Επιχείρηση «απλή αναλογική»: Το κεντροαριστερό άνοιγμα δεν διασφαλίζει την κυβερνητική επιβίωση
Πώς θα μπορούσαμε να κρίνουμε την έκβαση της κυβερνητικής επιχείρησης «απλή αναλογική»; Εξαρτάται από το με ποιο κριτήριο χρησιμοποιεί κανείς.
Αν το κριτήριο είναι η αρχική στοχοθεσία της κυβέρνησης (ή τουλάχιστον αυτή που είχε αφήσει να διαφανεί), το project «απλή αναλογική» απέτυχε. Οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο αφού τα κουκιά δεν έφτασαν το μαγικό αριθμό 200. Επίσης, από τη στιγμή που ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι απέρριψαν το νέο αναλογικότερο σύστημα, η όλη διαδικασία δεν μετατράπηκε σε εφαλτήριο αναδιάταξης του πολιτικού χάρτη. Ο εκλογικός νόμος δεν έγινε δηλαδή το πρώτο βήμα στην κατεύθυνση μιας ευρείας κεντροαριστερής συμμαχίας με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Τέλος, η κυβέρνηση δεν μπόρεσε να αλλάξει την ατζέντα μέσω της απλής αναλογικής. Το ζήτημα μάλλον απασχόλησε αποκλειστικά το πολιτικό προσωπικό κι ένα μέρος του κόσμου των media. Η κοινωνία βυθιζόμενη ολοένα και περισσότερο στο τέλμα της οικονομικής δυσπραγίας μοιάζει να παίρνει ολοένα και μεγαλύτερες αποστάσεις από τις διαδικασίες του πολιτικού συστήματος.
Ωστόσο, αν δεν χρησιμοποιήσουμε ως κριτήριο την κυβερνητική στοχοθεσία (που για μια ακόμα φορά ήταν αδικαιολόγητα μαξιμαλιστική), ίσως θα μπορούσαμε να διακρίνουμε τα πολιτικά οφέλη που προσπορίστηκε ο ΣΥΡΙΖΑ από την επιχείρηση «απλή αναλογική». Μπορεί το μεγάλο άνοιγμα στην Κεντροαριστερά να μην επιτεύχθηκε, εντούτοις, μέσω του εκλογικού νόμου η κυβέρνηση έσπασε μια ορισμένη «υγειονομική ζώνη» που είχε διαμορφωθεί ανάμεσα σε αυτή και τις πολιτικές δυνάμεις που κινούνται στα δεξιά της. Η θετική ψήφος της Ένωσης Κεντρώων διατηρεί ανοιχτή την προοπτική μιας ενδεχόμενης διεύρυνσης του κυβερνητικού σχήματος. Ίσως ακόμα πιο σημαντική υπήρξε η στάση της ΔΗΜΑΡ. Παρ’ όλο που η διαφοροποίηση της δεν φαίνεται να απειλεί τη συνοχή της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, ωστόσο, το μήνυμα ήταν σαφές: στην Κεντροαριστερά ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να βρει συνομιλητές. Τέλος, δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί η συμβολική σημασία που έχει για τον κομματικό μηχανισμό του ΣΥΡΙΖΑ η ψήφιση ενός αναλογικότερου εκλογικού συστήματος (το οποίο βέβαια δεν είναι απλή αναλογική, αφού διατηρεί το πλαφόν για την είσοδο στη Βουλή). Η ηγεσία του κόμματος μπορεί τώρα να ισχυριστεί ενώπιον του κομματικού ακροατηρίου ότι ικανοποίησε ( σε μεγάλο βαθμό τουλάχιστον) ένα πάγιο αίτημα της Αριστεράς. Το όλο θέμα μπορεί να μην αφορά τόσο πολύ το κοινωνικό σύνολο, αλλά στα μέλη του κόμματος ενισχύει την αναγκαία αίσθηση ότι υπάρχουν σοβαρά σημεία διαφοροποίηση τους ΣΥΡΙΖΑ από τη ΝΔ. Αίσθηση που έχει τρωθεί λόγω της εφαρμογής του Μνημονίου.
Εν ολίγοις, η κυβέρνηση μπορεί να μην πέτυχε όσα επιδίωκε (ή όσα εμφανιζόταν να επιδίωκε), αλλά δεν βγαίνει χαμένη από την επιχείρηση «απλή αναλογική».
Εντούτοις, και η διαδικασία για την ψήφιση του νέου εκλογικού νόμου ανέδειξε εκ νέου δύο μείζονα προβλήματα της πολιτικής αντίληψης του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης. Το πρώτο είναι η συνεχής θέσπιση στόχων που είναι αδύνατον να επιτευχθούν. Από τις κόκκινες γραμμές της διαπραγμάτευσης μέχρι την πάταξη της διαφθοράς, και από τη φιλοξενία των προσφύγων στην αναβάθμιση του ΕΣΥ, διαρκώς διακηρύττονται στόχοι οι οποίοι εντέλει είτε αποδεικνύονται a priori ανεδαφικοί είτε πολύ υψηλοί για ένα κυβερνητικό σχήμα που δύσκολα μπορεί να αποσπάσει εύσημα για την αποτελεσματικότητά του. Πώς αλήθεια θα μπορούσαν ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι να αντιστρέψουν τόσο απότομα την πορεία που έχουν ακολουθήσει τα τελευταία χρόνια, για να αναζητήσουν πολιτικό καταφύγιο στο Μαξίμου;; Όποια και αν είναι η αιτία της (ελλιπής προετοιμασία, βιασύνη στη λήψη αποφάσεων, επιφανειακή γνώση της πραγματικότητας, πλεονάζουσα αυτοπεποίθηση), η μη ρεαλιστική στοχοθεσία συρρικνώνει περαιτέρω την ήδη περιορισμένη αξιοπιστία της κυβέρνησης και δεν της επιτρέπει να εμφανίζεται κερδισμένη ακόμα και σε πεδία που όντως είναι.
Το βασικό όμως προβληματικό στοιχείο της κυβερνητικής πρακτικής είναι ότι προσπαθεί να αντισταθμίσει τη συρρίκνωση της απήχησης της στην κοινωνία, με κινήσεις στο πεδίο του πολιτικού συστήματος. Ο Τσίπρας και η κυβέρνηση βλέποντας τη δημοτικότητα τους να πέφτει λόγω των σκληρών μνημονιακών μέτρων, επιδιώκουν τη διεύρυνση του κυβερνητικού σχήματος. Ακόμα όμως και αν αναδιαταχθεί ο χάρτης του πολιτικού συστήματος, η κοινωνική δυσαρέσκεια δεν θα περιοριστεί. Απλώς θα διαφοροποιηθεί ως ένα βαθμό ο αποδέκτης της. Το Μνημόνιο όντας ένας μηχανισμός φτωχοποίησης της ελληνικής κοινωνίας, έχει μετατραπεί σε νεκροθάφτη διαδοχικών κυβερνητικών σχημάτων. Όπως ακριβώς η συμμαχία που συνήψαν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ δεν εξασφάλισε τη σε βάθος χρόνου την παραμονή τους στους κυβερνητικούς θώκους, έτσι ακριβώς και το κεντροαριστερό άνοιγμα δεν διασφαλίζει το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ. Το ζήτημα των πολιτών είναι η ανεργία, όχι το αν η Φώφη και ο Σταύρος μπουν στην κυβέρνηση.
Ο Γιάννης Αλμπάνης είναι δημοσιογράφος