FOCUS

Στη σκηνή με τους αγρότες μετά τη διαδήλωση

Αγρότες διανυκτέρευσαν σε σκηνές στο Σύνταγμα CNN Greece

Η νύχτα στο Σύνταγμα πέρασε με τσικουδιά, τσιγαριαστό από τα Σφακιά και θεσσαλική τυρόπιτα.

Τα μεγάφωνα σίγησαν, οι κάμερες έσβησαν, οι δρόμοι άνοιξαν, ο κόσμος που είχε συγκεντρωθεί για να στηρίξει τους αγρότες, αποχώρησε. Το Σύνταγμα όπου συναντήθηκαν πάνω από 100 μπλόκα από όλη την Ελλάδα, αργά το βράδυ μοιάζει με πλατεία ενός χωριού που αντί για σπίτια έχει 11 σκηνές. Δεκάδες αγρότες είναι ακόμα εδώ. Δεν έχουν συγγενείς στην Αθήνα για να φιλοξενηθούν και προτιμούν τη σκηνή από το ξενοδοχείο. «Ποιος να κοιμηθεί. Σερί θα το πάμε». Με υποδέχτηκαν με σπιτικό φαγητό, τσίπουρο, κρασί και τσικουδιά. Απαραίτητα συστατικά της καλής φιλοξενίας και προϋπόθεση για να αρχίσει η κουβέντα.

Η σπιτική τυρόπιτα που έδωσε πεσκέσι στον άντρα της η κυρία Αγορίτσα Βαΐτση, σε ένα μικρό χωριό έξω από τη Λάρισα, χόρτασε πολλούς. «Θα με υποχρεώσεις αν πάρεις ένα κομμάτι» μου λέει ο σύζυγός της Απόστολος. Σε ένα τραπεζάκι έξω από τη σκηνή που μπαινοβγαίνουν αγρότες από το μπλόκο της Νίκαιας, ανοίγει την τσάντα και βγάζει το μυρωδάτο δέμα. Στα 77 του, αν και συνταξιούχος πηγαίνει ακόμα στο χωράφι «για τις πατάτες και το σιτάρι».

«Αν το αφήσει η δική μας ηλικία το χωράφι θα πεινάσει πολύς κόσμος». Στην διαδήλωση η γκλίτσα του, έγινε κοντάρι για την ελληνική σημαία. «Ήρθαμε να ενθαρρύνουμε και το λαό της πόλης. Το πρόβλημα είναι και δικό τους. Αυτοί αγοράζουν ακριβά εμείς πουλάμε φτηνά». «Βγαίνει το μεροκάματο;», τον ρωτάω. «Αν έβγαινε κοπέλα μου δε θα ήμασταν εδώ».

Στη διπλανή σκηνή, οι Κρήτες. «Εδώ ξεκουράζονται τα Χανιά. Δεν κοιμόμαστε, έλα» λέει ο κ. Γιώργος Πατεράκης, πρόεδρος του αγροτικού συλλόγου στο Κολυμπάρι και σηκώνει το πανί για να μπω. «Εδώ είναι βραστό κρέας από την Κρήτη, εκεί είναι γιαχνί, εκεί τσιγαριστό από τα Σφακιά. Θα σφίξεις και μια τσικουδιά;». Δίπλα μου ο Μανούσος, πρόεδρος του κτηνοτροφικού συλλόγου Χανίων και ιδιοκτήτης 400 προβάτων- κάθεται σε καρέκλα, έπειτα από 15 ώρες ορθοστασίας. Φοράει κρητικό στιβάνι και έχει βαριά κρητική προφορά. «Υπάρχουν κτηνοτρόφοι στα Χανιά που ζουν με χαμηλή σύνταξη;» τον ρωτάω. «Αχ κοπελιά μου, ίντα μου λες εδώ. Ένα κιλό αρνί στην αγορά κοστίζει περίπου 8 ευρώ. Ξέρετε πόσο το πουλάμε; Τέσσερα ευρώ! Το 50% της αξίας του. Και παρόλα αυτά μας λένε κλέφτες, μπαχαλάκηδες. Εμείς φταίμε για το κράτος που χρεοκόπησε. Στο δικό μου γκαράζ έχω ένα σαράβαλο που όταν χαλάει δεν έχω να το φτιάξω. Δουλεύω μέρα νύχτα για να μη χρωστώ μα δυστυχώς χρωστώ στους πάντες». Φεύγοντας η τσάντα μου είναι ασήκωτη. Την γέμισαν με μανταρίνια και φρέσκα γκρέιπ-φρουτ.

«Το αγροτικό νοικοκυριό ξεφτιλίστηκε. Το λάδι που παράγουμε στην Κρήτη είναι αγίασμα και το διακινούν με λογική μαφίας. Όπως τα ναρκωτικά στην Κολομβία. Χάνεται η αξία του και εμείς οι παραγωγοί δεν κερδίζουμε». Η βροχή έχει σταματήσει και η συζήτηση που πιάσαμε στη σκηνή του μπλόκου Πραιτωρίων, με τον Μανώλη Καρκαβάτσο, πρόεδρο του αγροτικού συλλόγου Αστερουσίων, από τον κάμπο της Μεσσαράς Ηρακλείου Κρήτης, προσελκύει «τα νυχτοπούλια». Όσους από την ένταση, δεν μπορούν να κλείσουν μάτι, έστω και για λίγο καθιστοί στην πλαστική καρέκλα.

«“Και βέβαια υπάρχει αγρότης που δεν τον συμφέρει να κατέβει στην κινητοποίηση. Είναι αυτός που εναντιώνεται στην λογική του να σε βγάλει από το χωράφι ο επιχειρηματικός όμιλος. Αυτόν τον όμιλο με τα χιλιάδες στρέμματα το κράτος τον θεωρεί αγρότη. Όμως τον μικρομεσαίο που έχει λίγα στρέμματα και ένα καφενείο στο χωριό ή πιάνει δουλειά και σε ένα ξενοδοχείο το καλοκαίρι για να συμπληρώσει εισόδημα, δεν τον θεωρεί αγρότη. Τί θα κάνουμε; Θα γίνουμε κολίγοι στη γη των γονιών μας» λέει ο κ. Καρκαβάτσος.

Δυο βήματα από την Κρήτη, στη σκηνή των Τρικάλων, ο Στέφανος, ο Αντώνης και πέντε- έξι ακόμα από την παρέα, στριμώχνονται σε μια σκηνή. Στη γωνία, της πλατείας, ο Σπύρος Κεραμυσάνος, πατέρας δύο παιδιών από το μπλόκο του Κεφαλόβρυσου Αιτωλοακαρνανίας και ο Γιώργος Κογκόλης. «Έχετε ακουστά την έξοδο του Μεσολογγίου; Αυτό θα γίνει αν περάσει το ασφαλιστικό”.

Η βροχή ξαναρχίζει και οι Μεσσήνιοι ξεκινούν τα πειράγματα. «Βγάλε την κουκούλα γιατί θα σε πουν κουκουλοφόρο και θα σε μπουζουριάσουν», λέει ένας κύριος στον ηλικιωμένο της παρέας. Ξεσπούν σε γέλια. Λίγα μέτρα πιο πέρα, ένα πηγαδάκι από γυναίκες. Όσες δεν είναι αγρότισσες ήρθαν για να αγωνιστούν μαζί με τους άντρες τους. Η 20χρονη Έφη, φοιτήτρια Νοσηλευτικής με καταγωγή από την Γλυφάδα Μεσσηνίας, αν καταφέρει να κοιμηθεί θα ξυπνήσει με θέα τη Βουλή, στηρίζοντας τον αγώνα των γονιών της. «Μεγάλωσα με την αγωνία της επιδότησης. Αν θα πάρουν οι γονείς την επιδότηση για να βγει ο μήνας».

Όλοι τους ελπίζουν ότι το αύριο δε θα τους βρει μόνους.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης