ΑΠΟΨΕΙΣ

Τα κρυφά μονοπάτια στην ακύρωση της ελληνοαλβανικής συμφωνίας για την ΑΟΖ

Τα κρυφά μονοπάτια στην ακύρωση της ελληνοαλβανικής συμφωνίας για την ΑΟΖ
Στιγμιότυπο από τα Τίρανα REUTERS/Florion Goga

Στις αρχές Μαρτίου τρέχοντος η εισαγγελία Τιράνων αποφάσισε να περάσει στο αρχείο την υπόθεση κατά των μελών της αλβανικής επιτροπής εμπειρογνωμόνων στη συμφωνία της ΑΟΖ με την Ελλάδα στο Ιόνιο, η οποία επικυρώθηκε από τις δύο κυβερνήσεις τον Απρίλη του 2009, ύστερα από τρία χρόνια διαπραγματεύσεων, και ακυρώθηκε ακριβώς ένα χρόνο μετά από το Συνταγματικό Δικαστήριο της Αλβανίας.

Η προσφυγή στον εισαγγελέα είχε γίνει από το Υπουργείο Εξωτερικών της χώρας τον Μάιο 2014, δηλαδή λίγους μήνες μετά την ανάληψη των κυβερνητικών ηνίων από το Σοσιαλιστικό Κόμμα του Έντι Ράμα. Τα μέλη της επιτροπής κατηγορούνταν για παραβίαση του αλβανικού ποινικού κώδικα (άρθρο 210), σύμφωνα με τον οποίο είναι ποινικώς κολάσιμη η υπογραφή διακρατικών συμφωνιών που παραχωρούν εθνικό έδαφος και προκαλούν βλάβη στην ακεραιότητα της χώρας.

Η εισαγγελική έρευνα χαρακτηρίστηκε τότε ως ενέργεια επιβεβαίωσης της συνεπούς πατριωτικής στάσης του πρωθυπουργού Έντι Ράμα στο θέμα αυτό, εφόσον ήταν ο ίδιος που, τον Οκτώβριο 2009, (δηλαδή έξι μήνες μετά την υπογραφή της συμφωνίας από τις δύο κυβερνήσεις), από τη θέση τότε του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, προσέφυγε στο Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας.

Η εισαγγελική απόφαση που απαλλάσσει τους Αλβανούς εμπειρογνώμονες από τις κατηγορίες για προσβολή της εθνικής κυριαρχίας, αποτελεί ένα επιπλέον σοβαρό επιχείρημα αμφισβήτησης της απόφασης του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Επιπροσθέτως, καταφέρνει σοβαρό πλήγμα στο μύθο των αλβανικών ισχυρισμών που καλλιέργησε η απόφασή του περί απόσπασης 300 χμ2 αλβανικής θάλασσας από την Ελλάδα, με απώτερο στόχο την καλλιέργεια ενός νέου ανθελληνικού «επιχειρήματος», ως επιβεβαίωση της συνέχειας των ιστορικών κακόβουλων ελληνικών προθέσεων έναντι της Αλβανίας.

Επικουρεί υπέρ της εκδοχής ότι υπήρξαν άλλοι εξωγενείς λόγοι που οδήγησαν στην μονομερή ακύρωση της ελληνοαλβανικής συμφωνίας για την ΑΟΖ. Ό,τι, λόγω της αρχής του αναντίρρητου των δικαστικών αποφάσεων και έτι περαιτέρω της αρχής που εγγυάται το απαραβίαστο του Συντάγματος, η συγκεκριμένη ακυρωτική δικαστική απόφαση λειτούργησε ως προπέτασμα των πραγματικών αιτιών του ναυαγίου.

Από μόνη της η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου ήταν διάτρητη

Καταρχήν το επικαλούμενο συνταγματικό ασυμβίβαστο της διμερούς συμφωνίας για την ΑΟΖ αφορά την αλβανική πλευρά και όχι την ελληνική (αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση που ευσταθεί η επιχειρηματολογία του Συνταγματικού Δικαστηρίου, τότε καθιστά υπεύθυνη την αλβανική και όχι την ελληνική πλευρά και ούτε ασφαλώς πρόκειται για διμερές θέμα). Ταυτοχρόνως, το Συνταγματικό Δικαστήριο επικαλείται ένα επιχείρημα τεχνικής φύσεως. Ισχυρίζεται ότι η διαπραγματευτική επιτροπή είναι θέμα αρμοδιότητας του Προέδρου της Δημοκρατίας και όχι κυβερνητικής απόφασης. Όμως, στην προκειμένη περίπτωση ο πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν υπέβαλε ένσταση για την «αφαίρεση» της αρμοδιότητάς του από την κυβέρνηση. Συνεπώς, το δικαστήριο κινήθηκε αυτόβουλα. Κινήθηκε όμως μετά από τρία χρόνια από την έκδοση της κυβερνητικής απόφασης (Ιούλιος 2006) και αποδεχόμενο ότι στη χώρα ισχύει παρόμοια πρακτική. Από την άλλη, πρόκειται για επιτροπή εμπειρογνωμόνων και όχι για κρατική επιτροπή που θα αναλάμβανε την υπογραφή της συμφωνίας. Τη συγκεκριμένη συμφωνία υπογράφει η κυβέρνηση και επικυρώνει η Βουλή. Υπό το ίδιο σκεπτικό, το Συνταγματικό Δικαστήριο δεν έκρινε ως αντισυνταγματική την κυβερνητική απόφαση του Ιουλίου 2006, που ορίζει την συγκεκριμένη επιτροπή, αλλά τη συνέπεια αυτής της απόφασης, που είναι η σύσταση της επιτροπής. Χαριστική βολή στον ισχυρισμό του Συνταγματικού Δικαστηρίου καταφέρει η πρόσφατη εισαγγελική απόφαση, σύμφωνα με την οποία η επιτροπή, ούτε συλλογικά, ούτε ατομικά, δεν διέπραξε κανένα ποινικό αδίκημα. Είχαν προηγηθεί αποφάσεις της ίδιας κυβέρνησης, που προήγαγαν μέλη της Επιτροπής σε σημαντικές κρατικές θέσεις

Επί της ουσίας, στην ακυρωτική απόφασή του το Συνταγματικό Δικαστήριο παραδέχεται ότι στην επίτευξη της ελληνοαλβανικής συμφωνίας η διαπραγματευτική επιτροπή ακολούθησε νομική οδό σεβόμενη την σχετική διεθνή νομοθεσία (μέση γραμμή αποστάσεως). Όμως το Συνταγματικό Δικαστήριο επιχειρηματολογεί υπέρ της αντισυνταγματικότητας της συμφωνίας προβάλλοντας το αίτημα για εφαρμογή άλλων αρχών, «περισσότερο συμφερουσών» για την Αλβανία (ΕΚΙΤΕ), όταν το ίδιο αποδέχεται ότι οι αρχές αυτές είναι προϊόν αποφάσεων διεθνών δικαστηρίων και δεν αφορούν διμερείς διαπραγματεύσεις και συμφωνίες.

Αδιανόητο παραμένει ωστόσο το γεγονός γιατί η ελληνική πλευρά δεν επικύρωσε στη Βουλή τη Συμφωνία της ΑΟΖ με την Αλβανία.

Ποιοι άλλοι παράγοντες συνεισέφεραν στο ναυάγιο

Τον Οκτώβριο του 2016 ο πρώην πρωθυπουργός που υπέγραψε τη Συμφωνία, ο Σαλί Μπερίσα, επεσήμανε στην Αλβανική Βουλή ότι ο Έντι Ράμα πρόσβαλε την ελληνοαλβανική συμφωνία στο Συνταγματικό Δικαστήριο για λογαριασμό και χρήματα τρίτης πλευράς. Ο Μπερίσα δεν υπέδειξε συγκεκριμένα τον τρίτο παράγοντα. Σχολιάστηκε ευρέως ότι φωτογράφιζε την Τουρκία. Υπήρξαν όμως και εξειδικευμένα σχόλια που υπογράμμιζαν ότι ο Μπερίσα είχε υπόψη του τις ΗΠΑ. Η ανάλυση των στοιχείων που είναι δημοσίως γνωστά επιβεβαιώνουν τα σχόλια. Ταυτόχρονα επιβεβαιώνουν ότι η αλβανική πλευρά έπαιζε σε διπλό ταμπλό στοχεύοντας την παγίδευση της Αθήνας, όσον αφορά τα αιτήματά της προς τα Τίρανα.

Στο αίτημα της Αλβανίας για να παράσχει η Ελλάδα πολιτική στήριξη για την ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ και την επίτευξη της Συμφωνίας Σύνδεσης Σταθερότητας των Τιράνων με την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Αθήνα επέμενε στην υπογραφή της συμφωνίας για την ΑΟΖ στο Ιόνιο και την κατασκευή των ελληνικών στρατιωτικών νεκροταφείων για τους Έλληνες πεσόντες του '40.

Υπάρχουν στοιχεία που επιβεβαιώνουν ότι τα Τίρανα, παρά τα συμφωνηθέντα με την ελληνική πλευρά, κατέφευγαν σε τρίτους, παρουσιάζοντας τα ως πίεση και απειλή της Αθήνας εις βάρος των εθνικών συμφερόντων της Αλβανίας. Αποτελεί απόδειξη τηλεγράφημα της Αμερικανικής Πρεσβείας στα Τίρανα προς τον Λευκό Οίκο με ημερομηνία 09/10/2008, το οποίο δημοσιοποιήθηκε από το Wikileaks και επικαλούνται τα αλβανικά ΜΜΕ. Σύμφωνα με το τηλεγράφημα, Αλβανοί αξιωματούχοι, μέχρι και ο τότε Υπουργός Εξωτερικών και σήμερα αρχηγός του Δημοκρατικού Κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Λιουλεζίμ Μπάσια, μετέφεραν στην αμερικανική πρεσβεία στα Τίρανα τις ανησυχίες τους για πιέσεις και απειλές της Αθήνας, όπως ισχυρίζονταν, για εκπλήρωση των ελληνικών αιτημάτων ανεξαρτήτως αν αυτά αντιβαίνουν τα αλβανικά εθνικά συμφέροντα, με αντάλλαγμα την ελληνική στήριξη στην ενταξιακή πορεία της Αλβανίας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Το τηλεγράφημα σημειώνει μάλιστα ότι οι Αλβανοί παράγοντες ανέφεραν στους Αμερικανούς διπλωμάτες, ότι οι Έλληνες συνομιλητές τους είχαν επανειλημμένως ζητήσει να αποφεύγουν τις τρίτες δυνάμεις στις συνομιλίες αυτές με την Ελλάδα. Ανέφεραν συγκεκριμένα και τις ΗΠΑ, οι οποίες, όπως οι Αλβανοί ισχυρίζονται επικαλούμενοι ελληνικές πηγές, είχαν αναπτύξει στρατιωτικά συμφέροντα στη Χιμάρα.

Ωστόσο, τον Οκτώβριο του 2009, λίγο μετά από την προσφυγή του αρχηγού του Σοσιαλιστικού Κόμματος Έντι Ράμα στο Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας κατά της ελληνοαλβανικής συμφωνίας για την ΑΟΖ, επισκέφτηκε εσπευσμένα τα Τίρανα ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Νταβούτογλου. Αμέσως μετά ο Σαλί Μπερίσα δήλωσε με νόημα ότι θα σεβαστεί την όποια απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Από την άλλη, Αλβανοί παράγοντες όπως ο αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού της χώρας, Αρτούρ Μετσολάρι, επιβεβαιώνει ότι εκτός από τις δύο προαναφερόμενες χώρες και η Ιταλία ενεπλάκη για την ακύρωση της συγκεκριμένης συμφωνίας. Ασφαλώς η κάθε πλευρά για τους δικούς της λόγους.

Συνέπειες; Η Αλβανία πέτυχε τη στήριξη της Ελλάδας για την πλήρη ένταξη στο ΝΑΤΟ (Απρίλης 2008) και για τη Συμφωνία Ένταξης και Σταθερότητας με την Ευρωπαϊκή Ένωση (Απρίλης 2009). Η Ελλάδα δεν κατάφερε ούτε το ένα ούτε το άλλο αίτημά της.

*Ο Παναγιώτης Μπάρκας είναι δημοσιογράφος - αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Ελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Αργυροκάστρου