Εκλογές 2023: Στη μάχη για τα likes (και τις ψήφους) των νέων
Μαζί με την άνοιξη, ο Μάιος μάς φέρνει και μια ενδιαφέρουσα, εκτός από κρίσιμη, εκλογική αναμέτρηση.
Τα επιτελεία των πολιτικών κομμάτων έχουν μπει σε προεκλογικό mood από τις αρχές του χρόνου, κι ανεβάζουν ρυθμούς στα social accounts τους από τα τέλη του 2022. Το ίδιο κάνουν οι γνώριμοι πολιτικοί, με στόχο την επανεκλογή, ενώ οι περισσότεροι υποψήφιοι έχουν ξεσκονίσει εδώ και λίγες εβδομάδες τους παλιούς social λογαριασμούς τους ή έχουν φτιάξει καινούριους.
Σημείο των καιρών η προσπάθεια του πολιτικού δυναμικού - όχι μόνο στην Ελλάδα βέβαια - να προσελκύσει τις ψήφους της νεολαίας, μιας κατηγορίας που θεωρείται πρόσφορο πεδίο απόκτησης νέων ψηφοφόρων μέσω των εργαλείων της επικοινωνίας.
Έτσι, εν όψει της ραγδαίας διείσδυσης των «νεανικών» social media, δηλαδή Instagram και TikTok, αλλά και των εφαρμογών messenger, οι εκλογές αυτές, digital-wise, γίνονται σε νερά… πιο αχαρτογράφητα από ό,τι οι προηγούμενες. Κι αυτό μόνο τυχαίο δεν είναι, αφού ο πολιτικός ανταγωνισμός στα social media γίνεται ολοένα και πιο σκληρός, όσο προχωρούν οι γενιές των ψηφοφόρων.
TikTok: ένα δύσκολο τερέν για τους πολιτικούς
Αν και δυσκολεύτηκαν λίγο στην αρχή, τα καταναλωτικά brands έχουν βρει υπέροχους και ευφάνταστους τρόπους να προσεγγίσουν το νεανικό κοινό του TikTok. Η πλατφόρμα συνεχίζει να μεγαλώνει τη βάση χρηστών της με γοργό ρυθμό, διατηρώντας το ιδιαίτερο ύφος, στυλ και τις «προδιαγραφές» του περιεχομένου του. Κι ενώ αρκετοί πολιτικοί ανά τον κόσμο αποπειράθηκαν να το αξιοποιήσουν, το αποτέλεσμα ήταν στην καλύτερη περίπτωση αδιάφορο έως cringe, καταλήγοντας να εισπράττουν ατελείωτο trolling που διαμοιράστηκε και στα υπόλοιπα social media.
Το πιο πρόσφατο παράδειγμα ήταν οι εκλογές στην Ιταλία πέρυσι, που έμειναν και γνωστές ως οι εκλογές του TikTok. Τότε, αρκετοί βετεράνοι και μη της ιταλικής πολιτικής σκηνής προσπάθησαν να κάνουν το ντεμπούτο τους στην πλατφόρμα. Σαν τον πρώην πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι, που χρησιμοποίησε μια παλιά γκάφα του, μάλλον άτσαλα, για να συστηθεί. Ή σαν τον πρώην υπουργό Οικονομικής Ανάπτυξης και αρχηγό κόμματος Κάρλο Καλέντα που αντιμετώπισε το κοινό του αφ’ υψηλού, λέγοντας ότι θα μιλήσει για κάτι ασυνήθιστο, δηλαδή… βιβλία. Ή τον πρώην υπουργό Εξωτερικών Λουίτζι ντι Μάιο, ο οποίος πάτωσε στις εκλογές, έκλεισε άρον άρον τους λογαριασμούς του σε TikTok και Facebook, αφού πρώτα έγινε πανιταλικό meme με αφορμή το όχι και πολύ κολακευτικό βίντεο όπου τον κρατάνε στον αέρα κατά τη διάρκεια χορευτικής εκδήλωσης.
Οι γείτονες δεν είναι οι μόνοι που κάνουν γκάφες στο TikTok ή τα social γενικώς. Από το άχαρο βιντεάκι της πρώην υπουργού Πολιτισμού της Βρετανίας για το ιωβηλαίο της βασίλισσας Ελισάβετ, έως το κακό timing για το χορευτικό της κυβερνήτη του Μίσιγκαν, Γκρέτσεν Γουίτμερ.
Στα δικά μας, ας μου επιτραπεί να μη σχολιάσω συγκεκριμένα πρόσωπα για προφανείς λόγους. Θα αρκεστώ να πω όμως ότι στους λογαριασμούς Ελλήνων πολιτικών στο TikTok θα βρει κανείς, κυρίως αλλά όχι πάντα, περιεχόμενο πιο safe. Κάτι που δείχνει ότι αντιμετωπίζουν την πλατφόρμα με τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίζουν το Instagram και το Facebook, χωρίς να αξιοποιούν καν τα ιδιαίτερα εργαλεία και λειτουργίες του που το κάνουν να ξεχωρίζει (tiktok sounds, μουσική, φίλτρα κλπ). Οι νεότεροι πολιτικοί ξέρουν πόσο απλό είναι…
Το messaging στην πολιτική
Αν και πάνε κάποια χρόνια που τα πολιτικά κόμματα έχουν αξιοποιήσει εργαλεία διαπροσωπικής επικοινωνίας στις καμπάνιες τους, για παράδειγμα μέσω dedicated ιστοσελίδων και custom apps, σήμερα οι επιλογές είναι πολύ συγκεκριμένες. Whatsapp, Viber, iMessage, Telegram, WeChat ή και το Facebook Messenger έχουν τη δική τους θέση στις απόπειρες κομμάτων και υποψηφίων να συνδεθούν με το κοινό. Κι αυτό γιατί είναι μαζικά διαδεδομένες, δημοφιλείς και ταυτόχρονα αποδοτικές επιλογές μέσω των communities/groups για τη διανομή περιεχομένου και την αμφίδρομη επικοινωνία.
Τα πλεονεκτήματα που προσφέρουν οι εφαρμογές αυτές είναι λίγο πολύ τρομακτικά, αν χρησιμοποιηθούν έξυπνα και πλήρως. Αυτό μας το έδειξε για παράδειγμα η εμπειρία εκλογικών αναμετρήσεων της Λατινικής Αμερικής, δηλαδή σε χώρες όπου η χρήση αυτών των εφαρμογών και γενικά η χρήση του κινητού είναι συχνά το μόνο μέσο που διαθέτει ή/και επιλέγει ο μέσος πολίτης για την επικοινωνία του. Μερικά λοιπόν από τα πλεονεκτήματά τους:
- Τα μηνύματα είναι άμεσα και «προσωπικά». Η προβολή τους δεν εξαρτάται από το scrolling.
- Η δημιουργία «θεματικών» group/communities δίνει τη δυνατότητα στόχευσης στο αντίστοιχο κοινό με αντίστοιχα στοχευμένο περιεχόμενο.
- Σε αντίθεση με ανοιχτά social, εδώ δεν υπάρχει context, δηλαδή δεν υπάρχουν άλλες αναρτήσεις, εικόνες, σύνδεσμοι και φυσικά δεν υπάρχει αντίλογος από άλλους χρήστες.
- Είναι χαμηλού κόστους.
Η υπάρχουσα έρευνα στο πεδίο της πολιτικής επικοινωνίας επιβεβαιώνει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των messengers στο πολιτικό-προεκλογικό πλαίσιο, καθώς δημιουργούν ένα περιβάλλον πιο προσωπικό και ελεγχόμενο στο οποίο ευνοείται η πολιτική συζήτηση και πληροφόρηση. Συχνά δυστυχώς και η παραπληροφόρηση.
Σε κάθε περίπτωση κόμματα και υποψήφιοι έχουν κάθε λόγο να χρησιμοποιήσουν τέτοιες εφαρμογές όχι μόνο για να διοχετεύσουν το στάνταρ περιεχόμενο της καμπάνιας τους (θέσεις, εκδηλώσεις κλπ), αλλά να κρατήσουν ψηλά το επίπεδο αλληλεπίδρασης και πόλωσης της εκλογικής τους βάσης. Με αυτή την έννοια είναι πρωτίστως εργαλεία επαφής και συντήρησης πιστών ψηφοφόρων και δευτερευόντως προσέλκυσης νέων, χωρίς να αποκλείεται και το δεύτερο με μια συστηματική στρατηγική.
Τι γίνεται με τους influencers;
Στο γενικότερο τώρα πεδίο της social μάχης είναι γνωστό ότι τα πολιτικά κόμματα αλλά και ορισμένοι μεμονωμένοι πολιτικοί διαθέτουν προσωπικό με αποκλειστικό αντικείμενο την προβολή και υποστήριξή τους. Είναι οι γνωστές στρατιές των trolls ένθεν κακείθεν που χρησιμοποιούν πολλαπλά προφίλ για σκοπούς πολιτικής επικοινωνίας και προπαγάνδας.
Εδώ το content είναι πιο “ωμό”, πιο επιθετικό και όχι politically correct, ακριβώς με στόχο την κινητοποίηση, τον επηρεασμό και την πόλωση. Δεν θα ήταν κατ’ ανάγκη προβληματική αν δεν περιείχε και ένα σημαντικό βαθμό παραπληροφόρησης και fake news, όπως μας έδειξε η εμπειρία και από το εξωτερικό (βλ. ΗΠΑ).
Προσοχή όμως. Τα trolls μεταφέρουν και διασπείρουν πολιτικά μηνύματα, αλλά δεν είναι σε θέση να προσελκύσουν νέο κοινό: νέο ηλικιακά και νέο ως ψηφοφόροι. Άρα η αναζήτηση τρόπων προσέλκυσης αυτού του κοινού συνεχίζεται. Πλέον στο κάδρο έχουν μπει οι influencers, μάλιστα influencers χωρίς απαραίτητα πολιτική θεματολογία στο περιεχόμενό τους. Στην Ελλάδα ήδη είδαμε πρόσφατα κάποιες τέτοιες πρώτες προσπάθειες, τόσο από τον πρωθυπουργό όσο και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Το μέλλον όμως επιφυλάσσει πολύ περισσότερα. Μαθαίνουμε ότι ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπάιντεν και το επιτελείο του στήνουν μια σημαντικότατη υποδομή ενημέρωσης, συντονισμού και επαφής με δεκάδες influencers και δημιουργούς περιεχομένου που είναι διατεθειμένοι να βοηθήσουν τους Δημοκρατικούς να διευρύνουν την εκλογική τους βάση εν όψει των εκλογών του 2024. Στόχος είναι, να το πούμε απλά, τα παιδιά της επαρχίας, είναι η γενιά της αμιγούς digital ενημέρωσης-επικοινωνίας, και ομάδες που τους απασχολούν συγκεκριμένα θέματα, όπως η κλιματική αλλαγή.
Τι επιφυλάσσει ο προεκλογικός αγώνας δρόμου
Όσο ραγδαία αλλάζει και εξελίσσεται η ψηφιακή τεχνολογία τόσο επηρεάζει κάθε τομέα επικοινωνίας. Αυτό σημαίνει ότι η πολιτική καλείται να προσαρμοστεί όσο το δυνατό πιο γρήγορα στα νέα δεδομένα, και ταυτόχρονα να το κάνει αξιολογώντας και μετρώντας το αποτέλεσμα. Το να φέρουμε likes και followers σε ένα official account δεν είναι αρκετό και δεν είναι ούτε καν το πρωτεύον.
Το ίδιο ισχύει και για το περιεχόμενο. Διανύουμε κιόλας μια εποχή όπου οι εφαρμογές ΑΙ επιστρατεύονται σε επίσημους λογαριασμούς για τη δημιουργία ευθέως πολιτικού περιεχομένου, ή ως αφορμή για τοποθετήσεις. Τέτοιου είδους εφευρήματα θα πυκνώνουν από δω και μπρος ιδίως σε πλατφόρμες όπου δεν επιτρέπεται η πολιτική διαφήμιση (TikTok, Pinterest ή όπου τα φίλτρα κάνουν την έγκριση tricky (Τwitter, Spotify ή ακόμα και Meta).
Τέλος σημαντικές αλλαγές θα φέρει στην πολιτική διαφήμιση ο νέος Κανονισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος μεταξύ άλλων θα περιορίσει αρκετά το targeting, δυσκολεύοντας έτσι το reach πολιτικών φορέων/προσώπων σε συγκεκριμένο κοινό.
Ο δρόμος λοιπόν προς την εξουσία αλλάζει συνεχώς και δεν χωράει απερίσκεπτα πειράματα, ενώ περνάει μέσα από την κατανόηση των σύγχρονων εργαλείων, τη δημιουργικότητα, την πρακτικότητα, αλλά ταυτόχρονα τη δεοντολογία και τη διαφάνεια.