Ιταλία, Βρετανία, Ισπανία στέλνουν μηνύματα στην Ε.Ε- ακούει κανείς;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι «γοητευτική», πλέον. Οι μισοί Βρετανοί δεν θέλουν να ανήκει η χώρα τους στην Ε.Ε, οι Ιταλοί επέλεξαν για Δημάρχο Ρώμης την κ. Βιρτζίνια Ράτζι που ανήκει στο κόμμα του Πέπε Γκρίλο απ’ όπου εκπέμπεται αντιευρωπαϊκή ρητορική ενώ στις ισπανικές εκλογές της Κυριακής οι Podemos με τους Unidos , η Ενωμένη Αριστερά, κόντρα στο κατεστημένο και τις συντηρητικές πολιτικές, απειλεί για την πρωτιά το κόμμα του Ραχόι. Οι Σοσιαλιστές κινδυνεύουν να βρεθούν στην τρίτη θέση μετά από 40 χρόνια. Στην Πορτογαλία κυβερνά η Αριστερά με τους Σοσιαλιστές.
Χωρίς να σημαίνει ότι όλα αυτά έχουν την ίδια πολιτική αφετηρία ή το ίδιο πολιτικό πρόσημο, οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα.
Ο μεσογειακός νότος που επλήγη από τα μνημόνια και τις συντηρητικές πολιτικές εκφράζει τη δυσαρέσκεια του και στρέφεται σε πολιτικά κελεύσματα με μεγαλύτερο κοινωνικό πρόσημο, με πρόσημο κοινωνικής δικαιοσύνης. Η αρχή είχε γίνει στην Ελλάδα.
Είτε οι πολίτες εκφράζουν την οργή τους, είτε όχι, – όπως λένε ορισμένοι συντηρητικοί πολιτικοί στην Ελλάδα- η ουσία είναι ότι το ευρωπαϊκό κοινό σπίτι δεν είναι γοητευτικό.
Μια ολόκληρη γενιά (30-50 ετών σήμερα) γαλουχήθηκε με την ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης, με το όραμα της οικονομικής ευημερίας και της ισότητας αλλά βλέπει ότι τιμωρήθηκαν σκληρά όσοι ήταν «απολωλότα» πρόβατα και δεν επικράτησε η λογική της αλληλεγγύης.
Δεν σημαίνει ότι επικροτείται το ότι ξέφυγαν από τον οικονομικά ορθό δρόμο αλλά ταυτόχρονα οι σκληρές πολιτικές που επιβάλλονται σε πολίτες οι οποίοι ίσως δεν έχουν ευθύνη οδηγεί σε απόρριψη των θεσμών που τις επιβάλλουν.
Η αναποτελεσματικότητα, η γραφειοκρατία, η αναποφασιστικότητα, η ανισοκατανομή πόρων , η ανισομερής ανάπτυξη είναι ορισμένοι παράγοντες που συνέβαλλαν στο να οδηγηθούν οι χώρες του Νότου σε οικονομική κατάρρευση. Και για την ύπαρξη αυτών των παραγόντων έχει ευθύνες η Ε.Ε.
Στη Βρετανία η απώλεια τμήματος της εθνικής κυριαρχίας , η ξενοφοβία, η μετανάστευση είναι παράγοντες που κινητοποιούν τα συντηρητικά αντανακλαστικά ενός κοινού που αναπολεί στην εποχή της τεχνολογικής διάτρησης των συνόρων , την ισχύ του έθνους- κράτους των περασμένων αιώνων ή και την ισχύ μιας αποικιοκρατικής δύναμης.
Το ερώτημα είναι γιατί η Ευρώπη επέτρεψε να συμβούν αυτά; Γιατί αγνόησε τα μηνύματα που έστελναν οι πολίτες των χωρών που σήμερα την αποστρέφονται;
Ουδείς έχει σταθεί να δει από άλλο πρίσμα το πρόβλημα που υπάρχει στο «κοινό σπίτι».
Εκτός και εάν αφυπνίστηκαν και αντιληφθούν ότι το «κοινό σπίτι» κινδυνεύει με άμεση κατάρρευση και δεν χρειάζεται «φτιασιδώματα» αλλά σοβαρή και γενναία υποστήλωση.