FOCUS

Προστασία από την πανδημία ...απειλή για τα προσωπικά δεδομένα

Προστασία από την πανδημία ...απειλή για τα προσωπικά δεδομένα
Photo by Philipp Katzenberger on Unsplash

Ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα παράδοξα είναι να διαβάζει κανείς «πύρινα» σχόλια περί της προστασίας των προσωπικών δεδομένων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Εκεί δηλαδή που για να αποκτήσει πρόσβαση κάποιος χρήστης χρειάζεται να δώσει τη συγκατάθεση του προκειμένου να αξιοποιούνται τα προσωπικά δεδομένα του! Και σε περίπτωση που έχει κανείς τις ρυθμίσεις για να μην αξιοποιούνται τότε θα πρέπει να ξέρει κιόλας ότι ουσιαστικά κανείς δεν θα τον διαβάσει.

Η προστασία των προσωπικών δεδομένων είναι ένα από τα θέματα για τα οποία έχει γίνει πολύς λόγος τα τελευταία χρόνια. Ειδικά στην Ευρώπη όπου η ενσωμάτωση του νέου κανονισμού για την προστασία των προσωπικών δεδομένων (σ.σ. το γνωστό GDPR) της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτέλεσε έναν πολύ σημαντικό σταθμό. Από την άλλη πλευρά, βέβαια, η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών τόσο στην ΕΕ όσο και στον υπόλοιπο κόσμο έχει φθάσει στο σημείο να χρησιμοποιεί τα προσωπικά δεδομένα του ως «αντίτιμο» προκειμένου να έχει πρόσβαση σε μία σειρά από μεγάλες διαδικτυακές πλατφόρμες. Το αποτέλεσμα είναι να έχουμε φθάσει στο σημείο η Google, το Facebook αλλά και άλλες πλατφόρμες να γνωρίζουν περισσότερα από εμάς για …εμάς.

Το θέμα των προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικότητας επανέρχεται αυτή την περίοδο λόγω της προσπάθειας περιορισμού της εξάπλωσης της πανδημίας του COVID-19. Τις τελευταίες εβδομάδες έχουμε δει κινήσεις, οι οποίες, πριν από μόλις μερικούς μήνες, θα είχαν προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις. Ένα παράδειγμα: η διάθεση της ΕΕ να «χαλαρώσει» τους κανόνες όσον αφορά τη διαδικτυακή ουδετερότητα και να μπορεί -έστω και περιορισμένα- ένας πάροχος να κάνει «διακρίσεις» όσον αφορά τη διαχείριση υπηρεσιών. Φυσικά, αυτό γίνεται προκειμένου να μπορέσουν οι υποδομές να ανταπεξέλθουν σε συγκεκριμένες ανάγκες, κρίσιμης σημασίας στην προσπάθεια για το #menoumespiti αλλά σε κάθε περίπτωση είναι μία εξέλιξη που χρήζει επισήμανσης.

Από εκεί και πέρα, γίνεται πολύς λόγος για την αξιοποίηση της τεχνολογίας και ειδικά των smartphones προκειμένου να παρακολουθούν οι αρμόδιες αρχές την εξάπλωση των κρουσμάτων και κυρίως την κινητικότητα όσων ανθρώπων έχουν προσβληθεί από τον κορωνοϊό. Αυτό είναι το σημείο όπου θα πρέπει ενδεχομένως να είμαστε πιο προσεκτικοί.

Στην Κίνα, το κράτος προχώρησε σε τέτοιου είδους κινήσεις αλλά είναι γνωστό ότι στην πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου η τεχνολογία χρησιμοποιείται εδώ και χρόνια για την παρακολούθηση του πληθυσμού. Σε άλλες χώρες της Ασίας, όπως η Νότια Κορέα και η Σιγκαπούρη χρησιμοποιούνται εφαρμογές και τεχνολογίες όπως το Bluetooth προκειμένου να παρακολουθείται η κίνηση των κρουσμάτων αλλά και να ενημερώνονται οι πολίτες για το κατά πόσον υπάρχει κάποιος άνθρωπος προσβεβλημένος από τον ιό σε απόσταση μερικών δεκάδων μέτρων. Google και Apple ανακοίνωσαν μία σχετική συνεργασία με στόχο να ενσωματώσουν τέτοιες δυνατότητες εντοπισμού στην επόμενη έκδοση του Android και του iOS με τη χρήση του Bluetooth. Μία συνεργασία για την οποία έχει γίνει πολύς λόγος δεδομένου ότι για πρώτη φορά οι δύο συγκεκριμένοι κολοσσοί αποφάσισαν να συνεργαστούν τόσο στενά.

Τα σημεία που χρήζουν προσοχής

Ένα πρώτο σημείο που χρήζει επισήμανσης είναι ότι υπάρχουν αμφιβολίες για το αν το Bluetooth είναι η κατάλληλη τεχνολογία. Ένα δεύτερο σημείο είναι ότι απαιτείται ο ίδιος ο πολίτης να δηλώνει αν έχει προσβληθεί από τον κορωνοϊό, όπως και να συναινεί στην «παρακολούθηση» του. Ένα τρίτο σημείο είναι ότι άπαντες δηλώνουν ότι θα διαφυλάξουν την ιδιωτικότητα των πολιτών και τα προσωπικά δεδομένα τους.

Το δεύτερο και το τρίτο σημείο είναι εκεί όπου «ανάβει» η συζήτηση. Πόσο πιθανό είναι, ειδικά στις χώρες του αποκαλούμενου δυτικού κόσμου, οι πολίτες να συναινέσουν; Στο πλαίσιο των μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας, μήπως θα πρέπει να πάμε σε ένα υποχρεωτικό μοντέλο χρήσης τέτοιου είδους εφαρμογών; Μήπως θα απαιτηθεί ο πολίτης να συμπεριλάβει και μία σειρά από ιατρικά δεδομένα προκειμένου να διαφαίνεται αν ανήκει στις ευπαθείς ομάδες; Και αν η απάντηση είναι θετική, πόσο βέβαιοι είμαστε ότι δεν θα υπάρξει κατάχρηση από την πλευρά των κυβερνήσεων ή έστω μίας μερίδας «κακοπροαίρετων» να αξιοποιήσουν όλα αυτά τα δεδομένα που θα έχουν στη διάθεση τους, τα οποία, μάλιστα, θα μπορούν και να τα προσωποποιούν;

Σύμφωνα με μία άποψη, τουλάχιστον, όσον αφορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η δικλείδα ασφαλείας δεν είναι άλλη από το GDPR. Όμως, ουδείς μπορεί να προεξοφλήσει τι θα συμβεί τους επόμενους 12-18 μήνες και ποιες θα είναι οι εξελίξεις στο μέτωπο της εξεύρεσης θεραπείας, είτε υπό τη μορφή φαρμάκου είτε υπό τη μορφή εμβολίου. Με δεδομένο κιόλας ότι κάθε κράτος ακολουθεί διαφορετική πολιτική και στρατηγική, τα ερωτήματα πολλαπλασιάζονται και ουδείς μπορεί να αποκλείσει ότι δεν θα παραβιαστούν οι δικλείδες ασφαλείας που θα τεθούν.

Μία άλλη παράμετρος είναι πως υπάρχουν ήδη πολλά δεδομένα διαθέσιμα. Η Google και η Apple δημοσιεύουν ήδη στοιχεία για τις μετακινήσεις των ανθρώπων σε κάθε χώρα και σημείο του πλανήτη. Τα δεδομένα αυτά δεν είναι προσωποποιημένα, φυσικά, και άπαντες δηλώνουν ότι δεν πρόκειται να τα προσωποποιήσουν. Αλλά τι θα συμβεί αν μία κυβέρνηση ζητήσει να προσωποποιηθούν αυτά τα δεδομένα για λόγους εθνικής ασφάλειας και προστασίας;

Η επόμενη μέρα

Η κατάσταση είναι πολύ πιθανό να περιπλακεί ακόμη περισσότερο όσο θα επιστρέφουμε στην περίφημη «κανονικότητα». Αν δεν έχει υπάρξει μέθοδος εντοπισμού των κρουσμάτων μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα, πως θα πραγματοποιούνται οι αεροπορικές πτήσεις; Θα δούμε μοντέλα τύπου «υγειονομικό διαβατήριο» για το οποίο έχει ήδη ξεκινήσει η συζήτηση; Και ποιος θα έχει πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα που θα είναι πλέον προσωποποιημένα; Και θα πρέπει και να ενημερώνονται διαρκώς.

Γενικότερα, οι ψηφιακές τεχνολογίες έχουν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο τις τελευταίες εβδομάδες στην καθημερινότητα του #menoumespiti. Και σε αρκετές περιπτώσεις έχουν βοηθήσει στην καλύτερη αντιμετώπιση της εξάπλωσης της πανδημίας. Η χρήση εφαρμογών για την παρακολούθηση έχει μεν θετικά αποτελέσματα στις χώρες που έχει χρησιμοποιηθεί, όμως, προς το παρόν δεν έχει διευκρινιστεί αν είναι ο μοναδικός τρόπος για να μπορέσουμε να επιστρέψουμε στην «κανονικότητα». Επιπλέον, η συγκέντρωση τόσων πολλών και ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων δημιουργεί ανησυχίες παρά τους εφησυχασμούς που υπάρχουν.

Το πραγματικό δίλημμα είναι κατά πόσον είμαστε έτοιμοι να ρισκάρουμε με την προστασία της ιδιωτικότητας μας προκειμένου να μπορέσουμε να επιστρέψουμε σε μία μορφή «κανονικότητας». Βέβαια, μέχρι τώρα έχουμε δείξει ότι αποδεχόμαστε να «πληρώνουμε» με τα προσωπικά δεδομένα μας προκειμένου να έχουμε πρόσβαση σε μία σειρά από ψηφιακές υπηρεσίες. Αλλά, τώρα, η κατάσταση είναι λίγο διαφορετική και το ρίσκο δείχνει αρκετά μεγάλο χωρίς απαραίτητα να είμαστε και βέβαιοι ότι θα έρθουν και τα επιθυμητά αποτελέσματα. Άρα, πόσο είμαστε έτοιμοι να το πάρουμε;