FOCUS

Γ. Υφαντόπουλος στο CNN Greece: Βαρύ το τίμημα και στην Υγεία εξαιτίας των Μνημονίων στην Ελλάδα

Γ. Υφαντόπουλος στο CNN Greece: Βαρύ το τίμημα και στην Υγεία εξαιτίας των Μνημονίων στην Ελλάδα
Φωτογραφία αρχείου Pixabay

Δραματική αύξηση των ανισοτήτων, φτωχοποίηση των νοικοκυριών αλλά και κατακόρυφη μείωση του προσδόκιμου επιβίωσης, έφεραν στην Ελλάδα οι πολιτικές των Μνημονίων.

Οι φτωχοί έγιναν φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι, ενώ η Ελλάδα - μέσα από μία σειρά μείωσης των δημόσιων δαπανών της και των καταστροφικών δαπανών, που είναι «οι δαπάνες της θυσίας» - εμφάνισε και σε ένα μεγάλο βαθμό ακόμη εξακολουθεί να εμφανίζει, τις μεγαλύτερες ανισότητες στην Ευρώπη.

Η δε οικονομική της ύφεση - με το σύνθημα «cuts, cuts, cuts» - από το 2009 έως το 2018, ήταν η μεγαλύτερη σε διάρκεια, καθώς καμία άλλη χώρα, δεν είχε τόσο βαθιά και οριζόντια ύφεση. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ΑΕΠ της χώρας μας έπεσε κατά 10 μονάδες, με την ελληνική οικονομία, να χάνει την ανθεκτικότητά της. Σημειώνεται δε ότι μέχρι το 2009, είχαμε οικονομική ανάπτυξη 8%.

Τις παραπάνω διαπιστώσεις, επεσήμανε πριν λίγο καιρό, σε πρόσφατη διαδικτυακή συνέντευξη Τύπου, ο Καθηγητής Οικονομικών της Υγείας Γιάννης Υφαντόπουλος, «Φαρμακευτικές πολιτικές και αποτίμηση της αποδοτικότητας του Συστήματος Υγείας την περίοδο των μνημονίων», μία ενδιαφέρουσα μελέτη του ΙΠΟΚΕ (Ινστιτούτο Πολιτικών Οικονομικών και Κοινωνικών Eρευνών).

Ο καθηγητής Γ. Υφαντόπουλος

Ο καθηγητής Υφαντόπουλος, είναι γνωστό ότι δεν μασά τα λόγια του και δεν ωραιοποιεί καταστάσεις.

Εάν στην παραπάνω θλιβερή, ωστόσο απόλυτα ρεαλιστική, κατάσταση συνυπολογίσουμε και το τσουνάμι της πανδημίας, το οποίο φυσικά βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη-και οι επιπτώσεις του δεν έχουν μετρηθεί σε εύρος- η κατάσταση στη δημόσια υγεία είναι σίγουρα δύσκολη με πολλά ανοιχτά μέτωπα.

Η μείωση των δημόσιων δαπανών, αποτελεί ένα τεράστιο «αγκάθι» για το σύστημα υγείας της χώρας. Και αυτό που είναι απόλυτα πασιφανές- και το είδαμε εύγλωττα στην πανδημία της COVID-19, η υγεία είναι συνδεδεμένη με την οικονομία και τον κοινωνικό ιστό. Και μόνο εάν πάει καλά η υγεία θα πάνε καλά και τα οικονομικά και τα εργασιακά. Πρόκειται για μία αδιαπραγμάτευτη συνθήκη.

Τα δεινά που έφερε, η μείωση των δημοσίων δαπανών

Όμως, όπως είπαμε παραπάνω, οι πολιτικές των μνημονίων είχαν αρνητική επίδραση στο επίπεδο υγείας του ελληνικού πληθυσμού. Τα δημοσιονομικά μέτρα που ελήφθησαν τότε, αφορούσαν και το σύστημα υγείας της Ελλάδας, όπως η μείωση των δημόσιων δαπανών, με αποτέλεσμα την αύξηση της συμμετοχής των ασθενών στο κόστος χρήσης υπηρεσιών υγείας.

Η μετακύλιση του κόστους αυτού στους πολίτες- ασθενείς, οδήγησε με τη σειρά της, σε μία δραματικά ανοδική τάση των νοικοκυριών που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας μέσα σε μία δεκαετία. Συγκεκριμένα, μεταξύ 2008-2018, ο αριθμός των νοικοκυριών που υπέφεραν από «καταστροφικές» δαπάνες τριπλασιάστηκε επιδεινώνοντας τις κοινωνικές ανισότητες του πληθυσμού, καθώς τα νοικοκυριά αναγκάστηκαν να μειώσουν λειτουργικές δαπάνες επιβίωσης, προκειμένου να καλύψουν έξοδα υγειονομικής περίθαλψης.

Δραματική μείωση του ΑΕΠ & του προσδόκιμου επιβίωσης

Από το 2010 μέχρι και σήμερα, η εφαρμογή των αυστηρών Ευρωπαϊκών δημοσιονομικών μέτρων που συμφωνήθηκαν στα πλαίσια των τριών μνημονίων σε συνδυασμό με την γενικότερη οικονομική κρίση στην Ελλάδα οδήγησαν στη δραματική μείωση του ΑΕΠ. Το προσδόκιμο ζωής στην Ελλάδα αυξήθηκε με βραδύτερο ρυθμό από ό,τι σε πολλές χώρες της ΕΕ μεταξύ 2000-2017. Όσον αφορά τα έτη υγιούς επιβίωσης, κατά την περίοδο της κρίσης (2005-2016) οι Έλληνες φαίνεται να έχασαν συνολικά 3,4 έτη υγιούς επιβίωσης, με τα άτομα της ηλικίας των 65 ετών να προσδοκούν 2 έτη υγιούς επιβίωσης λιγότερα συγκριτικά με τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο ετών υγιούς επιβίωσης.

Σήμερα, η Ελλάδα έχει την ιστορική ευκαιρία να προχωρήσει σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις μέσα από το περιβάλλον που δημιουργεί η χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (TAA), μπαίνοντας σε μία περίοδο ανάκαμψης. Για τον λόγο αυτό, οι πόροι από το Ταμείο, πρέπει να αξιοποιηθούν με σοφία και σύνεση.

Επενδύσεις σε Έρευνα και Ανάπτυξη με στόχευση την ευημερία και όχι την ασθένεια

Στην πολύ ενδιαφέρουσα τοποθέτησή του, ο καθηγητής Υφαντόπουλος, αναφέρθηκε με έμφαση στο ευνοϊκό χρηματοδοτικό περιβάλλον που δημιουργεί το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, με 4 στοχευμένους πυλώνες: Πράσινος, Ψηφιακός, Κοινωνικός και Οικονομικός – θεσμικός.

Οι επενδύσεις πρέπει να γίνουν με στόχευση στην έρευνα και ανάπτυξη, οι μεταρρυθμίσεις να έχουν ως βάση την ευημερία και όχι την ασθένεια και επιτέλους να γίνουν στοχευμένες ενέργειες ως προς την πρόληψη, τόνισε εμφατικά ο καθηγητής Υφαντόπουλος με την λεκτική του δεινότητα που τον χαρακτηρίζει.

Το επονείδιστο clawback και η βιωσιμότητα του ΕΣΥ που διακυβεύεται

Ελλάδα: η χώρα με το υψηλότερο ποσοστό clawback στην Ευρώπη

Ο μηχανισμός της επιστροφής χρηματικού ποσού από τις φαρμακευτικές εταιρείες προς το δημόσιο (το περιβόητο clawback) θεσπίστηκε στο πλαίσιο της μνημονιακής περιόδου με στόχο τη γενικότερη μεταρρύθμιση του συστήματος υγείας και τον εξορθολογισμό του συστήματος υγείας. Ωστόσο λειτούργησε ως αυτόματος μηχανισμός επανείσπραξης για το κράτος που τίθεται σε εφαρμογή όταν η φαρμακευτική δαπάνη υπερβαίνει τα όρια του προϋπολογισμού. Ήταν ένα προσωρινό μέτρο, το οποίο δυστυχώς έχει λάβει μόνιμο χαρακτήρα. Και παρά το γεγονός ότι στηλιτεύθηκε και χαρακτηρίστηκε ως ένα άδικο, ληστρικό και επονείδιστο μέτρο, το οποίο φρενάρει κάθε αναπτυξιακή διάσταση και σχεδιασμό από την πλευρά των επιχειρήσεων, εν τούτοις εξακολουθεί και υφίσταται, δημιουργώντας δομικά προβλήματα και απειλώντας τη βιωσιμότητα της φαρμακοβιομηχανίας.

Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα, είναι η χώρα με το υψηλότερο clawback στην Ευρώπη, 27.3% έναντι του μέσου ευρωπαϊκού όρου 8.6%, ενώ κατά την περίοδο 2015-2019, η μείωση κατά 60% του δημόσιου προϋπολογισμού στην εξωνοσοκομειακή αγορά, οδήγησε σε επιβάρυνση της φαρμακευτικής βιομηχανίας κατά 264%.

Το «φαινόμενο υποκατάστασης», χωρίς εξορθολογισμό, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο κ. Υφαντόπουλος, όπου η συμβολή της φαρμακευτικής βιομηχανίας (μέσω clawback και rebate) είναι εκθετικά υψηλότερη αυτής του κράτους, θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα της φαρμακευτικής περίθαλψης μέχρι το 2024.

Η ιστορική ευκαιρία του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας

Η Ελλάδα έχει πλέον μπροστά της μια μοναδική, ιστορική ευκαιρία, μέσα από την υλοποίηση του Εθνικού Σχεδίου «Ελλάδα 2.0» και τη σχετική χρηματοδότηση από το TAA. Αυτή τη συγκυρία καλείται να αξιοποιήσει με το βέλτιστο δυνατό τρόπο, προκειμένου η χώρα να επενδύσει στην Υγεία και να προχωρήσει σε διαρθρωτικές, στοχευμένες μεταρρυθμίσεις που θα την επαναφέρουν σε τροχιά ανάκαμψης.

Κράτος, φαρμακευτική βιομηχανία και ακαδημαϊκή κοινότητα αποτελούν τους ‘φυσικούς δορυφόρους’ του συστήματος Υγείας που θέτει στο επίκεντρο τον πολίτη- ασθενή, με στόχο τη βελτίωση των υπηρεσιών φαρμακευτικής περίθαλψης που του παρέχονται, την επίτευξη κοινωνικής δικαιοσύνης, μέσω της άμβλυνσης κοινωνικών ανισοτήτων στην πρόσβαση όλων σε φαρμακευτική περίθαλψη, και τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του συστήματος υγείας σε βάθος χρόνου.

Με στόχο στο Μέλλον, ο προϋπολογισμός της Υγείας

Όπως τόνισε ο καθηγητής Υφαντόπουλος, ο προβλεπόμενος προϋπολογισμός για την υγεία θα πρέπει να σχεδιάζεται με τέτοιο τρόπο ώστε να καλύπτει παρούσες και μελλοντικές ανάγκες του πληθυσμού με επανασχεδιασμό του μηχανισμού αυτόματων επιστροφών και χωρίς μετακύλιση του κόστους. Θα πρέπει να παρέχονται κίνητρα σε όλα τα συνεργαζόμενα μέρη για την αύξηση της αποδοτικότητας και μείωση της υπερβάλλουσας φαρμακευτικής δαπάνης με παράλληλο εξορθολογισμό της ζήτησης στον νοσοκομειακό και μετανοσοκομειακό τομέα.

Παράλληλα, τόνισε ότι είναι πολύ σημαντικό να καλλιεργηθεί ορθολογική οικονομική συμπεριφορά τόσο από τους ασθενείς όσο και από τους γιατρούς.

Η συνεργασία όλων των ενδιαφερόμενων μερών, είναι η απαραίτητη ‘μαγιά’ για να διαμορφωθούν αναβαθμισμένες υπηρεσίες περίθαλψης που με τη σειρά τους θα οδηγήσουν σε κοινωνική ευημερία.

Τέλος, αναφερόμενος στο κρυφό κομμάτι της πανδημίας, αυτό είναι το άγχος και η κατάθλιψη, σημείωσε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι συνήθως οι πανδημίες, κρατούν 2,5 με 3 χρόνια. Είναι ανάγκη, πρόσθεσε, στις περιόδους κρίσης, είτε υγειονομικής, είτε οικονομικής, να αντιμετωπίζουμε ορθολογικά τα πράγματα, με συμπόνοια και ενσυναίσθηση.