FOCUS

Θα τιμωρηθεί η Ρωσία για την Ουκρανία; Το περίπλοκο και εύθραυστο Διεθνές Δίκαιο

Θα τιμωρηθεί η Ρωσία για την Ουκρανία; Το περίπλοκο και εύθραυστο Διεθνές Δίκαιο
ΑP Photo

Όσο η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία βρίσκεται σε εξέλιξη, γράφονται και λέγονται πολλά για την πιθανή παραπομπή του Βλαντιμίρ Πούτιν και της Ρωσίας στα διεθνή δικαστήρια για «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας».

Πόσο πιθανό είναι αυτό και τέλος πάντων, τι προβλέπει το Διεθνές Δίκαιο;

Το Διεθνές Δίκαιο προβλέπει κατ' αρχήν ότι αυτό που έκανε η Ρωσία, να εισβάλλει στην Ουκρανία δηλαδή, ακόμη κι αν δεν σκοτωνόταν ούτε ένας άνθρωπος, είναι από μόνο του πάρα πολύ παράνομο.

Οι πιθανότητες να τιμωρηθεί γι αυτό, όμως, δεν είναι πολύ μεγάλες κι αυτό οφείλεται στις περίπλοκες διεθνείς σχέσεις και την επιλεκτική επιβολή του Διεθνούς αυτού Δικαίου.

Είναι νόμιμο να κάνεις πόλεμο;

Στο σάιτ του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού υπάρχει μια σελίδα για τους «κανόνες του πολέμου». Ανάμεσα σε αυτούς είναι και η φράση «Το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο ρυθμίζει τον τρόπο που διεξάγονται οι πόλεμοι, ισορροπώντας δύο παράγοντες: Την αποδυνάμωση του εχθρού από τη μια με τον περιορισμό των απωλειών και του ανθρώπινου πόνου από την άλλη».

Πέραν του ότι αυτά τα δύο που «προσπαθεί να ισορροπήσει το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο» είναι αμοιβαίως αποκλειόμενα, το βασικό ερώτημα είναι ένα:

Γιατί χρειάζονται κανόνες στον πόλεμο, αφού με βάση το Διεθνές Δίκαιο ο πόλεμος είναι παράνομος; Διότι ο πόλεμος μπορεί να οριζεται ως παράνομος, όμως η Διεθνής Κοινότητα απέτυχε εν πολλοίς να διατηρήσει αυτό το status quo.

«Το Διεθνές Δίκαιο δεν είναι μια κενή υπόσχεση, είπε ο Ζαν Μαρκ Τουβενέν, εις εκ των νομικών συμβουλων της Ουκρανίας, στο Διεθνές Δικαστήριο στις 27 Φεβρουαρίου, κατά τη διάρκεια των ακροάσεων για το αίτημα της Ουκρανίας να ληφθούν έκτακτα μέτρα κατά της ρωσικής εισβολής, βασισμένα στη Συνθήκη περί Γενοκτονίας.

Ένας από τους τροπους με τους οποίους προσπαθεί να πιέσει η Ουκρανία τη διεθνή Κοινότητα για βοήθεια είναι να διατείνεται ότι οι Ρώσοι διαπράττουν γενοκτονία. Από τότε έχει περάσει πάνω από ένας μήνας και οι εικόνες των νεκρών αμάχων πολλαπλασιάζονται, κάνοντας τους πάντες να αναρωτιούνται τελικά πόση ισχύ και αξία έχει στην πραγματικότητα το Διεθνές Δίκαιο μέσα σε συνθήκες πολέμου.

Η ρωσική εισβολή παραβιάζει κατάφορα τη διεθνή νομική τάξη, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν υπάρχει καμία νομική βάση για τους ισχυρισμούς της Ρωσίας περί αυτοάμυνας, αλλά ούτε και περί «προληπτικής επέμβασης». Επιπροσθέτως, οι άλλοι ισχυρισμοί περί γενοκτονίας στην ανατολική Ουκρανία επίσης δεν στέκουν, καθώς δεν αποδείχθηκαν ποτέ.

Βέβαια, στη Ρουάντα έπρεπε να ολοκληρωθεί η γενοκτονία πριν μιλήσει η διεθνής κοινότητα, όμως το Διεθνές Δίκαιο είναι μια πολύ σύνθετη υπόθεση και οι αποφάσεις είναι λογικό να παίρνουν πολύ καιρό πριν ληφθούν. Αν ληφθούν.

Συνεπώς ο πόλεμος της Ρωσίας είναι παράνομος, καθώς παραβίασε την αρχή του jus ad bellum, της αποφυγής της χρήσης βίας. Οι πράξεις της παραβιάζουν τον ακρογωνιαίο λίθο της καταστατικής χάρτας του ΟΗΕ και η ολομέλεια του οργανισμού ζήτησε επιτακτικά από τη χώρα να σταματήσει τις εχθροπραξίες.

Και;

Και τίποτα. Τώρα η διεθνής κοινότητα έφυγε από το jus ad bellum και επικεντρώνεται πλέον στο jus in bello, την αρχή δηλαδή του πώς διεξάγεται ένας παράνομος πόλεμος τον οποίο δεν καταφέραμε να σταματήσουμε.

Όλα αυτά δείχνουν πόσο περίπλοκο είναι το ζήτημα.

Να τα εξηγήσουμε όλα αυτά. Ή, τουλάχιστον, ας προσπαθήσουμε.

Οι νόμιμες παρανομίες

Έχει ήδη γίνει φανερό εδώ και καιρό ότι το Διεθνές Δίκαιο περί πολέμου είναι σε μια κατάσταση κατάρρευσης. Δεν ήταν μόνο η -επίσης- ρωσική εισβολή στην Κριμαία το 2014 που κατέδειξε την αδυναμία του να επιβληθεί, αλλά και τα όσα συμβαίνουν στη Συρία και αλλού.

Για παράδειγμα, όταν το 1981 το Ισραήλ είχε επιτεθεί με πυραύλους εναντίον του πυρηνικου σταθμου Οζιράκ στο Ιράκ, όλη η διεθνής κοινότητα είχε πέσει σε δευτερόλεπτα να το καταδικάσει. Το 2017 ισραηλινοί πύραυλοι χτύπησαν κυβερνητικά κτίρια της Συρίας, στα οποία το Ισραήλ θεωρούσε ότι γινόταν παραγωγή χημικών, σκοτώθηκαν μερικοί άμαχοι και δεν μίλησε κανείς.

Το Διεθνές Δίκαιο αιτιολογεί μια επιθετική ενέργεια μόνο σε δύο περιπτώσεις: Εάν έχει πάρει την έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας, ή εάν πρόκειται για μια νομιμοποιημένη πράξη αυτοάμυνας. Σε καμία από τις προαναφερθείσες περιπτώσεις δεν ίσχυε τίποτα από τα δύο.

Τι άλλαξε, λοιπόν, που δικαιολογεί την αλλαγή στάσης της διεθνούς κοινότητας; Το προφανές είναι ότι ο Άσαντ είχε ήδη πραγματοποιήσει επιθέσεις κατά αμάχων με χημικά και όλοι ήθελαν να τον σταματήσει κάποιος. Η αλήθεια όμως είναι ότι και το 1981 πολλοί ήθελαν να σταματήσει το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράκ, αλλά καταδίκασαν την επίθεση του Ισραήλ.

Αυτό που άλλαξε δεν είναι η ίδια η πράξη, αλλά το πλαίσιο. Σήμερα είναι φανερό περισσότερο από ποτέ ότι αυτό που κατάφερε η ανθρωπότητα το 1945, η απαγόρευση του πολέμου δηλαδή, βρίσκεται σε ένα πολύ εύθραυστο σημείο και κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς να κάνει.

Οι πόλεμοι που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια κατά παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου δεν είναι αρκετοί. Είναι πολλοί. Και η αντίδραση των μόνιμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας είναι τόσο ξεδιάντροπα επιλεκτική και αντιφατική που σοκάρει: Δεν υπάρχει ούτε ένα μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας που που να μην έχει εμπλακεί τα τελευταία χρόνια σε παράνομες επιθετικές ενέργειες. Όλοι, όμως, καταδικάζουν τα άλλα μέλη όταν το κάνουν.

Οι αεροπορικές επιθέσεις του ΝΑΤΟ στη Σερβία και το Κόσοβο και η εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ είχαν βάλει τα θεμέλια για να γίνονται ανεκτές τέτοιες παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου, το οποίο κάπου εκεί άρχισε να γίνεται αναξιόπιστο, για να το πούμε ευγενικά.

Οι βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ το 1999 στη Σερβία έγιναν κατά απόλυτη παραβίαση του Διθνούς Δικαίου @AP Photo/ Marko Drobnjakovic

Γι αυτό και μερίδα κόσμου που ξέρει τι έχει συμβεί και τι συμβαίνει στον κόσμο, φωνάζει τώρα για εκείνες τις ενέργειες. Όχι για συμψηφισμό, αλλά για να καταδειχθεί η σημασία του να μην επιτρέπεται ad hoc καμία παραβίαση.

Ποιο είναι τελικά το μεγάλο πρόβλημα; Όχι οι ατομικές παραβιάσεις και η ατιμωρησία, αλλά το γεγονός ότι το Διεθνές Δίκαιο στον κόσμο που ζούμε είναι πιο σημαντικό από ποτέ και οι επί μέρους χώρες και συνασπισμοί τείνουν να το κάνουν κουρελόπανο και «μια κενή υπόσχεση».

Από το Παρίσι στη Νυρεμβέργη και το Τόκιο

Με τη σταδιακή αποδυνάμωση του Διεθνούς Δικαίου σε συνάρτηση με τις πολεμικές συρράξεις, ο κόσμος κινδυνεύει να βρεθεί σε μια διαρκή κρίση, όχι μονο πολεμικού χαρακτήρα. Αυτό που απειλείται είναι η διεθνής ασφάλεια σε πολλούς τομείς, όπως ο επισητισμός και η έννομη τάξη.

Για να καταλάβουμε πόσο σύνθετο είναι το ζήτημα και πόσο απειλητικά όσα γίνονται, θα πρέπει να γυρίσουμε πίσω στο χρόνο. Σε μια εποχή που δίκαιο είχε ο ισχυρότερος και ο πόλεμος ήταν όχι απλώς νόμιμος, αλλά και πολύ φυσιολογικός ως μέσο επίλυσης οποιασδήποτε διαφοράς. Και σε μια σχεδόν ξεχασμένη σήμερα συμφωνία, τη Συνθήκη Ειρήνης του Παρισιού του 1928.

Ήταν η πρώτη φορά που όλα τα έθνη του κόσμου υπέγραψαν ένα κοινό έγγραφο, το οποίο είχε ως στόχο να θέσει εκτός νόμου κάθε πολεμική ενέργεια, χωρίς όμως να τα καταφέρει με σαφήνεια. Η ξεχασμένη Συνθήκη, που ονομάστηκε και Κέλογκ-Μπριάν από τους αντίστοιχους υπουργούς Εξωτερικών των ΗΠΑ και της Γαλλίας που ξεκίνησαν την πρωτοβουλία, απέτυχε να σταματήσει τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και γι αυτό πέρασε στην ιστορική ανυποληψία.

Έβαλε τις βάσεις, όμως για όσα έγιναν μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν η Διεθνής Κοινότητα έπρεπε να αποφασίσει τι θα κάνει με τη Γερμανία και την Ιαπωνία.

Οι δίκες των υπαιτίων για τον πόλεμο, της Νυρεμβέργης και του Τόκιο αντίστοιχα, δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση και εκεί κατ' ουσίαν τέθηκαν θεμελιώδη ζητήματα του σύγχρονου κόσμου.

Ανάμεσα στα αξιοσημείωτα των δικών, ο Αμερικανός συνήγορος των Ιαπώνων έθεσε στη δίκη του Τόκιο το θέμα των ατομικών βομβών ως «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας» και ο Ινδός δικαστής είπε ότι χώρες που επιδίδονται σε αποικιοκρατικές πρακτικές δεν δικαιούνται να καταδικάζουν μια άλλη που θέλει να κάνει το ίδιο. Η Ινδία τότε ήταν υπό Βρετανική κατοχή. Ο Ραντχαμπίνοντ Παλ ήθελε να φέρει τη διεθνή κοινότητα απέναντι στον ίδιο της τον παραλογισμό. Και τα κατάφερε.

Η Διεθνής Κοινότητα κατάλαβε ότι δεν αρκούσε μια απλή διακήρυξη και καταδίκη: Έπρεπε να αλλάξει ολοκληρωτικά τις πρακτικές της και το σύστημα πάνω στο οποίο ήταν χτισμένη έως τότε, προκειμένου να αποφύγει στο μέλλον παρόμοιες καταστάσεις. Και το έκανε, όχι εύκολα και απλά, το έκανε όμως.

13 Νοεμβρίου 1948: Η δίκη για εγκλήματα πολέμου στο Τόκιο. Στο κέντρο καθιστός, ο πρώην Πρωθυπουργός και στρατιωτικός ηγέτης της Ιαπωνίας, Χιντέκι Τογιο. Η δίκη κράτησε δυόμιση χρόνια (της Νυρεμβέργης έναν) και στο τέλος 7 από τους 28 κατηγορούμενους καταδικάστηκαν σε θάνατο. @AP Photo)

Και κυρίως έπρεπε να φύγει εντελώς από τη λογική ότι ο πόλεμος είναι δικαιοσύνη και να πάει στη σημερινή λογική ότι ο πόλεμος είναι κάτι αντίθετο προς τη δικαιοσύνη.

Και να τελειώνει με τη βασική πηγή πολέμων: Την αποικιοκρατία. Η οποία πράγματι αντικαταστάθηκε σταδιακά από την παγκοσμιοποίηση.

Ο πόλεμος ως απόλυτα κανονική πρακτική

Ο θεωρητικός της παλιότερης λογικής περί πολέμου ήταν ένας Ολλανδός διανοητής και νομικός του 17ου αιώνα, ο Ούγκο Γκρότιους. Ο Γκρότιους έλεγε ότι ο πόλεμος δεν ήταν απλώς δικαιολογημένος, αλλά ο μόνος τρόπος να λύνουν τα έθνη τις διαφορές τους. «Εκει που τελειώνει η νομική διευθέτηση, ξεκινά ο πόλεμος», έγραψε.

Σήμερα βλέπουμε τον πόλεμο ως τρόπο άμυνας. ο Γκρότιους όμως, τον έβλεπε ως μέρος του νομικού συστήματος: Αν κάποιος διέπρατε ένα οποιοδήποτε αδίκημα εις βάρος σου, είχες υποχρέωση να του επιτεθείς. Στην ουσία δεν είπε κάτι νέο, αλλά συγκέντρωσε τη μιλιταριστική σκέψη διανοητών από τον Κικέρωνα ως το Θωμά Ακινάτη και την πήγε ένα βήμα πιο κάτω: Εάν τα έθνη είχαν δικαίωμα να κάνουν πόλεμο για να αμυνθούν, είχαν δικαίωμα να τον κάνουν και για να επιτεθούν. Το γεγονός, βέβαια ότι ο Γκρότιους ήταν δικηγόρος της Ολλανδικής Εταιρείας των Δυτικών Ινδιών, εξηγεί απόλυτα γιατί έθεσε τη σκέψη του στην υπηρεσία της δικαίωσης της αποικιοκρατίας.

Η κατάσταση που επικρατούσε διεθνώς εκείνον τον καιρό απεικονίζεται εκπληκτικά στην περίπτωση της Πολωνίας: Με την απειλή και μόνο του πολέμου, ο τότε βασιλιάς της χώρας Στανίσλαβ Πονιατόφσκι έδωσε το 30% της χώρας και το μισό της πληθυσμό στην Αυστρία, την Πρωσία και τη Ρωσία. «Το θύμα όχι απλώς έδωσε τη συγκατάθεσή του για τον ακρωτηριασμο, αλλά κράτησε και μόνο του το νυστέρι», όπως έγραψε ο ιστορικός Νόρμαν Ντέιβις. Και όλοι ήταν σύμφωνοι.

Συνεπακολούθως και καθώς ο πόλεμος ήταν ένα απολύτως κανονικό πράγμα, όσοι τον έκαναν και όπως κι αν τον έκαναν ήταν απόλυτα δικαιολογημένοι και η παγκόσμια τάξη τους έδινε ασυλία, ουσιαστικά εξουσιοδοτώντας μια μαζική δολοφονία.

Όταν τελείωσε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, η Συνθήκη των Βερσαλιών υποσχέθηκε να παραπέμψει τον Κάιζερ Γουλιέλμο Β', αλλά οι διατυπώσεις της Συνθήκης ήταν τόσο θολές ως προς το δίκαιο, που η Ολλανδία στην οποία είχε βρει άσυλο, αρνήθηκε απλά να τον παραδόσει.

Η θεωρία του Γκρότιους οδήγησε τελικά τον κόσμο σε έναν Παγκόσμιο Πόλεμο, στον οποίο δεν υπήρχε κανένας ηθικός φραγμός: Εκατομμύρια νεκροί, εκατομμύρια εκτοπισμένοι και μια διεθνής τάξη σε απόλυτη αδυναμία να κατανοήσει τι ακριβώς πήγε τόσο στραβά. Αυτό που πήγε στραβά ήταν ότι οι αποικιοκρατικές δυνάμεις, αφού πρώτα γιγαντώθηκαν, μετά στράφηκαν η μια εναντίον της άλλης.

Ήταν ένας άλλος δικηγόρος, ο Αμερικανός Σάλμον Λέβινσον, που συνέλαβε τότε την ιδέα ότι ο πόλεμος όχι μόνο δεν είναι ένα ιδιαίτερα χρήσιμο πράγμα, αλλά καλό θα ήταν να γίνει και παράνομο. «Η πραγματική ασθένεια στον κόσμο είναι η νομιμότητα του πολέμου», έγραψε, το 1917. «Δεν πρέπει να έχουμε νόμους για τον πόλεμο, αλλά νόμους εναντίον του πολέμου».

Ήταν η πρώτη φορά που κάποιος έθετε το θέμα σε τέτοια βάση. Μέχρι τότε άπαντες εκλάμβαναν τον πόλεμο ως κάτι απόλυτα νόμιμο και φυσιολογικό και δεν καταλάβαιναν γιατί αυτό οδηγούσε κάθε λίγο την ανθρωπότητα σε εκατόμβες και αδιέξοδα.

Η δύσκολη επικράτηση του «νέου» κόσμου

Ο Λέβινσον οργάνωσε ένα διεθνές κίνημα για την «Παρανομία του Πολέμου», το οποίο γιγαντώθηκε και τελικά οδήγησε στη Συνθήκη του Παρισιού.

Μέσα σε ένα χρόνο όλες οι χώρες είχαν υπογράψει τη Συνθήκη καθιστώντας τον πόλεμο, για πρώτη φoρά στην ιστορία, μη νόμιμο. Όλοι αυτοί βέβαια, δεν είχαν ιδέα τι θα ακολουθούσε σε λίγα χρόνια, αν και θα έπρεπε να το έχουν δει ήδη.

Διότι το πρόβλημα ήταν απλό: Προπάθησαν να τελειώσουν με τον πόλεμο ως μέσο επίλυσης των προβλημάτων και μαζί με τον πόλεμο και με την παλαιά τάξη πραγμάτων, αλλά δεν είχαν προβλέψει τι θα έβαζαν στη θέση του. Ο κόσμος βρέθηκε σε ένα κενό και η παγκόσμια τάξη σύντομα κατέρρευσε.

Οι Κέλογκ και Μπριάν έπαιξαν τα λεφτά τους σε κάτι τελείως έωλο: Την πεποίθηση ότι όλοι ήθελαν την ειρήνη και άρα θα τηρούσαν τη Συνθήκη. Ο ιδεαλισμός τους απεδείχθη φυσικά λανθασμένος. Όπως και ο Γούντροου Γουίλσον έβαλε τις ΗΠΑ τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο για να «σώσει την παγκόσμια Δημοκρατία», έτσι και τα έθνη το '28 ήθελαν να σώσουν την παγκόσμια ειρήνη.

Ο Τζώρτζ Κέναν, Αμερικανός διπλωμάτης και θεωρητικός του ρεαλισμού του Ψυχρού Πολέμου, έγραψε χρόνια αργότερα ότι η Συνθήκη Κέλογκ-Μπριάν ήταν «παιδική. Απόλυτα παιδική».

Η υπογραφή της Συνθήκης του Παρισιού @Library of Congress, Washington, D.C.

Την αρχή έκανε η Ιαπωνία που επιτέθηκε στην Μαντσουρία το 1931. Η Ιαπωνία είχε υπογράψει τη Συνθήκη και την παραβίαζε. Τι κάνουμε τώρα; Η Κοινωνία των Εθνών ήταν ένα σώμα που καλείτο να διαχειριστεί τη νέα τάξη πραγμάτων με κανόνες της παλαιάς. Στο καταστατικό της, για παράδειγμα, υπήρχε ο όρος ότι όταν δύο κράτη τσακώνονται πάνε στο διεθνές δικαστήριο και για τρεις μήνες μετά την απόφαση πρέπει να μην κάνουν πόλεμο. Μετά, ας έκαναν ότι ήθελαν.

Οι χώρες μέλη της Κοινωνίας των Εθνών που είχαν υπογράψει και τη Συνθήκη του Παρισιού, δεν ήξεραν τι από τα δύο να κάνουν: Πόλεμο ή όχι πόλεμο; Και πώς θα εφάρμοζαν την απαγόρευση για πόλεμο αν όχι με πόλεμο;

Όλοι αυτοί άρχισαν να κουβεντιάζουν αν θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τη πολεμική δράση με οικονομικούς περιορισμούς, όπως είχε ήδη προτείνει ο Λέβινσον, κάτι ανήκουστο στο παρελθόν. Ώσπου να το κουβεντιάσουν, ο κόσμος έμπαινε στην πιο σκοτεινή εποχή του. Οι ΗΠΑ, που δεν ανήκαν στην Κοινωνία των Εθνών, ήταν εκείνες που πρώτες έβαλαν στη διεθνή σκηνή τους οικονομικούς περιορισμούς, μαζί με μια πρωτοφανή παραδοχή: Η Ιαπωνία μπορούσε να κατακτήσει την Μαντσουρία, αλλά η Μαντσουρία δεν θα ανήκε στην Ιαπωνία.

Μαζι με όλα αυτά, μπήκε στο κάδρο και η αρχή της ουδετερότητας: Παλιότερα, τα κράτη που δεν εμπλέκονταν σε έναν πόλεμο έπρεπε να κρατούν αυστηρά ίδια στάση απέναντι στις δύο πλευρές, αλλιώς θεωρούνταν εμπόλεμα. Συνεπώς κάθε είδους οικονομικός περιορισμός ήταν παράνομος. Τώρα τα πράγματα αντιστρέφονταν και οι παραδοσιακοί κανόνες της ουδετερότητας έπαψαν να ισχύουν. Οι οικονομικές κυρώσεις έγιναν νόμιμες.

Οι κανόνες αυτοί ήταν εξαιρετικοί και πράγματι οδηγούσαν τον κόσμο σε μια νέα εποχή, με ένα μικρό πρόβλημα: Δεν συμφωνούσαν όλοι. Η Γερμανία, η Ιαπωνία και η Ιταλία πιο συγκεκριμένα, παρότι ειχαν υπογράψει τη Συνθήκη, τελικά την απέρριψαν.

Υπ' αυτήν την έννοια, ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, πέρα απ' όλα τα άλλα ήταν και πόλεμος δύο κόσμων: Του παλιού και του νέου. Μερικά εκατομμύρια νεκρούς μετά, κέρδισε ο νέος.

Η Κοινωνία των Εθνών αντικαταστάθηκε από τον ΟΗΕ, ένα σώμα ταγμένο στις νέες ιδέες και το Συμβούλιο Ασφαλείας επιφορτίστηκε με το ρόλο του προστάτη της παγκόσμιας ειρήνης. Τα κράτη-μέλη διατήρησαν το δικαίωμα της αυτοάμυνας.

25 Απριλίου 1945, Σαν Φρανσίσκο. Εκπρόσωποι 50 χωρών στο Συνέδριο του ΟΗΕ για τη Διεθνή Οργάνωση, στο οποίο καταρτήθηκε ο Καταστατικός Χάρτης του Οργανισμού @AP Photo

Για να ολοκληρωθεί η επικράτηση της νέας αυτής λογικής απέμενε μόνο ένα πράγμα: Να τελειώνει η ασυλία των επιτιθέμενων. Γι αυτό στη Νυρεμβέργη, όπως το έθεσε ο Ρομπερτ Τζάκσον, κατήγορος εκ μέρους των ΗΠΑ, «εδώ δικάζεται το μεγαλύτερο έγκλημα απ' όλα, ο επιθετικός πόλεμος».

Όσο κι αν σήμερα φαίνεται αυτονόητο αυτό που συνέβη, τότε δεν ήταν καθόλου: Ο Τσόρτσιλ ήταν εναντίον της δίκης, ήθελε να εκτελεστούν συνοπτικά όλοι οι κατηγορούμενοι. Ο Στάλιν ήθελε δίκη για να δημιουργηθει προηγούμενο εναντίον των επιθετικών πολέμων. Ένα μεγάλο ρεύμα της εποχής δεν ήθελε να γίνει τίποτα, καθώς θεωρούσε την τιμωρία των Γερμανών απλώς «εκδικητική» πράξη.

Η δίκη έγινε και τελικά 12 Ναζί εκτελέστηκαν για «εγκλήματα κατά της ειρήνης», «εγκλήματα πολέμου» και «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας».

Το σημαντικό είναι το πρώτο. Διότι με αυτό καταδικάστηκαν επειδή έκαναν πόλεμο και όχι για όσα έκαναν στον πόλεμο. Πάμε λίγο πιο πάνω: σημαντικό ήταν και θα έπρεπε να παρεμένει το jus ad bellum και όχι το jus in bello. Για τους ίδιους λόγους δεν καταδικάστηκε κανένας από τους συμμάχους για τα δικά του εγκλήματα κατά τη διάρκεια του πολέμου· και όλοι έκαναν αρκετά.

Επτά δεκαετίες ειρήνης φτάνουν στο τέλος τους;

Όλα αυτά οδήγησαν σε πάνω από επτά δεκαετίες ειρήνης και τις φαντασιώσεις του Φουκουγιάμα περί του «Τέλους της Ιστορίας». Στατιστικά, βέβαια, δεν είχε πολύ άδικο. Πριν το Παρίσι το μέσο έθνος εμπλεκόταν σε πόλεμο τουλάχιστον μια φορά στα 50 χρόνια. Τώρα, η πρόβλεψη είναι μια φορά στα χίλια, ή και δύο χιλιάδες. Το είδος μας και ο πολιτισμός του άνθισαν σε συνθήκες γενικής ειρήνης.

Μάλλον τεμπελιάσαμε πολύ όμως. Και τα τελευταία χρόνια οι πόλεμοι αυξήθηκαν κατακόρυφα και σε πολλές περιπτώσεις τα νούμερα ξεγελάνε, καθώς δεν μιλάμε για διακρατικούς πολέμους, αλλά εσωτερικούς στους οποίους εμπλέκονται και διάφοροι απ' έξω: Συρία, Αφγανιστάν, Ιράκ, Υεμένη, Λιβύη, Σουδάν και πάει λέγοντας. Η άνοδος της τρομοκρατίας, που κάποιες φορές, όπως στην περίπτωση του Ισλαμικού Κράτους παίρνει πράγματι κρατικές διαστάσεις, είναι επίσης ένα θέμα.

29 Μαρτίου 2022. Ο μόνιμος εκπρόσωπος της Ουκρανίας στα Ηνωμένα Έθνη, Σεργκέι Κισλίτσια, διαβάζει το βιβλιο «Τι έχει πάει λάθος με τη Διπλωματία;» την ώρα που ο μόνιμος εκπρόσωπος της Ρωσίας στον Οργανισμό, Βασίλι Νεμπέζνια, μιλάει σε συνάντηση του Συμβουλίου Ασφαλείας. @AP Photo/John Minchillo

Αλλά κι αυτοί οι κίνδυνοι είναι πολύ μικροί για την παγκόσμια ειρήνη μπροστά στο προφανές: Έχουμε ορίσει θεματοφύλακες αυτής της παγκόσμιας ειρήνης και της Διεθνούς Νομιμότητας, τους ισχυρούς του κόσμου. Τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, η Ρωσία, η Κινα, η Γαλλία, η Βρετανία και οι ΗΠΑ εισήλθαν σε αυτό με μια παγκόσμια ψευδαίσθηση: Επειδή κάποτε ήταν σύμμαχοι εναντίον των Ναζί, θα έμεναν για πάντα τέτοιοι...

Τι θα συμβεί αν αυτοί οι ισχυροί αποφασίσουν να σταματήσουν να προστατεύουν την ειρήνη κι ακόμη χειρότερα, να την υπονομεύσουν; Την έχετε την απάντηση τόσο στην περίπτωση των ΗΠΑ, όσο και της Ρωσίας και της Κίνας. Και οι τρεις χώρες βρίσκονται αυτήν τη στιγμή σε ένα σχεδόν διαρκές καθεστώς παρανομίας σε σχέση με το Διεθνές Δίκαιο που υποτίθεται ότι προστατεύουν.

Από το 1999 στο Κόσοβο και το 2003 στο Ιράκ, δύο επιθετικές ενέργειες που έγιναν χωρίς την άδεια του Συμβουλίου Ασφαλείας, άνοιξε το κουτί της Πανδόρας. Κάθε μα κάθε φορά, ο επιτιθέμενος είχε «καλούς λόγους» να το κάνει, κάθε φορά ήταν «μοναδική και ιδιαίτερη», κάθε φορά όλοι υπόσχονταν ότι στο εξής θα ήταν καλά παιδιά. Δεν τιμωρήθηκε κανείς. Και κάθε φορά τελικά δεν ήταν παρά ένα ακομη κύμα που κατέτρωγε τα θεμέλια της Διεθνούς Νομιμότητας. Και της Ειρήνης.

Και πλέον το «ιδιαίτερη περίπτωση» έγινε ο νέος κανόνας. Και Όπως φάνηκε στην Ουκρανία, εάν δεν ενδυναμωθεί το σύστημα, κινδυνευει να διαλυθεί με απρόβλεπτες συνέπειες.

Μπορείς να έχεις τους ίδιους τους αρχιπαραβάτες σε ρόλους αστυνομικού; Προφανώς όχι. Οι ΗΠΑ, από τη μια πήγαν στο Κουβέιτ να διώξουν τον Σαντάμ Χουσεΐν και από την άλλη βομβάρδισαν τη Σερβία.

Οι Ρώσοι καταδίκασαν τους βομβαρδισμούς του Βελιγραδίου και μετά πήγαν και πήραν την Κριμαία.

Βέβαια, τα τελευταία χρόνια οι ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις στη Ρωσία για την Κριμαία και έστειλαν αεροπλάνα και πλοία στη θάλασσα της Νότιας Κίνας, όπου η Κίνα κάνει ό,τι γουστάρει. Οι οικονομικές κυρώσεις έχουν περάσει σε επίπεδο επιστήμης και μεταξύ άλλων γονάτισαν το Ιράν. Όλα αυτά έγιναν με τη βοήθεια της Ευρώπης. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα περισσότερα κράτη θέλουν την παγκόσμια ειρήνη, διότι πολύ απλά αναγνωρίζουν το συμφέρον τους.

Βομβαρδισμός στο Κομπάνι της Συρίας @ Lefteris Pitarakis/AP

Οι διαρκείς παραβιάσεις, όμως, δείχνουν ότι η καλή θέληση δεν αρκεί και κυρίως όταν την έχεις όποτε σε βολεύει.

Εάν κρίνουμε με βάση το παρελθόν, λοιπόν, οι πιθανότητες να δικαστεί και ακόμη περισσότερο να καταδικαστεί η Ρωσία για τον επιθετικό της πόλεμο στην Ουκρανία, είναι ελάχιστες. Υπάρχει φυσικά και το θέμα των δολοφονιών αμάχων, αλλά σε όλες τις περιπτώσεις που προαναφέραμε υπήρχαν τέτοιες και δεν τιμωρήθηκαν. Για να μην πάμε πιο πίσω, στο Βιετνάμ για παράδειγμα, ή το Αφγανιστάν.

Ποιο είναι το συμπέρασμα; Ότι βρεθήκαμε ξανά να παραπαίουμε ανάμεσα σε δύο κόσμους: Αυτόν που κάνει πολέμους όποτε θέλει ατιμώρητος και εκείνον που υποσχέθηκε να τους εξαλείψει.

Το σύστημα απεδείχθη διαβλητό και κάθε φορά που βρίσκεται αντιμέτωπο με μια κατάφορη παραβίαση, σκοντάφτει στον ίδιον του τον εαυτό: Είναι πάρα πολύ ωραία ιδέα να τιμωρήσεις τη Ρωσία, όμως πρώτα πρέπει να την αναγκάσεις να κάτσει να τιμωρηθεί. Και δεν θέλει να τιμωρηθεί. Μια πανίσχυρη χώρα που δείχνει να αντέχει -ή να ανέχεται- τις οικονομικές κυρώσεις ενώ ταυτόχρονα ενδυναμώνει τη συμμαχία της με τον άλλο πονοκέφαλο, την Κίνα.

Η οποία Κίνα ετοιμάζεται με τη σειρά της να κάνει ντου στην Ταϊβάν, τρελή είναι να καταδικάσει τον Πούτιν;

Ένα άλλο θέμα είναι αν μπορεί να παραπεμφθεί ο ίδιος ο Πούτιν. Μπορεί και αυτό οφείλεται επίσης στη Νυρεμβέργη και μετά στο Τόκιο. Μέχρι τότε το Διεθνές Δίκαιο όριζε ότι υπεύθυνοι για εγκλήματα πολέμου είναι μόνο τα κράτη και όχι τα άτομα. Για να μπορέσουν να παρακάμψουν αυτο το εμπόδιο, οι κατήγοροι στις δύο δίκες μετέτρεψαν τη Συνθήκη του Παρισιού σε ποινικό κώδικα. Αυτό ήταν που επέτρεψε πολύ αργότερα στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης να διεξάγει περί τις 150 δίκες τέτοιου είδους κατά ατόμων που ενεπλάκησαν στο Γιουγκοσλαβικό εμφύλιο.

Κι αυτό είναι πολύ ωραίο, όμως για να δικαστεί ο Πούτιν πρέπει να τον δώσουν οι Ρώσοι, κάτι που φαίνεται μάλλον απίθανο.

Που οδηγούν όλα αυτά;

Αυτήν τη στιγμή στον πλανήτη η κατάσταση είναι συμπερασματικά η εξής:

* Η ποινικοποίηση του επιθετικού πολέμου οδήγησε στον κατακερματισμό του κόσμου σε πολλά πολύ μικρά κράτη, τα οποία εξαρτώνται απόλυτα από τα μεγαλύτερα και τις σχέσεις μαζί τους για να επιβιώσουν, καθως δεν μπορούν ντε φάκτο να απορροφήσουν κάποιο άλλο ή να απορροφηθούν από κάποιο άλλο.

* Η παγκοσμιοποίηση δέχεται επίθεση και αυτό απειλεί κυρίως αυτά τα μικρά κράτη.

* Οι ισχυροί του κόσμου κάνουν περίπου ότι θέλουν.

* Υπάρχουν περίπου 200 χιλιάδες εν ισχύ διακρατικές συμφωνίες. Μερικές μικρές, άλλες διεθνείς -ή σχεδον. Αλλάζουν, όπως και οι συμμαχίες, ανάλογα με τα συμφέροντα. Για τους μικρούς είναι ζωτικές, για τους μεγάλους είναι ο τρόπος να κρατάνε δεμένο με το λουρί ο ένας τον άλλον.

Ο πόλεμος παραμένει παράνομος στη θεωρία, όμως πλέον καταλάβαμε το βασικότερο όλων: Όταν οι μεγάλες δυνάμεις αποφάσισαν να ανταλλάξουν την επεκτατικότητά τους με την παγκοσμιοποίηση μετά το 1945, δεν το έκαναν μόνο επειδή αγάπησαν την ειρήνη κι έμαθαν το μάθημά τους. Το έκαναν κυρίως επειδή η Νέα Τάξη πραγμάτων τούς διασφάλιζε όσα είχαν ήδη κατακτήσει στο παρελθον, εκτός αν αποφάσιζαν οι ίδιες να τα απωλέσουν.

Εάν η παγκοσμιοποίηση καταρρεύσει δεν είναι καθόλου απίθανο να οδηγηθούμε σε μια νέα επιθετική αποικιοκρατια, άλλης μορφής ενδεχομένως, η οποία όμως θα εμπεριέχει πολύ μεγαλύτερη ανοχή στον πόλεμο.

Εκτός αν βρούμε κάποιον άλλον τρόπο να τακτοποιούμε τα του μεγάλου οίκου μας.