ΑΠΟΨΕΙΣ

Απαιτείται αλλαγή του μείγματος οικονομικής πολιτικής

Απαιτείται αλλαγή του μείγματος οικονομικής πολιτικής
EUROKINISSI/ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ

Το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 ανήλθε σε 7 δις ευρώ, ίσο με 3,9% του ΑΕΠ, υπερκαλύπτοντας όχι μόνο το φετινό στόχο άλλα και αυτόν που έχει τεθεί για το 2018.

Η χώρα μας κατάφερε να καλύψει ένα τεράστιο δημοσιονομικό έλλειμμα €35 δις από το 2009 μέχρι σήμερα. Αναμφίβολα πρόκειται για μια τεράστια επίδοση, η οποία όμως δεν έχει φανεί επαρκής για να επανακτήσει τη χαμένη αξιοπιστία της και να μπορέσει να απεμπλακεί από τη στενή διεθνή οικονομική επιτήρηση.

Το οξύμωρο από το 2013 μέχρι σήμερα που η Ελλάδα εμφανίζει ανελλιπώς πρωτογενές πλεόνασμα είναι ότι αυτό δεν είναι αποτέλεσμα οικονομικής ανάπτυξης και δημιουργίας πλούτου, αλλά μεταφοράς χρημάτων από τις τσέπες των φορολογουμένων στο κράτος μέσω της φορολογικής αφαίμαξης.

Η φοροκαταιγίδα συνεχίζεται αμείωτη από 1-1-2017 με αυξήσεις σε καύσιμα, τσιγάρα, ποτά, τηλέφωνο κλπ. Για το 2019-20 έχουν συμφωνηθεί επιπλέον μέτρα €3,5 δις (μείωση του αφορολόγητου ορίου γύρω στα 5.600 ευρώ και εκ νέου περικοπή συντάξεων), τα οποία αναμένεται να συρρικνώσουν κι άλλο το διαθέσιμο εισόδημα ψαλιδίζοντας τις προοπτικές ανάκαμψης. Ήδη για φέτος, ενώ αρχικά προβλεπόταν ανάπτυξη 2,7%, όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν ότι αυτή θα είναι πολύ ισχνή και θα οφείλεται κυρίως στην άνοδο του τουρισμού.

Έχουμε μπει δηλαδή σε ένα σπιράλ μέτρων - ύφεσης που δεν έχει τέλος.

Από τη μια μεριά οι δανειστές παραμένουν μονόπλευρα προσκολλημένοι στο δημοσιονομικό κομμάτι και απαιτούν συνεχώς υφεσιακά μέτρα. Δε δίνουν έμφαση στην εφαρμογή των αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών στο κράτος, καθώς και σε ένα αναπτυξιακό πακέτο, που θα δημιουργήσει συνθήκες παραγωγικής ανασυγκρότησης.

Από την άλλη μεριά και αυτή η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζεται απροετοίμαστη να συντάξει ένα πλάνο εξόδου από την κρίση, καταφεύγει στην εύκολη λύση των φόρων, ενώ δείχνει αλλεργία σε οποιαδήποτε μορφή εκσυγχρονισμού και αξιοκρατίας στη δημόσια διοίκηση. Το χειρότερο μάλιστα είναι ότι χτίζει με γοργούς ρυθμούς το δικό της πελατειακό κράτος. Μέσα σε 2 χρόνια έχει προβεί σε 37.000 προσλήψεις στο δημόσιο, στη συντριπτική τους πλειοψηφία ρουσφετολογικές σε θέσεις δευτερευούσης σημασίας, επιβαρύνοντας έτσι με 600 εκ ετησίως τον προϋπολογισμό. Η διαδικασία μάλιστα λαμβάνει χώρα υπό την ανοχή των δανειστών, οι οποίοι παλαιότερα όχι μόνο δεν επέτρεπαν προσλήψεις εκτός του πλαισίου 1 προς 5 αποχωρήσεις, αλλά απαιτούσαν μετ’ επιτάσεως και απολύσεις για να κλείσει η αξιολόγηση!

Χρειάζεται αλλαγή του μείγματος οικονομικής πολιτικής για να επιτευχθεί η πολυπόθητη ανάπτυξη και η χώρα να πετύχει τους στόχους της:

· Τόνωση του προγράμματος δημόσιων επενδύσεων. Το ποσό με το οποίο συμμετέχει η χώρα στο πρόγραμμα θα πρέπει να εξαιρεθεί από τον υπολογισμό του πλεονάσματος.

· Σταθερό φορολογικό πλαίσιο και σταδιακή αποκλιμάκωση της υπερφορολόγησης. Θέσπιση ενιαίου συντελεστή 20% σε ΦΠΑ και επιχειρήσεις, καθώς και μεσοσταθμικά στα φυσικά πρόσωπα (με προοδευτική κλίμακα 10%, 20%, 30% και 40%)

· Καταπολέμηση της σπατάλης στο δημόσιο, η οποία ακόμα και σήμερα αγγίζει τα €6 δις ετησίως. Μόνο από το κατακερματισμένο και απαρχαιωμένο σύστημα προμηθειών το κράτος χάνει περί τα €4 δις ετησίως λόγω υπερτιμολογήσεων, σύμφωνα με μελέτη του ΟΟΣΑ.

· Με χρηστή διαχείριση, εντός 12 μηνών μπορούν να εξοικονομηθούν δαπάνες ύψους τουλάχιστον 3 δις. Ένα μεγάλο μέρος αυτής της εξοικονόμησης μπορεί να πάει στη μείωση των φόρων και το υπόλοιπο σε προνοιακά επιδόματα και τη φροντίδα των αδυνάτων.

*Ο Δημήτρης Γκιόκας είναι Οικονομολόγος, μέλος της Δημοκρατικής Ευθύνης