Ισλαμικός εξτρεμισμός: Γιατί στρατολογούνται οι νέοι της Ευρώπης
Οι τρομοκρατικές επιθέσεις στις Βρυξέλλες αναζωπύρωσαν τις δημόσιες αντιπαραθέσεις για τα τι και πώς του ισλαμικού εξτρεμισμού. Στο πρώτο μέρος αυτής της έρευνας παρουσιάζονται οι παρανοήσεις αναφορικά με το κοινωνικό προφίλ των Ευρωπαίων μαχητών που εντάσσονται στις τάξεις του Ισλαμικού Κράτους, αλλά και αυτές γύρω από τις απαντήσεις που πρέπει να δοθούν στο φαινόμενο της ριζοσπαστικοποίησης και τη βία που πλήττει την Ευρώπη.
Η παρανόηση περί στρατιωτικής επέμβασης
Για να αντιμετωπιστούν οι τρομοκρατικές επιθέσεις στην Ευρώπη απαιτείται μια συντονισμένη, μαζική επίθεση της Δύσης στο Ισλαμικό Κράτος σε Συρία και Ιράκ.
Ο ιστορικός ηγέτης της Αιγύπτου Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ χαιρετά τα πλήθη στη Δαμασκό της Συρίας, τον Οκτώβριο του 1960, την εποχή της βραχύβιας Ηνωμένης Αραβικής Δημοκρατίας - Πηγή: Bibliotheca Alexandrina and the Gamal Abdel Nasser Foundation
Ιστορικά, ο μόνος κοινωνικοπολιτικός σχηματισμός που κατάφερε να συγκρατήσει τον τροφοδοτούμενο από τη σαουδαραβική μοναρχία ισλαμικό φονταμενταλισμό στη Μέση Ανατολή ήταν ο αντιαποικιοκρατικός, αραβικός σοσιαλισμός/εθνικισμός, όπως αναπτύχθηκε στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα.
Από τον Οθωμανό-Σύρο διανοητή Σατί Αλ Χουσρί (Sati' al-Husri, 1882-1968) (φωτ.) –τον επονομαζόμενο «Άραβα Fichte», που ανδρώθηκε θεωρητικά κατά την παραμονή του ως δάσκαλος στα Ιωάννινα και αργότερα αναδείχτηκε σε εξέχουσα φυσιογνωμία των Νεότουρκων στη Μακεδονία, θεμελίωσε τον αραβικό εθνικισμό στα προτάγματα του γερμανικού πολιτισμικού εθνικισμού του 19ου αιώνα, (ο οποίος –σε αντίθεση με τον γαλλικό ή αγγλικό εθνικισμό υπέρ της απελευθέρωσης του ατόμου από το απολυταρχικό κράτος– προέτασσε την υπόταξη του ατόμου στον ανώτερο σκοπό της ενοποίησης του έθνους) και οραματίστηκε το νεοσύστατο Ιράκ ως την «Πρωσία της Μέσης Ανατολής», έως τον Σύρο φιλόσοφο Μισέλ Αφλάκ (Michel Aflaq, 1910-1989), που θεμελίωσε τον μπααθισμό στα τέλη της δεκαετίας του ’40, και τον Αιγύπτιο πρόεδρο Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ (Gamal Abdel Nasser, 1918-1970), που υπήρξε το σημείο αναφοράς στα αραβικά κινήματα του Ψυχρού Πολέμου, ο αραβικός εθνικισμός αποδεχόταν την ιδιαίτερη θέση του Ισλάμ στο εθνικιστικό κίνημα, μόνο όμως στην πνευματική και ηθική του διάσταση, προτάσσοντας την υπεροχή της αραβικής εθνότητας έναντι του ισλαμικού δικαιοκρατικού συστήματος στον απελευθερωτικό αγώνα κατά της Δύσης.
Η εκκωφαντική ήττα από το Ισραήλ στον Πόλεμο των Έξι Ημερών τον Ιούνιο του 1967 σήμανε την αρχή του τέλους για τον νασερικό παναραβισμό και τη μετάβαση από τον αντιαποικιοκρατικό αραβικό εθνικισμό (Qawmiya) των Νασερικών στον εδαφικό-κρατικό εθνικισμό (Wataniya) των σοσιαλιζόντων Μπααθιστών, όπως επικυρώθηκε στη σύνοδο της Αραβικής Λίγκας στο Χαρτούμ (29 Αυγούστου – 1 Σεπτεμβρίου 1967).
Ο κρατικός εθνικισμός, όπως επικράτησε στο μπααθικό Ιράκ του Σαντάμ Χουσέιν το ’70 και την ίδια εποχή στη μπααθική Συρία του Χαφέζ Αλ Άσαντ, στον αλγερινό εμφύλιο το ’90 και στη μετανασερική Αίγυπτο των Ανουάρ Σαντάτ και Χόσνι Μουμπάρακ, αποτέλεσε ανάχωμα απέναντι στο ριζοσπαστικό Ισλάμ (Islamiyyum), αλλά ταυτόχρονα αποριζοσπαστικοποίησε τον αραβικό εθνικισμό.
Στις περισσότερες δε των περιπτώσεων προσεταιρίστηκε τυχοδιωκτικά τη Δύση, κάνοντας γεωπολιτικά και οικονομικά ανοίγματα στην προσπάθεια να ελιχθεί υπό την πίεση της Ιρανικής Επανάστασης, της σοβιετικής κατάρρευσης και την καθολική επικράτηση του υπαρκτού νεοφιλελευθερισμού, όπως εξελισσόταν από τις πετρελαϊκές κρίσης του ’70 και εντεύθεν. Ο κρατικός εθνικισμός εξελίχθηκε σε εθνικισμό των δορυφόρων.
Η Δύση ανταπέδωσε, δίνοντας τη χαριστική βολή στους Άραβες εθνικιστές, που κλυδωνίστηκαν μετά τις αμερικανικές επεμβάσεις στο Ιράκ, με αποκορύφωμα της παρακμής τους την Αραβική Άνοιξη και την ανάδειξη του σουνιτικού Ισλάμ ως της μακράς χειρός των μοναρχιών του Κόλπου στις υποθέσεις των κοσμικών δικτατόρων πέριξ της Ανατολικής Μεσογείου.
Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’60, η σαουδαραβική μοναρχία εξέθρεφε τον εξτρεμισμό ως αντιστάθμισμα σε αυτό που αντιλαμβανόταν ως κομμουνιστικές παρεκκλίσεις στον νασερισμό και τον μπααθισμό, βρίσκοντας σύμμαχο στη νέα θρησκευτική δεξιά των ΗΠΑ και την αναβίωσή της στις δύο κυβερνήσεις Μπους, που διέρρηξαν τις διαχωριστικές γραμμές ρεαλισμού και ιδεαλισμού στις διεθνείς σχέσεις, εισάγοντας σε μια εποχή ανεπανάληπτου οικονομικού ρίσκου το μονοπολικό ιδεολόγημα της «καλοκάγαθης ηγεμονίας» («benevolent hegemony»), όπως εφαρμόστηκε στον παγκόσμιο πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, ήτοι τη διεθνοπολιτική διάσταση του κράτους έκτακτης ανάγκης των νομοθετημάτων Patriot Act.
Από την 11η Σεπτεμβρίου και μετά γινόμαστε μάρτυρες της αμερικανικής στρατιωτικής υπεροχής στο πεδίο της μάχης που μετατρέπεται σε διαρκή ήττα της νεοσυντηρητικής Δύσης απέναντι στους τζιχαντιστές στο ιδεολογικό πεδίο. Οι δυτικές επεμβάσεις των νέο-ρηγκανικών της Ουάσιγκτον σε Αφγανιστάν, Ιράκ και Λιβύη απέδειξαν ότι όχι μόνο δεν επέτυχαν την καθυπόταξη του ισλαμικού φονταμενταλισμού, αλλά τον ενίσχυσαν ακόμα περισσότερο από όσο είχαν κάνει προ δεκαετιών επί Ρήγκαν, όταν το λαϊκό είδωλο του Ράμπο και οι «freedom fighters» Αφγανοί μουτζαχεντίν προκρίνονταν ως αντίβαρο στον σοβιετικό επεκτατισμό.
Την οριστική αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων κατοχής από το Ιράκ το 2011 και το Αφγανιστάν το 2014 ακολούθησε η προέλαση της ιρακινής Αλ Κάιντα (που μετεξελίχθηκε σε ISIS) και των Ταλιμπάν αντίστοιχα.
Παρόμοια αστάθεια επικράτησε στη Λιβύη και τη Σομαλία, όπου η επέμβαση των δυτικών συμμάχων όχι μόνο δεν οδήγησε τις χώρες αυτές σε μια κατάσταση ανάκαμψης και ευημερίας, αλλά χάρισε στον διεθνή Τύπο πρωτοφανή επεισόδια αμφισβήτησης της αμερικανικής ηγεμονίας (Πόλεμος στο Μογκαντίσου το 1993 και κατάρριψη του Black Hawk της 101ης Αερομεταφερόμενης Μεραρχίας στις 25 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους από την αντικομμουνιστική Σομαλική Εθνική Συμμαχία του ισλαμιστή Μοχάμεντ Φαράχ Αϊντίντ και το λιντσάρισμα του Αμερικανού διπλωμάτη Τζον Κρίστοφερ Στίβενς στις 12 Σεπτεμβρίου 2012 μετά την εισβολή τζιχαντιστών στο αμερικανικό προξενείο στη Βεγγάζη).
Στον αντίλογο που λέει ότι οι αποχωρήσεις αυτές δεν συνιστούν στρατιωτική ήττα της διεθνούς συμμαχίας υπό τις ΗΠΑ, αλλά ολοκλήρωση της διεθνούς αποστολής και ανεπάρκεια των τοπικών αρχών ασφαλείας να αναλάβουν την ευθύνη, η απάντηση έρχεται τόσο από το αμερικανικό Πεντάγωνο όσο και από τον Λευκό Οίκο.
Ήδη από το 2013 και τη στρατηγική στροφή της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής από τη Μεσόγειο στην Σινική Θάλασσα, η Ουάσιγκτον αναγνωρίζει ότι η επικράτηση στο πολεμικό πεδίο δεν επέρχεται μετά από μια δεδομένη και πρόσκαιρη νίκη, αλλά από την επιχειρησιακή δυνατότητα να διατηρηθεί στο διηνεκές το καθεστώς μακροχρόνια κατοχής, που αναπόφευκτα απαιτείται για την κεφαλαιοποίηση της στρατιωτικής επέμβασης στην οργάνωση του υποταγμένου κράτους. Ο ίδιος ο Μπαράκ Ομπάμα (Barack Obama) έχει διατυπώσει με τον σαφέστερο τρόπο ότι η μακρόχρονη παρουσία χερσαίων δυνάμεων σε ξένες εστίες –όπως η δεκαετής παρουσία των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων σε Ιράκ και Αφγανιστάν– «είναι αυτό που επιθυμούν οι ομάδες όπως ο ISIL» («Address to the Nation by the President», 6/12/2015).
Κόντρα στη λογική των χερσαίων επεμβάσεων, ο Αμερικανός πρόεδρος προκρίνει ως ορθή στρατηγική τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς που δίνουν στρατηγικό πλεονέκτημα στο πεδίο σε αυτούς που «μάχονται για να ανακτήσουν τον έλεγχο της πατρίδας τους».
Μέχρι στιγμής, ικανότερες στη προώθηση αυτής της στρατηγικής αναδεικνύονται οι στρατιωτικές δυνάμεις των Κούρδων της Συρίας, που όμως ιδεολογικά κάθε άλλο παρά ταυτίζονται με το κυρίαρχο, δυτικό αφήγημα, όπως διατυπώθηκε και εφαρμόστηκε από το πολιτικό συνεχές Ολμπράιτ-Πάουελ-Ράις-Κλίντον στο State Department για εγκαθίδρυση τοπικών, φιλοδυτικών καθεστώτων, υπέρμαχων της ελεύθερης αγοράς και πολέμιων της ιρανορωσικής σύμπραξης στη ζώνη που εκτείνεται από τη Βόρεια Αφρική έως τα σύνορα της Κίνας.
Ο έτερος αντίπαλος του Ισλαμικού Κράτους στο συριακό μέτωπο είναι η Χεζμπολά (Hizballah), που στον προ δεκαετιών εμφύλιο του Λιβάνου πολέμησε τους κομμουνιστές. Μετά την αποχώρηση του συριακού στρατού το 2005 και τον Πόλεμο του 2006 με το Ισραήλ, η σιιτική οργάνωση διατηρεί ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας με το ιστορικό κομμουνιστικό κόμμα του Λιβάνου (PLC), στου οποίου το θεωρητικό οπλοστάσιο εξέχουσα θέση κατέχει το ανολοκλήρωτο τρίτομο έργο «Οι υλιστικές τάσεις της αραβικής, ισλαμικής φιλοσοφίας» («Al naza’at al mâddiya fil falsafa al ’arabya al islamya» / «Les tendances matérialistes dans la philosophie arabe islamique», Βηρυττός, Dar Al Faraby, 1982) του Λιβανέζου μαρξιστή θεωρητικού Χουσεΐν Μρουέ (Hussein Mroué), ο οποίος δολοφονήθηκε το 1987 σε ηλικία 80 ετών (φωτ.: αφίσα που εξέδωσε η PLO το 1987 αποκαλώντας τον Μρουέ «μάρτυρα του Λιβάνου, της Παλαιστίνης και του αραβικού απελευθερωτικού κινήματος»), αλλά το έργο εξακολουθεί να βρίσκεται στο επίκεντρο των αχαρτογράφητων ζυμώσεων στους κόλπους της αραβικής μεσαίας τάξης.
Με δεδομένο ότι η Χεζμπολά βρίσκεται στη λίστα των οργανώσεων που το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ στοχοποιεί ως τρομοκρατικές, ο μόνος αποδεκτός από τη Δύση κοινωνικοπολιτικός σχηματισμός που δείχνει ότι μπορεί να ταπεινώσει στρατιωτικά στο πεδίο τους τζιχαντιστές είναι ο αντιφασιστικός, διεθνισμός Κούρδων, Αράβων, Ασσυρίων της Ροτζάβα που προκρίνουν την κοινοτική οικονομία και την συνομοσπονδιακή οργάνωση της πολιτείας στη βάση αμεσοδημοκρατικών διαδικασιών.
Αξίζει να σημειωθεί εδώ, όπως παρουσιάστηκε σε διεθνή έρευνα ακαδημαϊκών που παρουσιάστηκε πέρυσι στον ΟΗΕ (βλ. παρακάτω), οι Κούρδοι που αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά το Ισλαμικό Κράτος είναι το ίδιο αποφασισμένοι να πεθάνουν για τις αξίες τους, όπως οι μαχητές του Ισλαμικού Κράτους.
Αν στην εξίσωση συνυπολογιστεί το φιάσκο του αμερικανικού προγράμματος εκπαίδευσης Σύρων της μετριοπαθούς αντιπολίτευσης,που καταργήθηκε τον περασμένο Οκτώβριο (σ.σ. πρόγραμμα εμπνεύσεως Ομπάμα και εφαρμογής CIA, ύψους 1 δισ. δολαρίων ετησίως, από το 2011, για την εκπαίδευση 5.000 μαχητών κατά του Άσαντ με τη στήριξη Ιορδανίας, Κατάρ, Σαουδικής Αραβίας και Τουρκίας, που κατέληξε σε 1.500 υποψήφιους μαχητές τον Μάρτιο του 2015 και μόλις 200 να ξεκινούν τελικά την εκπαίδευση στη Συρία με κόστος 41,8 εκατ. δολαρίων, εκ των οποίων στη μάχη –κατά του ISIS πια– μπήκαν 57 μαχητές της λεγόμενης Division 30 (φωτ.), για να αποδεκατιστούν τον περασμένο Αύγουστο από το Μέτωπο Al Nusra), αντιλαμβάνεται κανείς ότι οι κραυγές για δυτική, στρατιωτική επέμβαση στη Συρία δεν είναι τίποτα περισσότερο από λαϊκισμός για τον κατευνασμό του ακροδεξιού ακροατηρίου στις αποσβολωμένες, συντηρητικές κοινωνίες της Γηραιάς Ευρώπης
Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες αφενός έχουν μάθει από τα ΜΜΕ να αναγιγνώσκουν τη διεθνοπολιτική συγκυρία με όρους Τέλους της Ιστορίας, αγνοώντας τις πολιτικές και θεωρητικές επεξεργασίες δεκαετιών στον αστικό κόσμο της Μέσης Ανατολής, αφετέρου δεν μπορούν να κατανοήσουν αυτό που με τον πιο επίσημο τρόπο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δια στόματος του αρμοδίου επιτρόπου Μετανάστευσης, Εσωτερικής Πολιτικής και Ιθαγένειας, δεν σταματά να επαναλαμβάνει· όπως τόνιζε ο Δημήτρης Αβραμόπουλος, μιλώντας ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο στις 25 Νοεμβρίου 2015 για τα γεγονότα στο Παρίσι δύο εβδομάδες πριν:
Επιτρέψτε μου για άλλη μια φορά να επανέλθω σε ένα θέμα που ανησυχεί πολλούς από εσάς σήμερα: τη σύνδεση μετανάστευσης και τρομοκρατίας και τη σύνδεση θρησκείας και τρομοκρατίας.
Το είπα χτες, ο πρόεδρος Γιούνκερ το είπε σήμερα το πρωί και θα το επαναλάβω ξανά: Πρέπει να διαχωρίσουμε απόλυτα αυτούς που χρειάζονται την προστασία μας από αυτούς που προσπαθούν να επιτεθούν στις αξίες μας, τις θεμελιώδεις αξίες των κοινωνιών μας.
Είναι οι ίδιοι αυτοί τρομοκράτες από τους οποίους οι πρόσφυγες αναζητούν να ξεφύγουν.
Επιτρέψτε μου επίσης να σας υπενθυμίσω για άλλη μια φορά ότι σχεδόν όλοι οι δράστες των τελευταίων επιθέσεων σε ευρωπαϊκό έδαφος ήταν πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης –και δεν ήταν όλοι Μουσουλμάνοι εξ αρχής.
Πρέπει να ρωτήσουμε τους εαυτούς μας γιατί αυτοί οι νέοι άνθρωποι, που έχουν γεννηθεί και ανατραφεί εδώ, αποφασίζουν να φύγουν, να εγκαταλείψουν τις κοινότητές μας και να στραφούν εναντίον μας.
Το Daesh (σ.σ. αραβικό όνομα για το Ισλαμικό Κράτος) θέλει από εμάς να σκεφτούμε αντίστροφα –μαύρο άσπρο– να πυροδοτήσουμε τον ανταγωνισμό που στήνει. Ας μην πέσουμε σε αυτήν παγίδα. Ας μην παραδοθούμε στον φόβο και τον πανικό.
Η παρανόηση περί κηρυγμάτων μίσους και Ισλάμ
Για να αντιμετωπιστούν οι τζιχαντιστές πρέπει να κλείσουν τα τεμένη, τα οποία αποτελούν εστίες κηρύγματος μίσους, κάνουν πλύση εγκεφάλου σε περιθωριοποιημένους νέους και τους στρατολογούν στις τάξεις του Ισλαμικού Κράτους.
Στις 24 Νοεμβρίου 2015, έντεκα ημέρες μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι, η Αντιτρομοκρατική Επιτροπή (Counter-Terrorism Committee) του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ συνεδρίασε με θέμα «Ξένοι Τρομοκράτες Μαχητές» («Foreign Terrorist Fighters – FTF’s»). Στη συνεδρίαση της επιτροπής εκλήθη μεταξύ άλλων διακεκριμένων ακαδημαϊκών και ο Γαλλοαμερικανός ανθρωπολόγος Σκοτ Άτραν (Scott Atran), που μίλησε για το παρελθόν και τα κίνητρα των FTF's.
Η ομιλία του βασίστηκε στα συμπεράσματα πολυετών ερευνών, που ο ίδιος είχε παρουσιάσει στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ στις 23 Απριλίου 2015 και των οποίων το πιο πρόσφατο μέρος διεξήχθη με αιχμαλώτους μαχητές του ISIS και του Μετώπου Αλ Νούσρα στο Κιρκούκ του Ιράκ και τη Συρία και με ριζοσπαστικοποιημένους νέους στα προάστια του Παρισίου και της Βαρκελώνης.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο Άτραν είναι καθηγητής στο Institut Jean Nicod του Εθνικού Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών (Centre national de la recherche scientifique – CNRS, του μεγαλύτερου ερευνητικού οργανισμού στην Ευρώπη) της Ecole Normale Supérieure και συνιδρυτής του Κέντρου για την Ανάλυση Δυσεπίλυτων Συγκρούσεων (Centre for the Resolution of Intractable Conflict - CRIC) του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.
Επίσης, θα πρέπει να σημειωθεί η συνάντηση του Νοεμβρίου πραγματοποιήθηκε με σκοπό να συζητηθούν τα νέα δεδομένα στη τρομοκρατία, να καλυφθούν τα ερευνητικά κενά και να προσδιοριστούν οι πολιτικές προτεραιότητες, αναφορικά με την εφαρμογή του ψηφίσματος 2178 του 2014 για την καταπολέμηση του εξτρεμισμού και των διεθνών ροών τρομοκρατών στις εμπόλεμες ζώνες. Στη συνεδρίαση που υιοθέτησε το ψήφισμα –ένα χρόνο πριν (24/9/2014)– είχε προεδρεύσει αυτοπροσώπως ο Αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα.
Ξεκινώντας από την παρουσίαση του Απριλίου, το βασικό ερώτημα στο οποίο επιχείρησαν να απαντήσουν οι έρευνες της διεθνούς ομάδας ερευνητών με επκεφαλής τον Σκοτ Άτραν (φωτ.) ήταν ποιοι είναι οι νέοι που εντάσσονται στις τάξεις του Ισλαμικού Κράτους και, ακολούθως, ποια τα κίνητρά τους, πώς στρατολογούνται και, τέλος, ποια μπορεί να είναι η απάντηση της διεθνούς κοινότητας στο φαινόμενο της ριζοσπαστικοποίησης και της βίας.
Τα συμπεράσματα για το προφίλ των ριζοσπαστικοποιημένων νέων ήταν διαφορετικά για αυτούς που προέρχονται από τη Μέση Ανατολή και αυτούς που προέρχονται από την Ευρώπη.
ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ
Από τις συνεντεύξεις στο Ιράκ, προέκυψε ότι όσοι είχαν πολεμήσει στις τάξεις του Ισλαμικού Κράτους έλεγαν μεν ότι το Ισλάμ «είναι η ζωή τους», αλλά δεν γνώριζαν τίποτα από το Κοράνι. Όλα όσα γνώριζαν για την ισλαμική θρησκεία τα είχαν μάθει στις τάξεις της Αλ Κάιντα και του ISIS. Κύριο δίδαγμα εκεί ήταν ότι μουσουλμάνοι σαν αυτούς είναι στόχος προς εξολόθρευση, εκτός κι αν πρώτοι εκείνοι κατάφερναν να εξολοθρεύσουν τους απίστους. Η έρευνα έδειξε ότι στα χρόνια που ακολούθησαν την πτώση του Σαντάμ Χουσέιν, οι νέοι αυτοί είχαν μεγαλώσει σε ένα κολασμένο περιβάλλον, όπου ο διαρκής ανταρτοπόλεμου, οι οικογενειακοί θάνατοι και εκτοπισμοί, αλλά και παραμονή σε καταφύγια μακριά από τις εστίες τους για μεγάλο διάστημα, ήταν ο κανόνας.
ΕΥΡΩΠΗ
Το προφίλ του ριζοσπαστικοποιημένου νέου μαχητή του ISIS προέκυψε πολύ διαφορετικό στη μουσουλμανική διασπορά και στην Ευρώπη. Σύμφωνα με την έρευνα, η ριζοσπαστικοποίηση των νέων αυτών σπανίως υπήρξε απότοκο της παρουσίας τους στα τζαμιά της ευρωπαϊκής επικράτειας και της συνακόλουθης συμμετοχής τους στο λατρευτικό τελετουργικό των κληρικών.
Η ριζοσπαστικοποίηση δεν οφείλόταν στους ιεροκήρυκες, ούτε σε άγνωστους ξένους που εμφανίστηκαν ξαφνικά στη ζωή των νέων, συμπαρασύροντάς τους σε εξτρεμιστικά μονοπάτια στα πολεμικά μέτωπα της Μέσης Ανατολής. Αλλά, ούτε οι οικογένειες των νέων αυτών θα έπρεπε να κατηγορηθούν για την ριζοσπαστικοποίησή των γόνων τους.
Για την ακρίβεια, οι έρευνες είναι τόσο ανατρεπτικές, που δεν θα πρέπει να μιλάμε αποκλειστικά για μουσουλμάνους, καθώς τα στοιχεία δείχνουν ότι ένα σημαντικό τμήμα των στρατολογούμενων «προέρχεται από χριστιανικές οικογένειες και μάλιστα «συμβαίνει αυτοί να είναι οι πιο φανατικοί των μαχητών». Τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν έδειξαν ότι ένας στους τέσσερις νέους Γάλλους όλων των δογμάτων έχουν ευνοϊκή στάση προς τον ISIS και το 20% που κατατάσσονται στον ISIS είναι Χριστιανοί προσήλυτοι.
Παρά το γεγονός ότι τα social media παίζουν μεγάλο ρόλο στη διαδικασία στρατολόγησης Ευρωπαίων νέων στις τάξεις των τζιχαντιστών, αυτή εν τούτοις οφείλεται κατά 75% σε φίλους και το λεγόμενο peer network, κατά 20% σε μέλη του ευρύτερου οικογενειακού περιβάλλοντος και μόλις κατά 5% στους ιεροκήρυκες.
Το 80% των νέων που στρατολογούνται δεν έχουν λάβει κανενός είδους επίσημη θρησκευτική εκπαίδευση. Απλώς, δηλώνουν ότι «αναγεννήθηκαν» μέσα από το Ισλάμ, όπως το γνώρισαν μέσα από τα δίκτυα των τζιχαντιστών, στοιχείο που φαίνεται να καταρρίπτει τον μύθο περί βίαιου χαρακτήρα της ισλαμικής παράδοσης, καθώς δεν είναι αυτή που βρίσκεται στην αφετηρία της ριζοσπαστικοποίησης.
Είναι εντυπωσιακό δε αυτό που ανέφερε ο καθηγητής Άτραν στο Συμβούλιο Ασφαλείας και τον Απρίλιο και τον Νοέμβριο. Από τις έρευνες προέκυψε ότι οι γονείς των ριζοσπαστικοποιημένων νέων ήταν απρόθυμοι να συζητήσουν για θέματα εξωτερικής πολιτικής και τον ISIS, την ίδια ώρα που τα παιδιά τους προσπαθούσαν απελπισμένα να κατανοήσουν ακριβώς για αυτά τα θέματα.
Ολόκληρη την τοποθέτηση του Σκοτ Άτραν στην Αντιτρομοκρατική Επιτροπή του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και των υπόλοιπων τοποθετήσεων συνολικής διάρκειας δυόμισι ωρών μπορείτε να την παρακολουθήσετε εδώ.
Η παρανόηση περί τεράτων και εισβολέων
Οι μαχητές του Ισλαμικού κράτους είναι ψυχοπαθείς με τάσεις προς την εγκληματικότητα, που παρασύρονται από τους κακούς – Αρκεί να φυλαχθούν τα εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης για να εξουδετερωθούν.
ΑΝΤΙΣΥΣΤΗΜΙΚΗ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ
Τα στοιχεία των ερευνών που παρουσιάστηκαν στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ τον Απρίλιο και στην Αντιτρομοκρατική Επιτροπή τον Νοέμβριο δείχνουν ότι η ριζοσπαστικοποίηση των νέων Ευρωπαίων επέρχεται σε προχωρημένη εφηβική ηλικία. Οι περισσότεροι που πέφτουν στα δίχτυα των τζιχαντιστών είναι νέοι που διέρχονται ένα μεταβατικό στάδιο της ζωής τους: μετανάστες, μαθητές, στο μεσοδιάστημα από δουλειά σε δουλειά, νέοι χωρίς εμπειρία μακροχρόνιας σχέσης, άτομα που έχουν εγκαταλείψει την οικογενειακή εστία, αναζητώντας νόημα και αναγνώριση στη ζωή τους. Προκύπτει, επίσης, ότι πολλοί μαχητές του ISIS κάθε άλλο παρά αναγνωρίζονται ως περιθωριοποιημένοι στις κοινωνίες που ζουν.
Τα στοιχεία δείχνουν, επίσης, ότι η ριζοσπαστικοποίηση δεν προκύπτει από «ηθική κατάπτωση» ή «πλύση εγκεφάλου», καθώς η ένταξη των ξένων –ιδίως των Ευρωπαίων– στις τάξεις των μαχητών γίνονται «οικειοθελώς».
Σύμφωνα με τον καθηγητή Άτραν, η στρατολόγηση στον ISIS λειτουργεί ως «κάλεσμα για δόξα και περιπέτεια» στους νέους, σε μια κατάσταση όπου «η τζιχάντ τους προσφέρει την ευκαιρία να γίνουν ήρωες». Αυτό ακριβώς προβάλλει ως προσφορά το λεγόμενο Ισλαμικό Χαλιφάτο: «μια ευκαιρία απελευθέρωσης του ατόμου από έναν κόσμο ψευδεπίγραφης ελευθερίας και ανούσιων επιλογών», όπως γράφεται χαρακτηριστικά και στο εσωτερικό έγγραφο του ΟΗΕ με ημερομηνία 22 Ιανουαρίου 2016, όπου παρουσιάζεται η περίληψη των τοποθετήσεων του Νοεμβρίου από τον Άτραν και άλλους πέντε ακαδημαϊκούς για το θέμα των ξένων τρομοκρατών μαχητών.
Με μια πρώτη ανάγνωση συμπεραίνει κανείς ότι η περιγραφή των τζιχαντιστών ως «τεράτων» δεν είναι παρά η εύκολη καταφυγή στη ψυχιατρικοποίηση, ελλείψει επαρκούς ενεργοποίησης πολιτικών, κριτικών αντανακλαστικών.
«Αν ήταν να σκοτωθώ αύριο, γνωρίζοντας ότι η οικογένειά μου μένει στο Ισλαμικό Κράτος, είναι για 'μένα μια ευλογία. Ας μας ευλογεί ο Αλλάχ και ας μεγαλώσει τα παιδιά μας για να σηκώσουν το λάβαρα ψηλότερα και μακρύτερα, χύνοντας το αίμα τους για χάρη Του. Αμήν» (σ.σ. το SWT είναι το ακρωνύμιο της φράσης Subhanahu Wa Ta'ala, που στα αραβικά σημαίνει «Δόξα σε Αυτόν, τον Ύψιστο» και συνοδεύει ως συντόμευση κάθε γραπτή αναφορά στο όνομα του Αλλάχ) - Πηγή: Tumblr/Israfil Yilmaz (βλ. στο τέλος)
ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΣΥΝΟΡΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ
Στο ίδιο περιληπτικό έγγραφο αναφέρεται ότι το Ισλαμικό Κράτος χρησιμοποιεί εξελιγμένες τεχνολογίες μάρκετινγκ μέσα από τα social media, διαδικτυακά παιχνίδια και peer-to-peer δίκτυα προς αναζήτηση χιλιάδων των υποψηφίων μαχητών.
Αυτό καταδεικνύει το πόσο άκυρα είναι τα καλέσματα Ευρωπαίων ηγετών για φύλαξη των γεωφυσικών διόδων προς την Ευρώπη, ωσάν οι πρόσφυγες να αποτελούν στρατό εισβολής της τζιχάντ και ωσάν η αστυνόμευση στα λεγόμενα εξωτερικά σύνορα να αποτρέπει τους νέους από το να αναζητήσουν ένα ηλεκτρονικό μήνυμα, όπως τους περιμένει στα σύνορα που έχουν ορθωθεί εντός των ευρωπαϊκών κοινωνικών και διαπερνούν τους πατροπαράδοτους ταξικούς διαχωρισμούς.
Οι έρευνες της ομάδας του Σκοτ Άτραν και των υπολοίπων ακαδημαϊκών καταδεικνύουν ότι η κυβερνητική ανταπόκριση στο φαινόμενο κρίνεται ιδιαίτερα ανεπαρκής και αναποτελεσματική, καθώς όλες οι στρατηγικές αφήγησης –και ανάμεσά τους αυτές που παρουσιάζουν τον ISIS ως στρατό ανεγκέφαλων, αιμοσταγών τεράτων– στερούνται αυθεντικότητας και ευστροφίας απέναντι σε νέους που είναι κατεξοχήν καχύποπτοι απέναντι στις κυβερνήσεις.
Αντίθετα, το Ισλαμικό Κράτος μέσα από τα μηνύματά του –πολλά από τα οποία είναι κρυπτογραφημένα ώστε να μην ανιχνεύονται από τις αρχές– εμφανίζεται να συμπάσχει και όχι να διδάσκει, μετατρέποντας τις προσωπικές απογοητεύσεις και παράπονα σε ηθική οργή.
Όπως προκύπτει από τις συνεντεύξεις της ομάδας Άτραν που έγιναν ανάμεσα στα μέλη του ISIS και του Jabhat Al-Nusra (Μέτωπο Αλ Νούσρα), το δυτικό μήνυμα ότι οι τζιχαντιστές είναι κακοί, αποκεφαλίζουν και περιορίζουν τις γυναίκες δεν αναγνωρίζεται από τους στρατολογούμενους.
Μιλώντας για τους ξένους τρομοκράτες μαχητές στην παρουσίαση του περασμένου Νοεμβρίου, ο καθηγητής Άτραν έκανε λόγο για το «μεγαλύτερο κίνημα αντικουλτούρας και εθελοντικής στρατολόγησης από τα τέλη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου», τονίζοντας ότι «αν δεν αντιμετωπιστεί, θα χαθούν πολλές γενιές στο μέλλον».
«Λένε ότι βασανίζουμε και σκοτώνουμε παιδιά. Ψέματα. Τα αδέρφια που έχω συναντήσει εδώ δεν θα πείραζαν ούτε μύγα χωρίς λόγο. Μαλακοί απέναντι στα πλάσματα του Αλλάχ και τους Μουσουλμάνους αλλά άγριοι και σκληροί απέναντι στους απίστους» - Πηγή: Tumblr/Israfil Yilmaz (βλ. στο τέλος)
Η παρανόηση περί αξιών και ασφάλειας
Η Δύση πρέπει να υπερασπιστεί τις αξίες της - Χρειάζεται δυναμική απάντηση με αύξηση των μέτρων ασφαλείας.
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ: ΙΣΛΑΜΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ
Εκτός από το προφίλ των ξένων τρομοκρατών μαχητών και πώς λειτουργεί η στρατολόγηση, οι συζητήσεις του περασμένου Νοεμβρίου στην Αντιτρομοκρατική Επιτροπή του Συμβουλίου Ασφαλείας κατέγραψαν έξι κενά στην κατανόηση του επιχειρησιακού σκέλους του ISIS και της αντιμετώπισής του.
- Αυτό που δεν αντιλαμβάνεται το δυτικό ακροατήριο είναι ότι οι εθελοντές του ISIS βλέπουν τους εαυτούς τους ως μέρος μιας κοινότητας υπέρ ενός ένδοξου σκοπού που επικυρώνει τη «δίκαιη οργή» και, όπως δηλώνουν, η ένταξη στις τάξεις των τζιχαντιστών τούς προκαλεί ευφορία.
- Η απλουστευτική απόρριψη του ISIS ως «μηδενιστικού» αποφεύγει την επιτακτική ανάγκη να γίνει κατανοητή και να απαντηθεί η ελκυστικότητα της «αποστολής» του να αλλάξει και να σώσει τον κόσμο. Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η στρατολόγηση συνιστά «πλύση εγκεφάλου». Απεναντίας, υπάρχουν πολλές ενδείξεις εναντίον αυτής της πεποίθησης. Η δε επίκληση μιας τέτοιας στρατηγικής για την ερμηνεία του φαινομένου γίνεται από όσους δεν αναγνωρίζουν τα κίνητρα πίσω από τη ριζοσπαστικοποίηση των νέων (όπως οι έκπληκτοι γονείς τους) και από όσους αρνούνται να αποδεχτούν ότι «νορμάλ» μέλη της κοινωνίας είναι δυνατό να αναγνωρίσουν στα κινήματα αυτά προσωπικές επιθυμίες.
- Στο πιο ευαίσθητο ίσως σημείο τους, οι έρευνες συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η χρήση μαζικής βίας από το Ισλαμικό Κράτος δεν θα πρέπει να ειδωθεί υπό το πρίσμα της γενικής αντίληψης περί παθολογικών ή μοχθηρών εκφάνσεων της ανθρώπινης φύσης –«που ξεφεύγει»– ή στις «ακούσιες παρενέργειες ευγενών κατά τ’ άλλα προθέσεων». Στη μεγαλύτερη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας και στους περισσότερους πολιτισμούς «η μαζική χρήση βίας εναντίον αθώων θεωρείται ζήτημα ηθικής αρετής» και επιβεβαιώνει την υπεροχή όσων την ασκούν. Επιπλέον, λειτουργεί ως «προσπάθεια συγκλονισμού του εχθρού και συσπείρωσης των αναποφάσιστων», που καλούνται να διαλέξουν μέρος.
- Σε επίπεδο κυβερνητικών χειρισμών επικρατεί η πεποίθηση ότι αρκεί η παροχή υλικών κινήτρων –όπως εργασία και εκπαίδευση– σε όσους υποψήφιους μαχητές διαπιστώνεται ότι ζουν στο περιθώριο της κοινωνίας ως αντιστάθμισμα στη γοητεία του «χαλιφάτου». Η έρευνα διαπιστώνει ότι είναι απίθανο οι υλικές προσφορές να εμποδίσουν άτομα, τα οποία έχουν αποφασίσει να θυσιάσουν τη ζωή τους για τους σκοπούς του Ισλαμικού Κράτους. Τέτοια κίνητρα είναι δυνατόν να πετύχουν στα πρώιμα στάδια της ριζοσπαστικοποίησης. Αλλά, τα άτομα, που έχουν ριζοσπαστικοποιηθεί σε μέγιστο βαθμό και είναι ενταγμένα πλήρως σε εξτρεμιστικές ομάδες, κηρύττοντας υπέρ της τιμωρίας, όχι μόνο δεν είναι επιδεκτικά σε τέτοιες προσφορές, αλλά το πιθανότερο είναι –όταν τους προσφερθούν– να απασφαλίσουν.
- Υπάρχει «σύγκρουση ανάμεσα σε παραδοσιακές κουλτούρες» («clash of traditional cultures») και όχι «σύγκρουση πολιτισμών» («clash of civilizations»). Η δημοφιλής άποψη περί σύγκρουσης της Δύσης με το Ισλάμ είναι παραπλανητική, παρόλο που προωθείται τόσο από την Αλ Κάιντα και τον ISIS όσο και από τους αντιπάλους των.
Ο βίαιος εξτρεμισμός δεν σηματοδοτεί την αναβίωση της παραδοσιακής κουλτούρας, αλλά την κατάρρευσή της. Στον εξτρεμισμό καταφεύγουν νέοι άνθρωποι, οι οποίοι έχουν αποσυνδεθεί από τις παραδόσεις και αναζητούν απεγνωσμένα μια κοινωνική ταυτότητα που να τους αποδίδει ατομική σπουδαιότητα και δόξα. Αυτή είναι και η σκοτεινή πλευρά της παγκοσμιοποίησης. Τα άτομα ριζοσπαστικοποιούνται, στην προσπάθειά τους να βρουν μία στέρεα ταυτότητα σε έναν κόσμο, στον οποίο δεν βρίσκουν νόημα. Οι κάθετες γραμμές επικοινωνίας ανάμεσα σε διαφορετικές γενιές έχουν αντικατασταθεί από οριζόντιες διασυνδέσεις δικτύων peer-to-peer που διατρέχουν τον πλανήτη σε όλα τα μήκη και πλάτη. Οι ερευνητές προειδοποιούν ότι, χωρίς συντονισμένη πνευματική και διανοητική προσπάθεια, εκπαίδευση/ευαισθητοποίηση και εξατομικευμένη προσοχή, δεν αναμένεται πρόοδος ενάντια στον ISIS και άλλες, παρόμοιες ομάδες. Αυτό αφήνει ως μόνη εναλλακτική τη χρήση δύναμης (με όλες τις απρόβλεπτες και ακούσιες συνέπειες, τον πόνο και την αγωνία).
Ακόμα, όμως, και αν ο ISIS τελικά ηττηθεί στρατιωτικά, το μήνυμά του θα παραμένει ελκυστικό στις γενιές που θα ‘ρθουν. Για να μην συμβεί αυτό, κυβερνήσεις, επιχειρήσεις, μέσα ενημέρωσης και δίκτυα πληροφόρησης, θρησκευτικές ομάδες και οργανώσεις πολιτών οφείλουν να εργαστούν από κοινού, να συμμετάσχουν ενεργά και να κινητοποιήσουν τη νεολαία, να δείξουν ότι αντιλαμβάνονται τα παράπονά της, ότι ακούν και μαθαίνουν από τις φιλοδοξίες και τα όνειρά της, παρέχοντας συγκεκριμένα μονοπάτια, οικουμενικά μηνύματα και όχι απλώς υποσχέσεις για την πραγμάτωση των ελπίδων τους και την ευκαιρία «για έναν καλύτερο κόσμο». - Τα κινήματα βάσης (grassroot movements) δεν αρκούν από μόνα τους για την αντιμετώπιση του εξτρεμισμού. Μπορεί οι τοπικές πρωτοβουλίες να αποτρέπουν άτομα από τη διάπραξη βίαιων ενεργειών πολιτικής ή θρησκευτικής φύσης, αλλά αυτό δεν μπορεί να αντισταθμίσει την ευρύτερη επιρροή του ISIS στους νέους. Αυτό που χρειάζεται –υποστηρίζουν οι επιστήμονες- είναι η δημιουργία μιας πλατφόρμας, η οποία θα αναδεικνύει και θα διυλίζει σε κεντρικό επίπεδο την εμπειρία και τις επιτυχίες που έχουν συντελεστεί σε κεντρικό επίπεδο. Όπως σημειώνουν, «τέτοια πλατφόρμα σήμερα δεν υπάρχει» και ο ΟΗΕ (ίσως να είναι και ο μόνος που μπορεί –τονίζεται στην αναφορά των αποτελεσμάτων) πρέπει να την παρέχει.
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΑΞΙΕΣ
Στη συνέχεια, οι συζητήσεις –όπως μπορεί να διαβάσει στο εσωτερικό έγγραφο της Επιτροπής– επεκτάθηκαν στην «Αποκατάσταση και Επανένταξη» («Rehabilitation and reintegration») των FTF's. Τα συμπεράσματα που καταγράφηκαν εκεί δίνουν απάντηση για το ποια θα πρέπει να είναι η ανταπόκριση της διεθνούς κοινότητας στο πρόβλημα της ισλαμικής τρομοκρατίας.
Οι ακαδημαϊκοί σημειώνουν ότι η νομική ανεπάρκεια στο ζήτημα της αντιμετώπισης όσων ριζοσπαστικοποιημένων νέων επιστρέφουν από τα πολεμικά μέτωπα στις ευρωπαϊκές τους εστίες δημιουργεί τον κίνδυνο οι κυβερνήσεις να καταφύγουν σε δικαστικές μεθόδους αδιαφανείς και αναντίστοιχες με το κεκτημένο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Υπογραμμίζουν δε την ανάγκη να πειστούν οι κυβερνήσεις ότι η χρήση προληπτικών μεθόδων CVE (Countering Violent Extremism), (όπως περιγράφονται από το χρηματοδοτούμενο από το αμερικανικό Κογκρέσο και ανεξάρτητο Ινστιτούτο Ειρήνης των ΗΠΑ) δεν είναι συνιστά απλώς «χρήση ήπιας δύναμης», αλλά «επιτακτική ανάγκη για την ασφάλεια». Οι αντιτρομοκρατικές προσεγγίσεις που αγνοούν και παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι αντιπαραγωγικές, καθώς γεννούν αισθήματα δυσπιστίας σε συγκεκριμένες κοινότητες, βοηθώντας τους εξτρεμιστές να βρουν ακροατήριο και στηρίγματα.
Με δεδομένο των αριθμό των ατόμων που προσελκύονται από τον ISIS, οι ακαδημαϊκοί υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει προκατασκευασμένη προσέγγιση για οποιοδήποτε πρόγραμμα ενάντια στην ριζοσπαστικοποίηση. Αυτό που υπάρχει είναι γενικές κατευθυντήριες γραμμές, οι οποίες πρέπει να λαμβάνονται κάθε φορά υπόψη και αυτές είναι:
- Η εστίαση στα αίτια της κοινωνικής αποσύνδεσης των ατόμων αυτών.
- Η μεγαλύτερη έμφαση σε προγράμματα κοινωνικής ένταξης για άτομα που νιώθουν «αποξενωμένα, απελπισμένα και άχρηστα». Μέχρι σήμερα το μεγάλο βάρος τέτοιων προσπαθειών αναλάμβαναν θρησκευτικοί παράγοντες, αλλά στο μέλλον αυτό που θα αποτελέσει πρόκληση είναι «τα άτομα που κινδυνεύουν από τον εξτρεμισμό να νιώσουν ότι ανήκουν σε ένα ευρύτερο πολιτιστικό πλαίσιο» και ως εκ τούτου θα πρέπει να ενεργοποιηθούν παράγοντες πέραν των θρησκευτικών μειονοτήτων.
- Η ανάγκη για περιορισμό της νομικής καταστολής, καθώς αυτή «αποτρέπει τα άτομα από το να ανοιχτούν στα προγράμματα πρόληψης».
- Η αναγνώριση του διαπροσωπικού στοιχείου στην στρατολόγηση, ακόμα και στις περιπτώσεις όπου διαπιστώνεται η καταλυτική επιρροή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Η συνδρομή των οικογενειών και της κοινότητας στην αποτροπή της ριζοσπαστικοποίησης έχει νόημα όταν «προσφέρεται ανοιχτά, είναι υποστηρικτική, δεν έχει τιμωρητικό χαρακτήρα και ούτε, επίσης, εκλαμβάνεται ως πλύση εγκεφάλου από την ανάποδη».
- Οι προληπτικές μέθοδοι είναι πιθανόν να αποτύχουν, αν δεν υπάρχει η αντίληψη για «κοινωνίες περιεκτικές, φιλόξενες και ευημερούσες, που βρίσκουν θέση και ταυτότητα για τους νέους που κινδυνεύουν να ριζοσπαστικοποιηθούν».
- Η αποκέντρωση των προληπτικών προγραμμάτων και «εκτός μητροπολιτικών περιοχών», όπου η ριζοσπαστικοποίηση μπορεί να εμφανιστεί οξύτερη.
- Η κατηγοριοποίηση των ριζοσπαστικοποιημένων νέων που επιστρέφουν στην Ευρώπη, ώστε να διαπιστωθεί αν είναι απογοητευμένοι, δυσαρεστημένοι ή συνιστούν κίνδυνο. Ως προς αυτά, η διαχείρισή τους πρέπει να είναι «εξατομικευμένη».
Τέλος, οι συζητήσεις που εξετάζονται εδώ κατέληξαν στη σημασία της «επιστημονικής έρευνας» γύρω από τον εξτρεμισμό και την ένταξη νέων σε τρομοκρατικά δίκτυα.
Χαρακτηριστικά έγινε λόγος για:
- αποφυγή πολιτικών εικασιών («to avoid politically driven assumptions»), αλλά όχι υποτίμηση των ιδεολογικών και των ανθρωπιστικών διαστάσεων του προβλήματος,
- κατανόηση των αφηγήσεων που χρησιμοποιούνται στην στρατολόγηση και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται σε συγκεκριμένο κοινωνικό περιβάλλον,
- κατανόηση του κειμένου «Η διαχείριση του χάους και της αγριότητας» («Idārat at-Tawaḥḥuš: Akhṭar marḥalah satamurru bihā l 'ummah») που δημοσιεύτηκε στο ίντερνετ το 2004 και έκτοτε αποτέλεσε το ιδεολογικό μανιφέστο για την Αλ Κάιντα και το Ισλαμικό Κράτος,
- διερεύνηση της αποτελεσματικότητας στην οικογενειακή και τοπική διαχείριση της επανένταξης, ώστε τα προληπτικά προγράμματα να προσαρμοστούν στα δεδομένα των οικονομικών δυνατοτήτων Μέσης Ανατολής και Βορείου Αφρικής, απ’ όπου προέρχεται μεγάλο μέρος των μαχητών,
- δημιουργία ανεξαρτήτων δικτύων (μπλόγκερς, διαχειριστών διαδικρυακού περιεχομένου κ.α.) που κατανοούν τις ιδιαιτερότητες των τοπικών κοινοτήτων,
- αναγνώριση της σημασίας της κρατικής χρηματοδότησης και της αναζήτησης μεθόδων crowdfunding και εθελοντικής συνεισφοράς για το στήσιμο προγραμμάτων κατά του εξτρεμισμού
- ανάγκη ώστε τα ΜΜΕ να ενημερώνουν και να μην παρουσιάζουν ως θέαμα τον εξτρεμισμό, μετατρεπόμενα σε όπλα των τζιχαντιστών,
- διαχωρισμό των άμεσων από τα έμμεσα δίκτυα υποστήριξης των τζιχαντιστών στις κοινότητες της μουσουλμανικής διασποράς,
- μελέτη τρόπων για την αποδόμηση του ηγετικού και «ενάρετου» προφίλ της ηγεσίας του Ισλαμικού Κράτους,
- συνεργασία ερευνητικών ομάδων, διαμοιρασμό των ερευνητικών αποτελεσμάτων, πρόσβαση των ερευνητικών ινστιτούτων σε κρατικές πηγές πληροφόρησης, εγκαταστάσεις, αρχεία, δικαστικές αποφάσεις κ.α.
ΕΝΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
Συμπερασματικά σε αυτό το πρώτο μέρος για τις παρανοήσεις αναφορικά με το Ισλαμικό Κράτος, την επιρροή του και την ανταπόκριση της διεθνούς κοινότητας, η τρομοκρατία των τζιχαντιστών προκύπτει σε κάθε περίπτωση ως ευρωπαϊκό πρόβλημα:
- Είτε ως απότοκο μιας καταστροφικής εξωτερικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή, της οποίας τις συνέπειες προσπαθούν στο παρασκήνιο οι δυτικοί ηγέτες να αναστείλουν, χωρίς όμως οι περισσότεροι να τολμούν δημόσια να αναγνωρίσουν τα λάθη τους, απελευθερώνοντας τις μουσουλμανικές κοινωνίες από τον δυτικό –στρατιωτικό και οικονομικό– παρεμβατισμό.
- Είτε ως απότοκο μιας απολιτικής διαχείρισης των επιπτώσεων της παγκοσμιοποιήσης στο εσωτερικό των αναπτυγμένων κοινωνιών, που υπέσκαψε τελικά την ίδια την έννοια της οικουμενικής θεώρησης και της πολιτικής συμμετοχής, διοχετεύοντας τα αυτονόητα αντισυστημικά αντακλαστικά της ευρωπαϊκής νεολαίας σε οτιδήποτε φαντάζει εκτός πλαισίου.
Αστυνομικός σε επιφυλακή στον σιδηροδρομικό σταθμό Midi των Βρυξελλών, μετά τα τρομοκρατικά χτυπήματα της 22ας Μαρτίου 2016 - Πηγή: REUTERS/Christian Hartmann
Επί δεκαετίες, η μεταπολεμική Δύση επέλεξε να κοιτά πολλή ώρα μέσα στην άβυσσο που δημιούργησε στην περιθωριοποιημένη από τα χρηματοπιστωτικά πειράματα στην περιφέρεια του αναπτυσσόμενου κόσμου, δημιουργώντας σύγχυση για το μήνυμα των αξιών της εντός και εκτός συνόρων. Κι όταν κοιτάς πολλή ώρα μέσα σε μια άβυσσο, κοιτάει και η άβυσσος μέσα σε ‘σένα, κάτα το νιτσεϊκό ρητό.
O τουρκικής καταγωγής Ολλανδός πολίτης Ισραφίλ Γιλμάζ (Israfil Yilmaz) - Πηγή: Tumblr/Israfil Yilmaz
Η παγκοσμιοποιήση –όπως άνοιξε επιλεκτικά τις πόρτες για τις άυλες αξίες, αλλά όχι για τους ανθρώπους εκείνους που θα μπορούσαν να ζυμώσουν κοινά όνειρα σε νέες κοινωνικοπολιτικές πραγματικότητες μιας ανασυνταγμένης παγκόσμιας οικονομίας– επέτρεψε στα τέρατα να κοιτάξουν μέσα στη γηρασμένη και αδειασμένη από νόημα Ευρώπη: κόντρα στις διακηρύξεις της, η τελευταία επέμεινε να ατενίζει τον κόσμο με το οριενταλιστικό βλέμμα του ιμπεριαλιστή αποικιοκράτη.
Αποδεικνύεται σε κάθε τραγικό γεγονός, όπως οι επιθέσεις στις Βρυξέλλες, πώς όταν μιλάμε για ριζοσπαστικοποίηση των νέων στην Ευρώπη δεν γνωρίζουμε για τι πράγμα μιλάμε.
Η ριζοσπαστικοποίηση του Ισλάμ πλήττει σχεδόν αποκλειστικά τις μουσουλμανικές κοινωνίες και τους μουσουλμάνους που είναι τα μεγαλύτερα θύματα του ισλαμικού εξτρεμισμού στην Τουρκία, στη Συρία, στις μουσουλμανικές κοινότητες της Αφρικής, της Ασίας και στις μοναρχίες του Κόλπου (στις τελευταίες ο εξτρεμισμός ως επίσημη κρατική πολιτική).
Αυτό που πλήττει την Ευρώπη είναι η ισλαμοποίηση του αντισυστημικού ριζοσπαστισμού, η απόδοση ισλαμικών χαρακτηριστικών στον ριζοσπαστισμό ολοένα και περισσότερων Ευρωπαίων νέων.
Σε αυτό το σημείο είναι που οι κυβερνήσεις συναντούν τους τρομοκράτες. Για άλλη μια φορά, οι Ευρωπαϊκές ηγεσίες φαίνεται να επιλέγουν να αποδώσουν περισσότερα τέτοια χαρακτηριστικά στους νέους που τις αμφισβητούν, παρά να αποδεχτούν ότι το πολιτικό τους πρόγραμμα έχει αποτύχει, αφήνοντας όσους θέλουν και μπορούν να στήσουν μια νέα πολιτική πραγματικότητα, που θα φτιάχνει Ευρωπαίους πολίτες και όχι Ευρωπαίους μαχητές και στρατιώτες, όπως θα σκοτώνονται μεταξύ τους με παράπλευρη απώλεια ανυποψίαστους πολίτες μιας Ευρώπης χωρίς νόημα.
ο
O τουρκικής καταγωγής Ολλανδός πολίτης Ισραφίλ Γιλμάζ (Israfil Yilmaz) με τις στολές του τουρκικού στρατού, του ολλανδικού στρατού και του Ισλαμικού Κράτους. Ο Γιλμάζ γεννήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 1987 στην Ολλανδία. Υπηρέτησε την στρατιωτική του θητεία στο Τσανάκαλε (Çanakkale) της Τουρκίας. Αργότερα, εντάχθηκε στον βασιλικό στρατο της Ολλανδίας, από όπου αποχώρησε το 2013 για να πολεμήσει με το Ισλαμικό Κράτος στη Συρία κατά του Άσαντ. Έγινε διάσημος το 2015, όταν συμμετείχε σε ερωτοαπαντήσεις με το κοινό από τον προσωπικό του λογαριασμό στο Tumblr, ενώ οι φωτογραφίες που ανέβαζε στο Twitter και στο Instagram έγιναν ρεπορτάζ σε πλήθος δυτικών Μέσων. Έχει παραδεχτεί ότι έχει εκπαιδεύσει Βρετανούς εφήβους για να πολεμήσουν στη Συρία, ενώ οι κινεζικές αρχές έχουν καταγγείλει την ανάμιξή του στην εκπαίδευση Ουιγούρων αποσχιστών ανταρτών. Στις αρχές του περασμένου Ιανουαρίου τραυματίστηκε από Κούρδισσα ελεύθερη σκοπεύτρια - Πηγή: Tumblr/Israfil Yilmaz
Τηλεοπτικό πλάνο της βελγικής τηλεόρασης δείχνει θύματα από την τρομοκρατική επίθεση των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους στο αεροδρόμιο Zaventem των Βρυξελλών, στις 22 Μαρτίου 2016. Η εικόνα των δύο ανθρώπων, θυμάτων της τυφλής βίας, που έπεσαν νεκροί και όμως μοιάζουν αγκαλιασμένοι, διπλα σε ένα παιδικό καρότσι, προκάλεσε ιδιαίτερη συγκίνηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης - Πηγή: REUTERS/RTL Belgium via Reuters
Ο φωτογραφικός φακός αποτυπώνει τα πρόσωπα Κούρδων ενηλίκων και παιδιών, κατά τη διάρκεια διαμαρτυρίας των εγκλωβισμένων προσφύγων στα αποκλεισμένα σύνορα Ελλάδας-ΠΓΔΜ στην Ειδομένη. Εξαντλημένοι από το ατέλειωτο ταξίδι τους και την βασανιστική παραμονή τους στη μακεδονική μεθόριο, κρατούν χαρτόνια που γράφουν ότι είναι θύματα του Ισλαμικού Κράτους και τάσσονται κατά της τρομοκρατίας, δηλώνοντας τη συμπαράστασή τους στο Βέλγιο και στα θύματα των τρομοκρατικών επιθέσεων στις Βρυξέλλες. Το ημερολόγιο γράφει 23 Μαρτίου 2016 - Πηγή: REUTERS/Alexandros Avramidis