποιθήσεων του πρώην προέδρου.
Το εκλογικό αποτέλεσμα δικαίωσε το στρατηγικό σχεδιασμό της ομάδας του, με αναλυτές να εκτιμούν ότι η σκληρή στάση απέναντι στους παράνομους μετανάστες τού έδωσε πολλούς «πόντους».
Θεωρείται μάλιστα σχεδόν βέβαιο ότι η νίκη Τραμπ στις ΗΠΑ θα αποτελέσει το έναυσμα για αλλαγές στην αντιμετώπιση του μεταναστευτικού στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου οι πιέσεις των κρατών – μελών για επίλυση του ζητήματος έχουν αρχίσει να γίνονται ασφυκτικές.
Διεθνείς αναλυτές εκτιμούν ότι η δεύτερη θητεία του Τραμπ στον Λευκό Οίκο όχι μόνο θα ενδυναμώσει τους φίλους του στο μπλοκ – τον Ούγγρο Βίκτορ Όρμπαν, τον Σλοβάκο Ρόμπερτ Φίκο και τον Σέρβο Αλεξάνταρ Βούτσιτς - αλλά θα ενισχύσει και όσους ζητούν αυστηρότερα μέτρα και εναλλακτικές πολιτικές για τη μετανάστευση.
Στήριξη από Δημοκρατικούς
Σε εκτενές άρθρο της, η αμερικανική εφημερίδα New York Times τονίζει ότι ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε ψήφους Δημοκρατικών, που διαφώνησαν κάθετα με την πολιτική που ακολούθησε την περασμένη τετραετία η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν.
Η 52χρονη Έμιλι Σέιφερ στηρίζει εδώ και δεκαετίες το Δημοκρατικό Κόμμα. Την περασμένη Τρίτη, ψήφισε τον Ντόναλντ Τραμπ.
«Δεν έχω ψηφίσει ποτέ για Ρεπουμπλικάνο. Ποτέ. Αλλά μας έχουν “πνίξει” οι μετανάστες, με τις ανάγκες τους να αποτελούν προτεραιότητα…» είπε η ίδια στην εφημερίδα New York Times, αναφέροντας παράλληλα ότι στηρίζει τις μαζικές απελάσεις.
«Είναι αδιανόητο αυτό που έχουν επιτρέψει ο Μπάιντεν και η Χάρις» τόνισε χαρακτηριστικά η ίδια, που είναι κάτοικος του Όρεγκον.
Η Κάμαλα Χάρις, που μπήκε αργά στον προεκλογικό στίβο, απέφυγε να πάρει αποστάσεις από το κυβερνητικό έργο του Μπάιντεν -κάτι που την πλήγωσε στην κάλπη.
«Η αύξηση της παράνομης μετανάστευσης από τα νότια σύνορα, που έφτασε σε επίπεδα ρεκόρ κατά τη διάρκεια της διοίκησης Μπάιντεν, έχει επηρεάσει ολόκληρη τη χώρα και σκλήρυνε τη στάση των Αμερικανών» γράφουν οι New York Times, και συμπληρώνουν:
«Και ενώ η μεγαλύτερη μετακίνηση παρατηρείται στους Ρεπουμπλικάνους ψηφοφόρους, οι Δημοκρατικοί και οι ανεξάρτητοι κλίνουν επίσης προς τα δεξιά, όπως δείχνουν δημοσκοπήσεις των περασμένων μηνών».
«Δεν υπάρχει πλέον καμία περιφέρεια σε αυτή τη χώρα που στηρίζει την μαζική μετανάστευση» εξηγεί ο Μουζαφέρ Κρίστι, αναλυτής του Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής.
Οι πολιτικές αναταραχές ανά τον πλανήτη, η κλιματική αλλαγή και η οικονομική καταστροφή χωρών λόγω κορωνοϊού πυροδότησε ένα τεράστιο μεταναστευτικό ρεύμα, αντίστοιχο με αυτό του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η ανθίζουσα αμερικανική οικονομία, με την ανεργία σε χαμηλό ρεκόρ δεκαετιών, έκανε τεράστιο αριθμό μεταναστών να κατευθυνθούν προς τα νότια σύνορα της χώρας.
«Ήταν αναπόφευκτο να αυξηθεί η πίεση στα αμερικανικά σύνορα δεδομένων των αλλαγών στο παγκόσμιο σύστημα μετανάστευσης» λέει ο καθηγητής Γουέιν Κορνέλιους του πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Σαν Ντιέγκο.
Οι New York Times μίλησαν με Ρεπουμπλικάνους, Δημοκρατικούς και ανεξάρτητους, που κατηγορούν τον Μπάιντεν ότι δεν κατανόησε το χάος στα σύνορα και δεν πήρε έγκαιρα μέτρα για να το αντιμετωπίσει.
«Ήμουν θυμωμένη, τόσο θυμωμένη που το Δημοκρατικό Κόμμα δεν μιλούσε για κρίση, ούτε έκανε τίποτα για να την αντιμετωπίσει» λέει στην εφημερίδα η 53χρονη Σόνια Ντάφι, υποστηρίκτρια των Δημοκρατικών και κάτοικος της Νέας Υόρκης.
Και παρότι ο αριθμός των παράνομων διελεύσεων στη χώρα έχουν μειωθεί σημαντικά από τον Ιούνιο, όταν ο Μπαίντεν ανακοίνωσε νέα αυστηρότερα μέτρα για την είσοδο στη χώρα, η καθυστερημένη αυτή αντίδραση δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει τη ρητορική του Τραμπ επί του ζητήματος.
Τι δείχνουν οι αριθμοί
Τον Ιούλιο του 2024, το 55% των Αμερικανών απάντησε σε δημοσκόπηση της Gallup ότι στηρίζουν τη μείωση της μετανάστευσης.
Το 2020, το ποσοστό αυτό δεν ξεπερνούσε το 28%.
Ενδεικτική είναι και δημοσκόπηση των New York Times και του Κολεγίου Σιένα, που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο:το 57% των ερωτηθέντων είπαν ότι στηρίζουν την απέλαση μεταναστών που ζουν παράνομα στη χώρα.
Ανάμεσα στους Δημοκρατικούς ψηφοφόρους, την πολιτική αυτή στήριζει το 30%.
Οι Αμερικανοί έχουν γίνει λιγότεροι ανεκτικοί με την παράνομη μετανάστευση τα τελευταία χρόνια, ενώ πολλοί είναι αυτοί που ανησυχούν για τον αντίκτυπο της πληθυσμιακής αυτής ομάδας στην οικονομία και την εθνική ταυτότητα των ΗΠΑ.
Προβληματισμό προκαλεί, επίσης, το γεγονός ότι το επίπεδο των δημόσιων σχολείων στις ΗΠΑ αρχίζει να πέφτει, λόγω και του μεγάλου αριθμού των μαθητών που δεν μιλούν αγγλικά -ή τουλάχιστον όχι καλά- μέσα στις τάξεις.
Οι υποσχέσεις Τραμπ και η σιωπηρή προετοιμασία
Βασική υπόσχεση του Ντόναλντ Τραμπ είναι ότι από την πρώτη κιόλας ημέρα, θα κλείσει τα σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό και θα ξεκινήσει τη μεγαλύτερη εγχώρια επιχείρηση απέλασης στην αμερικανική ιστορία.
Δεσμεύτηκε, επίσης, να ολοκληρώσει την κατασκευή του τείχους στα σύνορα με το Μεξικό, που ξεκίνησε κατά τη διάρκεια της πρώτης του προεδρικής θητείας.
Πάνω από το 50% των Αμερικανών ψηφοφόρων, μεταξύ των οποίων και το 20% των Δημοκρατικών, στηρίζουν την ανέγερση του τείχους Τραμπ.
Σε δημοσίευμά του, το CNNi αποκαλύπτει ότι σύμμαχοι του Τραμπ και ορισμένες ιδιωτικές επιχειρήσεις προετοιμάζονταν εδώ και καιρό σιωπηρά για τη σύλληψη και τη μαζική απέλαση των παράνομων μεταναστών, εν αναμονή της νίκης του Ρεπουμπλικάνου.
Τέσσερις πηγές με γνώση των σχεδίων αυτών μίλησαν στο αμερικανικό δίκτυο, εκτιμώντας ότι μετά την επανεκλογή Τραμπ οι προετοιμασίες αυτές θα επιταχυνθούν.
Ο σύμβουλος του Ρεπουμπλικάνου προέδρου, Τζέισον Μίλερ, είπε στο CNNi ότι η αντιστροφή των πολιτικών Μπάιντεν για τη μετανάστευση αποτελεί προτεραιότητα για τη νέα κυβέρνηση Τραμπ.
Πρώτο βήμα, όπως όλα δείχνουν, θα είναι η απέλαση μεταναστών που έχουν διαπράξει βίαια εγκλήματα ενώ εξετάζεται ακόμη τι θα γίνει με τους «Dreamers» (σ.σ. οι ονειροπόλοι), δηλαδή όσους έφτασαν στις ΗΠΑ παράνομα μεν ως παιδιά δε.
Ιστορικά, τα παιδιά αυτά έχαιραν μιας κάποιας ασυλίας και είχαν τη στήριξη των αμερικανικών κυβερνήσεων. Μάλιστα, με τη βοήθεια ενός νομοθετήματος του Μπαράκ Ομπάμα, οι «ονειροπόλοι» έπαιρναν πράσινη κάρτα και είχαν τη δυνατότητα να εργαστούν όταν ενηλικιώνονταν.
«Δεν θα σαρωθούν οι γειτονιές. Δεν θα κατασκευαστούν στρατόπεδα συγκέντρωσης. Τα έχω διαβάσει όλα… Είναι γελοίο. Θα γίνουν στοχευμένες συλλήψεις. Θα ξέρουμε ποιους θα συλλάβουμε…» είπε στο CBS News ο Τομ Χόμαν, ο οποίος έχει υπηρετήσει ως διοικητής της υπηρεσίας Επίβλεψης Μετανάστευσης και Τελωνείων.
Με τη σειρά του, ο Μπράιαν Χιους, ανώτερος σύμβουλος του Τραμπ, είπε ότι προτεραιότητα θα είναι και η ασφάλεια των συνόρων.
«Ο πρόεδρος Τραμπ σάρωσε στις εκλογές της Τρίτης γιατί οι Αμερικανοί υιοθετούν αυτή την πολιτική κοινής λογικής για τη διασφάλιση των συνόρων μας και τη μαζική απέλαση παράνομων μεταναστών» τόνισε χαρακτηριστικά.
Ιδιωτικές εταιρίες που παρέχουν χώρους κράτησης έχουν ήδη ξεκινήσει συζητήσεις με συνεργάτες του επανεκλεγμένου προέδρου και αναμένουν ταχύτατα εξελίξεις.
Ένα από τα βασικά «αγκάθια» οποιουδήποτε σχεδίου απέλασης είναι οι χώροι κράτησης ενώ μεγάλο ερώτημα είναι και από πού θα προέλθει η χρηματοδότηση.
Η υπηρεσία Επίβλεψης Μετανάστευσης και Τελωνείων (γνωστή με το ακρωνύμιο ICE) υπολόγιζε το 2016 ότι η σύλληψη, μεταγωγή και απέλαση κάθε παράνομου μετανάστη κόστιζε 10.900 δολάρια (10.100 ευρώ) -ποσό που σίγουρα θα έχει αυξηθεί αρκετά από την τελευταία οκταετία.
Ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ, ωστόσο, την Παρασκευή ότι «δεν υπάρχει επιλογή» και πως οι μαζικές απελάσεις θα γίνουν, όσο και αν κοστίσει αυτό.
«Πονοκέφαλο» αποτελεί επίσης και αύξηση του προσωπικού της συγκεκριμένης υπηρεσίας, η οποία κρίνεται απαραίτητη για να διεξαχθεί μια μεγάλης κλίμακας επιχείρηση.
Σύμφωνα με το CNNi, το κλίμα στην Υπηρεσία Εσωτερικής Ασφάλειας -που είναι επιφορτισμένη με την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού- είναι φορτισμένο, με τους αξιωματούχους να αναμένουν «σεισμό» το επόμενο διάστημα.