Προσδοκίες για μια χρονιά υπερ-απόδοσης αλλά και εγρήγορση εξαιτίας των επίμονων προκλήσεων
Ανανεώθηκε:
Η ελληνική οικονομία κατάφερε να καταγράψει, για 2η συνεχή χρονιά, ισχυρότατες οικονομικές επιδόσεις -εκ των κορυφαίων στην ευρωζώνη- επιδεικνύοντας ανθεκτικότητα σε σημαντικές εξωγενείς διαταραχές, με τελευταίες, τον πόλεμο στην Ουκρανία και την κλιμάκωση της διεθνούς πληθωριστικής κρίσης.
Οι επιδόσεις της είναι ακόμη πιο αξιοσημείωτες λόγω της δομής και της μεγάλης εξάρτησης της οικονομίας σε εισαγωγές ενέργειας, πρώτων υλών, κεφαλαιουχικών και καταναλωτικών αγαθών που την καθιστούν συγκριτικά πιο ευάλωτη στο εισαγόμενο πληθωριστικό σοκ. Ωστόσο τόσο η κατανάλωση όσο και οι επενδύσεις αλλά και οι εξαγωγές παρέμειναν σε ισχυρά ανοδική τροχιά υπερβαίνοντας τις επιδόσεις της Ευρωζώνης.
Οι προαναφερόμενες εξελίξεις υπογραμμίζουν την προσαρμοστικότητα και αντοχή τμήματος του ιδιωτικού τομέα αλλά και τη σημασία των κρίσιμων δημοσιονομικών παρεμβάσεων που απορρόφησαν σημαντικό τμήμα των πιέσεων, κυρίως προς τις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Αναμφισβήτητα η επάνοδος σε δημοσιονομική ισορροπία είναι επιβεβλημένη και είναι ενθαρρυντικό ότι πιστοποιείται τόσο από τις, καλύτερες από το αναμενόμενο, δημοσιονομικές τάσεις κατά το 2022 όσο και από το στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα το 2023.
Υπό αυτό το πρίσμα το 2023 ξεκινά από μια θετική αφετηρία με πλήρη αναστροφή των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας και ενθαρρυντικές πρώιμες ενδείξεις ως προς την αποκλιμάκωση των τιμών της ενέργειας και σταδιακής υποχώρησης του πληθωρισμού, παρά τις ισχυρές υποκείμενες πιέσεις σε βασικές κατηγορίες όπως τα τρόφιμα και την παγίωση των ανατιμήσεων σε ένα μεγάλο εύρος αγαθών και υπηρεσιών.
Το πλέον σημαντικό είναι ότι η ανοδική τροχιά φαίνεται να βασίζεται σε διατηρήσιμους παράγοντες.
Η αγορά εργασίας παραμένει εύρωστη με την ανεργία σε χαμηλό 11 ετών και πρώιμες ενδείξεις αξιόλογων μισθολογικών μεταβολών με γνώμονα την παραγωγικότητα. Η αύξηση του κατώτατου μισθού σωρευτικά (και των συνδεόμενων κοινωνικών επιδομάτων) θα υπερβεί το 15% παρέχοντας ένα πρόσθετο πλέγμα ασφαλείας σε τμήμα των πλέον ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.
Οι πιο ισχυρές επιχειρήσεις επέδειξαν προσαρμοστικότητα στην αύξηση του κόστους παραγωγής και επωφελήθηκαν από την ισχυρή ζήτηση καθώς και από στοχευμένα μέτρα και δημοσιονομικές ελαφρύνσεις.
Ο ρόλος των εύρωστων επιχειρήσεων θα είναι ακόμη πιο κομβικός για τις επιδόσεις της οικονομίας μέσω των αποφάσεων τους για επενδύσεις, μισθούς και προσλήψεις όσο η δημοσιονομική στήριξη θα υποχωρεί.
Η συνδρομή των σημαντικότατων πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης (με απορρόφηση ήδη του 1/3 των διαθέσιμων κεφαλαίων), των σταθερά ανοδικών Άμεσων Ξένων Επενδύσεων (σε νέο ιστορικό υψηλό το 2022) και των ώριμων ιδιωτικών επενδύσεων προοιωνίζουν αυξανόμενο ρόλο των κεφαλαιουχικών επενδυτικών δαπανών για παραγωγική εμβάθυνση τα επόμενα χρόνια.
Ωστόσο η διάχυση των ωφελειών από τις αξιόλογες επιδόσεις της οικονομίας και η μακροχρόνια στοχευμένη στήριξη σε αυτούς που δέχονται μονιμότερες αρνητικές επιπτώσεις συνιστούν πρόκληση. Για αυτό είναι επιβεβλημένη η, ακόμη πιο λεπτομερής, χαρτογράφηση τόσο αυτών που έχουν πραγματικά ανάγκη όσο και εκείνων που θα μπορούσαν να συνεισφέρουν πιο ενεργά στην κοινωνική συνοχή.
Οι πρώτοι δεν είναι σίγουρα όλοι όσοι αποτυπώνονται βάσει των δηλωθέντων ή τεκμαρτών εισοδημάτων και οι δεύτεροι ενδεχομένως δεν αποτυπώνονται πλήρως ούτε στα ήδη ισχυρά στοιχεία συνολικής εταιρικής κερδοφορίας καθώς και υψηλών μισθολογικών ή μη μισθολογικών εισοδημάτων .
Σε ένα περιβάλλον που η διαχείριση του απρόβλεπτου έχει καταστεί τμήμα της καθημερινότητας η εκμετάλλευση κάθε ευκαιρίας για ενδυνάμωση των προοπτικών της χώρας αποκτά ακόμη μεγαλύτερη οικονομική βαρύτητα και εθνική σημασία.