FOCUS

Ανακαλύπτοντας τον μοναδικό Εθνικό δρυμό της Πάρνηθας: Πεζοπορία στο σπήλαιο Πανός

Ανακαλύπτοντας τον μοναδικό Εθνικό δρυμό της Πάρνηθας: Πεζοπορία στο σπήλαιο Πανός

Υπάρχει ένα μέρος, λίγα χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας, που συνδυάζει την κεφαλληνιακή ελάτη Μαινάλου και τον κέδρο, με τις κουμαριές, το κόκκινο κρίνο και την άσπρη πεόνια, τους σκληρόφυλλους θάμνους με τις κουτσουπιές, τα ελάφια με τον φιδαετό, τον θεό Πάνα, το Καζίνο με το Σανατόριο, την ιστορία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου με τη σύγχρονη φυσιολατρία των ημερών μας.

 

Ο λόγος για τη Πάρνηθα, ένα από τα τέσσερα βουνά της Αττικής (μαζί με την Πεντέλη, τον Υμηττό και το Αιγάλεω), για την ακρίβεια το μεγαλύτερο. Ο πυρήνας του δρυμού περιλαμβάνει τα δάση Λοιμικό, Σαλονίκι, Γκούρα, Τατόι, Βούντημα, Αυλώνα και μέρος του δάσους της Φυλής, αποτελούν το μόνιμο καταφύγιο θηραμάτων με συνολική έκταση 120.000 στρεμμάτων.

Παρότι Αθηναίος, ελάχιστες ήταν οι φορές που επισκέφτηκα την Πάρνηθα, ο οποίος όπως έμαθα είναι ο κοντινότερος Έθνικός δρυμός σε πρωτεύουσα της Ευρώπης. Πριν λίγες μέρες είχα την ευκαιρία να επισκεφτώ το σπήλαιο του Πανός μαζί με τον Γιάννη Χέλη που είναι υπεύθυνος ομάδας Trekking.

Πεζοπορία στο σπήλαιο Πανός

 DSC6150 1

Το ραντεβού μας δόθηκε λίγο μετά τις 10 στις Φυλή. Ανηφορίζοντας προς τη πηγή της Φυλής περάσαμε με το αυτοκίνητο στο δασικό δρόμο και είκοσι λεπτά αργότερα φτάσαμε στο σημείο όπου παρκάραμε.

Ο Γιάννης μάζεψε όλη την ομάδα δίπλα του και μας είπε: « Η συγκεκριμένη διαδρομή είναι διάρκειας περίπου μιας ώρας. Μέχρι το σπήλαιο το μεγαλύτερο μέρος είναι κατηφορικό και καταλήγει στο φαράγγι της Γκούρας όπου έχει λίγο νερό. Πριν φτάσουμε στο φαράγγι πρέπει να είμαστε προσεκτικοί γιατί η διαδρομή γίνεται αρκετά απότομη. Αφού περάσουμε απέναντι ανηφορίζουμε περίπου εβδομήντα μέτρα μέχρι να φτάσουμε στην είσοδο του σπηλαίου, μπροστά από ένα όμορφο και μεγάλο πλατάνι».

Στη συνέχεια ο Γιάννης μοίρασε τον εξοπλισμό. Όσοι ήθελαν πήραν μπατόν και καπέλα για τον ήλιο. Υποχρεωτικά όμως όλοι βάλαμε κράνος και φακό κεφαλιού. Πριν ξεκινήσουμε η Έλενα πήρε το πεζοπορικό φαρμακείο και έγινε η «σκούπα» της παρέας.

Ρωτώντας τι σημαίνει «σκούπα», μιας και ήταν η πρώτη φορά που άκουγα αυτή τη λέξη μου είπε: «Σκούπα είναι το άτομο που είναι τελευταίο στην πεζοπορία»

Αφού προετοιμαστήκαμε η Έλενα, ο Στέλιος, η Ελένη, ο Νίκος, η Μαρία και ο φωτογράφος μας ο Απόστολος ξεκινήσαμε την πεζοπορία μας πίσω από την κορυφή «Άρμα».

Περπατώντας παρατήρησα ότι η σήμανση του μονοπατιού είχε μπλε τετράγωνα μέσα σε άσπρα μεγαλύτερα τετράγωνα. «Αυτή η σήμανση είναι τόσο πυκνή που αν δεν βλέπεις το επόμενο σήμα, το πιθανότερο είναι ότι βγήκες εκτός μονοπατιού», μου είπε ο Γιάννης.

Στο μέσο περίπου της διαδρομής βλέπουμε στα δεξιά μας το «Άρμα». «Η ονομασία προέρχεται πιθανόν από την ομοιότητα του βράχου με το άρμα του μυθικού ήρωα Αμφιάραου ο οποίος έπεσε με το άρμα του στο σημείο εκείνο. Πιθανολογείται ότι υπήρχαν δύο βωμοί αφιερωμένοι στον Δία. Οι ιερείς της Αθήνας περίμεναν το σημάδι του Δία κοιτώντας από την Πνύκα και την Ακρόπολη για να ξεκινήσει η ιερή πομπή για τους Δελφούς, η Πυθαίδα πομπή. Όποτε τα σύννεφα μαζεύονταν και άστραφτε στην κορυφή "Άρμα", κατά τον αρχαίο γεωγράφο Στράβωνα, η πομπή λάμβανε ως Θεϊκό σήμα την αστραπή για να ξεκινήσει», μου είπε ο Γιάννης.

 DSC5869

Λίγο πριν φτάσουμε στο τελευταίο τμήμα της κατάβασής που είναι και το πιο δύσκολο ρώτησα τον Γιάννη τι πρέπει να έχουμε μαζί μας ώστε να γίνει περισσότερο ασφαλής η βόλτα μας: «Οπωσδήποτε κράνος. Φακό, κατά προτίμηση κεφαλής, με δυνατή και ευρεία δέσμη. Το σπήλαιο είναι πλατύ, η οροφή έχει σταλακτίτες, και η δέσμη δεν αντανακλά εύκολα στο χώρο.Φωτογραφική μηχανή. Για καλές φωτογραφίες το φλας πρέπει να είναι αρκετό για τουλάχιστον 15-20 μέτρα. Παλιά ρούχα αν υπάρχει σκοπός για σύρσιμο στον φεγγίτη-τρύπα, στον δίαυλο για τον δίπλα θάλαμο. Χρειάζεται και κατάλληλη συνοδεία, για υποβοήθηση ή αν χρειαστεί οποιαδήποτε βοήθεια.»

Περπατώντας λίγη ώρα ακόμα και αφού περάσαμε μέσα από κουμαριές και κέδρους σταματήσαμε και βάλαμε τα κράνη μας.

«Πρέπει να κρατάτε απόσταση. Αν φύγει μια πέτρα να φωνάξετε «Πέτρα», ώστε να το ακούσουν οι μπροστινοί. Να πιάνεστε από το συρματόσχοινο και να περπατάτε με πλάγια βήματα και χωρίς βιασύνη», μας τόνισε ο Γιάννης.

(Πηγή φωτογραφιών: Apostolos Mantzouranis)

Σήκωσα το κεφάλι και είδα τη διαδρομή. Είχε μια άγρια ομορφιά. Βλέποντας από εκεί ψηλά δεν πίστευες ότι αυτό το μέρος είναι λίγα χιλιόμετρα από την Αθήνα. Έπρεπε να κατηφορίσουμε προς το φαράγγι της Γκούρας και αφού περνούσαμε μέσα από το νερό να ξεκινούσαμε την ανάβασή μας προς το σπήλαιο.

Η κατάβαση ήθελε προσοχή, ωστόσο με τις συμβουλές των παιδιών λίγα λεπτά αργότερα φτάσαμε μέσα στο φαράγγι όπου έχει δημιουργηθεί μια λίμνη.

«Η ανάβαση δεν είναι δύσκολη. Είναι όμως αρκετά ανηφορική, τόσο που κάποιος πρέπει να κοιτά πιο ψηλά ώστε να αντιλαμβάνεται τα μπλε σήματα αλλά και το που βρίσκονται τα συρματόσχοινα στο πλάι που υποβοηθούν στα χωμάτινα τμήματα», μου είπε εκείνη τη στιγμή ο Γιάννης βλέποντάς με να βαριανασαίνω.

Λίγη ώρα αργότερα φτάναμε στην είσοδο του σπηλαίου. Λίγες φορές έχω νιώσει τόσο όμορφα. Ο κόπος μου με αντάμοιβε, μπροστά μου έβλεπα τη είσοδο του σπηλαίου.

Το σπήλαιο

 DSC5918

Το σπήλαιο του Πανός ή αλλιώς Λυχνοσπηλιά, βρίσκεται σε υψόμετρο 690μ.

Η είσοδος είναι στην άλλη άκρη του πλατώματος, και έχει δυτικό προσανατολισμό, άρα το "ιερό" του στις λατρευτικές περιόδους ήταν προς την ανατολή. Αρχαία σκαλοπάτια οδηγούν στο πλάτωμα της εισόδου, στα τοιχώματα του οποίου υπάρχουν λαξευμένες οπές. Ξεχωρίζει μια χαραγμένη επιγραφή η οποία μαρτυρεί ότι ήταν αφιερωμένη στον θεό Πάνα.

Η κύρια αίθουσα του σπηλαίου έχει μήκος 52 μ. και πλάτος από 5 - 20 μ. διαβάζοντας την ταμπέλα που βρίσκεται στην είσοδο του σπηλαίο μαθαίνω ότι οι πρώτες ανασκαφές έγιναν το 1900 από τον αρχαιολόγο Ανδρέα Σκιά και έφεραν περισσότερα από 2.000 λυχνάρια των πρώτων αιώνων μ. Χ., χάλκινα νομίσματα και ιατρικά εργαλεία. Πιο κάτω βρέθηκαν πήλινα ειδώλια, μικρά αγάλματα του Πάνα και του Ερμή, περίπου 100 λατρευτικά αγγεία, μυκηναϊκά και προϊστορικά ευρήματα αλλά και δύο ανθρώπινοι σκελετοί του 5ου αι. π.Χ.

Η ανασκαφική έρευνα απέδωσε 2.000 λυχνάρια και πολλά άλλα ευρήματα, το πρώτο στρώμα των οποίων ξεκινάει από την μυκηναϊκή εποχή και το τελευταίο σταματάει στους μέσους βυζαντινούς χρόνους, οπότε και υπήρξε βίαιη διακοπή της λατρείας του Θεού.

Μέσα στο σπήλαιο

Φτάνοντας στο σπήλαιο πρώτος μπήκε ο Γιάννης. «Περιμένετε λίγο έξω θέλω να ελέγξω με τον φακό μου αν έχει νυχτερίδες.» είπε.

Μπαίνοντας μέσα προχωρήσαμε γύρω στα 20 μέτρα και να περιμέναμε 2-3 λεπτά για προσαρμοστούμε στο νέο περιβάλλον.

Το έδαφος του σπηλαίου έχει ασβεστολιθική λάσπη, που δεν βουλιάζει αλλά είναι ολισθηρή στα κεκλιμένα σημεία.

Μπαίνοντας στην κεντρική είσοδο του σπηλαίου και αφού ανεβήκαμε τα σκαλάκια φτάσαμε στο ψηλότερο επίπεδο του δωματίου. Εκεί είδαμε σταλακτίτες και σταλαγμίτες. Αφού συρθηκαμε λίγο φτάσαμε σε μια μικρή λιμνούλα που έχει πάντα νερό.

Στη συνέχεια επιστρέψαμε προς την είσοδο και ετοιμαστήκαμε να μπούμε στο δεύτερο δωμάτιο του σπηλαίου. Η είσοδος του είναι από μια μικρή τρύπα μήκους 15 μέτρων.

Ο θεός Πάνας

Ο Πάνας ήταν γιός του Ερμή και της Νύμφης Δρυόπης. Γεννήθηκε στο όρος Λύκαιον της Αρκαδίας. Μόλις η μητέρα του τον αντίκρισε με δύο κέρατα κατσικιού στο κεφάλι, μυτερά αυτιά, γενειοφόρο και τραγοπόδραρο, τον εγκατέλειψε τρομαγμένη. Ο Ερμής τον προστάτευσε και τον μετέφερε στον Όλυμπο.

Όταν τον αντίκρισαν οι θεοί άρχισαν να γελούν με την μορφή του. Ο Διόνυσος όμως, με χαρά δέχθηκε να τον πάρει στη συντροφιά του μαζί με τις αρκαδικές Νύμφες οι οποίες τον ανέθρεψαν στη φύση. Ο Πάνας έγινε παντοτινός τους σύντροφος και ακούραστος εραστής κάθε νέας ή νέου που πλησίαζε. Λέγεται πως ο Διόνυσο; Τον ονόμασε Πάνα, επειδή οι πάντες ευχαριστήθηκαν όταν τον είδαν.

Ήταν ο προστάτης του πολλαπλασιασμού των αιγοπροβάτων και θεωρούταν και ο ίδιος επιβήτορας αυτών. Προστάτη τους τον θεωρούσαν επίσης όσοι μάχονταν κι αγωνίζονταν δίκαια, γιατί πίστευαν ότι με τη βοήθεια του θα κατάφερναν να τρέξουν σε φυγή τους εχθρούς τους σπέρνοντας τον πανικό, λέξη που προέρχεται από το όνομα του θεού. Λέγεται πως στη μάχη επαναλαμβάναν ρυθμικά «Παν – Παν – Παν».