Σαν σήμερα: 23 Δεκεμβρίου - «Της πατρίδας μου η σημαία έχει χρώμα γαλανό»: Πώς αποφασίστηκε αυτό;
Η 23η Δεκεμβρίου είναι η 357η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο και 358η σε δίσεκτα έτη. Στις 23 Δεκεμβρίου 1978 δια νόμου επιβάλλεται η χρήση μιας και μοναδικής ελληνικής σημαίας, αυτή της θάλασσας, με 9 ρίγες, για όλες τις χρήσεις.
Από καθαρά εικαστικής πλευράς, η αλήθεια είναι ότι μια χώρα σαν την Ελλάδα δεν θα μπορούσε να έχει επιλέξει πιο κατάλληλη σημαία από τη γαλανόλευκη, που «χάνεται» κυματίζοντας κάπου ανάμεσα στη θάλασσα και τον ουρανό τούτης της γωνιάς της γης.
Το γιατί και το πώς την επιλέξαμε, είναι μια ιστορία που έχει διάφορες εκδοχές και καμία βέβαιη απάντηση. Το βέβαιο, ιστορικά, είναι ότι η πρώτη επίσημη σημαία του ελληνικού Κράτους θεσμοθετήθηκε την 1η Ιανουαρίου 1822, στην Α’ Εθνοσυνέλευση στην Πιάδα Επιδαύρου, οριζόμενη από το ΡΔ’ άρθρο του προσωρινού πολιτεύματος της Ελλάδος.
Συμβόλιζε «την Πάρεδρον του Θεού Σοφίαν, την Ελευθερίαν και την Πατρίδα», φέροντας ως σύμβολο τον σταυρό και ως χρώματα το κυανό και το λευκό. Στις 15 Μαρτίου 1822 στην Κόρινθο, το εκτελεστικό σώμα με το διάταγμα 540 προσδιόρισε τις λεπτομέρειες της απόφασης αυτής.
Σύμφωνα με μελέτη της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού με τίτλο «Η ελληνική σημαία» του 2005, οι επικρατέστερες εκδοχές για την επιλογή των χρωμάτων είναι τρεις:
* Το θαλασσί χρώμα συμβολίζει τον ουρανό και το λευκό τον αφρό των κυμάτων της θάλασσας που περιβάλλει τη χώρα μας. (Σωστό και πολύ πιθανό)
* Το λευκό συμβολίζει την αγνότητα του σκοπού των Ελλήνων και το κυανό υποδηλώνει τη θεϊκή παρέμβαση, αφού ο Θεός ενέπνευσε στο Έθνος τη μεγαλουργή ιδέα να αναλάβει και να φέρει σε αίσιο πέρας έναν άνισο αλλά δίκαιο αγώνα.
* Τα χρώματα παραπέμπουν στη ναυτική βράκα (κυανό) και στη φουστανέλα (λευκό).
* Οι εννέα κυανές και λευκές οριζόντιες παράλληλες λωρίδες αντιπροσωπεύουν τις συλλαβές του «Ελευθερία ή Θάνατος» ή συμβολίζουν τη θάλασσα και τους κυματισμούς της. (Μάλλον το δεύτερο, με το πρώτο να είναι μεταγενέστερη ερμηνεία)
Υπάρχουν κι άλλες εκδοχές, όπως ότι η ελληνική σημαία είναι εμπνευσμένη από τον τότε αρχηγό του στόλου Ιωάννη Σταθά, ο οποίος μαζί με τον υπαρχηγό Νικοτσάρα πραγματοποίησαν επιδρομές στα παράλια του Β. Αιγαίου το 1807, και έφεραν μαζί τους μια σημαία με κυανό πεδίο και κατάλευκο σταυρό.
Έχει εκφραστεί επίσης η άποψη ότι τα χρώματα επελέχθησαν από την βαυαρική σημαία, επί βαυαροκρατίας. Η άποψη αυτή είναι δύσκολο να ισχύει, καθώς η απόφαση που προσδιόριζε τα εθνικά χρώματα είχε παρθεί αρκετά χρόνια πριν, στην Α’ Εθνοσυνέλευση.
Η αλήθεια είναι ότι η ιστορία της ελληνικής σημαίας άρχισε από τους χρόνους της Άλωσης και αναπτύχθηκε παράλληλα με τους πόθους του υπόδουλου Ελληνισμού για την ελευθερία.
Κάθε επαναστατικό κίνημα σήκωνε τη δική του σημαία, το δικό του φλάμπουρο: Κοινό τους χαρακτηριστικό ήταν κατά κανόνα η ύπαρξη ενός σταυρού, καθώς το λαϊκό αίσθημα συνέδεε το έθνος και την ελευθερία με τη θρησκεία και τον σταυρό.
Κατά την Τουρκοκρατία, Αρματολοί και Κλέφτες είχαν τις σημαίες τους, τα φλάμπουρα και τα μπαϊράκια. Οι θαλασσινοί καταδρομείς είχαν τις σημαίες των πλοιαρίων τους, τις παντιέρες. Τα φλάμπουρα ήταν συνήθως μονόχρωμα και έφεραν τον σταυρό. Μ’ αυτά παρουσιάζονταν οι αρματολοί στις γιορτές και τα πανηγύρια, ενώ τα μπαϊράκια ήταν οι πολεμικές τους σημαίες. «Θ’ ανοίξω μπαϊράκι της Λευτεριάς» ήταν η συνηθισμένη έκφραση του Αρματολού, παρ' ότι το μπαϊράκι είναι φυσικά τούρκικη λέξη.
Αυτά ήταν συνήθως δίχρωμα, το κόκκινο (ως ανάμνηση του πορφυρού της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας) κυριαρχούσε σε συνδυασμό με το κυανό ή το λευκό και είχαν πάντα τον σταυρό.
Φλάμπουρα και μπαϊράκια
Πολλές φορές τα φλάμπουρα, αλλά και τα μπαϊράκια, είχαν παραστάσεις με τον Χριστό, την Παναγία ή έναν άγιο, συχνότατα τον Άγιο Γεώργιο τον πολεμιστή. Τα πολεμικά μπαϊράκια στολίζονταν συχνά με ένα μαύρο αετό με κορώνα ή ένα δικέφαλο.
Κατά την επανάσταση του Μοριά το 1769, αλλά και γενικότερα στην Πελοπόννησο, επικράτησαν οι παραστάσεις με τον Άγιο Γεώργιο ή με τον Σταυρό και το «Ιησούς Χριστός Νικά», μονόχρωμες σταυροφόρες σημαίες, λευκές ή γαλάζιες.
Ο Ρήγας Φεραίος πρότεινε μια τρίχρωμη σημαία: Κόκκινο – άσπρο – μαύρο σε τρεις οριζόντιες ζώνες, με το ρόπαλο του Ηρακλή και τρεις σταυρούς.
«Η σημαία όπου βάνεται εις τα μπαϊράκια και παντιέρες της Ελληνικής Δημοκρατίας, είναι εν ρόπαλον του Ηρακλέους με τρεις σταυρούς επάνω, τα δε μπαϊράκια και παντιέρες είναι τρίχρωμα, από μαύρον, άσπρον και κόκκινον, το κόκκινον επάνω, το άσπρον εις το μέσον και το μαύρο κάτω. Το κόκκινον σημαίνει την αυτοκρατορικήν πορφύραν και αυτεξουσιότητα του Ελληνικού λαού. Το άσπρον σημαίνει την αθωότητα της δικαίας ημών αφορμής κατά της τυραννίας. Το μαύρο – άσπρο – κόκκινο σημαίνει τον υπέρ πατρίδος και ελευθερίας ημών θάνατον», έγραφε ο ίδιος.
Η σημαία που για πρώτη φορά ύψωσε στο Ιάσιο, στις 22 Φεβρουαρίου 1821, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης στη Μονή των Τριών Ιεραρχών ήταν τρίχρωμη και αυτή, μαύρο – άσπρο – κόκκινο. Από τη μία όψη έφερε τον μυθικό Φοίνικα με την επιγραφή κυκλικά «εκ της στάκτης μου αναγεννώμαι» και από την άλλη πλευρά είχε κόκκινο σταυρό μέσα σε ένα στεφάνι δάφνης και την επιγραφή «εν τούτω νίκα».
Με τη σημαία αυτή πολέμησε ο Ιερός Λόχος. Με την κήρυξη της Επανάστασης οι οπλαρχηγοί διατηρούσαν την παλιά αρματολική παράδοση με τα μπαϊράκια τους και τα φλάμπουρα με τον σταυρό, ενώ τα χωριά ξεσηκώνονταν και ακολουθούσαν το λάβαρο της εκκλησίας με τους αγίους, κάθε ενορία το δικό της.
Για την επανάσταση στην Πελοπόννησο, είναι κοινή η πεποίθηση ότι στις 21 Μαρτίου 1821 οι συγκεντρωμένοι στην Αγία Λαύρα πρόκριτοι, αρχιερείς και οπλαρχηγοί «αναπέτασαν» τη σημαία της Ελευθερίας. Μόνο που αυτή δεν ήταν η γαλανόλευκη.
Η σημαία αυτή ήταν στην πραγματικότητα το πορφυρό και χρυσοκέντητο παραπέτασμα της ωραίας πύλης, με την παράσταση της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, τη μνήμη της οποίας τιμούσε και τιμά η ιερά μονή της Αγίας Λαύρας και το οποίο κατά πάσα πιθανότητα φιλοτεχνήθηκε στη Σμύρνη στα τέλη του 16ου αιώνα. Το έργο είχε αναλάβει η κεντήστρα Χρύσω με βοηθούς της έναν αγιογράφο και οκτώ κόρες αριστοκρατικών οικογενειών της Σμύρνης.
Στις 23 Μαρτίου ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης με τον Κολοκοτρώνη, τον Αναγνωσταρά, Δικαίο, Νικήτα και άλλους, με δύο χιλιάδες οπλοφόρους μπήκαν στην Καλαμάτα, όπου έγιναν δεκτοί μ’ ενθουσιασμό. Τελέστηκε δοξολογία και ευλογήθηκαν οι σημαίες του σταυρού, στις οποίες ορκίστηκαν οι πάντες.
Στη Στερεά η επανάσταση εκδηλώθηκε σχεδόν ταυτόχρονα μ’ εκείνη της Πελοποννήσου. Πρόκριτοι και καπεταναίοι ύψωσαν τις σημαίες του σταυρού. Πρώτα κινήθηκαν τα Σάλωνα (Άμφισσα) στις 27 Μαρτίου και ο Πανουργιάς ύψωσε τη σημαία.
Στη Μακεδονία οι κάτοικοι της Χαλκιδικής ξεσηκώθηκαν και η σημαία του Σταυρού με τον Φοίνικα στήθηκε στην Κασσάνδρα και τα Μαδεμοχώρια. Αργότερα, κατά την επανάσταση της Νάουσας το 1822, υψώθηκε σημαία ελληνική με τον αναγεννώμενο Φοίνικα και την επιγραφή «Εν τούτω νίκα» από τη μία πλευρά και το «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος» από την άλλη.
Οι επαναστατικές σημαίες των νησιών ήταν διαφορετικές από εκείνες της ξηράς, αλλά και μεταξύ τους διέφεραν. Όλες όμως έφεραν τα σύμβολα της Φιλικής Εταιρείας.
Τον Ιανουάριο του 1822 συνήλθαν στην Επίδαυρο οι «παραστάτες του Έθνους», όπως κλήθηκαν οι αντιπρόσωποι των διαφόρων ελληνικών τμημάτων και στο όνομα της Αγίας και Αδιαιρέτου Τριάδος κήρυξαν «την πολιτικήν ύπαρξιν και ανεξαρτησίαν του Ελληνικού Έθνους ενώπιον Θεού και Ανθρώπων».
Στο συνταχθέν πρώτο «Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος» που ψήφισαν (άρθρα ρδ’ και ρε’) ορίζονται τα χρώματα της ελληνικής σημαίας.
ρδ’. Τα χρώματα του εθνικού σημείου και των σημαιών της θαλάσσης και ξηράς διορίζονται τα εξής: Κυανούν και λευκόν.
ρε’. Το Εκτελεστικόν Σώμα θέλει προσδιορίσει τον σχηματισμόν των σημαιών και του εθνικού σημείου.
Εκτός από το ψήφισμα αυτό και το ρδ’ άρθρο του Οργανικού Νόμου της Επιδαύρου, καμία άλλη ένδειξη ή έγγραφο συμπληρωματικό δεν έχει βρεθεί για τη σημαία, ώστε να αιτιολογήσουμε την προτίμηση των χρωμάτων, του κυανού και του λευκού και το είδος και το σχήμα των σημαιών της ξηράς και της θάλασσας. Ότι ο σταυρός ήταν το κύριο γνώρισμα της εθνικής σημαίας εύκολα μπορεί να εξηγηθεί, αλλά για τις παράλληλες εναλλασσόμενες κυανές και λευκές γραμμές μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν.
Κύριος πάντως λόγος της αντικαταστάσεως της τρίχρωμης σημαίας του Υψηλάντη με τον Φοίνικα, κατά τον Τρικούπη, είναι ότι η Εθνική Συνέλευση θέλησε χάριν των συμφερόντων του Έθνους να αντιπαρέλθει όλα τα Φιλικά σύμβολα που έως τότε έφεραν οι σημαίες της επαναστάσεως, για να δώσει την αίσθηση στην Ευρώπη, ότι πρόκειται για καθαρά απελευθερωτικό αγώνα του Έθνους και όχι για επαναστατικό κίνημα μυστικής εταιρείας, όπως αρχικά θεώρησαν οι αυλές της Ευρώπης την Ελληνική Επανάσταση.
Μετά την εισαγωγή της κυανόλευκης σημαίας δεν έπαυσαν να χρησιμοποιούνται παράλληλα και οι άλλες σημαίες των τοπικών πολιτευμάτων, αφού αυτά συνυπήρχαν και αναγνωρίζονταν κατά το πρώτον έτος της επαναστάσεως. Ακόμα, οι οπλαρχηγοί, ιδιαίτερα στη Ρούμελη, εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούν τα μπαϊράκια τους, τις πολύχρωμες πολεμικές τους σημαίες.
Στην πορεία οι σημαίες έγιναν δύο: Η ναυτική, ολόκληρη ένας σταυρός, που χρησιμοπιούσαμε κυρίως στο εξωτερικό και η γνωστή σε όλους με το σταυρό και τις γραμμές.
Μέχρι που καταλήξαμε σε μία.
Η ελληνική σημαία σήμερα
Μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας το 1974, εκδόθηκαν ο Νόμος 48/1975 (ΦΕΚ 108/7-6-1975, σ.σ. 617-61 και το Προεδρικό Διάταγμα 515/1975 (ΦΕΚ 170/13-8-1975, σ.1143), που καθόριζαν με λεπτομέρειες τις προδιαγραφές της σημαίας.
Όμως, το 1978 εκδόθηκε ο Νόμος 851 «Περί της Εθνικής Σημαίας, των Πολεμικών Σημαιών και του Διακριτικού Σήματος του Προέδρου της Δημοκρατίας» (ΦΕΚ 233, τ. Α/21-12-1978, σ.σ. 2250-2252), ο οποίος καθορίζει ότι η Εθνική Σημαία είναι κυανόλευκη, αποτελείται από εννέα ισοπλατείς οριζόντιες λωρίδες, πέντε κυανές και τέσσερις λευκές, με εναλλαγή των χρωματικών τόνων, έτσι ώστε η πρώτη και η τελευταία λωρίδα να είναι κυανή. Στην άνω εσωτερική γωνία μέσα σε κυανό τετράγωνο υπάρχει λευκός σταυρός, οι κεραίες του οποίου εκτείνονται στις πλευρές του τετραγώνου.
Η αναλογία πλάτους προς το μήκος της σημαίας είναι 2 προς 3. Ο κοντός είναι χρώματος λευκού και στην κεφαλή φέρει λευκή σφαίρα με σταυρό, όταν πρόκειται για σημαία στρατοπέδων, δημόσιων και δημοτικών αρχών κ.λπ. ή δίχως σταυρό για σημαία που επαίρεται από ιδιώτες, σε καταστήματα, γραφεία κ.λπ.
Επίσης, καθορίστηκαν οκτώ μεγέθη σημαιών, πάλι ανάλογα με τη χρήση και τον προορισμό της κάθε μίας, και κυμαίνονται από 6,48х4,32 μ. μέχρι 0,27х0,18 μ.
Ωστόσο, το άρθρο 9 του Νόμου κατήργησε, μεταξύ άλλων, το άρθρο 1 του Νόμου 48/1975 και το ΠΔ 515/1975, και ουσιαστικά έθεσε εκτός ισχύος την Εθνική Σημαία όπως αυτή καθιερώθηκε από την Α΄ Εθνοσυνέλευση της 15ης Μαρτίου 1822 και ίσχυσε χωρίς σημαντικές μεταβολές μέχρι το 1978.
Σαν σήμερα: Η 23η Δεκεμβρίου στην Ιστορία
1937, Βερολίνο. Ο Γιόζεφ Γκέμπελς, Γερμανός υπουργός προπαγάνδας, με δύο από τα παιδιά του τη Χίλντε και τη Χέλγκα, σε χριστουγεννιάτικο πάρτι για τα φτωχά παιδιά στο Βερολίνο.
1940, Φλόριντα. Οι συγγραφείς Ερνστ Χέμινγουεϊ (αριστερά) και Σινκλέρ Λιούις, ετοιμάζονται να συνταξιδέψουν από τη Φλόριντα για την Αβάνα της Κούβας.
1945, Λουξεμβούργο. Η κηδεία του στρατηγού Τζορτζ Πάτον, ο οποίος σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα στο Μανχάιμ της Γερμανίας, γίνεται στο αμερικανικό στρατιωτικό νεκροταφείο του Λουξεμβούργου.
1948, Νταχάου. Μια ασθενής δοκιμάζει το λασπόλουτρο, σε ένα σανατόριο στο Νταχάου. Η γερμανική πόλη μετατρέπεται σε κέντρο ευεξίας, προσπαθώντας να σβήσει τις μνήμες όσων συνέβησαν εκεί κατά τη διάρκεια του Πολέμου.
1954, Μιλάνο. Η Σοφία Λόρεν έχει μπει στο πετσί του ρόλου της... Στην τελευταία της ταινία, “Ο Χρυσός της Νάπολης”, παίζει τη γυναίκα ενός ιδιοκτήτη πιτσαρίας. Και τώρα, για την προώθηση της ταινίας, σερβίρει πίτσα σε μια από τις πιο διάσημες τρατορίες του Μιλάνου.
1972, Σαντιάγο. Οι επιζήσαντες του αεροπορικού δυστυχήματος που συνέβη όταν ένα Ουρουγουανό αεροσκάφος έπεσε στις Άνδεις πριν από δύο μήνες, βρίσκονται πλέον σε ένα νοσοκομείο στο Σαντιάγο της Χιλής. Οι νεαροί άντρες επιβίωσαν επί ένα δίμηνο στο βουνό, τρώγοντας τους νεκρούς.
1973, Νέα Υόρκη. Τα αυτοκίνητα κάνουν ουρά για να πάρουν καύσιμα σε ένα βενζινάδικο στη Νέα Υόρκη. Εν μέσω της έλλειψης καυσίμων, ο Πρόεδρος Νίξον ζήτησε να κλείνουν τις Κυριακές, αλλά δεν εισακούστηκε.
1975. Αρχίζει τη δράση της η τρομοκρατική οργάνωση «17 Νοέμβρη», δολοφονώντας στο Ψυχικό τον σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα Ρίτσαρντ Γουέλς.
1981, Βενετία. Άνθρωποι και τροχήλατα παλεύουν με τα νερά στις χειρότερες πλημμύρες των τελευταίων δέκα ετών.
1989, Βερολίνο. Οι περαστικοί προσπαθούν να αποσπάσουν ένα κομμάτι του τοίχου του Βερολίνου, για να το κρατήσουν ή να το πουλήσουν ως σουβενίρ.
1992. Χριστούγεννα στη Φιλαδέλφεια. Ένας άστεγος άντρας κοιμάται στο πεζοδρόμιο έξω από έναν φούρνο.
1995, Βοσνία. Ένας Αμερικανός στρατιώτης στολίζει το χριστουγεννιάτικο δέντρο, στην αεροπορική βάση της Τούσλα, στη Βοσνία.