Όλα για την Ασία
Το μεγάλο μομέντουμ επέστρεψε ξαφνικά στην αγορά πετρελαίου, παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει κάποια αξιοσημείωτη αλλαγή στην ενεργειακή πολιτική των μεγάλων πετρελαιοπαραγωγών του πλανήτη.
Αν κάποιος έκλεινε προς στιγμήν τα μάτια, θα έχανε το ράλι. Από τα επίπεδα της 11ης Φεβρουαρίου, όταν το Brent της Βόρειας Θάλασσας είχε κατρακυλήσει σε χαμηλό δεκατριών ετών, λίγο πάνω από τα 27 δολάρια το βαρέλι, γινόμαστε μάρτυρες μιας ανόδου της τάξης του 30%, που μεταφράζεται σε αύξηση δέκα δολαρίων.
Η απλή συζήτηση περί των μεγάλων παραγωγών, όπως τέθηκε από τις Σαουδική Αραβία και Ρωσία με τη συνδρομή της Βενεζουέλας και του Κατάρ, έστειλε το μήνυμα ότι ο δεν επίκειται ολοκληρωτικός πόλεμος για τις τιμές του πετρελαίου.
Το ανοδικό ράλι συνέβη, παρά το γεγονός ότι η ημερήσια υπερπαραγωγή κυμαίνεται ακόμα στο 1,5 εκατ. βαρέλια, που είναι σαν να προστίθεται στην αγορά η παραγωγή άλλης μιας Ανγκόλας. Ακόμα και μετά το πέρας των εκλογών, το Ιράν παρέμεινε αμετακίνητο στη θέση του να μην μετέχει στη συμφωνία για «μεγάλο πάγωμα τιμών», έχοντας εξάλλου καταφέρει να επιβιώσει υπό καθεστώς κυρώσεων την τελευταία τετραετία.
Στην προσπάθεια της Βενεζουέλας να διατηρήσει κανάλια επικοινωνίας ανάμεσα στους μεγάλους παίκτες, ο υπουργός Πετρελαίου της Βενεζουέλας Εουλότζιο Ντελ Πίνο (Eulogio del Pino) πρότεινε να πραγματοποιηθεί άλλη μια συνάντηση ανάμεσα στον ΟΠΕΚ και τους παραγωγούς εκτός ΟΠΕΚ, άλλα μέχρι σήμερα οι πληροφορίες λένε ότι δεν έχει βρεθεί κατάλληλη ημερομηνία και μέρος για να κλείσουν τα διαδικαστικά.
Εν τω μεταξύ, τα αποθέματα αργού στις ΗΠΑ συνεχίζουν να διογκώνονται πάνω από το μισό εκατομμύριο βαρέλια, σύμφωνα με τα στοιχεία της αμερικανικής υπηρεσίας ενέργειας (Energy Information Administration – EIA). Η αμερικανική παραγωγή έχει υποχωρήσει στα 400.000 βαρέλια ημερησίως από το υψηλό της περασμένης άνοιξης, αλλά διατηρώντας τα επίπεδα των 9,2 εκατ. βαρελιών ημερησίως δείχνει να αντέχει τη συντριβή της αγοράς τον τελευταίο ενάμισι χρόνο.
Αλλά, πίσω από τους γεωπολιτικούς ελιγμούς ανάμεσα στους λομπίστες εντός και εκτός ΟΠΕΚ βρίσκεται η απροθυμία των μεγάλων παικτών να προχωρήσουν πέρα από το πιάτο της ημέρας που λέγεται «πάγωμα της παραγωγής». Υπάρχει λόγος και έχει να κάνει με την Ασία.
Η Σαουδική Αραβία και οι υπόλοιπες μεγάλες πετρελαιοπαραγωγές χώρες της Μέσης Ανατολής, περιλαμβανομένων του Ιράκ, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, του Κουβέιτ, συν τη Ρωσία έχουν επικεντρώσει τις ενέργειές τους σε αυτούς που ακόμα βλέπουν αύξηση της ζήτησης για αργό.
Το όνομα του παιχνιδιού λέγεται «αύξηση της ζήτησης» και αυτή τη στιγμή η Ασία είναι για την πετρελαϊκή βιομηχανία το «τσουκάλι με το χρυσάφι».
Αν βάλεις όλες τις χώρες της Ασίας μαζί, έχεις αύξηση της ζήτησης που αντιστοιχεί σε 700.000-800.000 βαρέλια αργού ημερησίως. Αναμένουμε φέτος αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης στα 1,3-1,4 εκατ. βαρέλια ημερησίως, εκ των οποίων τα δύο τρίτα έχουν προέλευση την Ασία», εξηγεί ο Φεριντούν Φεσαράκι (Fereidun Fesharaki), ιδρυτής και πρόεδρος της FACTS Global Energy.
Δεν είναι παράξενο που Κίνα και Ινδία, οι δύο μεγαλύτερες αναδυόμενες αγορές, είναι αυτές που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Παρά το γεγονός ότι βρίσκεται πιθανόν ενώπιον μιας δραματικής επιδείνωσης της οικονομίας της, η Κίνα εισήγαγε με το ρυθμό ρεκόρ 7,8 εκατ. βαρελιών ημερησίως τον Δεκέμβριο, ή με ετήσιο ρυθμό αύξησης 9%, όπως δείχνουν τα στοιχεία του ΟΠΕΚ.
Σύμφωνα με το χρηματιστήριο εμπορευμάτων του Ντουμπάι (Dubai Mercantile Exchange), αθροιζόμενο το μερίδιό τους στην αγορά έχει τριπλασιαστεί στο 16% από τα επίπεδα του 1990 και αναμένεται να διπλασιαστεί κάποια στιγμή έως το 2040.
Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) έχουν σαφώς θέσει προτεραιότητά τους την Ινδία. Ο διάδοχος στο θρόνο του Αμπού Ντάμπι, Σεΐχης Μοχάμεντ μπιν Ζαγέντ Αλ Ναγιάν (Sheikh Mohammed bin Zayed Al-Nahyan) ολοκλήρωσε μόλις πρόσφατα επίσκεψή του στην Ινδία, που είχε στόχο την επέκταση των εμπορικών σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες, που αποτιμώνται σε 60 δισ. δολάρια ετησίως. Η ενέργεια αποτελεί τον κύριο πυλώνα σε αυτήν τη στρατηγική, καθώς η τρέχουσα ζήτηση για το αργό των Εμιράτων κινείται κάτω από τα 300.000 βαρέλια την ημέρα.
Πρόσφατα, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΑΕ μου είπε σε συνέντευξη για την επίσκεψη αυτή ότι υπάρχουν μεγάλες προσδοκίες για αύξηση της ζήτησης.
Όπως ανέφερε ο Ανουάρ Γκαργκάς (Anwar Gargash), «Μπορεί να πάει πολύ ψηλότερα. Υπάρχουν πολλές δραστηριότητες που μπορούν να διερευνηθούν στον πετρελαϊκό τομέα, ανάμεσά στους οποίους είναι, φυσικά, τα στρατηγικά αποθέματα, οι περισσότερες πωλήσεις πετρελαίου των Εμιράτων στην Ινδία και η διύλιση, διανομή και εμπορία (downstream).
Τα μακροχρόνια στοιχήματα στην Ασία θα μπορούσαν να αποδειχθούν προβληματικά, καθώς από την Κίνα έως το τόξο της νοτιοανατολικής Ασίας, οι ηγεσίες έχουν αρχίσει να επενδύουν στις πηγές ανανεώσιμης ενέργειας και αυτό αναμένεται να συνεχίσει να συμβαίνει, παρά τις σημερινές, χαμηλές τιμές του πετρελαίου.
Παρόλα αυτά, ο μεγαλύτερος κίνδυνος ενδέχεται να έρθει από την επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης. Ακόμα, δεν έχουμε κατανοήσει το εύρος του προβλήματος στην Κίνα για το ζήτημα του χρέους των τοπικών κυβερνήσεων. Στη δε Ιαπωνία, όπου τα επιτόκια έχουν περάσει σε αρνητικό έδαφος ως συνέπεια των δεκαετιών αποπληθωρισμού, ήδη η ζήτηση για πετρέλαιο έχει αρχίσει να υποχωρεί.
Αλλά, αυτό δεν εμποδίζει τις ενεργειακές δυνάμεις από το να σφυρηλατούν νέους δεσμούς με την Κίνα. Σαουδική Αραβία και Κίνα έχουν στήσει στρατηγικές μονάδες διύλισης η μία στην επικράτεια της άλλης, ώστε να παγιώσουν την ενεργειακή τους αλληλεξάρτηση. Όταν η Δύση επέβαλε κυρώσεις στον Βλαντιμίρ Πούτιν τον Ιούνιο του 2014 για το ουκρανικό, η Κίνα διασφάλισε ευνοϊκότερους όρους στο ενεργειακό ντιλ τριακονταετίας με τη Ρωσία.
Για τις νέες πετρελαϊκές αγορές είναι ένα παιχνίδι με υψηλό διακύβευμα και, ναι: το όλο παιχνίδι γίνεται για την Ασία.
* John Defterios, CNNMoney Emerging Markets Editor