FOCUS

Σαν σήμερα: Η 31η Ιουλίου στην Iστορία - Το νούμερο 174.517 γράφει το «Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος»

Σαν σήμερα: Η 31η Ιουλίου στην Iστορία - Το νούμερο 174.517 γράφει το «Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος»

Η 31η Ιουλίου είναι η 212η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο  και 213η σε δίσεκτα έτη. Είναι η χρονιά που γεννήθηκε ο Πρίμο Λέβι, επιζήσας του Άουσβιτς και συγγραφέας της ανατριχιαστικής καταγραφής όσων έζησε εκεί. 

Στις 31 Ιουλίου 1912 γεννήθηκε ο οικονομολόγος Μίλτον Φρίντμαν, το 1914 ο άνθρωπος που απογείωσε τη γαλλική κωμωδία, ο Λουί ντε Φυνές και το 1919 ο Πρίμο Λέβι, Ιταλός χημικός και συγγραφέας, που μάς έφερε τόσο κοντά στο Ολοκαύτωμα όσο κανείς μας δεν θα ήθελε στην πραγματικότητα ποτέ.

Ο Πρίμο Λέβι γεννήθηκε στο Τορίνο από οικογένεια εβραϊκής καταγωγής. Αφού τελείωσε το Λύκειο το 1937, γράφτηκε στο τμήμα χημείας του Πανεπιστημίου του Τορίνο. Τον Νοέμβριο του 1938 τέθηκαν σε ισχύ στην Ιταλία οι ρατσιστικοί νόμοι που επέβαλαν σειρά διακρίσεων εις βάρος των Εβραίων της χώρας. Απαγορεύθηκε στους Εβραίους η εγγραφή στο Πανεπιστήμιο, όμως όσοι ήδη σπούδαζαν, όπως ο Λέβι, μπορούσαν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους.

Αποφοίτησε με άριστα το 1941 αλλά πάνω στο πτυχίο του αναγραφόταν ότι ήταν Εβραίος.

Το Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς άρχισε να εργάζεται σε μια εταιρία εξόρυξης αμιάντου κοντά στο Τορίνο. Λόγω της εβραϊκής καταγωγής του είχε προσληφθεί παράνομα καιδεν εμφανιζόταν στις καταστάσεις του προσωπικού. Το 1942, με την μεσολάβηση ενός παλιού συμφοιτητή του, προσελήφθη σε μια ελβετική φαρμακευτική εταιρία στο Μιλάνο, όπου ήρθε σε επαφή με μέλη αντιφασιστικών οργανώσεων και εντάχθηκε στο παράνομο Κόμμα της Δράσης (Partito d'Azione).

Το Δεκέμβριο του 1943, συνελήφθη από τη φασιστική αστυνομία και μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο στο Φόσσολι. Στις 22 Φεβρουαρίου του 1944, 650 Εβραίοι, μεταξύ αυτών και ο Λέβι, μεταφέρθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς.

Εκεί καταγράφηκε ως το νούμερο 174.517 και οδηγήθηκε στο στρατόπεδο Άουσβιτς III (Μόνοβιτς), όπου παρέμεινε μέχρι την απελευθέρωσή του από τον Κόκκινο Στρατό στις 27 Ιανουαρίου 1945.

Από τους 650 Εβραίους που μεταφέρθηκαν εκείνη την ημέρα στο Άουσβιτς επέζησαν μόλις 20 άτομα.

Μετά την απελευθέρωσή του ο Λέβι έγραψε το βιβλίο «Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος», μια λεπτομερή καταγραφή των όσων έζησε στο στρατόπεδο, αλλά και της σταδιακής διάλυσης του ανθρώπου.

Το ακρότατο του Κακού που συνιστά το Άουσβιτς, εκμηδενίζει την ύπαρξη σε τέτοιο βαθμό που όσα γράφει είναι απλώς η μοναδική του ελπίδα να διατηρήσει ένα ελάχιστο νόημα μέσα στον γενικό παραλογισμό. Οριακά τα καταφέρνει, έως ότου ακόμη κι αυτό χάνεται και τα πάντα βυθίζονται στον παραλογισμό.

To «Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος» είναι ένα βιβλίο που θα έπρεπε να διδάσκεται στα σχολεία. Είναι η χειρότερη πλευρά μας.

«Tον περασμένο μήνα ένα από τα κρεματόρια του Μπιρκενάου ανατινάχτηκε. Κανείς μας δεν ξέρει (και ίσως κανείς ποτέ δεν θα μάθει) πώς ακριβώς πραγματοποιήθηκε η ανατίναξη: λένε ότι είναι έργο του sonderkommando, του ειδικού κομάντο για τους θαλάμους αερίων και τους φούρνους και του οποίου τα μέλη εξοντώνονται και αυτά περιοδικά. Το γεγονός είναι ότι στο Μπιρκενάου, περίπου εκατό σκλάβοι, ανυπεράσπιστοι και εξαντλημένοι όπως εμείς, βρήκαν τη δύναμη να δράσουν, να ωριμάσουν τους καρπούς του μίσους τους.

Ο άντρας που σήμερα θα πεθάνει μπροστά μας βοήθησε με κάποιον τρόπο την εξέγερση. Λέγεται ότι είχε σχέσεις με τους εξεγερμένους του Μπίκερνάου, ότι έφερε όπλα στο στρατόπεδο μας και ότι υποκινούσε μια ταυτόχρονη ανταρσία ανάμεσά μας. Σήμερα θα πεθάνει μπροστά στα μάτια μας. Ίσως οι Γερμανοί δεν θα καταλάβουν ότι ο μοναχικός θάνατος, ο ανθρώπινος θάνατος που του δόθηκε θα του χαρίσει δόξα και όχι ντροπή.

Όταν τελείωσε το λόγο του ο Γερμανός, λόγο που κανένας δεν κατάλαβε, ακούστηκε ξανά η βραχνή φωνή: ”Habt ihr verstanden?” (καταλάβετε;)

Ποιός απάντησε ”jawohl”?. Όλοι και κανένας: ήταν σαν η καταραμένη υποταγή μας να ενσαρκώθηκε από μόνη της, σαν να μετατράπηκε σε μια συλλογική φωνή πάνω από τα κεφάλια μας. Αλλά όλοι άκουσαν την κραυγή του ετοιμοθάνατου που διαπέρασε το ακατανίκητο τείχος της αδράνειας και της υποταγής και συγκλόνισε τη ζωντανή ανθρώπινη ουσίας μέσα μας:

“Kameraden, ich bin der Letzte” (Σύντροφοι, εγώ είμαι ο τελευταίος)”

Θα ευχόμουν να μπορούσα να διηγηθώ ότι μέσα από αυτό το ελεεινό κοπάδι ακούστηκε μια φωνή, ένα μουρμουρητό, ένα σημάδι επιδοκιμασίας. Όμως τίποτα δεν συνέβη. Μείναμε ακίνητοι, γκρίζοι, με σκυμμένο κεφάλι, και βγάλαμε τον μπερέ μόνο όταν μας διέταξε ο Γερμανός. Άνοιξε η καταπακτή, το σώμα τρομακτικό, σπαρτάρισε. Η μπάντα ξανάρχισε τη μουσική της κι εμείς, παρελάσαμε μπροστά από το σύντροφο που ψυχορραγούσε.

Κάτω από την αγχόνη στέκονται οι Ες-Ες και μας κοιτούν καθώς περνάμε με απάθεια: το έργο τους ολοκληρώθηκε με επιτυχία. Τώρα πια οι Ρώσσοι μπορούν να έρθουν, δεν απέμεινε κανείς γενναίος ανάμεσά μας και για τους άλλους ένα απλό χαλινάρι ήταν αρκετό. Οι Ρώσσοι μπορούν να έρθουν. Θα μας βρουν υποταγμένους, σβησμένους, άξιους του θανάτου που μας περιμένει.

Να εκμηδενίσεις τον άνθρωπο είναι δύσκολο, όσο και να τον δημιουργήσεις: δεν ήταν απλό, πήρε χρόνο, αλλά τα καταφέρατε, Γερμανοί. Είμαστε υπάκουοι, κάτω από το βλέμμα σας. Δεν έχετε να φοβηθείτε τίποτα από μας: καμιά πράξη αντίστασης, καμιά λέξη πρόκλησης, κανένα κριτικό βλέμμα.

Ο Αλμπέρτο και εγώ γυρίσαμε στο παράρτημα, και δεν μπορέσαμε να κοιταχτούμε στα μάτια. Αυτός ο άντρας θα πρέπει να ήταν γενναίος, φτιαγμένος από διαφορετικό μέταλλο, εμείς λυγίσαμε, αυτός όχι. Γιατί είμαστε νικημένοι, συντετριμμένοι, ακόμα και αν προσαρμοστήκαμε, ακόμα και αν μάθαμε να βρίσκουμε την τροφή μας και να αντέχουμε στο κρύο και την κούραση, ακόμα και αν επιστρέψουμε

Ανεβάσαμε τη μανέσκα στην κουκέτα, μοιράσαμε την σούπα, σβήσαμε την καθημερινή οργή της πείνας και τώρα μας βαραίνει η ντροπή».

Σαν σήμερα: Η 31η Ιουλίου στην Iστορία

Μίτσιγκαν, 1896. Ο Χένρι Φορντ με το Τετράκυκλο, το πρώτο αυτοκίνητο που κατασκεύασε.

1920, Αθήνα. Δολοφονείται από άντρες της προσωπικής φρουράς του Ελευθερίου Βενιζέλου ο Ίων Δραγούμης, στη συμβολή των οδών Βασιλίσσης Σοφίας και Παπαδιαμαντοπούλου.

Βερολίνο, 1931. Ένα μεγάλο πλήθος έχει συγκεντρωθεί στο αεροδρόμιο Τέμπελχοφ του Βερολίνου για να υποδεχτεί αερόπλοιο Γκραφ Ζέπελιν, το οποίο περιόδευσε στις περιοχές του αρκτικού κύκλου.

1944. Σκοτώνεται ο Γάλλος συγγραφέας του «Μικρού Πρίγκιπα» Αντουάν ντε Σεν Αξιπερί, όταν το αεροπλάνο του χάνεται στη Μεσόγειο, σε μια αναγνωριστική πτήση.

Βερολίνο, 1945. Ένας δρόμος στο κεντρικό Βερολίνο είναι καλυμένος από καπνό, καθώς τα συμμαχικά αεροσκάφη βομβαρδίζουν την πόλη λίγο πριν την πτώση της.

Μπουένος Άιρες, 1952. Χιλιάδες άνθρωποι γεμίζουν τους δρόμους του Μπουένος Αϊρες για να παρακολουθήσουν την κηδεία της Εβίτας Περόν. Η Περόν πέθανε στις 26 Ιουλίου 1952.

1963. Οι ηθοποιοί Μαρτσέλο Μαστρογιάννι και Σοφία Λόρεν στο πλατό της ταινίας «Χτες, σήμερα, αύριο».

Λονδίνο, 1967. Ο Μικ Τζάγκερ, τραγουδιστής του συγκροτήματος The Rolling Stones, απαντά σε ερωτήσεις σε συνέντευξη Τύπου στο Λονδίνο. Νωρίτερα, το Ανώτατο Δικαστήριο τον είχε απαλλάξει από τις κατηγορίες για κατοχή ναρκωτικών.

1985. Ο 13χρονος Ράιαν Γουάιτ έχει αποβληθεί από το σχολείο του, όταν έγινε γνωστό ότι πάσχει από AIDS, το οποίο κόλλησε κατά τη διάρκεια θεραπείας για την αιμοφιλία.

Βαρεκελώνη, 1992. Η Ζόλα Μπαντ (στο κέντρο), τρέχει στην πρώτη σειρά των 3.000 μέτρων γυναικών, στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης. Η Μπαντ, Νοτιοαφρικανή στην καταγωγή, έτρεξε στους αγώνες του Λος Άντζελες το 1984, με τα χρώματα του Ηνωμένου Βασιλείου για να αποφύγει τον αποκλεισμό της Νοτίου Αφρικής λόγω του απαρτχάιντ.

Ζαΐρ, 1994. Ένας πρόσφυγας από τη Ρουάντα με έναν κουβά απολυμασμένο νερό στο κεφάλι του, περνάει από τις γραμμές των δυνάμεων των ΗΠΑ, κοντά στο στρατίοπεδο προσφύγων στη Γκόμα του Ζαΐρ. Τα πρώτα αμερικανικά στρατεύματα έφτασαν στην πρωτεύουσα της Ρουάντα, Κινγκάλι, μόλις η επιδημία της χολέρας ετέθη υπό έλεγχο.