Μαύρα ξωτικά, γυναίκα Τζέιμς Μποντ και μια μη-Εβραία ως Γκόλντα Μέιρ - Γιατί όχι;
Ανανεώθηκε:
Συχνά οι λίγοι κάνουν πολύ περισσότερο θόρυβο από τους πολλούς και αυτό έχει εξήγηση. Οι λίγοι, δε που αντιδρούν σε κάτι φαινομενικά αυτονόητο, προκαλούν ακόμη περισσότερο θόρυβο, διότι ακριβώς κάνουν κάτι που μας φαίνεται παράλογο: Γιατί να μην θες, ας πούμε, να υποδυθεί η Έλεν Μίρεν τη Γκόλντα Μέιρ;
Γιατί να σ' εκνευρίζει που στον τηλεοπτικό «Άρχοντα των Δακτυλιδιών», κάποια ξωτικά είναι μαύρα; Γιατί να ξυνίζεις στην ιδέα ότι μια γυναίκα μπορεί να παίξει Τζέιμς Μποντ;
Στα φετινά βραβεία Όσκαρ, ανάμεσα στις πολλές και πολύ αξιόλογες υποψηφιότητες ξεχωρίζει μια που μάλλον δεν θα τιμηθεί με βραβείο, αλλά δεν πειράζει, δεν μειώνει καθόλου αυτό τη δύναμη της ερμηνείας του Ντέντζελ Ουάσινγκτον στην «Τραγωδία του Μάκβεθ» του Τζόελ Κοέν.
Ο Ουάσινγκτον είναι μαύρος όπως μάλλον ξέρουμε οι περισσότεροι και ο Κοέν είναι Εβραίος, όπως φωνάζει το επίθετό του, αμφότεροι είναι Αμερικανοί δε, όμως ουδόλως απασχόλησαν κανέναν από τους δύο αυτές οι λεπτομέρειες όταν αποφάσισαν να γυρίσουν μαζί το σεξπιρικό δράμα.
Η ταινία του Κοέν είναι ένα αριστούργημα, αλλά δεν είναι εκεί το θέμα μας. Το θέμα μας είναι ότι ο πολύ Σκωτσέζος λόρδος Μάκβεθ γίνεται ξαφνικά μαύρος και αν θα μπορούσε κάποιος να μιλήσει για ανορθόδοξη προσέγγιση, τούτη εδώ είναι ο ορισμός.
Στη Σκωτία της εποχής του Μάκβεθ πιθανότατα δεν ήξεραν καν ότι υπάρχουν μαύροι άνθρωποι στον κόσμο, οπότε μάλλον αποκλείεται ένας Σκώτος ευγενής να ήταν τέτοιος.
Είμαι ο Λόρδος Μάκβεθ και είμαι μαύρος, Αμερικανός και εκπληκτικός.
Πάμε παρακάτω τώρα. Η σκηνοθετική ελευθεριότητα του Κοέν, πέρασε απαρατήρητη και πάντως δεν κατακρίθηκε, διότι για κάποιο λόγο, ο Σέξπιρ έχει πάρει «πράσινο φως» να ερμηνεύεται σκηνοθετικά και υποκριτικά όπως του φανεί του καθενός. Για παράδειγμα, έχουμε ήδη γράψει για τον 80φεύγα Ίαν ΜακΚέλεν που παίζει στο θέατρο Άμλετ με τεράστια επιτυχία. Ο Άμλετ ως χαρακτήρας ήταν σκάρτα 25.
Την ασυλία αυτή ο Σέξπιρ την κέρδισε χάρη στην επιμονή και τη δημιουργικότητα των Βρετανών -αρχικά και κυρίως- θεατρανθρώπων, που δεν είχαν ακιρβώς αγαθά και συμπεριληπτικά κίνητρα, αλλά ήθελαν να βάλει καθένας τη δική του πινελιά, ξεπερνώντας το αξεπέραστο.
Δεν διαφέρει πολύ από την αρχαία ελληνική δραματουργία αυτό, έχουμε δει κάθε πιθανή και απίθανη εκδοχή των Ατρειδών, αν ζούσαμε σε μια άλλη χώρα είναι απολύτως βέβαιο ότι θα είχε υπάρξει και μαύρος Ορέστης.
Όταν όμως αυτή η ασυλία αίρεται, διότι δεν υπάρχει ο Σέξπιρ στη μέση, αλλά μια τηλεοπτική σειρά ή ταινία, ξαφνικά διάφοροι αρχίζουν να φωνάζουν πολύ δυνατά, διότι ενοχλούνται που καταρρίπτονται τα στερεότυπα συγκεκριμένων ρόλων.
Μπορεί η Έλεν Μίρεν να παίξει την Γκόλντα Μέιρ; Όχι απλώς μπορεί, επιβάλεται
Γίνεται πολύ «μπαζ» τις τελευταίες μέρες, αυτός ο θόρυβος που λέγαμε στην αρχή δηλαδή, για την απόφαση να ερμηνεύσει η Έλεν Μίρεν τη Γκόλντα Μέιρ.
Η Γκόλντα Μέιρ ήταν Πρωθυπουργός του Ισραήλ και πολύ αμφιλεγόμενη, αυτά τα δύο πάνε πάντα μαζί. Ήταν επίσης μια γυναίκα που έπαιξε κομβικό ρόλο σε πολλά από τα γεγονότα που σφράγισαν την ιστορία της Μέσης Ανατολής, με καλό ή και όχι τόσο καλό τρόπο.
Η Έλεν Μίρεν είναι τόσο πειστική στο ρόλο της Γκόλντα Μέιρ που δεν χρειάζεται καν να βάλει κανείς φωτογραφία της δεύτερης.
Η Έλεν Μίρεν είναι η Έλεν Μίρεν. Δηλαδή, μια από τις ελάχιστες, αν όχι η μόνη ηθοποιός που μπορεί να ερμηνεύσει την τόσο χαρακτηριστική αλλά και πολυσύνθετη Μέιρ. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι θα είναι μια εξαιρετική ερμηνεία, η ίδια εξάλου έχει ήδη πει πόσο σημαντικός είναι για την ίδια ο ρόλος. Κι έχει παίξει ρόλους και ρόλους.
Ποιοι διαμαρτυρήθηκαν, λοιπόν;
Ξεκίνησε η Βρετανίδα ηθοποιός Μορίν Λίπμαν η οποία επέκρινε την επιλογή μιας μη Εβραίας να παίξει την Μέιρ, λέγοντας ότι η εβραϊκή ταυτότητα είναι «σύμφυτη» με τον ρόλο.
Η άποψη της Λίπμαν βρήκε διάφορους υποστηρικτές, κυρίως ανάμεσα σε Εβραίους του Ισραήλ αλλά και όχι μόνο και σύντομα η κουβέντα άναψε και σε αυτήν ενεπλάκησαν διάφοροι -και από τις δύο πλευρές- λέγοντας διάφορα.
Κεντρικό θέμα έγινε το «jewface», που με λίγα λόγια σημαίνει ότι είναι ανήθικο να μεταμφιέζεται ένας μη-Εβραίος σε Εβραίο, το οποίο από μόνο του είναι μια ιδιαίτερη ταυτότητα.
Η Μίρεν έκατσε στην άκρη άναψε τσιγάρο και παρακολουθεί, αφού είπε εξαρχής ότι δεν την ενοχλεί καθόλου ο προβληματισμός, προσθέτοντας ότι τον είχε -για λίγο- και η ίδια. Έχουν ακουστεί άπειρα επιχειρήματα εκατέρωθεν, ανάμεσα στα οποία και η απάντηση: «Εάν δεν πρέπει οι μη-Εβραίοι να παίζουν Εβραίους, συμβαίνει και το ανάποδο; Οι Εβραίοι ηθοποιοί θα πρέπει να περιοριστούν στο να ερμηνεύουν ομοεθνείς τους;»
Το ζήτημα εδώ, είναι βέβαια λίγο πιο περίπλοκο και δεν έχει να κάνει με το ποιος παίζει ποιον, αλλά με το γεγονός ότι η εβραϊκή ταυτότητα είναι πράγματι κάτι πολύ ιδιαίτερο.
Όχι τόσο σε εθνικό ή θρησκευτικό επίπεδο, όσο επειδή έχει ταυτιστεί με τις διώξεις, το Ολοκαύτωμα, την περιθωριοποίηση και την κάθε λογής διάκριση. Οι Εβραίοι μπορεί να αδικούν τελικά το σκοπό τους όταν εγείρουν τέτοια ζητήματα όπως αυτό της Μίρεν, όμως δεν μπορεί να τους κατηγορήσει κανείς ότι αδίκως είναι υπερευαίσθητοι.
Ο καταπιεσμένος δικαιούται να είναι υπερευαίσθητος. Οι μαύροι, οι γυναίκες, οι Εβραίοι, όλοι αυτοί ξεκινούν από μειονεκτική θέση. Και έως ότου ο κόσμος γίνει απολύτως δίκαιος, ναι, κατανοούμε τις περιπτώσεις υπερβολών.
Μαύρα ξωτικά; Ναι. Και πράσινα και κίτρινα και με βούλες
Κι αν, λοιπόν, το θέμα της Μίρεν και των Εβραίων έχει από πίσω του μια πολύ ισχυρή αιτιολογία και βάση, ας περάσουμε στην απλή αντιδραστικότητα.
Διότι περί αντιδραστικότητας πρόκειται όταν σηκώνεις τον τόπο στο πόδι επειδή κάποια ξωτικά στον τηλεοπτικό «Άρχοντα των Δακτυλιδιών» θα είναι μαύρα. Η Αmazon, παραγωγός της σειράς, κατηγορείται ότι «κατέστρεψε το αριστούργημα του Τόλκιεν», ότι θυσιάζει τα πάντα στα βωμό της συμπεριληπτικότητας και άλλα τέτοια.
Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι το κάνει. Μπράβο της και καλά κάνει, διότι ο κόσμος στον οποίο ζούμε είναι πάρα πολύ διαφορετικός από εκείνον στον οποίο ζούσε ο Τόλκιεν όταν έγραψε τον Άρχοντα.
Πέρα απ' αυτό, όσοι αγωνιούν για τα μαύρα ξωτικά, χάνουν όλο το νόημα του Τόλκιεν, ο οποίος μπορεί να φαντάστηκε ψηλά ξανθά και κατάλευκα τα ξωτικά, αλλά τα έπη του είναι ο παράδεισος της διαφορετικότητας. Και της παραχώρησης του κόσμου από τα τέλεια ξωτικά στα ατελή όντα, τα οποία είναι ικανά για το καλύτερο και το χειρότερο, είναι κοντά και μαυριδερά, άσχημα, με τεράστιες πατούσες ή νανισμό και πάντως πολυμορφικά.
«Βεβήλωση του έργου» χαρακτηρίστηκε το μαύρο ξωτικό του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών».
Όπως ακριβώς στον κόσμο του Τόλκιεν τα είδη εξελίσσονται και αλλάζουν, έτσι και στο δικό μας κόσμο, ένα από αυτά που αλλάζει με πολύ γρήγορο ρυθμό, είναι ο τρόπος που δείχνουμε: Σταδιακά το είδος γίνεται όλο και πιο μεικτό, αφού οι διαφορετικές φυλές έρχονται πολύ συχνότερα σε επαφή κάθε είδους και παράγουν μεικτά παιδιά. Κάποια στιγμή δεν θα υπάρχει αμιγής λευκή φυλή, ή μαύρη φυλή, αυτό θα πάρει πολλά χρόνια, αλλά θα γίνει. Επίσης θα υποστούμε και άλλες διαφοροποιήσεις στον τρόπο που δείχνουμε εξωτερικά. Όταν θα είμαστε όλοι άτριχοι, σοκολατί χρώματος, με τεράστιους αντίχειρες και 72 νούμερο παπούτσι, ποιοι ακριβώς θα παίζουν τα ξωτικά;
Δεν είναι και πολύ εντυπωσιακό το γεγονός ότι οι διαμαρτυρίες αφορούν και πάλι τις κατηγορίες ανθρώπων που παραδοσιακά ζητούν τη συμπεριληπτικότητα: Μαύροι στη συγκεκριμένη περίπτωση, γυναίκες όταν πρόκειται για παραδοσιακούς αντρικούς ρόλους, όπως του Τζέιμς Μποντ, ας πούμε, όταν είχε συζητηθεί το θέμα είχε γίνει πάλι χαμός.
Για τον Τζέιμς Μποντ μιλάμε, που είναι ο ορισμός του σεξιστικού προτύπου το οποίο ακόμη και οι ίδιοι οι κινηματογραφιστές δεν ξέρουν πλέον πώς να διαχειριστούν χωρίς να προσβάλει ως άντρας, κόντευε να γίνει ασέξουαλ ο Ντάνιελ Κρεγκ, αλλά θα προσέβαλε αν γινόταν γυναίκα...
Κάτι που δείχνει ότι τελικά δεν είναι η «βεβήλωση» του ρόλου το θέμα, αλλά η κατάρριψη των στερεοτύπων. Η αντίσταση στη συμπεριληπτικότητα όταν αυτή απειλεί να γίνει ολοκληρωτική.
Οι ίδιοι οι ρόλοι μάλλον δεν νοιάζονται και πολύ για όλα αυτά, ο Άμλετ δεν είναι η ηλικία του και τα ξωτικά δεν είναι το χρώμα τους, ενώ του Τζέιμς Μποντ θα του έκανε πολύ καλό να γίνει για λίγο γυναίκα, να δει τα πράγματα κι απ' την άλλη πλευρά.
Οι δε δημιουργοί, εκεί που είναι, σίγουρα δεν νοιάζονται. Έχουν άλλα πιο σοβαρά προβλήματα, όπως ότι είναι νεκροί για παράδειγμα.