FOCUS

18 Οκτωβρίου 1981: 40 χρόνια μετά το θρίαμβο του ΠΑΣΟΚ, τι έχει συμβεί στη σοσιαλδημοκρατία;

18 Οκτωβρίου 1981: 40 χρόνια μετά το θρίαμβο του ΠΑΣΟΚ, τι έχει συμβεί στη σοσιαλδημοκρατία;

Η εκλογική νίκη -ο εκλογικός θρίαμβος για να το πούμε πιο σωστά- του ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου στις 18 Οκτωβρίου 1981 δεν ήταν καθόλου παράξενη ή απρόσμενη εξέλιξη. Αντιθέτως, εάν τη δει κανείς μέσα στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής της ήταν απολύτως αναμενόμενη. Και εύκολα εξηγήσιμη.

Εύκολα εξηγήσιμα αν και όχι τόσο αναμενόμενα ήταν και τα όσα συνέβησαν στα 40 χρόνια που μεσολάβησαν από εκείνη τη μέρα.

Η πορεία του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος, το οποίο αποδεκατισμένο τόσο εκλογικά όσο και από την άποψη της στελέχωσης, κυριολεκτικά παλεύει σήμερα ως ΚΙΝΑΛ με τους εσωτερικούς του δαίμονες αλλά και με την απαξίωση του εκλογικού σώματος θα μπορούσε να είναι η πορεία της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας εν συνόλω.

Μια πορεία που ξεκίνησε θριαμβευτικά, δρέποντας τις δάφνες της ελπίδας και των προσδοκιών και κατέληξε στη συνολική απαξίωση υπό το βάρος της απογοήτευσης.

Όσο πιο μεγάλες οι προσδοκίες, τόσο πιο μεγάλη η απογοήτευση και ο θυμός, αυτό ειναι κάτι που ισχύει σε όλο το φάσμα της ανθρώπινης κατάστασης, από τα προσωπικά ως την πολιτική...

Βέβαια, στην εξασθένηση της εκλογικής δύναμης των ευρωπαϊκών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων έπαιξαν ρόλο και διάφοροι αστάθμητοι παράγοντες, αλλά κυρίως, αυτό που βάρυνε ήταν η αδυναμία της ίδιας της σοσιαλδημοκρατίας να ανανεώσει τις πολιτικές της και να τις προσαρμόσει στα δεδομένα της εποχής.

Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, οι κοινωνικοί επιστήμονες έκαναν δύο προβλέψεις σε σχέση με το μέλλον της σοσιαλδημοκρατίας: Κάποιοι προέβλεψαν το «τέλος της χρυσής εποχής». Άλλοι ποντάρισαν στην ικανότητα των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων να προσαρμόζονται στις νέες συνθήκες, ανανεώνοντας τις εκλογικές στρατηγικές, τα κομματικά προγράμματα και τις δημόσιες πολιτικές τους.

Η δεκαετία του '90 έδειχνε να επιβεβαιώνει την ικανότητα των σοσιαλιστών να ανανεώνουν τις πολιτικές τους, εξασφαλίζοντας την εκλογική τους βιωσιμότητα και επιτυχία. Οι νέες σοσιαλδημοκρατίες, στις αριστερόστροφες ή δεξιόστροφες εκδοχές τους επέδειξαν μια δομική χαλαρότητα και ευελιξία που τους επέτρεπε να επιβιώσουν. Η ευφορία, όμως, δεν κράτησε πολύ.

Από το 2002 η ισορροπία των κυβερνητικών δυνάμεων στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή αλλάζει, ευνοώντας τα κεντροδεξιά κόμματα. Ταυτόχρονα, παρατηρείται εκλογική άνοδος των ακροδεξιών κομμάτων και των κομμάτων της Ριζοσπαστικής Αριστερός. Κάπου μέσα σε όλο αυτό, η σοσιαλιστές «πνίγηκαν», αδυνατώντας πλέον να συγκρατήσουν τα ποσοστά τους, αλλά και να δημιουργήσουν συμμαχίες ικανές να τους κρατήσουν στην επιφάνεια.

«Εθνική Ανεξαρτησία - Λαϊκή Κυριαρχία - Κοινωνική Απελευθέρωση - Δημοκρατία»

Αυτό ήταν το κεντρικό σύνθημα με το οποίο ο Ανδρέας Παπανδρέου σάρωσε στις εκλογές της 18ης Οκτωβρίου. Ο ίδιος είχε ιδρύσει μερικά χρόνια νωρίτερα, στις 3 Σεπτεμβρίου 1974, το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα, ένα κόμμα με βασικό στόχο την «αλλαγή», κοινωνική και πολιτική.

Σε αντίθεση με τον πατέρα του, ο Ανδρέας ήταν εξαιρετικά συμπαθής στα ευρύτερα «αριστερά» στρώματα της κοινωνίας, τα οποία και ο ίδιος υποστήριζε με θέρμη, ενώ θεωρούσε τους ηγέτες της αριστεράς παρωχημένους και όχι ιδιαίτερα ευφυείς.

Η συσπείρωση των μη κομματικά ενταγμένων αριστερών ήταν αυτή που έδωσε τη νίκη στον Ανδρέα, όπως και η μεγάλη μερίδα του κεντρώου εκλογικού σώματος που είχε πάψει να ελπίζει στην Ένωση Κέντρου.

Αυτό που ήθελαν οι Έλληνες εκείνη την εποχή ήταν πράγματι η «αλλαγή», μετά από δεκαετίες άκαμπτης δεξιάς διακυβέρνησης. Καθένας, βέβαια, όριζε την αλλαγή με το δικό του τρόπο.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο Ανδρέας έφερε αλλαγή σε πολλά και σημαντικά ζητήματα, τα οποία είχαν κυρίως ως στόχο να εκσυγχρονίσουν την κοινωνία.

Αναγνωρίζεται η Εθνική Αντίσταση και η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου. Ιδρύεται το Εθνικό Σύστημα Υγείας, καταργείται η Ελληνική Χωροφυλακή και η Αστυνομία Πόλεων και συγχωνεύονται σε ένα ενιαίο σώμα, την Ελληνική Αστυνομία, αποστρατικοποιείται η ΥΕΝΕΔ και μετονομάζεται σε ΕΡΤ2, συστήνεται ο Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων, θεσπίζονται διάφορα επιδόματα, αναγνωρίζεται και αποζημιώνεται το εργατικό ατύχημα, επεκτείνεται η πενθήμερη εργασία, ενώ μειώνονται οι ώρες εργασίας σε 40, επεκτείνεται η δυνατότητα άδειας με αποδοχές, καθιερώνεται η Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή (Α.Τ.Α.) του μισθού. Επίσης, καθιερώνεται ο πολιτικός γάμος, καταργείται ο αναχρονιστικός θεσμός της προίκας, θεσπίζεται το συναινετικό διαζύγιο και εξισώνονται τα δύο φύλα σύμφωνα με το νέο οικογενειακό δίκαιο. Στον τομέα της εκπαίδευσης, εισήχθη το μονοτονικό σύστημα και καταργείται η σχολική ενδυμασία, καθώς και η ακαδημαϊκή έδρα. Τέλος, το δικαίωμα ψήφου επεκτείνεται και στους 18χρονους.

Όλα αυτά ήταν πράγματα που η κοινωνία ήθελε και χρειαζόταν.

Η κοινωνία ήθελε και χρειαζόταν επίσης διαφάνεια στα δημόσια πράγματα, οικονομική αναβάθμιση των φτωχότερων στρωμάτων, κλείσιμο της ψαλίδας ανάμεσα στις οικονομικές τάξεις.

Ο Παπανδρέου τα πέτυχε εν πολλοίς όλα αυτά, αλλά μόνο μέχρι κάποιου σημείου.

Από τα ζιβάγκο στο Κινγκ Τζορτζ

Όσο όλα αυτά συνέβαιναν στην Ελλάδα, η Ευρώπη ζούσε στην παραζάλη της σοσιαλδημοκρατικής «υπόσχεσης». Η Γαλλία του Μιτεράν, η Γερμανία του Βίλι Μπραντ, οι Εργατικοί στη Βρετανία, όλα συνηγορούσαν στο ότι ένας νέος κόσμος ανέτειλε για την Ευρώπη μετά την επικράτηση των συντηρητικών μετά το μεγάλο Πόλεμο.

Ήταν η λεγόμενη «χρυσή εποχή» της σοσιαλδημοκρατίας, μια εποχή κατά την οποία μόνο ο ουρανός θα ήταν το όριο της κοινωνικής δικαιοσύνης.

Όλα αυτά κράτησαν κάτι πάνω από μια δεκαετία, όταν συνέβη το αυτονόητο: Οι ανθρώπινες αδυναμίες νίκησαν τις ιδεολογίες, για μια ακόμη φορά. Οι κυβερνήσεις των σοσιαλδημοκρατών πνίγηκαν στα σκάνδαλα, η Ελλάδα δεν αποτέλεσε εξαίρεση σε ένα γενικότερο κανόνα. Σκάνδαλα τα οποία το εκλογικό σώμα δεν τους συγχώρησε ποτέ.

Κι αυτό επειδή από τις συντηρητικές κυβερνήσεις τα κάθε λογής σκάνδαλα -που δεν αντιμετωπίζονταν καν σαν τέτοια- ήταν αναμενόμενα, ήταν σχεδόν ενσωματωμένα στην ύπαρξή τους την ίδια. Οι σοσιαλιστές, όμως, είχαν υποσχεθεί κάτι άλλο. Και σε αυτό το άλλο είχαν πιστέψει βαθιά όσοι τους ψήφισαν.

Μπορεί η κυβέρνηση του Ανδρέα (και ο ίδιος) να επιβίωσε από το σκάνδαλο Κοσκωτά, ήταν όμως πλέον σε μηχανική υποστήριξη. Ο ίδιος ήταν αδύναμος να ελέγξει τα στελέχη του, τα οποία επιδόθηκαν σε όργιο σκανδάλων και το χειρότερο είναι ότι δεν το έκρυβαν κιόλας.

Από τα ζιβάγκο του ΠΑΚ ως το γάμο του Άκη Τσοχατζόπουλου στο Παρίσι, η μεταμόρφωση των πάλαι ποτέ σοσιαλιστών σε αδηφάγους πλουτοκράτες ήταν τόσο εντυπωσιακή που και να ήθελες να κάνεις τα στραβά μάτια δεν μπορούσες...

Ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου στα τελευταία του χρόνια μπήκε και προσωπικά στο χορό των σκανδάλων, ήταν όμως μια εξέλιξη που σε προσωπικό και πολιτικό επίπεδο τον αδικεί κατάφορα.

Πολλή κριτική μπορεί να ασκήσει κανείς στον ευφυέστατο καθηγητή οικονομικών που άλλαξε την Ελλάδα:

Ήταν δεινός ρήτορας και χρησιμοποιούσε τη συνθηματολογία ποντάροντας στην ευπιστία του λαού. Απέτυχε να συγκρατήσει την κατάσταση όταν αυτή άρχισε να ξεφεύγει με τα υψηλόβαθμα στελέχη του να κάνουν κουμάντο στο δημόσιο χρήμα. Κάποιες από τις ισορροπίες που προσπάθησε να κρατήσει ήταν αδύνατον να επιτευχθούν. Ήταν υπερφίαλος και δέσμιος της ευφυίας του. Αυτό που στο τέλος αμαύρωσε όμως καθοριστικά την εικόνα του, δεν ήταν τίποτα τόσο τεράστιο και θεμελιώδες και πάντως δεν ήταν η αγάπη του για το χρήμα.

Ήταν απλώς μια ανθρώπινη αδυναμία. Κι απ' αυτές, ο Παπανδρέου είχε πολλές. Και όπως αποδείχθηκε, καταστροφικές.

Από τη «χρυσή εποχή» στην κατάρρευση

Πέρα απ' αυτό, όμως, υπάρχουν πολύ σοβαροί πολιτικοί λόγοι για τους οποίους τα ποσοστά της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη συρρυκνώθηκαν σε τόσο απελπιστικό βαθμό:

Οι τρεις κυριότεροι άξονες πάνω στους οποίους βασίστηκε η επικράτηση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων ήταν 1. Το κράτος πρόνοιας και η πλήρης απασχόληση. 2. Ο εκσυγχρονισμός υπό την έννοια του πολιτικού και πολιτιστικού φιλελευθερισμού και 3. Η προώθηση μιας ειρηνικής ατζέντας στην εξωτερική πολιτική.

Τη δεκαετία του 1990, όταν οι σοσιαλδημοκράτες ήταν στην κυβέρνηση στις 12 από τις 15 χώρες της ΕΕ και κατείχαν τη θέση του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το μόνο από τα τρία σημεία που παρέμενε ενεργό ήταν ο πολιτικός και πολιτιστικός φιλελευθερισμός.

Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, κατά κύριο λόγο ωρμόμενα από την ατζέντα των μεγάλων κοινωνικών κινημάτων του τέλους της δεκαετίας του 1960, αποκόπηκαν πολύ γρήγορα από τον πυρήνα των ψηφοφόρων τους, αλλά αποδείχθηκαν και ανίκανα να σταθεροποιήσουν τη συμμαχία τους με τις μεσαίες τάξεις, κάτι προαπαιτούμενο για τον «τρίτο Δρόμο προς το σοσιαλισμό».

Η κρίση της σοσιαλδημοκρατίας ήταν μέρος μιας συνολικότερης διαδικασίας: της κρίσης των πολιτικών συστημάτων και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αλλά και της κοινωνικής κρίσης που χτύπησε σαν τυφώνας τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Σε πολλές χώρες το κενό καλύφθηκε ταχύτατα από τη ριζοσπαστική και λαϊκιστική Δεξιά, η οποία αποδείχθηκε πολύ ανθεκτικότερη των προσδοκιών.

Η συνθήκη του Μάαστριχτ και η γραπτή συμφωνία Σρέντερ-Μπλερ επιβεβαίωσαν την υποταγή του κυρίαρχου ρεύματος της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας στο νεοφιλελευθερισμό.

Η σοσιαλδημοκράτες απέτυχαν να κατανοήσουν εγκαίρως και να προσαρμοστούν στη νέα μετα-βιομηχανική εποχή και τα δεδομένα της. Και υπό μια έννοια δημιουργησαν μόνοι τους το τέρας που τους κατάπιε:

Μια καινούργια «μεσαία τάξη», τους ανθρώπους που μπόρεσαν, χωρίς να βγάζουν πολλά χρήματα, να έχουν πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες στα οποία παραδοσιακά είχαν πρόσβαση μόνο οι εύποροι. Ο εμποροϋπάλληλος που μπορούσε πλέον να πάει διακοπές στη Μύκονο, δεν αισθανόταν ότι ανήκει πια στην εργατική τάξη και άρα δεν τον εκπροσωπούσαν πλέον οι ιδέες και τα οράματα των σοσιαλδημοκρατών.

Ο ίδιος έκανε στροφή προς το νεοφιλελευθερισμό, με την ψευδαίσθηση ότι θα του διασφαλίσει ακόμη μεγαλύτερη οικονομική άνοδο και ευημερία, αναγκάζοντας και τα κόμματα της σοσιαλδημοκρατίας να κάνουν μαζί του την ίδια στροφή. Σε πολλές χώρες της Ευρώπης, οι σοσιαλδημοκράτες ταυτίστηκαν τόσο με το νεοφιλελευθερισμό, που ήταν πλέον αδύνατο να τους ξεχωρίσεις από τα αντίστοιχα κόμματα της δεξιάς. Η Ελλάδα είναι μια από αυτές τις χώρες.

Με απλά λόγια, η σοσιαλδημοκρατία είχε «καταστρέψει» η ίδια την εκλογική της βάση και δεν κατάφερε να δημιουργήσει μια εναλλακτική πρόταση με την οποία να απευθυνθεί σε αυτό στο οποίο είχε μεταμορφωθεί το εκλογικό σώμα: Όσο παράδοξο κι αν ακούγεται αυτό, η συντηρητικοποίηση του εκλογικού σώματος οφείλεται κατά πολύ στις σοσιαλιστικές κυβερνήσεις.

Τα δύο πρόσωπα της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας

Η νεκρανάσταση της σοσιαλδημοκρατίας στις σκανδιναβικές χώρες αποδεικνύει για μια ακόμη φορά το γιατί οι υπερβόριοι κάτοικοι της ηπείρου (και του πλανήτη) είναι πολύ μπροστά. Εν προκειμένω το «πολύ μπροστά» σημαίνει απλά «ζουν στο σήμερα».

Αιχμή του δόρατος για την εκλογική νίκη του Γιόνας Στέρε στη Νορβηγία ήταν το κλίμα, σε μια χώρα η οποία έχει βασίσει τον πλούτο της στα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, ενώ από την άλλη έχει πολύ έντονη οικολογική συνείδηση.

Κι αν αυτό θυμίζει τα όσα έλεγε ο Γιώργος Παπανδρέου στο σύντομο διάστημα της δικής του διακυβέρνησης, ορθώς τα θυμίζει. Ο τότε πρωθυπουργός είχε το ίδιο όραμα για τη σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία, αλλά η ρητορική του περί «πράσινης ανάπτυξης» και «Δανίας του Νότου», αντιμετωπίστηκε στην καλύτερη περίπτωση αδιάφορα στη χειρότερη με απόλυτη ειρωνία.

Κάτι όχι τόσο παράξενο σε μια χώρα που έμπαινε στα μνημόνια και τη μεγάλη σκοτεινή νύχτα που δεν έχει ξημερώσει ακόμη. Τα διάφορα «μαζί τα φάγαμε» και η αιτιάσεις των Ευρωπαίων περί των Ελλήνων που ζουν πάνω από τις δυνατότητές τους, έστρεψαν πολύ σύντομα τα βέλη και τις ευθύνες προς τη μεριά των σοσιαλιστικών κυβερνήσεων του παρελθόντος. Ήταν στις μέρες τους που είχε μπει στη χώρα και στις τσέπες του κόσμου πολύ και ζεστό χρήμα. Χρήμα που σε πολλές περιπτώσεις όντως κατασπαταλήθηκε χωρίς να γίνει επενδύσεις για ένα πιο βιώσιμο οικονομικά μέλλον.

Φυσικά όλο αυτό είναι μια πολύ βολική υπεραπλούστευση. Το αν οι Έλληνες έμαθαν να ζουν με τα «πακέτα Ντελόρ», τα δανεικά και τα επιδόματα και τεμπέλιασαν είναι μια ρητορική που ευσταθεί στο βαθμό της ατομικής διαχείρισης αλλά και της κοινωνικής δυναμικής που δημιούργησε. Και όχι, η κοινωνική αυτή δυναμική δεν οφειλόταν στους σοασιαλιστές που φούσκωσαν τα μυαλά και τα πορτοφόλια του κόσμου.

Οφειλόταν πολύ περισσότερο στα χρόνια που είχαν προηγηθεί και είχαν δημιουργήσει μια μόνιμη κοινωνική και οικονομική ανισότητα, μια κατάσταση που έγινε ένα ακόμη εθνικό συλλογικό τραύμα.

Ας επιστρέψουμε στη Σκανδιναβία, όμως, στην οποία αυτήν την εποχή επιβιώνει και ανθίζει το ένα πρόσωπο της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας, το πιο συντηρητικό.

Οι Σουηδοί με την πολύ πιο φιλελεύθερη αντιμετώπιση της οικονομίας, οι Δανοί με τη δεξιά τους θέση για το μεταναστευτικό και οι Φινλανδοί με τη συγκατοίκηση των σοσιαλιστών με κόμματα άλλου προσανατολισμού, συνθέτουν μαζί με τους «πράσινους» Νορβηγούς το ένα τμήμα του πάζλ.

Την ίδια ώρα υπάρχει και το άλλο τμήμα, το νοτιοευρωπαϊκό, το οποίο περιορίζεται επί του παρόντος στην ιβηρική χερσόνησο. «Η Ισπανία, αλλά και η Πορτογαλία, μοιάζουν με πολιτικά Γκαλάπαγκος για την Κεντροαριστερά, με ένα μέρος δηλαδή προστατευομένων ειδών, αφού «εκεί υπάρχουν λιγότερα αρπαχτικά, έτσι στη σοσιαλδημοκρατία επιτρέπεται η εξέλιξη με έναν ιδιόμορφο τρόπο», έγραφε πέρυσι ο Economist και μάλλον η περιγραφή είναι πολύ ακριβής.

Οι περιπτώσεις του Αντόνιο Κόστα και του Πέδρο Σάντσεθ, στην Πορτογαλία και στην Ισπανία αντίστοιχα, είναι οι εξαιρέσεις για την Κεντροαριστερά στην Ευρώπη, ωστόσο δεν μπορούν να αποφύγουν τις συμπληγάδες των ετερόκλητων συμμαχιών που τις καθιστούν πολύ πιο εύθραυστες και ευάλωτες. Πάντως και οι δύο παραμένουν πολύ κοντύτερα στις βασικές αρχές της σοσιαλδημοκρατίας απ' ότι οποίοδήποτε άλλο παρόμοιο κόμμα στην Ευρώπη.

Στη δίνη των αναγκαστικών συμμαχιών βρίσκεται και το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα στη Γερμανία, το οποίο παλεύει να σχηματίσει κυβέρνηση μαζί με δύο διαμετρικά αντίθετους μεταξύ τους εταίρους: Τους Πράσινους και το κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών. Πιθανώς θα τα καταφέρει, όμως είναι άγνωστο το κατά πόσο θα είναι βιώσιμη μια τέτοια λύση σε μακροπρόθεσμο πλάνο.

Όσο για την Ελλάδα, αν κάνει κανείς μια βόλτα στα social media θα δει σε εικόνα την πραγματικότητα του πάλαι ποτέ σοσιαλιστικού ονείρου: Πάμπολλα memes, χαριτωμένες λεζάντες σε φωτογραφίες, δείχνουν με επιφανειακό αλλά πολύ ακριβή τρόπο την πραγματικότητα:

Σαν μια σχέση που τελείωσε για πάντα και μάλιστα όχι με καλό τρόπο, όλοι νοσταλγούμε τα καλά της εποχής του ΠΑΣΟΚ, αγνοώντας τα όσα άφησε σαν πολιτική κυρίως και όχι τόσο οικονομική παρακαταθήκη: Το παλιό ΠΑΣΟΚ, το «ορθόδοξο», έχει αποδημήσει και μαζί του αποδήμησαν και οι ελπίδες που έφερε, αλλά και ο κόσμος στον οποίο υπήρξε.

Η Ελλάδα του Ανδρέα δεν υπάρχει πια και στην Ελλάδα του σήμερα η σοσιαλδημοκρατία έχει αφήσει ένα μεγάλο κενό που απέτυχε να γεμίσει αποτελεσματικά και με πολιτική συνέχεια ο ΣΥΡΙΖΑ. Η τρύπα θα συνεχίσει να υπάρχει. Και είναι λίαν αμφίβολο εάν το ΚΙΝΑΛ θα επιτύχει ποτέ να «γυρίσει την παρτίδα».

Αν και μερικές φορές για να συμβεί αυτό, χρειάζεται απλώς να παίξει κανείς το σωστό χαρτί στη σωστή στιγμή.