Φινλανδία: Το μετέωρο βήμα προς το ΝΑΤΟ
«Τα πρώτα 100 χρόνια είναι δύσκολα». Λαϊκή φράση, αδέσποτη. Κανείς δεν ξέρει με βεβαιότητα ποιος την είπε πρώτος. Η πιθανότητα να την ξεστόμισε κάποιος Φινλανδός είναι από απειροελάχιστη ως μηδαμινή. Και όμως, η Φινλανδία ακολουθεί τη λαϊκή σοφία που πηγάζει από τη φράση. Μετά από έναν αιώνα προσεκτικής ακροβασίας ανάμεσα σε τρεις γεωπολιτικές δυνάμεις (Ρωσία, Σουηδία και Γερμανία) που είτε την είχαν δική τους, είτε ήθελαν να την κάνουν δική τους, τις επόμενες ημέρες ετοιμάζεται να αναφωνήσει το δικό της «ανήκομεν εις την Δύσιν».
Η κυβέρνηση της 37χρονης πρωθυπουργού Σάνα Μάριν βρίσκεται πολύ κοντά στο να αποφασίσει την κατάθεση αίτησης για ένταξη στο ΝΑΤΟ. Αυτό, κατά πληροφορίες, θα γίνει στις 12 Μαϊου, άσχετα αν η Ρωσία έχει δείξει ξεκάθαρα την ενόχλησή της. Σε τέτοιο σημείο, που να αφήνει υπονοούμενα μέχρι και για πυρηνική απειλή.
Πώς έφτασε, όμως, η «χώρα των χιλίων λιμνών», όπως μάθαμε να την αποκαλούμε, από επιτήδεια γεωπολιτική ακροβάτισσα να γείρει προς την αγκαλιά του Βορειοατλαντικού Συμφώνου; Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία. Κι ανεξιχνίαστη ακόμα, σε κάποια σημεία της. Όπως και το όνομα, με το οποίο αποκαλούν οι Φινλανδοί τους εαυτούς τους.
Βάλτοι, λέπια και σταυροφορίες
Στην φινλανδική γλώσσα, που ανήκει στην ουραλική και όχι στην ινδοευρωπαϊκή οικογένεια, η χώρα τους ονομάζεται Suomi. Τι σημαίνει αυτό; Κανείς δεν ξέρει με βεβαιότητα. Υπάρχουν πολλές εκδοχές. Μπορεί να προέρχεται από τη λέξη “suomaa”, που σημαίνει «βάλτoς» (παρεμπιπτόντως, στην Φινλανδία δεν υπάρχουν «μόνο» 1.000 λίμνες, αλλά 187.888, σύμφωνα με επίσημη καταμέτρηση!).
Μπορεί και να βγήκε από τη λέξη “suomu”, το λέπι του ψαριού, επειδή οι αρχαίοι Φινλανδοί ψαράδες έφτιαχναν πανωφόρια από ξεραμένα λέπια. Μπορεί, επίσης, να ευθύνεται για το όνομα η αρχαία λέξη «seme», που σημαίνει απλά «περιοχή». Οι Φινλανδοί δεν το ψάχνουν και τόσο. Το Suomi το κράτησαν μέσα στους αιώνες και τους χαρακτηρίζει. Άλλωστε ο ήχος «φ», με τον οποίο ξεκινάει το «Φινλανδία», δεν υπήρχε στην πρωτογενή φινλανδική γλώσσα. Μπήκε «δανεικός» πολύ αργότερα.
Ο πρόγονος της φινλανδικής γλώσσας μιλιέται στην περιοχή της Βαλτικής για περισσότερα από 2.000 χρόνια. Οι παγανιστικές φυλές των Φίνων (Ταβάστιοι, Καρέλιοι, Κβένοι κτλ.) δέχτηκαν τις πρώτες απόπειρες κατάκτησης ήδη από το 1187 μ.Χ. για του Χριστού την πίστη την αγία. Από τότε οι εκχριστιανισμένοι Σκανδιναβοί λίγο πιο δυτικά (Δανοί, Νορβηγοί και κυρίως Σουηδοί) οργάνωναν «σταυροφορίες», κι εκτός από καρδιές και ψυχές κατακτούσαν και εδάφη.
Από τον Μεσαίωνα η περιοχή πέρασε κι επισήμως στο βασίλειο της Σουηδίας, μάλιστα οι παράκτιες περιοχές εποικίστηκαν από Σουηδούς (χριστιανούς, βεβαίως) και γνώρισαν τη φεουδαρχία, από Σουηδούς και Γερμανούς ευγενείς, αλλά και την Καθολική εκκλησία. Οι Φινλανδοί, υπανάπτυκτοι αγρότες στη συντριπτική τους πλειοψηφία, αντιμετωπίζονταν από την αριστοκρατία της σουηδικής αυτοκρατορίας ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Η γλώσσα τους, κατά τα σουηδικά επίσημα κείμενα, δεν άξιζε καν να γραφτεί.
Από τη μεγάλη οργή στο μεγάλο δουκάτο
Οι Σουηδοί, πολύ υπολογίσιμη δύναμη την εποχή εκείνη, και οι Ρώσοι στην ανατολή, μάλωναν συχνά για τη Φινλανδία. Για επτά χρόνια (1714-1721) το νότιο τμήμα της σημερινής Φινλανδίας βρέθηκε υπό ρωσική στρατιωτική κατοχή, σε μια περίοδο που έμεινε στην τοπική ιστορία ως «isoviha», δηλαδή «η μεγάλη οργή». Το φινλανδικό μέτωπο ήταν ένα μόνο σε αυτά του «Μεγάλου Βόρειου Πολέμου» (1700-1721) ανάμεσα στις δύο αυτοκρατορίες. Οι ακρότητες κατά του άμαχου πληθυσμού και από τις δύο πλευρές (μαζικές εκτελέσεις, βασανισμοί, υποδούλωση γυναικόπαιδων σε ολόκληρες πόλεις κτλ.) άγγιξαν τα όρια της θηριωδίας. Οι Ρώσοι αποσύρθηκαν, πάντως, και η Φινλανδία παρέμεινε σουηδική για ακόμα έναν αιώνα.
Ο «Φινλανδικός Πόλεμος» μεταξύ τους (Φεβρουάριος 1808 - Σεπτέμβριος 1809) βρήκε νικητές τους Ρώσους και κατοχύρωσε την περιοχή στη Ρωσία. Η Φινλανδία «προβιβάστηκε» από απλή επαρχία σε… μεγάλο δουκάτο. Με μεγάλο δούκα, βέβαια, τον ίδιο τον εκάστοτε τσάρο της Ρωσίας.
Τις επόμενες δεκαετίες έγιναν σοβαρές προσπάθειες να «ρωσοποιηθεί» η χώρα. Με τους γνωστούς τρόπους: απαγόρευση της γλώσσας και της κουλτούρας και επιβολή της αντίστοιχης ρωσικής. Άδικος κόπος. Οι Φινλανδοί κράτησαν, ειδικά στην αχανή επαρχία. Κι όχι μόνο κράτησαν, αλλά άνθησαν κιόλας, παρά τις αντιξοότητες. Τα περισσότερα (παράνομα) φινλανδικά βιβλία τυπώθηκαν εκείνη την περίοδο.
Κι επειδή οι τραγωδίες, όπως λένε, φουντώνουν τα εθνικιστικά κινήματα, στη Φινλανδία το σημείο καμπής ήταν ο «φινλανδικός λιμός», που κράτησε δύο χρόνια (1866-68). Η πείνα θέρισε το 15% του πληθυσμού. Ο κόσμος ξεσηκώθηκε, κι από τότε η περιοχή απολάμβανε μια ελεγχόμενη αυτονομία.
Το 1906 η Φινλανδία, ακόμη μέρος της Ρωσίας, έγινε η πρώτη περιοχή της Ευρώπης που υιοθέτησε την καθολική ψηφοφορία για άνδρες και γυναίκες. Τυπικό όλο αυτό, βέβαια, καθώς όλοι οι νόμοι που ψήφιζε το τοπικό φινλανδικό Κοινοβούλιο έπρεπε πρώτα να εγκριθούν από τον τσάρο για να εφαρμοστούν. Αλλά ενδεικτικό του πόσο μπροστά, ακόμα και τότε, έτρεχαν τα φινλανδικά μυαλά.
Ανεξαρτησία και «ακροβασία»
Το 1917, όταν με το ξέσπασμα της Οκτωβριανής Επανάστασης δολοφονήθηκε ο τσάρος και όλη η οικογένειά του, οι Φινλανδοί έκαναν την κίνησή τους. Στις 4 Δεκεμβρίου το Κοινοβούλιο ψήφισε την ανεξαρτησία της περιοχής από τη Ρωσική Αυτοκρατορία. Με το ακαταμάχητο επιχείρημα ότι, ως μεγάλο δουκάτο, έμεινε ακέφαλο πια από δυναστεία, και δεν ήθελε να εκχωρήσει τη διοίκηση στους μπολσεβίκους, που αναλάμβαναν τότε την εξουσία.
Χωρίς πολλές αντιρρήσεις, η κυβέρνηση του Λένιν αναγνώρισε τη Φινλανδία ως ανεξάρτητη μετά από δύο μήνες, τον Ιανουάριο του 1918. Από τότε ξεκινούν οι «ακροβασίες» των Φινλανδών, στην προσπάθειά τους να διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους δίπλα στον επικίνδυνο γείτονα.
Αμέσως ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος, με τους «κόκκινους» (με σοβιετική βοήθεια) να κυριαρχούν για λίγο στο νότο και τους «λευκούς» (με γερμανική βοήθεια) να αποτραβιούνται για λίγο στο βορρά και να εξαπολύουν αντεπίθεση. Μέχρι το Μάιο είχαν όλα ξεκαθαρίσει. Οι «λευκοί» νίκησαν. Η χώρα φλέρταρε λίγο με το ενδεχόμενο να αποκτήσει βασιλιά (τον γερμανοτραφή πρίγκηπα Φρίντριχ Καρλ της Έσσης), αλλά τελικά έγινε φιλελεύθερη δημοκρατία.
Ο διχασμός, πάντως, στην φινλανδική κοινωνία παρέμεινε για δεκαετίες. Πολλοί «κόκκινοι» πέρασαν τα σύνορα για να ζήσουν στην ΕΣΣΔ. Χιλιάδες εκτελέστηκαν σε στρατόπεδα αιχμαλώτων ή αφέθηκαν να πεθάνουν από ασθένειες και ασιτία. Οι Γερμανοί έβαζαν όλο και μεγαλύτερο πόδι στη χώρα, έγιναν ο σπουδαιότερος εμπορικός εταίρος. Εκείνες οι γενιές των Φινλανδών έβλεπαν τους Γερμανούς ως την… ασφάλειά τους απέναντι στη σοβιετική αρκούδα.
To 1920, με τη φινλανδο-ρώσικη Συνθήκη του Ταρτού, η Φινλανδία απέκτησε και κάποια εδάφη έναντι της Ρωσίας: Την Καρελία, την περιοχή ακριβώς βόρεια από την εμβληματική Αγία Πετρούπολη, και το Πετσάμο, μια άγονη ζώνη γης, η οποία όμως πρόσφερε στη χώρα για πρώτη φορά στην ιστορία της πρόσβαση (με λιμάνια) στο Βόρειο Παγωμένο Ωκεανό.
Οι Σοβιετικοί δεν έχασαν καιρό. Το 1923 ανακοίνωσαν την δημιουργία της «Καρελο-Φινλανδίας» ως αυτόνομης δημοκρατίας στο πλαίσιο της Ρωσίας, στις περιοχές δίπλα στα φινλανδικά σύνορα. Υποτίθεται ότι οι «αυτόνομες δημοκρατίες» στην ΕΣΣΔ δημιουργούνταν σε περιοχές όπου κυριαρχούσε μια εθνότητα άλλη από τη ρωσική, ώστε να προασπιστούν τα συμφέροντά της. Σ’ εκείνη την περιοχή, πάντως, οι Καρέλιοι (ουσιαστικά ένα παρακλάδι των Φινλανδών, με παρόμοια γλώσσα) δεν αποτελούσαν ποτέ πάνω από το 15% του πληθυσμού. Ήταν φανερό ότι η κίνηση αυτή έγινε για να υπενθυμίζει στους Φινλανδούς πόσο πρόσκαιρη ήταν η ελευθερία τους.
Με το που υπέγραψαν το σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ με τους ναζί Γερμανούς, οι Σοβιετικοί αποφάσισαν να κινηθούν στη Φινλανδία. Το Νοέμβριο του 1939 εισέβαλαν στη χώρα. Κατέλαβαν κάποια εδάφη στα ανατολικά και εγκαθίδρυσαν δική τους κυβέρνηση. Η οποία, όμως, άντεξε μόνο τέσσερις μήνες. Από το Μάρτιο του 1940 οι Σοβιετικοί υποχώρησαν στα σύνορά τους. Οι Φινλανδοί, πιο έμπειροι να πολεμούν υπό ακραίες καιρικές συνθήκες, τους απώθησαν.
Τελικά έγινε συμβιβασμός. Οι Φινλανδοί έδωσαν πίσω όσα είχαν πάρει το 1920 (Καρελία, Πετσάμο), δηλαδή το 9% της χώρας τους, όμως κράτησαν την ελευθερία τους. Το 1940 ο Στάλιν αποφάσισε να «αναβαθμίσει» την Καρελο-Φινλανδία σε κανονική «δημοκρατία» της ΕΣΣΔ, όπως η Ουκρανία, η Λευκορωσία κ.λπ.
Με το που ξεκίνησε η «επιχείρηση Μπαρμπαρόσα» (η ναζιστική επίθεση στην ΕΣΣΔ), οι Φινλανδοί αναθάρρησαν που θα είχαν πάλι τους Γερμανούς στο πλευρό τους. Ο φινλανδικός στρατός βοήθησε τους ναζί στην πολιορκία του Λένινγκραντ. Δεν δίστασε, όμως, να στρέψει τα όπλα και εναντίον τους τη διετία 1944-45, στον λεγόμενο «Πόλεμο της Λαπωνίας». Εκεί στο βορρά, ο φινλαδικός στρατός τσάκισε τις γερμανικές μεραρχίες που υποχωρούσαν από το σοβιετικό μέτωπο.
Με αυτή την κίνηση-ματ οι Φινλανδοί δεν αντιμετωπίστηκαν ως χαμένοι του πολέμου ή φιλο-ναζί. Αναγκάστηκαν, όμως, να εκχωρήσουν οριστικά (;) την Καρελία και το Πετσάμο στην ΕΣΣΔ και έμειναν χωρίς «προστάτη». Η Γερμανία ήταν κατεχόμενη και ηττημένη, και οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες ήταν, στα χαρτιά τουλάχιστον, σύμμαχοι του Στάλιν.
Ο στόχος, πάντως, επετεύχθη: Η Φινλανδία απέφυγε την σοβιετική κατοχή, κάτι που συνέβη με όλη την ανατολική Ευρώπη. Απέφυγε, όμως, και να δεχτεί αμερικανικά λεφτά, μέσω του σχεδίου Μάρσαλ.
Κερκόνεν και «φινλανδοποίηση»
Έτσι ξεκίνησε η περίφημη εποχή της «φινλανδοποίησης», δηλαδή της ουσιαστικής ουδετεροποίησης της Φινλανδίας, για να λειτουργήσει ως «μαξιλαράκι» ασφαλείας μεταξύ του δυτικού κόσμου και της ΕΣΣΔ. Αρχιτέκτονες αυτής της τακτικής ήταν οι δύο πρόεδροι που κυβέρνησαν τη χώρα από το 1946 ως το 1982, ο Γιούχο Κούστι Παασικίβι (1946-56) και κυρίως ο Ούρχο Κερκόνεν (1956-82).
Πραγματιστής και ισορροπιστής, ο δικηγόρος Κερκόνεν πέτυχε αυτό που πολλοί θεωρούσαν ακατόρθωτο: Να βελτιώσει τις σχέσεις του με την ΕΣΣΔ, ενώ παράλληλα κοιτούσε προς τη Δύση. Μπορεί το «ουδέτερο» Ελσίνκι να εξελίχθηκε σε ένα από τα πιο «θερμά» κέντρα κατασκοπείας στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, με δεκάδες πράκτορες της KGB και της CIA, ωστόσο δεν διαπραγματεύθηκε τον προσανατολισμό της χώρας στην ελεύθερη οικονομία.
Παράλληλα, όμως, ήταν πειστικός στους διαδόχους του Στάλιν ότι δεν εξυπηρετούσε δυτικά συμφέροντα. Ο Χρουτσόφ του έκανε το χατίρι ήδη από τον πρώτο χρόνο παραμονής του στην εξουσία. Το 1956 η Καρελο-Φιλανδία «υποβιβάστηκε» από πλήρης δημοκρατία σε αυτόνομη δημοκρατία, στο πλαίσιο της Ρωσίας.
(Σήμερα η περιοχή των συνόρων ακόμα αποτελεί διοικητικά «αυτόνομη δημοκρατία», πλην όμως ονομάζεται Καρελία, το «Φινλανδία» απαλείφθηκε ήδη από το 1990. Οι δε Καρέλιοι, που δεν αριθμούν περισσότερους από 60.000, είναι πια μόλις το 7,4% του πληθυσμού).
Η ΕΣΣΔ ήταν ο κυριότερος εξαγωγικός εταίρος της Φινλανδίας από το 1962 ως την διάλυσή της το 1989. Υπό το φόβο της βαθιάς οικονομικής ύφεσης μετά την σοβιετική κατάρρευσή η Φινλανδία έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 1995 και του ευρώ το 1999.
Η στάση των Φινλανδών εκλεγμένων ηγετών απέναντι στον Βλαντιμίρ Πούτιν ήταν πολύ προσεκτική. To 2004 η εφημερίδα “Helsingin Sanomat” δημοσίευσε διεθνή έρευνα, σύμφωνα με την οποία η Φινλανδία ήταν η δεύτερη χώρα στον κόσμο μετά το Κόσοβο στα αντι-ρωσικά αισθήματα: Το 62% απ’ αυτούς που ρωτήθηκαν εξέφρασαν αρνητική γνώμη. Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες ανθρώπων με ρωσικά (ή ρωσόφωνα) επίθετα που δυσκολεύτηκαν στις γραφειοκρατικές συναλλαγές τους με το κράτος (κάτι αδιανόητο για το φινλανδικό δημόσιο).
«Πάγωσαν» οι συμφωνίες
Βεβαίως στις συνοριακές περιοχές, όπου βρίσκονται καθημερινά χιλιάδες Ρώσοι τουρίστες και αγοράζουν «δυτικά» αγαθά με τα ρούβλια τους, το κλίμα είναι πολύ καλύτερο. Και σε γεωστρατηγικό επίπεδο οι Φινλανδοί δεν παραγνώριζαν, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα, ότι προμηθεύονταν το 66,8% του (απολύτως αναγκαίου) πετρελαίου τους από τη Ρωσία.
To 2016 η Φινλανδία ανακοίνωσε την έναρξη κατασκευής ενός σταθμού πυρηνικής ενέργειας στο Πιχαγιόκι, στις δυτικές ακτές της χώρας που «κοιτάζουν» τη Σουηδία, με 34% συμμετοχή της Rosatom, της κρατικής ρωσικής εταιρείας ατομικής ενέργειας.
Ήταν τέτοια η επιθυμία της Ρωσίας να προχωρήσει το σχέδιο, που «διευκόλυνε» τη Fortum, την κρατική εταιρία ενέργειας της Φινλανδίας, να αγοράσει το 75% της Uniper. Η γερμανικών συμφερόντων Uniper συναλλάσσεται με τη Ρωσία στο κοίτασμα του Κρασνοσελκούπτσκι, το πετρέλαιο του οποίου θα κατέληγε στην Ευρώπη μέσω του περιβόητου πλέον αγωγού Nord Stream 2.
Τόσο ο αγωγός, όσο και το πλάνο πυρηνικής ενέργειας, πάγωσαν τις επόμενες ημέρες της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, τον Φεβρουάριο του 2022. Η πρωθυπουργός Μάριν κινείται τους τελευταίους μήνες λες και απελευθερώθηκε από μία επικίνδυνη ακροβασία. Στην πρόσφατη επίσκεψή της στην Αθήνα δήλωσε καθαρά ότι θέλει να δει τη Φινλανδία στο ΝΑΤΟ «για να μην πάθουμε ό,τι η Ουκρανία».
Είχε όντως πληροφορίες ότι αναμενόταν ρωσική εισβολή και στη χώρα της; Ή «χρησιμοποιεί» τις διεθνείς συγκυρίες για κάτι που ήταν μεθοδευμένο και αποφασισμένο και απλά περίμενε την κατάλληλη στιγμή; Η Γερμανία, πάντως, μέσω του νεόκοπου καγκελάριου Σολτς, έσπευσε και πάλι, σχεδόν 100 χρόνια μετά, να προσφέρει ασπίδα προστασίας στη Φινλανδία (και τη Σουηδία, αν ακολουθήσει) απέναντι στη Ρωσία.
Το βήμα της Σάνα Μάριν μοιάζει προαποφασισμένο. Ο πρόεδρος της χώρας Σάουλι Νιινίστο έχει πιο συντηρητική προσέγγιση, επιμένει ότι «πρέπει να είμαστε ψύχραιμοι και να αξιολογούμε τον αντίκτυπο της ουκρανικής κρίσης στην ασφάλειά μας».
Σε δημοσκόπηση το Δεκέμβριο του 2021, μόνο το 24% των ερωτηθέντων Φινλανδών έλεγε «ναι» στο ΝΑΤΟ και το 51% έλεγε «σίγουρα όχι». Προφανώς από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι των εξελίξεων. Σε άλλη δημοσκόπηση, που δημοσιεύτηκε στις 14 Μαρτίου στο κρατικό τηλεοπτικό δίκτυο Yle, το ποσοστό του «ναι» εκτινάχθηκε στο 62% και του «σίγουρα όχι» έπεσε στο 16%.
Δεν είναι εύκολο να εγκαταλείπεις μια ακροβασία, η οποία, αν μη τι άλλο, σε κράτησε ελεύθερο για πάνω από έναν αιώνα. Το αν αυτό είναι το καλύτερο μονοπάτι για τους Φινλανδούς, κανείς δεν το γνωρίζει αυτή τη στιγμή. Το πιθανότερο, όμως, είναι ότι δεν θα χρειαστεί να περιμένουμε άλλα 100 χρόνια για να το μάθουμε.