ΑΠΟΨΕΙΣ

Με τη νηφαλιότητα ενός περιπλανώμενου φωτογράφου

ΜΑΡΤΥ ΛΑΜΠΡΟΥ

Ενοικιάζεται το παρόν

Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 2016

Η συλλογή Ενοικιάζεται το παρόν αποτελείται από δέκα διηγήματα σε καθένα από τα οποία καταγράφoνται πτυχές της καθημερινότητας όπως τη βιώνουν άνθρωποι απλοί, εγκλωβισμένοι στο ασφυκτικό κέντρο “ενός αποσαθρωμένου κοινωνικού ιστού”, σε μια σκληρή και απάνθρωπη σύγχρονη πόλη, την Αθήνα. Κάθε διήγημα αποτελεί το σκηνικό στις διαστάσεις του οποίου διαδραματίζεται και μία εντελώς ιδιαίτερη, διαφορετική ιστορία, όλες μαζί ωστόσο συνθέτουν ένα ενιαίο και συνάμα πολυδιάστατο δράμα, όπως αυτό βιώνεται τα τελευταία δέκα χρόνια στο κέντρο και στις παρυφές της πρωτεύουσας. Κάθε διήγημα, με άλλα λόγια, μπορεί να θεωρηθεί σαν ένα κομμάτι ενός παζλ που αποσκοσπεί στην απεικόνιση πτυχών του σημερινού πολυπολιτισμικού αδιεξόδου. Κι αν κάποια κομμάτια λείπουν εύκολα μπορούν να αναπληρωθούν από τον αναγνώστη με την επιστράτευση της εμπειρίας και της τρέχουσας και διαρκώς ανατροφοδοτούμενης από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα φαντασίας του. Γι' αυτό και πιστεύω ότι δεν θα ήταν λάθος να ισχυριστεί κανείς ότι όλα τα διηγήματα του βιβλίου συνθέτουν εντέλει ένα εν εξελίξει μυθιστόρημα, με κενά και ρωγμές αφημένες επί τούτου, προκειμένου ο αναγνώστης να προσθαφαιρεί συμβάντα και καταστάσεις που βίωσε και ο ίδιος ή υπέπεσαν στην αντίληψή του.

Η αφηγήτρια, με οξυμένη παρατηρητικότητα και κοινωνική ευαισθησία απομονώνει, μεγεθύνει, φωτίζει και καταγράφει αναγνωρίσιμες έως και οικείες στιγμές και σκηνές μιας κακοφορμισμένης καθημερινότητας, φροντίζοντας παράλληλα να κρατήσει απ' αυτές τις επιβαλλόμενες αποστάσεις ασφαλείας, προκειμένου να προφυλαχθεί από το ενδεχόμενο μιας προσωπικής συναισθηματικής εμπλοκής της και να διατηρήσει καθαρή και ανεπηρέαστη τη ματιά της προς όλα όσα την κινητοποιούν στο πεδίο της αφήγησης. Παρατηρεί και καταγράφει ενσταντανέ της πραγματικότητας που την περιβάλλει με τη νηφαλιότητα ενός περιπλανώμενου φωτογράφου και την ελεγχόμενη συναισθηματική συμμετοχή ενός περιφερόμενου χρονικογράφου που επιθυμεί να εκφράσει αν μη τι άλλο τη δυσαρέσκειά του για την εικόνα του κόσμου. Παρατηρεί εκ πρώτης όψεως προσηλωμένη στις εξωτερικές και προφανείς εκφάνσεις της καθημερινής πραγματικότητας, δεν παύει ωστόσο να δημιουργεί ανοίγματα μέσα από τα οποία μπορεί να διακρίνει κανείς τα βαθύτερα συλλογικά και ατομικά αίτια της δειγματοληπτικά περιγραφόμενης κατάστασης.

Τα υλικά των ιστοριών της είναι επιλεγμένα από συμπτωματικές εκδοχές της επιφανειακά διαρκώς εναλλασσόμενης κι ωστόσο κατά βάθος αναλλοίωτης και ισοπεδωτικής καθημερινότητας που ζούν οι κάτοικοι μιας απρόσωπης και αδιάφορης ευρωπαϊκής πόλης. Αποσπασματικές εικόνες, φράσεις, διαχυμένα, απροσδιόριστα ή συγκεκριμένα συναισθήματα, λεπτομερείς κινησιολογικές και ενδυματολογικές περιγραφές που συχνά μοιάζουν απόρροια εμβριθών, κοινωνιολογικής υφής, παρατηρήσεων συγκροτούν μία ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα ηθογραφία της τρέχουσας καθημερινής πραγματικότητας, οι ήρωες της οποίας χωρίς να χάνουν την αυτάρκειά τους ως πνευματικές και κοινωνικές οντότητες λειτουργούν και ως εκπρόσωποι ενός μεγάλου πλήθους ανθρώπων βυθισμένων στην ανωνυμία και καθηλωμένων στην καταμέτρηση των μεγάλων απωλειών και των ισχνών κερδών της ούτως ή άλλως περίκλειστης και χωρίς ανοιχτούς ορίζοντες ζωής τους. Συγκροτούν, με άλλα λόγια, μία ανθρωποκεντρικά δομημένη πατριδο- γνωσία, αφού η αφηγήτρια δεν περιορίζεται στην επισήμανση και στην περιγραφή περιοχών και σημείων της πρωτεύουσας που τα τελευταία χρόνια έχουν αποκτήσει ιδιαίτερη κοινωνική σημασία και συναισθηματική βαρύτητα, αλλά εποικίζει αυτές τις περιοχές κι αυτά τα σημεία με ανθρώπους ηττημένους από τη ζωή και μοναχικούς, που αναζητούν προσχήματα να μονολογήσουν και να μεγιστοποιήσουν τα όποια προβλήματά τους, νομίζοντας ότι ο λόγος τους έχει αποδέκτη. Ανθρώπους με στρεβλωμένη την ευαισθησία τους και με διαβρωμένο το αίσθημα της ανθρωπιάς, που άγονται και φέρονται από την προσδοκία ενός οποιουδήποτε, πραγματικού ή νομιζόμενου υλικού κέρδους. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα λέει ένας ανώνυμος επιβάτης λεωφορείου σε άγνωστες συνεπιβάτισσές του: “Πολλά είπατε, αλλά δεν άκουσα τίποτα για αγάπη. Λογικές σκέψεις και συμφέρον”. Είναι κι αυτή μια από τις αλήθειες που φέρνει στην επιφάνεια της αφηγηματικής της περιδιάβασης η αφηγήτρια. Αλήθειες που όσο κι αν ακούγονται σκληρές κατευνάζουν και απαλύνουν τον πόνο, γιατί λέγονται με αγάπη και όπως επισημαίνεται κάπου “Οι αλήθειες δεν πονάνε όταν λέγονται με αγάπη”.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης