FOCUS

Νυρεμβέργη: Συμπληρώθηκαν 76 χρόνια από την έναρξη της «δίκης των γιατρών» των Ναζί

Νυρεμβέργη: Συμπληρώθηκαν 76 χρόνια από την έναρξη της «δίκης των γιατρών» των Ναζί
Κάποιοι από τους κατηγορούμενους στη «Δίκη των Ιατρών» στο εδώλιο του δικαστικού μεγάρου της Νυρεμβέργης AP

Όταν ο στρατηγός, Τζώρτζ Μάρσαλ, προσπάθησε να περιγράψει σε ένα γράμμα του προς τον Ντουάιτ Αιζενχάουερ, την κατάσταση που αντίκρισε, επισκεπτόμενος κάποιο στρατόπεδο συγκέντρωσης που είχε μόλις απελευθερώσει ο Αμερικανικός Στρατός κατά την προέλασή του στην Δυτική Γερμανία  την άνοιξη του 1945, η περιγραφή του ήταν η εξής:

«Τα λόγια είναι φτωχά ώστε να περιγράψουν τα όσα είδα. Κατά την περιήγησή μου στο στρατόπεδο, συνάντησα τρεις τρόφιμους που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο είχαν καταφέρει να αποδράσουν και τους έκανα κάποιες ερωτήσεις μέσω ενός διερμηνέα. Τα ντοκουμέντα και οι μαρτυρίες της πείνας, της σκληρότητας και της κτηνωδίας ήταν τόσο εμφανή που με άφησαν άρρωστο».

Πράγματι, η κλίμακα της φρικαλεότητας των Ναζί στα στρατόπεδα συγκέντρωσης που επρόκειτο να ανακαλύψουν οι σύμμαχοι εισερχόμενοι στα γερμανικά εδάφη, δεν θα είχε προηγούμενο, καθώς μέσω της ιδεολογικής καθοδήγησης του καθεστώτος, οι θηριωδίες δεν σταμάτησαν στην εξόντωση των Εβραίων, αλλά προχώρησαν και στο έσχατο σημείο της ανθρώπινης απαξίας, ώστε οι «γιατροί» του Ράιχ να χρησιμοποιούν ανθρώπους για ιατρικά πειράματα, προκειμένου τα αποτελέσματα των πειραμάτων αυτών να βρουν πρακτική εφαρμογή υπέρ των Γερμανών στρατιωτών στα μέτωπα του πολέμου.

Έτσι, ο μακρύς επίλογος των εγκλημάτων που διέπραξαν οι Ναζί, δεν γράφτηκε μόνο με τη Δίκη της Νυρεμβέργης.

Εκτός από αυτή τη δίκη, ακολούθησε σειρά δικών στις οποίες οι Σύμμαχοι επιχείρησαν να φέρουν στο εδώλιο του κατηγορουμένου, γερμανούς αξιωματούχους για το ρόλο τους σε διάπραξη, εγκλημάτων κατά της ειρήνης και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας.

Τα στρατιωτικά δικαστήρια στη Νυρεμβέργη ερεύνησαν τις περιπτώσεις ενοχής γερμανών βιομηχάνων, στρατιωτικών προσωπικοτήτων, ανδρών των SS και άλλων.

Άποψη του δικαστηρίου της Νυρεμβέργης σε μια από τις συνεδριάσειςAP

Η Δίκη των Ιατρών και τα πειράματα

Κατά τη Δίκη των Iατρών διερευνήθηκαν ο ρόλος και οι πράξεις 23 Γερμανών «επιστημόνων» από τους οποίους οι 20 ήταν γιατροί που είτε συμμετείχαν στο ναζιστικό πρόγραμμα Τ4, για την ευθανασία των ανθρώπων που θεωρούνταν «ανάξιοι ζωής». Σε αυτούς περιλαμβάνοταν είτε διανοητικά άρρωστοι, διανοητικά καθυστερημένοι ή σωματικά ανάπηροι, στους οποίους έκαναν πειράματα ευγονικής. Είτε όσοι έκαναν πειράματα σε κρατούμενους στρατοπέδων συγκέντρωσης χωρίς τη συγκατάθεσή τους.

Κάποια από τα πειράματα που υπέβαλλαν οι γιατροί – δήμιοι τα πειραματόζωά τους ήταν:

επιβίωση σε μεγάλο υψόμετρο, σε κατάψυξη, σε θαλασσινό νερό, μετά τη ρίψη εμπρηστικών βομβών, από εισπνοή αερίου μουστάρδας.

Επίσης διενεργούσαν πειράματα αναγέννησης οστών και μεταμόσχευσης μελών, μυών και νευρώνων. Βομβάρδιζαν τα θύματά τους με βακτήρια, με ιούς και ισχυρά μικρόβια για να παρακολουθήσουν τις αντιδράσεις του οργανισμού τους. Τα στείρωναν με διάφορες μεθόδους (η πιο ανώδυνη ήταν ο βομβαρδισμός με ακτίνες Ρέντγκεν επί πολλές ώρες).

Το πρόγραμμα ευθανασίας Τ4

Ήταν το επίσημο όνομα του προγράμματος ευγονικής της Ναζιστικής Γερμανίας, το οποίο προχώρησε σε μαζικές εκτελέσεις, υπό το πρόσχημα της ευθανασίας, σε «ανεπιθύμητα» στοιχεία του πληθυσμού στη Γερμανία και στις κατεχόμενες από τους Ναζιστές περιοχές. Υπολογίζεται ότι, ως αποτέλεσμα αυτού του προγράμματος, συνολικά θανατώθηκαν 200.000 άνθρωποι.

Μεταξύ άλλων ξεκίνησαν το 1939 πειραματικά εμβόλια οστρακιάς και φυματίωσης σε παιδιά με αποτέλεσμα δεκάδες να χάσουν την ζωή τους.

Το πρόγραμμα τέθηκε σε εφαρμογή με απόφαση του Αδόλφου Χίτλερ. Λειτούργησε υπό τον έλεγχο του επικεφαλής της Καγκελαρίας Φίλιπ Μπούλερ και του Δόκτορα Καρλ Μπραντ, με επικεφαλής τους Βέρνερ Χάιντε και Πάουλ Νίτσε. Ουσιαστικά, όμως, ο κύριος οργανωτής του ήταν ο Βίκτορ Μπρακ.

Στο πρόγραμμα συμμετείχαν εξέχουσες προσωπικότητες του ιατρικού κόσμου της Ναζιστικής Γερμανίας.

Σκοπός του προγράμματος ήταν να διατηρήσει τη λεγόμενη γενετική καθαρότητα του γερμανικού πληθυσμού, εξοντώνοντας ορισμένα στοιχεία του πληθυσμού των γερμανικών και των κατεχόμενων περιοχών.

Τέτοιες κατηγορίες ήταν εκείνοι που θεωρούνταν παραμορφωμένοι, πηρομελείς, ανάπηροι ή άτομα που έπασχαν από διανοητικές ασθένειες. Στην αρχή, τα θεωρούμενα ως ανάπηρα παιδιά απομακρύνονταν από τις οικογένειές τους και τοποθετούνταν σε ειδικά νοσοκομεία όπου θανατώνονταν.

Το πρόγραμμα στη συνέχεια επεκτάθηκε, ώστε να περιλάβει και ενηλίκους, αν και οι περισσότεροι ανάπηροι ενήλικες είχαν ήδη υποστεί υποχρεωτική στείρωση ως αποτέλεσμα του γερμανικού «Νόμου για την Πρόληψη Απογόνων των Κληρονομικώς Ασθενών».

Οι Ναζιστές χαρακτήριζαν τους φόνους αυτών των ανθρώπων, τους οποίους θεωρούσαν χαραμοφάηδες, ως φόνους από οίκτο. Λόγω των διαστάσεων που πήραν αυτές οι εκκαθαρίσεις, σύγχρονοι και μεταγενέστεροι παρατηρητές χαρακτήρισαν τους θανάτους αυτούς ως μορφή μαζικής δολοφονίας με πρόσχημα την Ιατρική.

Το κατηγορητήριο

Οι κατηγορούμενοι, εξετάστηκαν αν ενέχονταν σε δολοφονίες, βασανιστήρια και άλλες θηριωδίες που διαπράχθηκαν στο όνομα της ιατρικής επιστήμης. Τα θύματα αυτών των εγκληματιών ανέρχονταν σε εκατοντάδες χιλιάδες. Ελάχιστοι από τους άτυχους που έπεσαν στα χέρια των διεστραμμένων επιστημόνων γλύτωσαν. Και οι περισσότεροι από όσους δεν πέθαναν στη διάρκεια των απάνθρωπων πειραμάτων, έζησαν την υπόλοιπη ζωή τους με ανηκέστους βλάβες.

Οι κατηγορίες τις οποίες αντιμετώπιζαν ήταν οι εξής

1.Συνωμοσία προς διάπραξη εγκλημάτων πολέμου και εγκλημάτων κατά της Ανθρωπότητος.
2. Εγκλήματα πολέμου: Διεξαγωγή ιατρικών πειραμάτων, χωρίς τη συναίνεση του υποκειμένου, σε αιχμαλώτους πολέμου και πολίτες κατεχομένων χωρών και συμμετοχή σε μαζικές δολοφονίες κρατουμένων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
3. Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας.
4. Συμμετοχή στην εγκληματική οργάνωση SS.

Οι ποινές

Άξίζει να σημειωθεί πως το δικαστήριο έκρινε ότι ήταν εκτός της δικαιοδοσίας του να εξετάσει αν οι κατηγορούμενοι συμμετείχαν σε συνωμοσία για διάπραξη εγκλημάτων πολέμου και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας.

Από τους 23 κατηγορούμενους 7 καταδικάστηκαν σε θάνατο, 9 σε ποινές από 10 χρόνια φυλάκιση ως και ισόβια κάθειρξη, ενώ 7 αθωώθηκαν.

Αναλυτικά καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν οι: Βίκτορ Μπρακ, Καρλ Μπραντ, (προσωπικός γιατρός του Χίτλερ),Ρούντολφ Μπραντ, Καρλ Γκέμπχαρτ, Βάλντεμαρ Χέφεν, Γιάκιμ Μρουγκόφσκι και Βόλφραμ Σίβερς.

Όλοι οι παραπάνω απαγχονίστηκαν στις 2 Ιουνίου 1948 στη φυλακή Λαντσμπερκ της Βαυαρίας.

Σε ποινές φυλάκισης ή κάθειρξης, μερικές από τις οποίες μειώθηκαν στη συνέχεια, καταδικάστηκαν οι: Herman Becker-Freyseng, Wilhelm Beiglbock, Fritz Fischer, Karl Genzken, Siegfried Handloser, Herta Oberheuser η μοναδική γυναίκα ανάμεσα στους κατηγορούμενους, η οποία προκάλεσε απίστευτες ωμότητες το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Ράβενσμπρικ.

«Θηρίο που μεταμφιέζεται σε άνθρωπο», χαρακτηρίστηκε από μάρτυρα που επιβίωσε από την κόλαση του Ράβενσμπρικ. Οι υπόλοιποι που καταδικάστηκαν ήταν οι: Helmut Poppendick, Gerhard Rose, Oskar Schroder.

Τέλος αθωώθηκαν οι: Kurt Blome, Adolf Pokorny, Hans-Wolfgang Romberg, Paul Rostock, Siegfried Ruff, Konrad Schafer και Georg August Weltz.

Ένας στρατιώτης των ΗΠΑ, ελέγχει την αγχόνη πριν την εκτέλεση των ποινώνAP

Ο «Άγγελος του θανάτου»

Ειδική μνεία πρέπει να γίνει για τον πιο γνωστό από τους εγκληματίες Γερμανούς γιατρούς των ναζί, Γιόζεφ Μένγκελε. Πρόκειται για τον διαβόητο «άγγελο του θανάτου» του Άουσβιτς (1911 – 1979).

Ο Μέγκελε όμως δεν δικάστηκε ποτέ για τα εγκλήματα του. Πρόκειται όχι απλά για τον πιο γνωστό από τους εγκληματίες Γερμανούς γιατρούς, αλλά και τον πιο διεστραμμένο.

Είναι πάρα πολύ δύσκολο να βρει κανείς χαρακτηρισμό για έναν άνθρωπο, ο οποίος, σύμφωνα με καταθέσεις μαρτύρων στη δίκη των γιατρών, άνοιγε τα κεφάλια των κρατούμενων στο Άουσβιτς, ενώ αυτοί ήταν ζωντανοί, για να δει πώς λειτουργεί ο ανθρώπινος εγκέφαλος.

Στις 17 Ιανουαρίου 1945, ο Μένγκελε έφυγε από το Άουσβιτς και πήγε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Γκρος-Ρόζεν, όπου συνέχισε τα θανατηφόρα «πειράματά» του.

O Μένγκελε, κατάφερε να διαφύγει τελικά μετά τον πόλεμο αρχικά στην Αργεντινή (που υπήρξε πρόσφορο έδαφος για πολλούς Γερμανούς εγκληματίες πολέμου), και από εκεί στη Βραζιλία που πέθανε, ενώ ο τάφος του ανακαλύφθηκε το 1985.