FOCUS

Ο Ντέιβιντ Ντέιβις αναλαμβάνει το υπουργείο Brexit στη νέα βρετανική κυβέρνηση

Ο Ντέιβιντ Ντέιβις αναλαμβάνει το υπουργείο Brexit στη νέα βρετανική κυβέρνηση
Ο συντηρητικός βουλευτής Ντέιβιντ Ντέιβις καταφτάνει στην Downing Street, την Τετάρτη 13 Ιουλίου 2016. Λίγες ώρες αφότου ανέλαβε πρωθυπουργός η Τερίσα Μέι διόρισε τον Ντέιβις υπουργό αρμόδιο για την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση Jack Taylor/Getty Images

Η απάντηση των Βρετανών στις Βρυξέλλες ήρθε χτες, έναν χρόνο ακριβώς από τη λύση του δράματος, που τότε είχε τίτλο Grexit. Ο άνθρωπος που θα αναλάβει το Brexit για λογαριασμό του Λονδίνου ονομάζεται Ντέιβιντ Ντέιβις (David Davis) και κρατά το πλέον κρίσιμο χαρτοφυλάκιο της νέας βρετανικής κυβέρνησης.

Η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερίσα Μέι (Theresa May) διόρισε τον Ντέιβις επικεφαλής ενός νέου υπουργείου, το οποίο θα οργανώσει τις διαπραγματεύσεις του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ήδη, τα βρετανικά και διεθνή μέσα κάνουν λόγο για «υπουργείο Brexit».

Ο 57χρονος Ντέιβις θα σταθεί απέναντι στον 50χρονο Βέλγο διπλωμάτη Ντιντιέ Ζέους (Didier Seeuws), που έχει οριστεί εδώ και τρεις εβδομάδες επικεφαλής της task force των Βρυξελλών για τις διαπραγματεύσεις εξόδου της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας της ΕΕ.

«Η βασίλισσα ενέκρινε τον διορισμό του Ντέιβιντ Ντέιβις στη θέση του υπουργού αρμόδιου για την Έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Secretary of State for Exiting the European Union)», ανέφερε η ανακοίνωση του πρωθυπουργικού γραφείου.

Νωρίτερα, η Μέι είχε δώσει την πρώτη της ομιλία ως πρωθυπουργός έξω από το 10 της Downing Street, κάνοντας λόγο για κυβέρνηση όλου του έθνους (one-nation government) –πεποίθηση των Τόρηδων ότι απευθύνονται στο σύνολο του λαού και τις εργατικές μάζες. Δεν παρέλειψε δε να υπενθυμίσει ότι ο πλήρης τίτλος του κόμματός στο οποίο ηγείται ξανά είναι «Συντηρητικό και Ενωτικό Κόμμα» (Conservative and Unionist Party). Όπως είπε, η λέξη «ενωτικό» έχει μεγάλη σημασία για την ίδια, καθώς εκφράζει τον «πολύτιμο δεσμό» ανάμεσα στην Αγγλία, τη Σκωτία, την Ουαλία και τη Βόρεια Ιρλανδία. Τι θα γίνει, όμως, με το δεσμό ανάμεσα στη Βρετανία, τη Γερμανία, τη Γαλλία και την ένωσή τους;

Ένας διαπραγματευτής από τα παλιά

Ο Ντέιβις είναι σημαίνον στέλεχος των Συντηρητικών, έχοντας ξεκινήσει την πολιτική του καριέρα ως πρόεδρος της νεολαίας του κόμματος το 1973, χρονιά κατά την οποία το Ηνωμένο Βασίλειο εισήλθε στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ). Από το 1987 εκλέγεται βουλευτής σε εκλογική περιφέρεια του Γιόρκσαϊρ (Yorkshire) στον αγγλικό Βορρά. Τo 1992, υπήρξε ο εισηγητής της κυβερνητικής πλειοψηφίας στο Westminster για την έγκριση της συνθήκης του Μάαστριχτ, αναλαμβάνοντας να πειθαρχήσει τους βουλευτές που αντιδρούσαν στην εγκαθίδρυση μιας βαθύτερης, πολιτικής ένωσης των κρατών–μελών της ΕΟΚ. Προτού εκλεγεί βουλευτής, ο Ντέιβις εργαζόταν επί δύο σχεδόν δεκαετίες ως ασφαλιστικός υπάλληλος στην αγροτοβιομηχανική πολυεθνική Tate and Lyle.

Το 1994-1997 υπήρξε ο αρμόδιος υφυπουργός για θέματα Ευρώπης στην κυβέρνηση του Τζον Μέιτζορ (John Major), πριν από την υπερδεκαετή κυριαρχία των Νέων Εργατικών του σκωτσέζικου διδύμου Τόνι Μπλερ (Tony Blair) και Γκόρντον Μπράουν (Gordon Brown). Έγινε έτσι το πρόσωπο της Βρετανίας στις διαπραγματεύσεις για την διεύρυνση της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, αλλά και την και την επέκταση της συνθήκης περί µη διαδόσεως πυρηνικών όπλων (Treaty on the Non-Proliferation of Nuclear Weapons) και την ενσωμάτωση των πρωτοκόλλλων της Συνθήκης της Γενεύης στο βρετανικό δίκαιο· πολιτικές πράξεις σε μια δεκαετία που διαδέχτηκε τον Ψυχρό Πόλεμο, αφήνοντας τα δικά της συντρίμμια στη Βοσνία, στη Ρουάντα, στο Ιράκ και στις οικονομίες της νοτιονατολικής Ασίας.

Αν και υπήρξε ο πιο ευρωσκεπτικιστής υπουργός του Μέιτζορ, προώθησε μέχρι τέλους την φιλοευρωπαϊκή πολιτική που ανέδειξε τον τελευταίο στη θέση της Μάργκαρετ Θάτσερ (Margaret Thatcher). Σήμερα υποστηρίζει ότι αυτή η στάση που είχε κρατήσει τότε ήταν ουσιαστικά μια επιλογή του μικρότερου κακού: στην περίπτωση που οι Τόρηδες υποχωρούσαν και το τιμόνι της χώρας έπιαναν οι Εργατικοί, η Βρετανία θα ήταν σήμερα μέλος της ευρωζώνης.

To 2001-2002, ανέλαβε πρόεδρος του Συντηρητικού κόμματος υπό τον Ιαν Ντάνκαν Σμιθ (Iain Duncan Smith), θέση στην οποία τον διαδέχθηκε η Τερίσα Μέι με απόφαση του Σμιθ. Στο αμέσως επόμενο διάστημα, το 2002-2003, αναλαμβάνει σκιώδης αναπληρωτής πρωθυπουργός του Σμιθ, ο οποίος χαρακτηριζόταν ως μη χαρισματικός και ανίκανος να χτυπήσει τον Μπλερ. Είναι μια εποχή μεγάλης κρίσης στους κόλπους των Τόρηδων, που δεν θα αργήσει να εξελιχθεί σε ευθεία αμφισβήτηση στον Σμιθ μετά και από το ξέσπασμα του σκανδάλου Betsygate (σ.σ. για το ύψος του μισθού που λάμβανε η σύζυγός του ως γραμματέας του γραφείου του).

Τον Σμιθ διαδέχθηκε το 2003 ο Μάικλ Χάουαρντ (Michael Howard). Ο παλαίμαχος υπουργός των κυβερνήσεων Θάτσερ και Μέιτζορ όρισε τον Ντέιβις σκιώδη υπουργό Εσωτερικών. Στη Βρετανία κυβερνούσε ακόμα ο Τόνι Μπλερ, όμως ο πόλεμος στο Ιράκ είχε πλήξει σημαντικά το ηγετικό του ανάστημα. Παρόλα αυτά, οι Εργατικοί θα κερδίσουν στις εκλογές του 2005. Χάνουν σε αριθμό ψήφων στην Αγγλία, ενώ στο σύνολο της επικράτειας κερδίζουν με το μικρότερο ποσοστό (35,2%) στην ιστορία των Εργατικών.

Ο 63χρονος Χάουαρντ δηλώνει πως θα εκκινήσει τις διαδικασίες διαδοχής του, υποστηρίζοντας ωστόσο πως τα αποτελέσματα αφήνουν ελπίδα στους Τόρις για το μέλλον. Είναι τότε που ανατέλλει το άστρο του φέρελπι Ντέιβιντ Κάμερον (David Cameron), ο οποίος μπαίνει με φόρα στην κούρσα για την ηγεσία των Τόρηδων, την οποία κερδίζει μετά από τρεις γύρους τον Οκτώβριο του 2005.

Βασικός αντίπαλος του Κάμερον σε εκείνη την αναμέτρηση ήταν ο Ντέιβιντ Ντέιβις. Παρόλα αυτά, ο Κάμερον τον κρατά στη θέση του σκιώδους υπουργού Εσωτερικών για άλλα τρία χρόνια. Τόσο μπόρεσε.

Το ημερολόγιο έγραφε 12 Ιουνίου 2008 όταν ο Ντέιβις παραιτήθηκε από τη θέση αυτή, αλλά και από βουλευτής με σκοπό να προκαλέσει επαναληπτικές εκλογές στην περιφέρειά του. Ήθελε με αυτόν τον τρόπο να διαμαρτυρηθεί για τον νέο αντιτρομοκρατικό νόμο (Counter-Terrorism Act 2008) των Εργατικών του Μπραουν (ο οποίος στο μεταξύ είχε διαδεχθεί τον Μπλερ), που είχε ψηφιστεί μία ημέρα πριν, επιτρέποντας σε Αγγλία και Ουαλία την επέκταση από τις 28 στις 42 ημέρες της κράτησης υπόπτων χωρίς απαγγελία κατηγοριών.

Η εκδίκηση της Θάτσερ

Η δεκαετία που ξεκίνησε με τον αποτυχημένο πόλεμο κατά της τρομοκρατίας των Μπους–Μπλερ έκλεινε με το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, ύστερα από την κατάρρευση της Lehman Brothers. Ο νέος τότε Αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα (Barack Obama) υποσχόταν το κλείσιμο των φυλακών του Γκουαντάναμο. Αποδείχθηκε ευκολότερο για τον πρώτο μαύρο πρόεδρο στην ιστορία των ΗΠΑ να ακολουθήσει την ανορθόδοξη νομισματική πολιτική του τότε πρόεδρου της Fed Μπεν Μπερνάνκι (Ben Bernanke) παρά να αλλάξει τον πυρήνα της αντιτρομοκρατικής πολιτικής στην Ουάσιγκτον.

Στην Ευρώπη, οι σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις άρχισαν να παραπαίουν, καθώς οι ψηφοφόροι–φορολογούμενοι που ανέλαβαν να σηκώσουν το βάρος των τραπεζικών διασώσεων δεν διέκριναν πλέον διαφορές από τους αυθεντικούς εκφραστές της προ δεκατιών προγραμματικής σύγκλισης νεοσυντηρητισμού και νεοφιλελευθερισμού. Όπως αποδείχθηκε, κανένα παραδοσιακό κόμμα εξουσίας δεν θα έμενε ανέπαφο από τις μετακινήσεις του εκλογικού σώματος και τις γενικότερες πολιτικές ανακατατάξεις που έφερνε η κρίση· αυτό που σήμερα καλείται ανοιχτά «αντισυστημική ψήφος».

Ο συντηρητικός Ντέιβις διατήρησε τη μαχητική του στάση υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καταγγέλλοντας τους Νέους Εργατικούς μέσω της αρθοργαφίας του και των κοινοβουλευτικών του παρεμβάσεων για το σύνολο της πολιτικής ασφάλειας που εκείνοι προωθούσαν, διευρύνοντας το χάσμα με το παραδοσιακό κοινό τους. Η στάση αυτή του Ντέιβις επαινέθηκε από μερίδα των πιο προοδευτικών ακροατηρίων της χώρας. Ο ίδιος δεν δίστασε να έρθει σε σύγκρουση για τα ίδια θέματα (σ.σ. κατάχρηση εξουσίας και καταγγελία βασανιστηρίων σε υπόπτους για τρομοκρατία) και με τον Κάμερον· αναπόφευκτα και με την πολιτική ασφάλειας (Data Retention and Investigatory Powers Act 2014) της υπουργού Εσωτερικών που εκείνος διάλεξε, της Τερίσα Μέι.

Στο αποκορύφωμα της κυριαρχίας του ως ο νεώτερος πρωθυπουργός στην ιστορία του Ηνωμένου Βασιλείου, ο Κάμερον είχε επιχειρήσει να βάλει τον Ντέιβις στην κυβέρνηση συνεργασίας με τους Φιλελεύθερους του Νικ Κλεγκ (Nick Clegg), κάνοντας άνοιγμα στη λαϊκή δεξιά, αλλά εκείνος προτίμησε να παραμείνει εκτός σε αντίθεση με τον Σμιθ που δέχθηκε υπουργική θέση, αναλαμβάνοντας το χαρτοφυλάκιο εργασίας και συντάξερων.

Τον Οκτώβριο του 2011, ο Ντέιβις επιμελήθηκε έναν τόμο, στον οποίο συμμετείχαν βουλευτές και ακαδημαϊκοί της συντηρητικής παράταξης. Ο τίτλος του βιβλίου ήταν «The Future of Conservatism: Values Revisited» («Το μέλλον του συντηρητισμού: Αναθεώρηση αξιών»). Το βιβλίο του Ντέιβις εκδόθηκε λίγες ημέρες πριν από το επικείμενο συνέδριο των Τόρις στο Μάντσεστερ (Manchester). Στα κείμενα του βιβλίου γινόταν σαφής η διάθεση της δεξιάς πτέρυγας των συντηρητικών να απεμπλακούν από την ιδεολογική επιρροή των κυβερνητικών τους εταίρων, καλώντας για επιστροφή στις κλασικές αξίες των Συντηρητικών. Στον απόηχο της κρίσης, τα φιλελεύθερα ανοίγματα του χαρισματικού Κάμερον, που είχε κερδίσει τις εθνικές εκλογές του Μαΐου του 2010 και τις τοπικές του Μαΐου του 2011, θα έβρισκαν ολοένα και μεγαλύτερη αντίσταση στους κόλπους του κόμματος.

Ήταν σε αυτό το βιβλίο που διατυπώθηκε η πρόταση για δημοψήφισμα εξόδου από την ΕΕ. Μεταξύ άλλων δε οι συντάκτες του πρότειναν αντικατάσταση του νόμου των Εργατικών από το 1998 (που ενσωμάτωνε την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο βρετανικό δίκαιο) με έναν βρετανικό νόμο για τα δικαιώματα (British Bill of Rights). Μεταξύ άλλων, ζητήθηκε να πωληθούν οι κρατικοποιημένες τράπεζες, να μπουν διόδια στο εθνικό δίκτυο και να ιδιωτικοποιηθούν οι αυτοκινητόδρομοι, μην πραγματοποιηθεί η σιδηροδρομική σύνδεση με υπερταχεία μεταξύ Λονδίνου και Μπέρμινγχαμ (Birmingham) και αντ' αυτής να επεκταθεί το ευρυζωνικό δίκτυο.

Διακεκριμένος θαμώνας στα πίσω έδρανα του Westminster, ο Ντέιβις αντιτάχθηκε σε κομβικές οικονομικές επιλογές των Τόρηδων (δίδακτρα πανεπιστημίων, μείωση των επιδομάτων τέκνων κ.α.), στρέφοντας τα βέλη του κατά του υπουργού Οικονομικών της εξαετίας Κάμερον, του φιλόδοξου Τζορτζ Όσμπορν (George Osborne). Η σιδηροδρομική σύνδεση συμπεριλήφθηκε στη συμφωνία Βρετανίας–Κίνας ύψους 30 δισ. στερλινών, που επισημοποιήθηκε με την επίσκεψη του Κινέζου προέδρου Σι Ζινπινγκ (Xi Jinping) στη Βρετανία τον περασμένο Οκτώβριο.

Cameron Xi pint 2016 10 22 Kirsty Wigglesworth WPA Pool GettyImages 493776256

Ο Κινέζος πρόεδρος Σι Ζινπίνγκ πίνει ένα πάιντ με τον Βρετανό πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον στην παμπ The Plough την Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2015 στο Πρίνσες Ρίσμπορο (Princes Risborough) της Αγγλίας. O Σι και η σύζυγός του Πενγκ Λιγιουάν (Peng Liyuan) πραγματοποιούσαν επίσημη επίσκεψη στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά από πρόσκληση της βασίλισσας Ελισσάβετ. Η τελευταία επίσκεψη Κινέζου αρχηγού κράτους ήταν αυτή του Χου Ζιντάο (Hu Jintao) το 2005. Η παμπ βρίσκεται κοντά στο Τσέκερς (Chequers), την παραθεριστική κατοικία όπου καταλύουν οι Βρετανοί πρωθυπουργοί από το 1921. Οι υπέρμαχοι της εξόδου θεωρούν ότι εκτός ΕΕ ανοίγονται καλύτερες προοπτικές για τη θέση της χώρας στην παγκόσμια οικονομική σκηνή. Η νέα πρωθυπουργός Τερίσα Μέι υποστήριξε διακριτικά την παραμονή. Τώρα θα κληθεί να διαχειριστεί το Brexit. Πόσοι ξένοι ηγέτες θα περάσουν από το Τσέκερς για μια μπύρα, ώστε να το πετύχει; - Πηγή: Kirsty Wigglesworth - WPA Pool/Getty Images)

Για πολλούς Τόρηδες αυτή η οικονομική και γεωπολιτική συμφωνία αποτελούσε απόδειξη των εμπορικών δυνατοτήτων του Ηνωμένου Βασιλείου. Για άλλους, ήταν μια απαράδεκτη υποχώρηση απέναντι στο Πεκίνο, το οποίο κατηγορείται πως με τις πολιτικές επιδοτήσεων έχει καταστρέψει τη βρετανική βιομηχανία χάλυβα. Ο κεντρώων αντιλήψεων Στιβ Χίλτον (Steve Hilton)έως το 2012 σύμβουλος του Κάμερονθεώρησε τη συμφωνία «ταπεινωτική», επικαλούμενος τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κίνα.

Ο δέξιος Ντέιβις έχει ασκήσει κατά καιρούς κριτική στις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Όμως, έχει αντιτεθεί στην πρόταση για απόσυρση της Βρετανίας από τα 27 κράτη–μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης που το συναπαρτίζουν, θεωρώντας ότι μια τέτοια κίνηση ενδεχομένως να ενθάρρυνε χώρες με κακές επιδόσεις στα ανθρώπινα δικαιώματα να πράξουν αναλόγως.

Αν μη τι άλλο, αποτελεί ειρωνία της ιστορίας η εξ αριστερών κριτική προς τις βασικές πολιτικές επιλογές των Συντηρητικών της κρίσης από ένα διακεκριμένο τέκνο της Θάτσερ. Αναζητώντας πολιτική ταυτότητα ανάμεσα στην αγγλική της βάση και το ευρωπαϊκό της εποικοδόμημα, η πρώτη κυβέρνηση των συντηρητικών από το 1994 δεν θα κατάφερνε ποτέ να χαλιναγωγήσει τη δεξιά πτέρυγα του κόμματος.

Το Brexit σημαίνει Ντέιβις

Davis Back 2016 06 20 Jeff Mitchell GettyImages 541816232

Ο συντηρητικός βουλευτής Ντέιβιντ Ντέβις μιλά στην τελευταία προεκλογική συγκέντρωση «We Want Our Country Back» («Θέλουμε τη Χώρα μας Πίσω»), που πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 20 Ιουνίου 2016 στο συναυλιακό μέγαρο του Sage Gateshead στο Γκέιτσχεντ της βορειοδυτικής της Αγγλίας - Πηγή: Jeff J Mitchell/Getty Images

Η μεγαλύτερη πολιτική κρίση στη σύγχρονη ιστορία της Βρετανίας βρήκε τον Ντέιβις σθεναρό υποστηρικτή του Brexit να επικοινωνεί τις υπερπατριωτικές κορώνες της προεκλογικής εκστρατείας «Vote Leave»στο πλευρό του Μπόρις Τζόνσον (Boris Johnson). Όταν ο τελευταίος ανακοίνωσε ότι δεν θα είναι τελικώς υποψήφιος, ο Ντέιβις προσέφερε την υποστήριξή του στο πρόσωπο της Μέι, αποδεικνύοντας πως στη δημοκρατική παράδοση της Γηραιάς Αλβιώνας δεν υπάρχουν αδιέξοδα· ούτε αναστολές.

Σε άρθρο του το οποίο αναρτήθηκε στο μπλογκ Conservative Home την περασμένη Δευτέρα, ο Ντέιβις περιέγραψε το προγραμματικό σχέδιο φορολογικών περικοπών και ενίσχυσης του εξωτερικού εμπορίου της Βρετανίας μετά το Brexit, επισημαίνοντας ότι το Λονδίνο δεν θα πρέπει να βιαστεί να επικαλεστεί το Άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας, που ορίζει τη διαδικασία αποχώρησης ενός κράτους–μέλους από την ΕΕ.

Όπως τόνισε, «η διαπραγματευτική στρατηγική θα πρέπει να σχεδιαστεί καταλλήλως και υπάρχουν σημαντικές διαβουλεύσεις που θα πρέπει να προηγηθούν».

Σε χθεσινή συνέντευξή του στην εφημερίδα Yorkshire Post, o Ντέιβις αναφέρθηκε στην εποχή που ήταν στο υπουργείο Εξωτερικών, εντεταλμένος της βρετανικής κυβέρνησης για τις διαπραγματεύσεις διεύρυνσης. Όπως αποκάλυψε, οι Ευρωπαίοι συνάδελφοί του τον αποκαλούσαν τότε «γοητευτικό κάθαρμα» («charming bastard»).

Η φράση, που έγινε τίτλος στους Financial Times, ακούστηκε για πρώτη φορά από τα χείλη του Πορτογάλου υπουργού Εξωτερικών, ο οποίος απευθυνόμενος στους δημοσιογράφους τον είχε χαρακτηρίσει ως «μάστερ της εποικοδομητικής παρεμπόδισης». Ο Ντέιβις αναφέρεται σε αυτόν ως «φίλο του» με «άτακτο χαρακτήρα». Έως τις 28 Οκτωβρίου 1995 υπουργός Εξωτερικών της Πορτογαλίας ήταν ο κεντροδεξιός Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο (José Manuel Barroso). Ίσως να ήταν αυτός ο εμπνευστής, ίσως να ήταν ο σοσιαλιστής διάδοχός του· δεν έχει πλέον καμία σημασία.

Μπορεί κανείς να πει ότι αυτές οι αποκαλύψεις απευθύνονται περισσότερο στο εσωτερικό ακροατήριο που αγωνιά να δει πώς θα εξελιχθεί η υπόθεση του Brexit και, κυρίως, προς το λαϊκό ακροατήριο της Αγγλίας, που με την ψήφο του θεώρησε ότι βρήκε σύμμαχο στη δεξιά πτέρυγα των Συντηρητικών κατά του ευρωβρετανικού κατεστημένου. Στη συνέντευξή του ο Ντέιβις φρόντισε να υπενθυμίσει ότι «η Θάτσερ θα στήριζε το Brexit».

Μπορεί, επίσης, κανείς να περιμένει. Τίποτα δεν δείχνει ότι το Brexit θα τελειώσει γρήγορα. Πότε, εξάλλου, οι Ευρωπαίοι κατάφεραν να λύσουν γρήγορα τα προβλήματά τους χωρίς τη βοήθεια ή παρέμβαση των Βρετανών;