FOCUS

Σαν σήμερα: 3 Νοεμβρίου - Τα 20 χρόνια του Ερντογάν στην εξουσία και οι δύο Τουρκίες που κυβερνά

Σαν σήμερα: 3 Νοεμβρίου - Τα 20 χρόνια του Ερντογάν στην εξουσία και οι δύο Τουρκίες που κυβερνά
ΑP Photo

Η 3η Νοεμβρίου είναι η 307η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο και 308η σε δίσεκτα έτη. Στις 3 Νοεμβρίου 2002 η Τουρκία αλλάζει για ακόμη μια φορά στην ιστορία της πολιτική σελίδα, καθώς το ισλαμικό κόμμα του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επιτυγχάνει σαρωτική νίκη στις βουλευτικές εκλογές της χώρας. 

Ο Ερντογάν, παρά τη νίκη του κόμματός του θα έπρεπε να περιμένει περίπου έξι μήνες έως ότου γίνει Πρωθυπουργός, λόγω κωλύματος εκλογιμότητας. Δεν είχε μεγάλη σημασία, περίμενε ήδη αρκετό καιρό, δεν ήταν οι έξι μήνες το πρόβλημα. Πρωθυπουργός ορίστηκε αρχικά ο στενός του συνεργάτης Αμπντουλάχ Γκιουλ. Ο Ερντογάν έγινε ο 57ος πρωθυπουργός της Τουρκίας στις 14 Μαρτίου 2003.

Από τότε έχει αναμορφώσει ριζικά τη χώρα του. Από Δημοκρατία και πυλώνας της Δυτικής συμμαχίας, η Τουρκία έχει μεταμορφωθεί σε μια μονοκρατορία που ελάχιστα προσδοκά να μπει πλέον στην Ευρωπαϊκή Ένωση και έχει επιδοθεί σε μια ακραία μιλιταριστική εξωτερική πολιτική, εμπλεκόμενη στις περιφεριακές διαμάχες από το Ναγκόρνο Καραμπάχ ως τη Λιβύη.

Η λαϊκιστική πολιτική του Ερντογάν πέρασε τη χώρα από μια εποχή ευημερίας και ανάπτυξης, σε πόλεμο με τη Συρία, σε οικονομική κατάρρευση, συμμαχία με τον Πούτιν και άλλες ρεβιζιονιστικές κρατικές οντότητες, γυρίζοντας την πλάτη στις ΗΠΑ και την Ευρώπη.

Παρόλα αυτά τα δημοκρατικά ένστικτα της χώρας φαίνονται να παραμένουν ανθεκτικά, οι οικονομικοί δεσμοί της με την Ευρώπη είναι ακόμη πολύ ισχυροί και όλα αυτά τα παράδοξα και αντιφατικά, είτε αντανακλούν την πολιτική προσωπικότητα του ίδιου του Ερντογάν, είτε δείχνουν ότι η Τουρκία του «αντιστέκεται».

Από το πουθενά στην απόλυτη δύναμη

Ταπεινής καταγωγής ο ίδιος ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, κατάφερε να εξελιχθεί σε έναν πολιτικό γίγαντα, ένας άνθρωπο που αφήνει το στίγμα του στην Τουρκία όσο κανένας άλλος ηγέτης από την εποχή του Μουσταφά Κεμάλ, του πατέρα της τουρκικής δημοκρατίας.

Μια από τις βασικές αντιφάσεις του Ερντογάν είναι ότι ενώ «πίνει νερό» στο όνομα του Κεμάλ, όπως και όλη η Τουρκία εξάλλου, από το 2002 προσπαθεί μεθοδικά να εξαφανίσει την πολιτική κληρονομιά του επαναστατικού-κοσμικού Κεμαλισμού από την Τουρκία. Ταυτόχρονα, ενώ ασκεί την εξουσία με πολύ απολυταρχικό τρόπο, έχει ευρεία λαϊκή αποδοχή και στήριξη.

Ο Ερντογάν γεννήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 1954, στην περιοχή Κασίμπασα της Κωνσταντινούπολης. Η οικογένειά του είχε τουρκική και λαζική καταγωγή από την περιοχή της Ριζούντας, όπου και μετακόμισαν όταν εκείνος ήταν βρέφος. Η καταγωγή της οικογένειας είναι από τη φυλή των Μπαγατλίογλου ή Μπακάτογλου, ημιστρατιωτικό σώμα Τουρκομάνων, τους οποίους εγκατέστησε στην περιοχή ο Μωάμεθ ο Πορθητής, όταν κατέκτησε την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας.

Η πρώτη σύζυγος του Αχμέτ Ερντογάν, πατέρα του Ταϊγίπ, ήταν Γεωργιανής καταγωγής. Η μητέρα του Ερντογάν ήταν Τουρκάλα και λεγόταν Τενζιλέ.

Στα 13 του ο Ερντογάν επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου παράλληλα με τα μαθήματα σε μια από τις θρησκευτικές σχολές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αναγκαζόταν να δουλεύει στον δρόμο, καθώς η οικογένεια ήταν φτωχή.

Κατάφερε παρόλα αυτά να σπουδάσει Διοίκηση Επιχειρήσεων στη σχολή Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών του Ακσαράι, η οποία σήμερα ανήκει στο Πανεπιστήμιο Μαρμαρά.

Η εμπλοκή του με την πολιτική ξεκίνησε από την ένταξή του στο Κόμμα Εθνικής Σωτηρίας. Μετά το πραξικόπημα του 1980 ακολούθησε μαζί με τους υποστηρικτές του Ερμπακάν το ισλαμιστικό Κόμμα της Ευημερίας, υπό το οποίο συμμετείχε στο τοπικό συμβούλιο του διαμερίσματος Μπέγιογλου της Κωνσταντινούπολης.

Το 1994 εξελέγη Δήμαρχος της Κωνατσντινούπολης, μια θητεία που τελείωσε άδοξα όταν το Κόμμα της Ευημερίας κρίθηκε παράνομο από το Τουρκικό Συνταγματικό Δικαστήριο.

Ο Ερντογάν πρωτοστάτησε σε διαδηλώσεις κατά της απόφασης και μετά τη δημόσια ανάγνωση ενός ποιήματος του Τούρκου εθνικιστή ποιητή Ζιγιά Γκιοκάλπ θεωρήθηκε προτρέπει τον κόσμο σε τέλεση αδικήματος και υποκίνηση σε θρησκευτικό ή φυλετικό μίσος.

Το ποίημα έλεγε: «Οι μιναρέδες είναι οι ξιφολόγχες μας, οι θόλοι είναι τα κράνη μας και οι πιστοί οι στρατιώτες μας Αυτόν τον στρατό περιμένει η θρησκεία μου».

Αναγκάστηκε να παραιτηθεί από τη θέση του Δημάρχου και το 1999 καταδικάστηκε σε δεκάμηνη φυλάκιση, που συνοδεύτηκε από αφαίρεση των πολιτικών του δικαιωμάτων για το συγκεκριμένο διάστημα.

Μια πάρα πολύ παράξενη μορφή Δημοκρατίας

Από την πρώτη του εκλογική νίκη το 2002, έχει κερδίσει άλλες τέσσερις φορές, πάντα με ευρεία πλειοψηφία.

Στις προεδρικές εκλογές, τον Αύγουστο του 2014, ο Έρντογαν έγινε ο πρώτος Τούρκος πρόεδρος που εκλέχθηκε από το λαό, μετά τον Γκιούλ.

Τον Ιούνιο του 2018 κέρδισε ξανά και εξασφάλισε άλλη μια πενταετή θητεία, η οποία λήγει το 2023. Το 2017, σε δημοψήφισμα, είχε πετύχει την αναθεώρηση του Συντάγματος, με τρόπο που θα έδινε ακόμη περισσότερες εξουσίες στον Πρόεδρο, τον ίδιο δηλαδή.

Οι εξουσίες αυτές, φαίνονται εξωπραγματικές σε ένα δημοκρατικό κράτος: Ο Πρόεδρος μπορεί να διορίζει ο ίδιος τους υψηλόβαθμους αξιωματούχους του κράτους, των υπουργών συμπεριλαμβανομένων. Μπορεί επίσης να παρεμβαίνει στο νομικό σύστημα της χώρας και να κηρήσσει όποτε θέλει κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Σε τι διαφέρουν όλα αυτά από μια προσωποπαγή δικτατορία; Εξαρτάται από ποια πλευρά το βλέπεις. Τις ίδιες απορίες έχουμε εξάλλου και στην περίπτωση του Πούτιν, ο οποίος εκλέγεται ανελειπώς επί -εκατοντάδες φαίνεται πλέον- έτη, είτε ως Πρωθυπουργός, είτε ως Πρόεδρος, ως ό,τι θέλει τέλος πάντων. Ο ίδιος επιμένει ότι η Ρωσία είναι Δημοκρατία. Οι εκλογές και τα αποτελέσματά τους, τον δικαιώνουν...

Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, ο Ερντιγάν έκανε το αναμενόμενο: Προέβη σε μαζικές εκκαθαρίσεις στη δημόσια διοίκηση. Μαζικές συλλήψεις και εικονικές δίκες, έκαναν τη Δύση να σηκώσει το φρύδι, αλλά ο Ερντογάν δεν ίδρωσε.

Άλλο ένα τουρκικό παράδοξο: Σε όλον τον κόσμο τα στρατιωτικά πραξικοπήματα επιδιώκουν να καταλύσουν τη Δημοκρατία. Στην Τουρκία, ο στρατός, από τη δεκαετία του '60, έχει παρέμβει τέσσερις φορές προκειμένου να τη σώσει, ως θεματοφύλακας της κληρονομιάς του Κεμάλ.

Αυτό για να καταλάβουμε ότι η έννοια «δημοκρατία» είναι πολύ σχετική και όχι πάντα όπως την αντιλαμβανόμαστε εμείς.

Μετά το 2016, ο Ερντογάν μπήκε αναπόφευκτα κι εκείνος στο γαϊτανάκι της παράνοιας που ταυτίζεται με την απόλυτη εξουσία. Βλέποντας παντού εχθρούς, δημιούργησε ένα «βαθύ κράτος», το οποίο απαρτιζόταν από πολύ δικούς του ανθρώπους, οι οποίοι εν μια νυκτί μπορεί να πάψουν να είναι δικοί του και να πάνε στη φυλακή ας πούμε, αλλά έτσι πάνε αυτά.

Ταυτόχρονα μπήκε σε μια χρόνια διαμάχη, ένα μπρα ντε φερ εξουσίας και δύναμης με τον τουρκικό στρατό.

Οι δύο Τουρκίες συγκρούονται μεταξύ τους

Με τους εσωτερικούς του εχθρούς να ποαλλαπλασιάζονται εκθετικά, το ίδιο συνέβη και με τις αντιδράσεις του. Όποιος του αντιτίθεται, συντρίβεται.

Αυτοί που του «αντιτίθενται» ποικίλουν, από ένα 16χρονο αγόρι που συνελήφθη με την υπόνοια ότι ασκούσε κριτική στον Ερντογάν, μέχρι μια πρώην Μις Τουρκία που απλώς ανέβασε ένα ποίημα στα σόσιαλ και αυτό θεωρήθηκε επίσης «κριτική».

Όλα αυτά ίσως δεν θα είχαν τόσο μεγάλη σημασία αν όλα τα άλλα πήγαιναν καλά. Αλλά, δεν πάνε. Η λίρα έχει καταρρεύσει τα τελευταία χρόνια και ο κορωνοϊός τσάκισε από κάθε άποψη την Τουρκία, λόγω κακής κρατικής διαχείρισης.

Από το μακρινό 2002, όταν το κόμμα του πήρε την εξουσία, η λίρα έχασε πάνω από τη μισή της αξία και αυτό είναι κάτι που θα συνυπολογιστεί στις εκλογές του χρόνου.

Στο μεταξύ και στα εξωτερικά μέτωπα, δεν είναι πολύ καλύτερα τα πράγματα. Η Τουρκία βρίσκεται σε έναν διαρκή ισορροπισμό ανάμεσα στους δυτικούς συμμάχους της, τη Ρωσία και τη δική της στρατηγική και στρατιωτική ατζέντα. Όσο κι αν αντιπαθεί τους στρατηγούς, το στρατό ο Ερντογάν τον χρειάζεται.

Έχοντας εμπλακεί έμμεσα ή άμεσα σε στρατιωτικές στη Λιβύη, τη Συρία, το Ναγκόρνο Καραμπάχ και τον Καύκασο, πότε θυμώνει τους συμμάχους του στη Δύση και πότε τον Πούτιν.

Για την Ελλάδα και την Κύρο δεν το συζητάμε καν. Από τη μία η πρόθεσή του να εκμεταλλευτεί τα κοιτάσματα φυσικού αερίου ανοιχτά της Κύπρου, από την άλλη η εμπρηστική ρητορική του (η οποία για τους δικούς μας λόγους, μεγεθύνεται στα καθημάς), έχουν φτάσει τις διμερείς σχέσεις σε ένα από τα χειρότερα σημεία τους.

Ο Ερντογάν αδιαφορεί για τις προειδοποιήσεις της Ε.Ε., αποκαλεί τον Μακρόν διανοητικά άρρωστο επειδή θέλει να περιορίσει την ισλαμική επιροή στη Γαλλία και θέλει να κάνει την Αγία Σοφία τζαμί, εξοργίζοντας τους χριστιανούς σε όλον τον κόσμο.

Παρά την εκπληκτική του ικανότητα να βουλώνει το στόμα κάθε φωνής που του αντιτίθεται, η εσωτερική δυσαρέσκεια βρίσκει διεξόδους. Όπως στις τελευταίες αυτοδιοικητικές εκλογές, στις οποίες το κόμμα του έχασε και την Άγκυρα και την Κωνσταντινούπουλη και τη Σμύρνη.

Ο ίδιος εξοργίστηκε, αλλά διατήρησε το βασικό του εκλογικό σώμα: Τις ψήφους της «βαθιάς Τουρκίας», εκεί που μπορεί να επηρεάσει πολύ πιο εύκολα τους φτωχούς αγροτικούς και κτηνοτροφικούς πληθυσμούς με εθνικιστική ρητορική και επιδόματα.

Αλλά και με τη σιωπηρή υπόσχεση περί αναβίωσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο ίδιος λέει ότι δεν θέλει να κάνει την Τουρκία ισλαμικό κράτος, αλλά τα θηριώδη τζαμιά που ξεπηδάνε στην τουρκική ύπαιθρο και στις πόλεις, το ένα μετά το άλλο, διηγούνται μια άλλη ιστορία.

Οι υποστηρικτές του τον λένε «σουλτάνο», εξάλλου και κάποιο λόγο έχουν. Δεν είναι μόνο που επέτρεψε ξανά τις μαντήλες, ή που θέλει να δημιουργήσει ζώνες χωρίς αλκοόλ στη χώρα. Ούτε που θέλει να κάνει παράνομη τη συζυγική απιστία και την αντισύλληψη. Είναι όλα μαζί.

Σε ένα χρόνο δεν θα συγκρουστεί ο Ερντογάν με τους εχθρούς του στις εκλογές, αλλά οι δύο Τουρκίες που κυβερνά: Η κοσμική και σύγχρονη με την παραδοσιακή και οπισθοδρομική.

Ποια θα κερδίσει;

Σαν σήμερα: Η 3η Νοεμβρίου στην Ιστορία

1935, Αθήνα. Εναέρια άποψη της παρέλασης στην Αθήνα, η οποία πραγματοποιείται μετά την παλινόρθωση του βασιλιά. Ο Γεώργιος Β’ επανήλθε στο θρόνο μετά από δημοψήφισμα για την επαναφορά της Μοναρχίας στο οποίο το υπέρ πήρε 97,8%.

1954, Ρώμη. Ο ηθοποιός Μάρλον Μπράντο δίνει συνέντευξη στο ιταλικό ραδιόφωνο από το ξενοδοχείο του στη Ρώμη.

1957, Βενεζουέλα. Η Maserati του Αμερικανού οδηγου Χάρι Σελ στις φλόγες, μετά την πρόσκρουσή της σε τοίχο στο Γκραν Πρι του Καράκας, στη Βενεζουέλα. Ο Σελ κατάφερε να βγει από το αυτοκίνητο, πριν εκείνο τυλιχθεί στις φλόγες.

1961, ανατολικό Βερολίνο. Εργάτες τοποθετούν ένα ξύλινο πάνελ πάνω στο τείχος του Βερολίνου, προκειμένου να αποκόψουν τη θέα από την ανατολική προς τη δυτική πλευρά της πόλης.

1963, Σαϊγκόν. Νοτιοβιετναμέζες προσφέρουν ένα αναψυκτικό σε στρατιώτη του νέου στρατιωτικού καθεστώτος, που φυλάει σκοπιά έξω από την Εθνοσυνέλευση. Η κατάσταση στη χώρα περιγράφεται ως ήρεμη μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα που ανέτρεψε τον πρόεδρο Ngo Dinh Diem.

1966, Παρίσι. Άποψη του ολοκαίνουργιου αεροδρομίου Ορλί του Παρισιού.

1968, Τόκιο. Σταθμάρχες στο μετρό του Τόκιο, σπρώχνουν τους επιβάτες στα βαγόνια. Είναι μια πολύ συνηθισμένη σκηνή, τις ώρες αιχμής στο Τόκιο.

1970, Σαντιάγο. Ο νέος Πρόεδρος της Χιλής, Σαλβαδόρ Αλιέντε χαιρετάει το πλήθος καθώς περπατάει από το Κογκρέσο προς τον Καθεδρικό του Σαντιάγο.

1978, Σιβηρία. Ένας εργάτης των σιδηροδρόμων, ντυμένος για να αντιμετωπίσει το δριμύ κρύο, σε απροσδιόριστη περιοχή της Σιβηρίας.

1984, Νέο Δελχί. Ο Ρατζίβ Γκάντι, ο μόνος επιζήσας γιος -και διάδοχος- της Πρωθυπουργού Ίντιρα Γκάντι, που δολοφονήθηκε από άνδρες της φρουράς της, ανάβει τη νεκρική πυρά της μητέρας του.

1991, Χονολουλού. Η Ιμέλντα Μάρκος στο πλευρό του συζύγου της, Φέρντιναρντ Μάρκος, πρώην Προέδρου των Φιλιππίνων. Η Μάρκος θα επιστρέψει στις Φιλιππίνες, μετά από έξι χρόνια εξορίας, προκειμένου να ζητήσει άδεια να ταφεί εκεί το σώμα του συζύγου της.

1996, Ζαΐρ. Χούτου από τη Ρουάντα, πρόσφυγες του εμφυλίου πολέμου, σε στρατόπεδο στα σύνορα με το Ζαίρ.

2004, Καλιφόρνια. Η Κόρτνεϊ Λαβ, φτάνει σε ένα δικαστήριο του Μπέβερλι Χιλς. Η Λαβ αντιμετωπίζει κατηγορίες για κατοχή ναρκωτικών και έχει καταδικαστεί πρωτοδίκως σε οκτώ μήνες φυλάκιση.