FOCUS

Σαν σήμερα: Η 2η Σεπτεμβρίου στην Iστορία - Πόσες φορές έχει πτωχεύσει η Ελλάδα;

Η 2α Σεπτεμβρίου είναι η 245η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο και 246η σε δίσεκτα έτη. Είναι και η ημέρα, το 1843 που μια ακόμη πτώχευση της ταλαίπωρης χώρας μας οδηγεί σε επανάσταση

Στις 2 Σεπτεμβρίου 406 γεννήθηκε ο διαβόητος Αττίλας, βασιλιάς των Ούννων.

Το 1753 η εξίσου διαβόητη για άλλους λόγους Μαρία Ιωσηφίνα της Σαβοΐας, που παντρεύτηκε το Ναπολέοντα και έγινε βασίλισσα της Γαλλίας.

Το 1901 γεννήθηκε ο σπουδαίος μας λογοτέχνης Ανδρέας Εμπειρίκος και το 1964 ο μοναδικός σε όλα του Κιάνου Ριβς.

Πέρα από τα πολλά που έχουν γίνει τη συγκεκριμένη ημέρα, σχεδόν στα ψιλά περνάει μια ακόμη υπόθεση ελληνικής χρεοκοπίας.

Δεν είναι βέβαιον αν ισχύει ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα, στην περίπτωση της Ελλάδας, πάντως, επαναλαμβάνεται ως δανεισμός.

Μέσα στα 200 και ένα χρόνια της ιστορίας της η σύγχρονη Ελλάδα έχει περάσει πολλά· παγκόσμιοι και διεθνικοί πόλεμοι, εμφύλιοι, πείνα, χούντα και πολλές βαθιές οικονομικές κρίσεις, οι οποίες ανά φάσεις την ανάγκαζαν να δανείζεται τεράστια ποσά.

Δεν είναι η πρώτη φορά μέσα σε αυτά τα 200 χρόνια που βρισκόμαστε χρεωμένοι μέχρι το λαρύγγι, αν και είναι ίσως η χειρότερη. Παρόλα αυτά, η χώρα μας τέσσερις φορές στη σύγχρονη ιστορία της έχει πτωχεύσει, αδυνατώντας να εξυπηρετήσει τα δάνεια που είχε λάβει από διάφορους και για διάφορους λόγους.

Τα δάνεια του Αγώνα «σώζουν» την Επανάσταση

Πρώτη φορά πτωχεύσαμε πριν καλά καλά γίνουμε κράτος. Το 1827, ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας, ο Ιωάννης Καποδίστριας, βρέθηκε σε απελπιστική θέση καθώς αδυνατούσε πλήρως να εξυπηρετήσει τα δύο δάνεια του Αγώνα που είχαν ληφθεί το 1824 και το 1825, κάτι ατελείωτα εκατομμύρια που πήραμε από αγγλικές τράπεζες και κανείς δεν ξέρει που κατέληξαν, αφού τότε δεν υπήρχε απολύτως κανένας έλεγχος στη δημοσιονομική πολιτική και επίσης μας δάγκωσαν άγρια οι δανειστές με διαστημικά επιτόκια τα οποία παρακρατήθηκαν από την αρχή.

Ο Καποδίστριας δεν φτάνει που είχε να φτιάξει κράτος, ήταν αντιμέτωπος και με τις απαιτήσεις των δανειστών, στους οποίους τελικά δήλωσε ευθαρσώς ότι αδυνατεί να πληρώσει τις δόσεις των δανείων, λέγοντας το περίφημο «ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος». Εμείς είμαστε διαχρονικά οι «μη έχοντες».

Με έναν περίεργο τρόπο, πάντως, τα δάνεια αυτά φαίνεται ότι έσωσαν την Επανάσταση, όχι με τον τρόπο που θα έπρεπε -πληρώνοντας δηλαδή για πολεμικό υλικό- αλλά επειδή οι δανειστές ανησυχούσαν μην και δεν πάρουν τα λεφτά τους πίσω. Ένα πολύ ορατό ενδεχόμενο, καθώς το 1827 βρήκε την επανάσταση να καταρρέει.

Ο Ιμπραήμ κι ο Κιουταχής πήραν το Μεσολόγγι στις 10 Απριλίου 1826. Στη συνέχεια, ο Κιουταχής βάλθηκε να καταστείλει την επανάσταση στη Στερεά Ελλάδα κι από το Μεσολόγγι έφτασε ως την Αθήνα, ενώ ο Ιμπραήμ εισέβαλε στην Πελοπόννησο.

Αν οι Έλληνες υποδουλώνονταν πάλι στην Οθωμανική αυτοκρατορία, οι δανειστές έχαναν και τις ελάχιστες πιθανότητες που είχαν να εισπράξουν τα χρήματά τους. Ξεκίνησαν να πιέζουν τις κυβερνήσεις τους, της Αγγλίας, βασικά, να κάνουν κάτι για τους Έλληνες.

Στις 6 Ιουλίου 1827 υπογράφεται η συνθήκη του Λονδίνου ανάμεσα στην Αγγλία, τη Γαλλία και τη Ρωσία, με την οποία αναγνώριζε αυτόνομη Ελλάδα από τη γραμμή Αμβρακικού – Παγασητικού και νότια, υπό την επικυριαρχία του σουλτάνου. Οι δανειστές ήθελαν πάση θυσία να εξασφαλίσουν ότι θα υπήρχε ο οφειλέτης, κάτι το οποίο συνέβη με τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου, στις 8 Οκτωβρίου. Όταν ο Καποδίστριας έφτασε στο Ναύπλιο, στις 8 Ιανουαρίου 1828, ο τουρκικός κίνδυνος είχε απομακρυνθεί, αλλά τα δάνεια ήταν πάνω από το κεφάλι του, ενώ τα ταμεία ήταν κάτι χειρότερο από άδεια.

Η κατάσταση ήταν τραγική. Ο Καποδίστριας ζητάει νέα δάνεια από τους Άγγλους και τους Γάλλους. Οι μεν Γάλλοι συμφωνούν, οι δε Άγγλοι αρνούνται και ζητάνε τα χρωστούμενα. Τότε, εκείνος επιβάλει στάση πληρωμών στην εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους και ζητάει κυριολεκτικά ελεημοσύνη απ' όποιον μπορεί να δώσει κάτι υπέρ του νεοσύστατου έθνους. Ουσιαστικά επτωχεύσαμε.

Στις 27 Σεπτεμβρίου 1831 ο Καποδίστριας δολοφονείται και όλες του οι υπεράνθρωπες προσπάθειες να βάλει μια κάποια τάξη στα οικονομικά της Ελλάδας καταποντίζονται. Οι τρεις μεγάλες δυνάμεις φέρνουν τον Όθωνα για βασιλιά της Ελλάδας και εγγυώνται αυτομάτως την παροχή νέου δανείου 60.000.000 γαλλικών φράγκων τα οποία θα δίνονταν σε τρεις δόσεις των 20 εκατομμυρίων. Ήταν αυτό που είχαν αρνηθεί στον Καποδίστρια.

Τα δάνεια του Όθωνα οδηγούν στο πρώτο Σύνταγμα

Ο Όθων φτάνει στο Ναύπλιο στις 18 Ιανουαρίου 1833 φέρνοντας μαζί του τη δυνατότητα να δανειστεί ένα τεράστιο για την εποχή ποσό. Και πάλι τα χρήματα που πραγματικά έφτασαν στην Ελλάδα ήταν πολύ λιγότερα από τα όσα η χώρα δανείστηκε και τα δύο τρίτα πήγαν στις μαύρες τρύπες των προηγούμεβων προϋπολογισμών. Οι «εθνικές γαίες» ήταν υποθηκευμένες έναντι των προηγούμενων δανείων και επιπλέον, λόγω της φιλικής προς τους Άγγλους πολιτικής του εκτελούντα χρέη Πρωθυπουργού, Άρμανσπεργκ, τσαντίστηκαν η Γαλλία και η Ρωσία.

Η τρίτη δόση του δανείου δεν καταβλήθηκε και οι προϋπολογισμοί του 1835 και του 1836 έκλεισαν και πάλι με τεράστιο έλλειμμα, ενώ στο μεταξύ έτρεχε και η αποπληρωμή των προηγούμενων δανείων. Με πολλά παρακάλια καταφέραμε τελικά να πάρουμε 2.420.000 φράγκα, αντί για 20 εκατομμύρια που θα ήταν η δόση, τα οποία πήγαν στον οίκο Ρότσσιλντ που διαχειριζόταν το δάνειο, για να εξοφλήσει τους τόκους του 1836...

Ο Όθων στράφηκε στους χρηματιστές της Βαυαρίας και ξεκίνησε να δανείζεται κάτι μικροποσά, τα οποία εξοφλούσε με νέα δάνεια και ούτω καθ' εξής.

Στο μεταξύ, όπως γίνεται ανυπερθέτως σε αυτές τις περιπτώσεις, οι δανειστές και οι εγγυήτριες δυνάμεις μάς πήραν ουσιαστικά αιχμάλωτους, αποκτώντας έναντι των δανείων το δικαίωμα να παρεμβαίνουν στα εσωτερικά του νέου κράτους για «την προάσπιση των συμφερόντων των δανειστών-υπηκόων τους».

Ο Όθων είχε υποχρεωθεί κατ' εντολήν τους σε σκληρή οικονομική πολιτική, με απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων και ευρείες περικοπές μισθών. Επίσης, είχε ανακαλέσει τους Έλληνες πρέσβεις στο εξωτερικό. Στην Αθήνα, τη νέα πρωτεύουσα του ελληνικού βασιλείου, οι τιμές της γης και των ακινήτων είχαν φτάσει στα ύψη, ενώ κυριαρχούσε η τοκογλυφία. Σαν να μην έφταναν αυτά, η απάντηση του παλατιού σε κάθε διαμαρτυρία και μικροεξέγερση, ήταν σκληρή καταστολή.

Στις 2 Σεπτεμβρίου 1843, με πρωτόκολλο, οι μεγάλες δυνάμεις απαίτησαν η ελληνική κυβέρνηση, «μέσα σε 15 ημέρες», να προχωρήσει σε περικοπές τεσσάρων εκατομμυρίων δρχ. (όσο περίπου ήταν το ετήσιο έλλειμμα) και όρισαν δασμούς, χαρτόσημα και άλλους πόρους που θα πήγαιναν αποκλειστικά στην εξυπηρέτηση των δανείων.

Μ' αυτά και με εκείνα, τη νύχτα της 2ας προς 3η Σεπτεμβρίου 1943 ξεσπά το στρατιωτικό κίνημα Καλλέργη, με την υποστήριξη του Μακρυγιάννη, ο οποίος από καιρό «φώναζε» για την παραχώρηση Συντάγματος στον ελληνικό λαό. Λίγο πριν το ξέσπασμα του κινήματος σχηματίστηκε τριμελής επιτροπή από τους Ανδρέα Μεταξά, Μακρυγιάννη και Δημήτριο Καλλέργη. Ο καθένας αντιπροσώπευε έναν διαφορετικό κόσμο: ο Μεταξάς τον πολιτικό, ο Μακρυγιάννης τον λαϊκό και ο Καλλέργης τον στρατιωτικό.

Προκειμένου να αποφύγει τα χειρότερα και έχοντας τους πάντες απέναντί του, ο Όθων ενδίδει στα αιτήματα των επαναστατών. Δίνεται στους Έλληνες Σύνταγμα και η χώρα κήρυξε στάση πληρωμών, ξαναπτωχεύσαμε δηλαδή.

«Δυστυχώς -ξανά- επτωχεύσαμεν»

Το 1879 η Ελλάδα άρχισε να αναπνέει από τους πιστωτές της και αμέσως ξεκίνησε να δανείζεται και πάλι τεράστια ποσά από τις ξένες χρηματαγορές για έργα υποδομής, όπως ο σιδηρόδρομος και η διάνοιξη της διώρυγας της Κορίνθου, αλλά και για την υλοποίηση της Μεγάλης Ιδέας, της απελευθέρωσης των ελληνικών εδαφών που ανήκαν ακόμη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Ο υπερδανεισµός θα καταλήξει ταχύτατα και πάλι στην υπερχρέωση. Ως το 1884 το χρέος διπλασιάζεται, το 1887 τετραπλασιάζεται και πριν από την πτώχευση του 1893 επταπλασιάζεται.

Όλα αυτά όμως έγιναν χωρίς να υπολογιστεί ότι με ένα ατραβοπάτημα θα βρισκόμασταν ξανά στον πάτο. Το στραβοπάτημα ήταν η κρίση στη διάθεση της σταφίδας, του βασικού προς εξαγωγή προϊόντος της χώρας.

Ο πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης είπε στη Βουλή (ή και εκτός Βουλής, λίγη σημασία έχει αυτό) στις 10 Δεκεμβρίου του 1893 το περίφημο «κύριοι, δυστυχώς επτωχεύσαμεν». Η κατάσταση επιδεινώθηκε μετά την ήττα μας στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897 και η χώρα μπήκε υπό Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο, στις 6 Σεπτεμβρίου, με την επιβολή των μονοπωλίων σε σπίρτα, τσιγάρα, οινόπνευμα και άλλα προϊόντα.

Και μια πτώχευση εξ αποστάσεως

Στις αρχές του 20ου αιώνα η ελληνική οικονομία βελτιώθηκε αισθητά, αλλά η Μικρασιατική Καταστροφή το 1922 με την εισροή 1,5 εκατομμυρίων προσφύγων στην Ελλάδα, ανάγκασε τις κυβερνήσεις να καταφύγουν σε δανεισμό για να αντιμετωπίσουν το οξύ πρόβλημα.

Η Ελληνική οικονομία είχε κάνει κάποια βήματα σταθεροποίησης την διετία 1926-1928. Η δραχμή σταθεροποιήθηκε μετά από δεκαπέντε χρόνια συνεχούς υποτίμησης και το 1928 εντάχθηκε στον περίφημο «κανόνα του χρυσού». Ο «κανόνας του χρυσού» ήταν ένας μηχανισμός μετατροπής των νομισμάτων μέσω μιας ισοτιμίας σε σχέση με την τιμή του χρυσού.

Όταν ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας, επιστρέφοντας ως Μεσίας το 1927, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, παρουσίασε ένα ιδιαίτερα αισιόδοξο και φιλόδοξο πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων που χρειάζονταν για να μπει η Ελλάδα σε αναπτυξιακή τροχιά και να αποκαταστήσει τους πρόσφυγες από την Μικρασιατική Καταστροφή. Ο εκτεταμένος δανεισμός θα καλυπτόταν κυρίως από Άγγλους κεφαλαιούχους που ήδη μετά το 1922 είχαν επενδύσει μικρά κεφάλαια, αλλά τώρα ήταν πρόθυμοι να διευρύνουν την παρουσία τους στην Ελλάδα. Ο έλεγχος της νομισματικής πολιτικής και των συναλλαγματικών ισοτιμιών αποδόθηκαν στην Τράπεζα της Ελλάδος που ιδρύθηκε τότε ακριβώς για τον σκοπό αυτό με πρώτο πρόεδρο τον Αλέξανδρο Διομήδη.

Ως το 1931 τίποτα δεν προμήνυε τον κόλαφο που θα ακολουθούσε. Η Ελλάδα είχε τρεις συνεχόμενους πλεονασματικούς προϋπολογισμούς, όμως το εξωτερικό της χρέος είχε διογκωθεί από δάνεια που είχε συνάψει η κυβέρνηση Βενιζέλου κυρίως στο Σίτυ του Λονδίνου. Το εξωτερικό χρέος την τετραετία 1928-1932 αυξήθηκε από 27,8 δισεκατομμύρια δραχμές στα 32,7 δισεκατομμύρια.

Η μεγάλη διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση ξεκίνησε με την αδυναμία της Γερμανίας να συνεχίσει να εξυπηρετεί τις δυσβάσταχτες οικονομικές τις υποχρεώσεις από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και εντάθηκε με την κατάρρευση των τιμών των μετοχών στο Αμερικάνικο Χρηματιστήριο της Γουόλ Στριτ. Η οικονομία της Ελλάδας βρέθηκε αμέσως υπό πίεση, καθώς μειώθηκαν δραστικά οι εξαγωγές της (καπνά και άλλα γεωργικά προϊόντα), όπως επίσης και τα εμβάσματα από τους Έλληνες της Αμερικής που εκείνη την εποχή ήταν σημαντικός οικονομικός παράγοντας για την χώρα. Όλα αυτά επιδείνωσαν το εξωτερικό ισοζύγιο συναλλαγών, ασκώντας αφόρητες πιέσεις στην δραχμή.

Ο Βενιζέλος αποφάσισε να δώσει τη μάχη της δραχμής: Αν γινόταν υποτίμηση της δραχμής, τότε το εξωτερικό χρέος σχεδόν θα διπλασιαζόταν.

Η Βενιζελική πολιτική της διατήρησης των υφιστάμενων νομισματικών ισορροπιών ανάγκαζαν την Τράπεζα της Ελλάδος να εκποιεί τα αποθέματα της σε χρυσό και συνάλλαγμα για να στηρίζει την δραχμή. Στις αρχές του 1932 τα ούτως ή άλλως πενιχρά αυτά αποθέματα είχαν γίνει καπνός.

Παράλληλα το κράτος φορολογούσε τις εισαγωγές και μείωνε τις δραχμές στην αγορά, προσπαθώντας να ελέγξει τις συνεχείς κερδοσκοπικές πιέσεις που δεχόταν η Ελλάδα. Έυσι ξανάρχισε ο εξωτερικός δανεισμός, όχι πια για χρηματοδότηση έργων, αλλά για την στήριξη της δραχμής με ξένο συνάλλαγμα.

Ο Βενιζέλος αποφάσισε να χειριστεί το θέμα προσωπικά και να εξασφαλίσει τα εξωτερικά δάνεια που θα στήριζαν την νομισματική του πολιτική. Ταξίδεψε τον Ιανουάριο του 1932 διαδοχικά σε Ρώμη, Παρίσι, Λονδίνο ζητώντας ένα δάνειο 50 εκατομμυρίων δολαρίων για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, αλλιώς η Ελλάδα θα εγκατέλειπε τον νόμο του χρυσού και θα βυθιζόταν στην αναξιοπιστία και στην κοινωνική αναταραχή.

Δεν κατάφερε να πείσει τη Δημοσιονομική Επιτροπή, που θεώρησε ότι η Ελλάδα δεν έκανε καμία θυσία, αντιθέτως ήθελε να μεταβιβάσει τα προβλήματα της στους πιστωτές της.

Την Τετάρτη 27 Απριλίου 1932, η Ελλάδα εγκατέλειψε τον «κανόνα του χρυσού». Η δραχμή υποτιμήθηκε ραγδαία και στις 5 Μαΐου η ισοτιμία της με την στερλίνα έπεσε από τις 456 δραχμές στις 539. Από την Ελβετία, όπου βρισκόταν, ο Βενιζέλος αναγκάστηκε να κηρύξει στάση πληρωμών, δηλαδή πτώχευση.

Στις 21 Μαΐου, ο Βενιζέλος παραιτήθηκε.

Τα χρέη παρέμειναν.

Και με την πάροδο του χρόνου αποδειχθήκαμε ικανότατοι στο να δημιουργούμε καινούργια...

Η 2η Σεπτεμβρίου στην Iστορία

1944, Παρίσι. Γερμανοί αιχμάλωτοι στους δρόμους του Παρισιού, υπό το άγρυπνο βλέμμα ανδρών της γαλλικής αντίστασης.

1945, Τόκιο. Ο στρατηγός Ντάγκλας ΜακΆρθουρ και ο στρατηγός Γουέινραϊτ παρακολουθούν την επίσημη παράδοση της Ιαπωνίας επάνω στο πλοίο U.S.S. Missouri, ανοιχτά του Τόκιο. Είναι η επίσημη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

1947, Χανιά. Η εκκλησία του Αγίου Νικολάου στα Χανιά της Κρήτης. Ο μιναρές προστέθηκε στην παλιά εκκλησία από τους Τούρκους, κατά τη διάρκεια της κατοχής του νησιού. Τώρα, ο μιναρές είναι το κωδωνοστάσιο της εκκλησίας.

1948, Νότια Ντακότα. Μια ομάδα ινδιάνων Σιού, έξι από τους οποίους ήταν παρόντες στη μάχη του Λιτλ Μπιγκ Χορν στις 25 Ιουνίου 1876, συγκεντρώθηκαν στο Εθνικό Πάρκο Κάστερ, σε ανάμνηση της μάχης.

1949, Ρώμη. Ένα χέρι απλώνεται προς το φακό του φωτογράφου, για να τον εμποδίσει να φωτογραφίσει τη Γκρέτα Γκάρμπο. Η Σουηδή ηθοποιός κάνει ό,τι μπορεί για να αποφύγει τα ΜΜΕ από τη μέρα που έφτασε στη Ρώμη. Χρησιμοποιεί τις πίσω πόρτες ξενοδοχείων και εστιατορίων και δεν πάει πουθενά χωρίς τα μαύρα γυαλιά της.

1952, Χόλιγουντ. Ο ηθοποιός Μάρλον Μπράντο, ως Μάρκος Αντώνιος, στην ταινία «Ιούλιος Καίσαρ».

1973, Μπόρμουθ. Πεθαίνει, σε ηλικία 81 ετών, ο συγγραφέας της τριλογίας «Ο Άρχοντας των Δακτυλιδιών», Τζ.Ρ.Ρ. Τόλκιν.

1984, Λος Άντζελες. Η Τίνα Τέρνερ τραγουδάει το «What's Love Got to Do With It» σε συναυλία στο Λος Άντζελες, κατά τη διάρκεια της παναμερικανικής περιοδείας της.

1986, Βρετανία. Ο Τζάμπο, ένας γιγαντιαίος γορίλας, στο ζωολογικό κήπο του Τζέρζι, στα νησιά της Μάγχης, σκύβει πάνω από ένα 5χρονο αγόρι το οποίο έπεσε από έναν τοίχο 5 μέτρων. Ο Τζάμπο χάιδεψε τρυφερά το αγόρι και κανένας από τους γορίλες δεν το πείραξε. Το αγόρι χτύπησε το κεφάλι του και έσπασε το χέρι του, αλλά επιβίωσε.

1991, Βίλνιους. Ένας άνδρας ακουμπάει ένα άγαλμα του Λένιν, το οποίο έχει πεταχτεί στα σκουπίδια, στην πρωτεύουσα της Λιθουανίας.

1999, Νέο Δελχί. Οδηγοί προσπαθούν να συνεχίσουν την πορεία τους σε ένα δρόμο στο Νέο Δελχί, χωρίς να ενοχλήσουν τις αγελάδες που είναι ξαπλωμένες στο δρόμο. Οι αγελάδες είναι ιερά ζώα στην Ινδία και δεν επιτρέπεται να τις ενοχλήσει κανείς ακόμα κι αν δημιουργούν προβλήματα στην κίνηση.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης