Γιατροί Χωρίς Σύνορα: Η αλληλεγγύη είναι το πρώτο "όπλο" στη μάχη κατά της πανδημίας
Ανανεώθηκε:
Πώς θα πρέπει να διαχειριστεί η ανθρωπότητα την κρίση της πανδημίας; Ο διεθνής πρόεδρος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, ο Έλληνας χειρουργός Χρήστος Χρήστου με φόντο την πανδημία COVID-19 και μια πρόσφατη αιματηρή επίθεση σε μαιευτική κλινική της οργάνωσης στο Αφγανιστάν μιλά στο CNN Greece για τις μεγάλες ιατρικές, κοινωνικές και επιχειρησιακές προκλήσεις με το βλέμμα στην επόμενη μέρα.
Ο κ. Χρήστου μας καλεί να αναλογιστούμε πώς βιώνουν την κρίση οι κοινωνίες που ζουν σε ακραίες συνθήκες είτε, φτώχειας, είτε συγκρούσεων και τονίζει ότι το εμβόλιο που θα προκύψει από τις έρευνες που βρίσκονται σε εξέλιξη θα πρέπει να έχει προσιτή τιμή για όλο τον κόσμο.
Ποια είναι κατά τη γνώμη σας η μεγαλύτερη δοκιμασία που αντιμετωπίζει μια κοινωνία από την πανδημία COVID-19; Η δοκιμασία είναι ίδια για όλες τις κοινωνίες;
Η πρόκληση είναι πολυμέτωπη. Η διαχείριση μιας παγκόσμιας κρίσης υγείας δεν είναι εύκολη υπόθεση και γι΄αυτό δεν έχει απλές απαντήσεις. Ωστόσο, σήμερα, λίγους μήνες μετά το πρώτο μεγάλο ξέσπασμα, μπορούμε να πούμε ότι δοκιμαστήκαμε σε ετοιμότητα, αντοχή, πρόληψη, ευελιξία, προσαρμογή, ανταπόκριση. Κάθε κοινωνία και κάθε σύστημα με τις ιδιαιτερότητες που έχει, κλήθηκε να αναμετρηθεί με όλα αυτά. Η μεγαλύτερη βέβαια δοκιμασία που συνοψίζει όλα τα επιμέρους πρακτικά προβλήματα και μας αγγίζει όλους, αφορά στην κοινωνική αλληλεγγύη. Πώς ξεπερνούμε σύνορα, οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα, προσωπικά στεγανά και στεκόμαστε δίπλα -και όχι απέναντι- τη στιγμή της καθολικής κρίσης.
Δεν είναι ώρα αναμέτρησης αλλά συμπόρευσης. Και αυτό βρίσκει εφαρμογή στην επάρκεια και τη διάθεση προμηθειών και προστατευτικού εξοπλισμού για όλους τους ασθενείς και τους υγειονομικούς –που απειλούνται πιο άμεσα- αλλά και σε κάθε είδους θεραπεία που θα πρέπει να γίνει προσβάσιμη σε όλους χωρίς αποκλεισμούς. Είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι κάθε κοινωνία, ανεξάρτητα από τη γεωγραφική παράμετρο, έχει ανάγκη να στηριχθεί εξίσου σε αυτή τη δοκιμασία ακόμη και αν δεν τη ζει με τον ίδιο τρόπο. Για παράδειγμα, για ανθρώπους που είναι εγκλωβισμένοι σε μια εμπόλεμη ζώνη, όπως στη Συρία ή την Υεμένη, για όσους προσπαθούν να επιβιώσουν σε οικονομικά αδύναμες περιοχές ή σε συνθήκες χωρίς πρόσβαση σε στοιχειώδη περίθαλψη ή μέτρα προστασίας, όπως σε μια αφρικανική χώρα ή σε έναν προσφυγικό καταυλισμό στην Ελλάδα ή το Μεξικό, η δοκιμασία της πανδημίας είναι ακόμη μεγαλύτερη.
Η όλη κατάσταση μας ταρακούνησε όλους ζώντας ακόμη και σε πιο «ασφαλείς» συνθήκες. Καταλαβαίνετε πως μπορεί να το βιώνει αυτό ένας άνθρωπος που ζει ήδη μια ακραία κατάσταση. Η πρόκληση σε αυτές τις περιπτώσεις τόσο για την κοινωνία που την αντιμετωπίζει όσο και για οργανώσεις που προσπαθούν να βοηθήσουν, όπως οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, γίνεται ακόμη πιο σύνθετη επιδεινώνοντας μια ήδη εξαιρετικά δύσκολη πραγματικότητα.
Ως διεθνής οργάνωση με εμπειρία στη διαχείριση κρίσεων υγείας, πώς αντιμετωπίσατε τη συγκεκριμένη κατάσταση;
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα είχαμε σύμμαχο την πολυετή εμπειρία μας στη διαχείριση επιδημιών, όπως η Χολέρα και ο Έμπολα που μας βοήθησε καταλυτικά. Χάρη σε αυτή καταφέραμε να σταθούμε αρωγοί στις πιο αναπτυγμένες, χώρες όπως οι ευρωπαϊκές, στηρίζοντας εκείνες τις χώρες με τα πιο αποδυναμωμένα συστήματα υγείας, αλλά και τις εμπόλεμες ζώνες. Οι ομάδες μας βίωσαν πρωτόγνωρες στιγμές στην Ιταλία και την Ισπανία όπου η κατάσταση ξέφυγε από τον έλεγχο.
Η ήδη αυξημένη ανασφάλεια στη Συρία και την Υεμένη λόγω πολέμου, με το ξέσπασμα της πανδημίας «χτύπησε κόκκινο». Και οι προκλήσεις δεν σταματούν εδώ. Η μετακίνηση των εργαζομένων μας σχεδόν πάγωσε, ο προστατευτικός εξοπλισμός και άλλες αναγκαίες προμήθειες βρέθηκαν σε έλλειψη ή ήταν αδύνατο να μεταφερθούν εκεί που υπήρχε ανάγκη. Σε αυτό προσθέστε ότι έπρεπε να λάβουμε κρίσιμες αποφάσεις για το πως συνεχίζουμε.
Διατηρούμε όλα τα προγράμματά μας ή κόβουμε κάποια για να ενισχύσουμε την παρέμβαση κατά της πανδημίας που ήρθε ως ένα επείγον πρωτοφανούς κλίμακας; Η απάντηση παρά τις δυσκολίες ήταν μονόδρομος. Κανένας ασθενής μας δεν θα «θυσιαζόταν» λόγω της COVID-19. Συνεχίσαμε, λοιπόν, κανονικά τις παρεμβάσεις μας ανά τον κόσμο κλιμακώνοντας τη δράση μας ενάντια στην πανδημία.
Πέρα από τα τεχνικά προβλήματα που προκύπτουν σε μία τέτοια κρίση, υπάρχει πάντα και το οικονομικό ζήτημα. Οι προϋπολογισμοί είχαν συνταχθεί και ξαφνικά έπρεπε να αντιμετωπιστεί μια πανδημία. Πώς ανταποκριθήκατε οικονομικά σε αυτή την κρίση;
Αυτό ήταν μια πρόκληση από μόνη της. Στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα υπάρχει πάντα ένας οικονομικός προγραμματισμός ώστε μαζί με τις μακροχρόνιες παρεμβάσεις μας, να ανταποκρινόμαστε και σε επείγοντα, όταν αυτά προκύπτουν. Αυτό βέβαια ισχύει για τα πρώτα 24ωρα. Βλέποντας το μέγεθος της καταστροφής που ξεδιπλώνεται σταδιακά, εκτιμάς και προσαρμόζεις ανάλογα την παρέμβασή σου έχοντας πάντα την πολύτιμη βοήθεια του κόσμου.
Όπως συνέβη, για παράδειγμα, με το τσουνάμι το 2004 ή με τον σαρωτικό σεισμό στην Αϊτή το 2010. Στην περίπτωση της πανδημίας, που η κλίμακα ήταν και παραμένει άνευ προηγουμένου, απευθύναμε μια διεθνή έκκληση οικονομικής υποστήριξης γνωρίζοντας την ιδιαιτερότητα της συνθήκης. Γιατί η πανδημία προκάλεσε και ένα μεγάλο οικονομικό πλήγμα. Πολλοί άνθρωποι βρέθηκαν και πάλι σε μεγάλη ανασφάλεια. Και αυτή τη φορά το επείγον δεν συμβαίνει κάπου μακριά. Το ζούμε και προσπαθούμε να το αντιμετωπίσουμε ταυτόχρονα.
Παρόλα αυτά η κοινωνία διεθνώς ανταποκρίθηκε συγκινητικά για άλλη μια φορά κρατώντας μας στην 1η γραμμή δράσης κατά της πανδημίας. Αυτή είναι μια μεγάλη κατάκτηση στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα. Η εμπιστοσύνη του κόσμου που μας δίνει την οικονομική και άρα επιχειρησιακή ανεξαρτησία, χωρίς δεσμεύσεις απέναντι σε κυβερνήσεις-δωρήτριες. Αποφασίζουμε εμείς πού θα πάμε και πόσο γρήγορα θα παρέμβουμε και αυτό είναι καταλυτικής σημασίας, γιατί βάζουμε πάνω από όλα την ανθρώπινη ανάγκη χωρίς περιορισμούς. Αυτή η σχέση-για την οποία είμαστε ευγνώμονες- έχει χτιστεί με κόπο μέσα στα χρόνια και μέλημά μας είναι όχι μόνο να τη διαφυλάξουμε αλλά και να την ενισχύσουμε.
Σήμερα η συζήτηση εντείνεται γύρω από την πολυπόθητη θεραπεία και ένα εμβόλιο που θα μας προστατεύσει από τον κορωνοϊό. Πότε θα την έχουμε και πόσο προσιτή πιστεύετε ότι θα είναι;
Πράγματι η προσοχή της παγκόσμιας επιστημονικής και όχι μόνο κοινότητας έχει στραφεί στην εύρεση και διάθεση μιας θεραπείας αλλά και ενός εμβολίου που θα λειτουργήσει προληπτικά. Και αυτό, βέβαια, θα πρέπει να είναι σε τιμή προσιτή ώστε να απευθύνεται στον κάθε άνθρωπο ανεξάρτητα από την οικονομική του κατάσταση ή το μέρος όπου ζει.
Όπως προανέφερα ειδικά αυτή η ώρα είναι η πλέον κρίσιμη. Τώρα που πρέπει να αναχαιτίσουμε υπεύθυνα και συλλογικά μια περαιτέρω έξαρση ή μετάδοση του ιού και κυρίως να φροντίσουμε ώστε να θωρακιστούμε όλοι από την απειλή χωρίς διαχωρισμούς. Αν δεν σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων, οι περιστάσεις θα μας υπερβούν και πάλι. Και για να μην συμβεί αυτό, οι έχοντες την ευθύνη και τις αποφάσεις στα χέρια τους, κυβερνήσεις και φαρμακευτικές εταιρίες, πρέπει να υπερβούν τις στενές γραμμές των συμφερόντων τους. Όσο δύσκολο ή ουτοπικό και αν ακούγεται, είναι μονόδρομος.
Ποιο θεωρείτε ότι ήταν το μεγαλύτερο μάθημα που η πανδημία μας έδωσε μέχρι τώρα;
Η ανατροπή των βεβαιοτήτων μας είναι ένα πρώτο μεγάλο δίδαγμα, όπως θα προτιμούσα να το αποκαλέσω. Τα θεωρούμενα εύρωστα και ισχυρά συστήματα υγείας κατέρρευσαν ή διαψεύστηκαν. Αυτό συνδέεται φυσικά με την αναγκαιότητα και τη σημασία διαρκούς φροντίδας και αναβάθμισης των δημόσιων συστημάτων υγείας που σε πολλές περιπτώσεις έχουν αφεθεί ή απαξιωθεί. Σε ένα γενικότερο πλαίσιο η πανδημία μας έμαθε ή πιο σωστά μας υπενθύμισε πως τίποτα δεν είναι δεδομένο και ότι όλα είναι αναστρέψιμα.
Η σχέση «υπεροχής» και «αδυναμίας» είναι ένα εκρεμμές. Επίσης, επανέφερε το αυτονόητο ή δεδομένο αλλά όχι πάντα αντιληπτό ή εφαρμόσιμο, πως ο ένας εξαρτάται από τον άλλον σε μια κοινωνία. Δεν ζούμε μονωμένα ακόμη και αν η εποχή μας είναι αρκετά εγωκεντρική και ωφελιμιστική και η οχύρωση πίσω από το «εγώ» μας συχνά μας στερεί τη δυνατότητα να σκεφτούμε και να δράσουμε στο «μαζί». Μπροστά στην απειλή της υγείας ή της ίδιας της ζωής είμαστε όλοι ίσοι. Και έχουμε όλοι το ίδιο δικαίωμα προστασίας. Αυτό είναι κάτι που οφείλουμε να υπερασπιζόμαστε βάζοντάς το πάνω από συμφωνίες, κερδοσκοπίες και διακρίσεις. Γι’ αυτό οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα λέμε ότι, αν δεν είμαστε όλοι ασφαλείς, δεν θα βγει κανένας ασφαλής από αυτή τη δοκιμασία.
Από την εμπειρία σας και από τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται η πανδημία, πιστεύετε ότι έχουμε μπροστά μας ένα νέο κύμα και αν ναι κατά πόσο είμαστε έτοιμοι να το αντιμετωπίσουμε και κυρίως με τι εργαλεία πλην της καραντίνας.
Δεν μπορούμε να έχουμε σαφή εικόνα για την εξέλιξη της πανδημίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο ιός είναι νέος και η συμπεριφορά του εξετάζεται διαρκώς, οπότε μιλάμε για μια δυναμική κατάσταση. Αυτό που μπορούμε να πούμε έχοντας την εμπειρία και τα δεδομένα των προηγούμενων μηνών είναι ότι απαιτείται επαγρύπνηση και κυρίως βελτίωση των κακώς κειμένων.
Όπως προανέφερα είναι σημαντικό να ενισχυθούν σωστά και επί της ουσίας τα δημόσια συστήματα υγείας, οι οίκοι ευγηρίας, να υπάρξει μια μέριμνα και περίθαλψη για το σύνολο του πληθυσμού που ζει σε μια χώρα. Ιδιαίτερα οι ευπαθείς ομάδες λόγω ηλικίας, ιατρικού ιστορικού ή συνθηκών διαβίωσης. Δεν μπορεί να εξαιρείται κανείς από ένα σχέδιο διαχείρισης μιας υγειονομικής κρίσης. Οι αρμόδιες αρχές σε όποια γωνιά του πλανήτη έχουν ευθύνη αυτό να το διασφαλίσουν αξιοποιώντας όλους τους δυνατούς πόρους με λογική, διαφάνεια και υπευθυνότητα. Η θωράκιση του παγκόσμιου πληθυσμού είναι το ζητούμενο τόσο στη θεραπεία που αναζητάται όσο και στην πρόληψη χωρίς να μείνει κανένας εκτός.
Εκτός από την πανδημία και την αντιμετώπιση σοβαρών μολυσματικών ασθενειών ποιά είναι η επόμενη μεγάλη πρόκληση που αντιμετωπίζει μια οργάνωση σαν τους Γιατρούς χωρίς Σύνορα;
Τη στοχοποίηση της ανθρωπιστικής και ιατρικής δράσης και, κατά προέκταση, της ίδιας της αλληλεγγύης. Τα τελευταία χρόνια οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έχουμε βιώσει πολλές βίαιες επιθέσεις. Είναι πολύ νωπή ακόμη η πρόσφατη, τραγική επίθεση στη μαιευτική κλινική μας στην Καμπούλ του Αφγανιστάν μόλις τον περασμένο Μάιο. Όταν γίνονται στόχος ασθενείς, ιατρικό προσωπικό και νοσοκομεία, η κόκκινη γραμμή έχει αυτομάτως παραβιαστεί.
Σε αυτή την τελευταία επίθεση έχασαν τη ζωή τους 16 μητέρες και δύο παιδιά ηλικίας 7 και 8 ετών μαζί με μια μαία μας και άλλα έξι άτομα που βρίσκονταν στην κλινική. Πέντε χρόνια πριν, ήταν η Κουντούζ μετά τις αεροπορικές επιθέσεις των ΗΠΑ σε ένα κέντρο τραύματος. Και ο κατάλογος δεν σταματά εδώ, Συρία, Υεμένη, Νότιο Σουδάν, η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Ιατρικές εγκαταστάσεις βομβαρδίζονται, καίγονται ή καταστρέφονται ολοσχερώς. Η κλίμακα των περιστατικών από μόνη της χτυπάει έναν συναγερμό που δεν γίνεται να αγνοήσουμε γιατί πολύ απλά αφορά ανθρώπινες ζωές και μια κατάφορη καταπάτηση θεμελιωδών δικαιωμάτων. Και αυτός είναι ο βασικός λόγος που δεν θα σταματήσουμε να μιλάμε δημόσια για όλα αυτά. Εξάλλου η μαρτυρία για όσα βλέπουμε στο πεδίο δράσης μας είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητάς μας.
Μιλήσατε για στοχοποίηση, όμως στοχοποίηση οργανώσεων σαν και τη δική σας έχει συμβεί και στην Ελλάδα. ΜΚΟ, έχουν κατηγορηθεί συλλήβδην από διάφορους κύκλους για τα προβλήματα που δημιουργούνται από το προσφυγικό, ως οργανώσεις που τρέφονται με κρατικό χρήμα για να μην κάνουν τίποτα και εργαζόμενοι σε αυτές έχουν δεχθεί και επιθέσεις. Ποιος ευθύνεται για τη διάδοση αυτών των απόψεων και γιατί κατά τη γνώμη σας γίνεστε συχνά στόχος;
Το θέμα της στοχοποίησης της ανθρωπιστικής δράσης είναι πολύ σημαντικό ανεξάρτητα από τη γεωγραφική τοποθέτηση. Επί της αρχής, η επιθετικότητα και η χρήση βίας όποιας μορφής εναντίον εργαζομένων που προσπαθούν να παράσχουν βοήθεια σε ανθρώπους που στερού-νται αναγκαίας περίθαλψης δεν μπορεί να γίνεται αποδεκτό σε καμία περίπτωση.
Αυτό είτε συμβαίνει σε μια κλινική στο Αφγανιστάν είτε σε έναν προσφυγικό καταυλισμό στην Ελλάδα. Οι οργανώσεις-στην περίπτωση του προσφυγικού- ανέλαβαν δράση για να ανταποκριθούν και να καλύψουν κενά που για διάφορους λόγους έμειναν ανοιχτά όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Γι’ αυτό ζητάμε επανειλημμένως από τους Ευρωπαίους ηγέτες να αναλάβουν επιτέλους την ευθύνη τους απέναντι στο ζήτημα, έστω και τώρα. Ζούμε σε μία εποχή κόπωσης των κοινωνιών από τα μεγάλα κοινωνικά και οικονομικά κατά περίσταση προβλήματα που σε κάποιες περιπτώσεις θολώνουν την κρίση και πυροδοτούν ακραίες αντιδράσεις και συμπεριφορές που ενέχουν κινδύνους για μια κοινωνία, όπως έχει αποδειχτεί ιστορικά άλλωστε.
Οι γενικεύσεις σίγουρα δεν είναι η ενδεδειγμένη και σωστή προσέγγιση και στάση. Αυτό που μπορώ να διαβεβαιώσω για τη δράση της οργάνωσης στο θέμα των μετακινούμενων πληθυσμών είναι ότι από το 2016 και μετά την υπογραφή της συμφωνίας Ε.Ε.-Τουρκίας στηρίζεται αποκλειστικά σε ιδιωτικούς πόρους καθώς αρνηθήκαμε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή ή κρατική χρηματοδότηση. Αυτή ήταν μια απόφαση-ορόσημο που εφαρμόστηκε σε όλα τα προγράμματα της οργάνωσης ανά τον κόσμο. Πρόκειται για μια κίνηση που ουσιαστικά εξέφραζε την αντίθεση στις καταστροφικές πολιτικές αποτροπής και τις προσπάθειές τους να ωθήσουν τους ανθρώπους που αναζητούν προστασία, μακριά από τις ευρωπαϊκές ακτές.