Υπόθεση Στρος-Καν: Σεξ, πολιτική και η αλήθεια πίσω από τις θεωρίες συνωμοσίας - Ο ρόλος της Ελλάδας
Ανανεώθηκε:
Στις 14 Μαΐου 2011, η αστυνομία της Νέας Υόρκης συνέλαβε έναν από τους ισχυρότερους ανθρώπους του πλανήτη με την κατηγορία της σεξουαλικής επίθεσης και η εικόνα του Ντομινίκ Στρος-Καν να μεταφέρεται στο τμήμα με χειροπέδες προκάλεσε, αν μη τι άλλο, έκπληξη στους πάντες. Ή μάλλον, όχι ακριβώς στους πάντες, στους περισσότερους όμως.
Προκάλεσε και πολλά ακόμη πράγματα, ανάλογα από ποια πλευρά το έβλεπες· σε κάποιους σοκ: Πώς μπορείς να είσαι ο επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και φαβορί για την προεδρία της Γαλλίας και να μπορεί να σε ακουμπήσει η δικαιοσύνη;
Σε κάποιους άλλους ανακούφιση, για τους ίδιους ακριβώς λόγους: Να που ακόμη και ένας τέτοιος άντρας δεν είναι προστατευμένος από το μακρύ χέρι του νόμου.
Σε κάποιο δωμάτιο του Μεγάρου των Ηλυσίων, μπορεί να προκάλεσε και άγρια χαρά: Ο Νικολά Σαρκοζί έβλεπε το βασικό του αντίπαλο να εξολοθρεύεται, ανεξάρτητα από την τροπή που θα έπαιρναν αργότερα τα πράγματα και για τους δύο.
Και όσοι ήταν ενεργά μπλεγμένοι στην υπαγωγή της Ελλάδας στο ΔΝΤ - της ίδιας της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης- έβγαζαν ένα βαθύ αναστεναγμό. Με διάφορα πρόσημα.
Έντεκα χρόνια και μια πολύκροτη δίκη μετά, ο Ντομινίκ Στρος-Καν είναι ελεύθερος από τη δικαιοσύνη, δεσμευμένος ξανά με τέταρτο γάμο, πάρα πολύ πλούσιος και πιθανώς αισθάνεται δικαιωμένος. Έχασε μεν την ευκαιρία να γίνει Πρόεδρος της Γαλλίας, αλλά βγήκε με «καθαρό κούτελο» από την περιπέτειά του.
Ή, τουλάχιστον, έτσι πιστεύει ο ίδιος.
Τι έγινε πραγματικά στη σουίτα 2806;
«Όπως κάθε Σάββατο, φόρεσα τη στολή μου, πήρα τον καφέ μου και ξεκίνησα τη δουλειά. Πριν ακόμη φτάσω στο δωμάτιο, είδα έναν υπάλληλο να βγαίνει με έναν δίσκο. Τον ρώτησα: "Είναι αναχώρηση;". Μου απάντησε ναι. Χτύπησα την πόρτα και επανέλαβα: "Υπηρεσία δωματίου" τρεις φορές. Κανείς δεν απάντησε. Χρησιμοποίησα το κλειδί μου. Άνοιξα την πόρτα. Η σουίτα ήταν τεράστια. Μπήκα και δεν είδα ούτε βαλίτσες, ούτε τίποτα. Στο γραφείο δεν υπήρχε υπολογιστής. Τίποτα. Αυτός ο άνδρας ήρθε προς το μέρος μου. Γυμνός».
Η διήγηση είναι μέρος των όσων είπε η Ναφισάτου Ντιάλο, η 36χρονη τότε μετανάστρια στις ΗΠΑ, η καμαριέρα που κατηγόρησε τον Στρος-Καν για σεξουαλική επίθεση.
Η ιστορία της Ντιάλο είχε «τρύπες», αλλά και πολλά στοιχεία υπέρ της. Τελικά το δικαστήριο βρήκε τα δεύτερα ανεπαρκή για να στοιχειοθετήσουν μια καταδίκη @ΑΡ ΡΗΟΤΟ
Η Ντιάλο είπε την ιστορία της πολλές φορές. Στην αστυνομία, στους δικηγόρους της, στο δικαστήριο και στο ντοκιμαντέρ του Netflix «Σουίτα 2806: η κατηγορία», στο οποίο επανεξετάζεται η υπόθεση, από ένα κάπως διαφορετικό πλέον πρίσμα.
Διότι και η εποχή είναι διαφορετική. Είναι η εποχή του #Metoo, που συγχωρεί πολύ λιγότερα και στην οποία οι ισχυροί άντρες, όπως ο Χάρβεϊ Γουάινστιν και ο Τζέφρι Έπστιν, δεν έχουν πλέον ασυλία.
Υπ' αυτήν την έννοια, ο Στρος-Καν ήταν τυχερός. Έπεσε στα μαλακά. Η υπεράσπιση στην υπόθεση «η πολιτεία της Νέας Υόρκης εναντίον του Ντομινίκ Στρος-Καν» έκανε τα αδύνατα δυνατά για να αποδυναμώσει τόσο το γενικό προφίλ της Ντιάλο, όσο και τη μαρτυρία της. Και εν πολλοίς τα κατάφερε. Σε βαθμό τουλάχιστον που ο Στρος-Καν να μην καταδικαστεί.
Ο ίδιος είπε πολύ απλά ότι η συνεύρεση ήταν συναινετική. Και ότι του την είχαν στημένη. Πράγμα που πιθανώς ήταν αλήθεια. Το γεγονός ότι σε λογαριασμό της καμαριέρας βρέθηκαν μερικές χιλιάδες δολάρια, αλλά και οι πράκτορες που φαίνονται ξεκάθαρα να πανηγυρίζουν τη στιγμή της σύλληψης, συνηγορούν στο ότι κάποιοι περίμεναν την πτώση του Στρος-Καν. Χωρίς αυτό, σε καμία περίπτωση να σημαίνει ότι δεν έγινε η σεξουαλική επίθεση.
Ο ίδιος είπε μερικά χρόνια αργότερα ότι «οι εχθροί του δεν έστειλαν μεν την καμαριέρα, αλλά ήξεραν κάθε του κίνηση».
Διότι κι αν του την είχαν στημένη το έκαναν επειδή ήξεραν τα αδύνατα σημεία του: Το σεξ και την έπαρση.
Ποιοι μπορεί να ήθελαν την πτώση του; - Ο ρόλος της Ελλάδας
Ο ίδιος ο Στρος-Καν άρχισε να φωνάζει από την πρώτη στιγμή ότι πίσω από την υπόθεση βρίσκονταν οι πολιτικοί του εχθροί.
Βασικά, το είχε πει και νωρίτερα, στις 28 Απριλίου, 15 μέρες πριν τη σύλληψή του, όταν έλεγε σε συνέντευξη στη Libération ότι «φοβόταν ότι ο Σαρκοζί θα προσπαθούσε να τον παγιδεύσει με κατηγορίες για βιασμό».
Δεν μπορούμε ούτε να το επιβεβαιώσουμε, αλλά ούτε και να το αρνηθούμε. Επισήμως τουλάχιστον.
Ο πρώτος και προφανής εχθρός ήταν ο Νικολά Σαρκοζί, καθώς παρότι ο Στρος-Καν δεν πρόλαβε να ανακοινώσει επίσημα την υποψηφιότητά του για τη γαλλική προδρία, ήταν παραπάνω από δεδομένο ότι όχι μόνο θα τη διεκδικούσε αλλά θα την έπαιρνε κιόλας. Έτσι έλεγαν οι πρώτες δημοσκοπήσεις.
Το σοσιαλιστικό κόμμα της Γαλλίας έπαθε ζαλάδα με τη σύλληψη του Στρος-Καν, αλλά κατάφερε να επιβιώσει του γεγονότος χωρίς απώλειες και να κερδίσει τις εκλογές με τον Φρανσουά Ολάντ. Ο Σαρκοζί τελικά δεν κέρδισε απολύτως τίποτα, καθώς το πρόβλημα δεν ήταν ο πολιτικός του αντίπαλος, αλλά ο εαυτός του.
Το χοντρό παιχνίδι, όμως, παιζόταν στο ΔΝΤ. Στις 18 Μαΐου, ο Στρος-Καν παραιτήθηκε από τη θέση του ως επικεφαλής του Διεθνους Νομισματικού Ταμείου και λίγο αργότερα τη θέση του πήρε η Κριστίν Λαγκάρντ.
«Ο Στρος-Καν ήταν ο άνθρωπος που έδωσε πίσω στο ΔΝΤ τη χαμένη του αξιοπιστία», έγραφε εκείνη την εποχή η Washington Post «και χωρίς αυτόν η Ευρώπη κινδυνεύει να χάσει βασικές πηγές οικονομικής στήριξης στις προσπάθειές της να περιορίσει την κρίση χρέους που μαστίζει χώρες όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία».
Ο Economist το είπε ακόμη καλύτερα: «Πριν τον Στρος-Καν, το ΔΝΤ ήταν σε διεθνή αφάνεια και σχετική ανυποληψία. Η πολιτική του στην Ευρώπη, όμως, άλλαξε τα πάντα. Οι Έλληνες τον εμπιστεύονταν, καθώς ήταν ένας από τους ελάχιστους μη-Γερμανούς πολιτικούς με επιρροή στην Άνγκελα Μέρκελ. Επίσης ήταν υπέρ της προστασίας των φτωχότερων χωρών και βοήθησε το ΔΝΤ να γίνει πιο ήπιο απέναντι στις χώρες που εξαρτώνταν από αυτό».
7 Δεκεμβρίου 2010: Ο Στρος-Καν έρχεται στην Αθήνα για να διαπραγματευτεί με τον τότε Πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου τους όρους του δανεισμού της Ελλάδας από το ΔΝΤ. Η Ελλάδα πήρε 110 δισεκατομμύρια ευρώ για τρία χρόνια. @AP Photo/Thanassis Stavrakis
Ο Στρος-Καν ήταν το αντίπαλο δέος στη γερμανική οικονομική παντοκρατορία και άσκηση εξουσίας και η Ελλάδα έγινε άθελά της το πεδίο πάνω στο οποίο παίχτηκε αυτό το ιδιότυπο μπρα ντε φερ. Τη συνέχεια την ξέρουμε όλοι και θα τη μάθουν και τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας και αρκετές γενιές στο μέλλον, πληρώνοντας.
Αθώος ή ένοχος;
Ανεξάρτητα απ' όλα αυτά και από το αν του την είχαν στημένη ή όχι, παραμένει το βασικό ερώτημα: Ήταν αθώος ή ένοχος ο Ντομινίκ Στρος-Καν;
Το δικαστήριο τον απάλλαξε, λόγω αμφιβολιών, ο ίδιος συνέχισε τη ζωή του, το 2017 παντρεύτηκε ξανά -αφού είχε πάρει διαζύγιο από την τότε σύζυγό του, τη δημοσιογράφο Αν Σενκλέρ- και σήμερα κερδίζει πάρα πολλά χρήματα από διαλέξεις και άλλες δραστηριότητες στον ιδιωτικό χρηματοοικονομικό τομέα.
Ο Στρος-Καν και η τωρινή σύζυγός του Μιριάμ Λ'Αουφίρ στο κόκκινο χαλί των Καννών @AP Photo/Jean-Paul Pelissier
Το «σκάνδαλο DSK», όπως έμεινε στην ιστορία, άλλαξε πέρα από τη ζωή του ίδιου και τον τρόπο με τον οποίο η Γαλλία (και όχι μόνο) αντιμετώπιζε την προσωπική και σεξουαλική ζωή των ισχυρών αντρών: Παραδοσιακά μπορούσαν να κάνουν ό,τι ήθελαν και κανείς δεν μιλούσε. Όχι πια όμως.
Όπως έκανε άλλωστε και ο Ολάντ, ο οποίος επισκεπτόταν τις νύχτες την ερωμένη του, όσο η επίσημη σύντροφός του τον περίμενε στο Μέγαρο των Ηλυσίων.
Ο ίδιος ο Στρος-Καν έκανε λόγο για «ηθικό ολίσθημα», λίγο καιρό αργότερα, όμως οι αποκαλύψεις για τη σεξουαλική του ζωή κατέδειξαν κάτι πολύ περισσότερο από αυτό: Μια πολύ ξεκάθαρη και πλήρως ανερυθρίαστη πατέντα, πάνω στην οποία πάτησαν όποιοι ήταν εκείνοι που τον ήθελαν πολιτικά νεκρό.
Η καταγγελία της καμαριέρας οδήγησε σε λεπτομερή διερεύνηση της προσωπικής του ζωής και όσα αποκαλύφθηκαν, οδήγησαν με τη σειρά τους σε μια νέα δίκη στην οποία ο Στρος-Καν βρέθηκε κατηγορούμενος -στη Γαλλία αυτήν τη φορά- για συμμετοχή σε δίκτυο πορνείας και προτροπή γυναικών σε πορνεία.
@AP Photo
Απαλλάχθηκε κι αυτήν τη φορά, αφού προηγουμένως είχε πει με έκπληξη και αποτροπιασμό στο δικαστήριο ότι «δίνετε την εντύπωση ότι διάγω έκλυτο βίο, ενώ στην πραγματικότητα έχω πάρει μέρος σε μόλις 12 σεξουαλικά πάρτι με πόρνες. Τέσσερα πάρτι το χρόνο επί τρία χρόνια. Πολλά είναι;».
Τα πολύ παράξενα αυτά σεξουαλικά μαθηματικά του Στρος-Καν συνεχίστηκαν όταν είπε ότι τα «πάρτι ήταν τόσο λίγα επειδή δεν είχε χρόνο· ήταν πολύ απασχολημένος να σώζει τον κόσμο, ενώ είχε και μια πολύ σύνθετη σχέση με τη σύζυγό του, την Αν Σενκλέρ».
Η οποία σύζυγός του, αφού τον υπερασπίστηκε στην υπόθεση της καμαριέρας, ζήτησε διαζύγιο και αρκετά χρόνια μετά έδωσε συνέντευξη στην οποία είπε ότι ήταν απόλυτα εξαρτημένη από εκείνον συναισθηματικά και τον φοβόταν πολύ, «έτρεμα την αντίδρασή του εάν τον θύμωνα».
«Ήμουν μια δυναμική γυναίκα, έχω πάρει συνεντεύξεις από πολύ ισχυρούς ανθρώπους, αλλά με εκείνον; Φοβόμουν διαρκώς ακόμη και να διαφωνήσω, ή μήπως τον δυσαρεστήσω», είπε η Σενκλέρ το 2021 στο περιοδικό Elle.
Πρόσθεσε ότι δεν ήξερε τίποτα για τις παράλληλες σχέσεις του συζύγου της και τα σεξουαλικά πάρτι, όχι επειδή ήταν δύσκολο να το μάθει, αλλά επειδή ήταν «σε άρνηση να δει την πραγματικότητα».
Η Αν Σενκλέρ πλήρωσε ένα εκατομμύριο από τα δικά της χρήματα (σε σύνολο έξι εκατομμυρίων) για την εγγύηση του Στρος-Καν προκειμένου να αφεθεί ελεύθερος από τους Αμερικάνους. «Τον έτρεμα», είπε μια δεκαετία και ένα διαζύγιο αργότερα @AP Photo
Σε μια παρόμοια άρνηση φαίνεται ότι ήταν και ο ίδιος ο Στρος-Καν, από μια άλλη πλευρά όμως: Στη δίκη της Γαλλίας για την προτροπή σε εκπόρνευση είπε στο δικαστήριο ότι «δεν του πέρασε από το μυαλό ότι όλες αυτές οι γυναίκες (10 και 12 σε κάθε πάρτι) ήταν πόρνες, παρότι συνοδεύονταν από έναν προαγωγό».
«Όταν μια γυναίκα είναι γυμνή, που να καταλάβεις αν είναι πόρνη;», είπε έκπληκτος στο δικαστήριο. Πιθανώς πίστευε ότι 12 γυναίκες μπαίνουν σε ένα δωμάτιο συνοδευόμενες από έναν προαγωγό για να κάνουν σεξ με διάφορους άγνωστους άντρες, επειδή αυτό τις ευχαριστεί.
Πιθανώς δεν πίστευε και τίποτα. Πέρα από το ότι θα έκανε για πάντα ό,τι ήθελε ατιμωρητί. Σχεδόν το πέτυχε.
Υπό τη στενή έννοια, λοιπόν, ναι, είναι αθώος. Υπό την ευρεία είναι πολύ ένοχος για κάτι που πριν δέκα χρόνια δεν βλέπαμε ακόμη ως αδίκημα, αλλά τώρα μαθαίνουμε ταχύτατα να το αντιμετωπίζουμε ως τέτοιο:
Την πεποίθηση ότι τα χρήματα και η εξουσία σού επιτρέπουν de facto να κάνεις ό,τι θέλεις και να μην σε πειράζει κανείς ποτέ.