Αποταμίευση; Ποια αποταμίευση;
Ανανεώθηκε:
Η Παγκόσμια Ημέρα αποταμίευσης βρίσκει τους καταθέτες «με την πλάτη στον τοίχο».
Τον Αύγουστο του 1934 οι «κερματοπυξίδες»-γνωστοί στο ευρύ κοινό ως κουμπαράδες-του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα.
Για πολλές δεκαετίες αποτέλεσαν Σύμβολο αποταμίευσης και χρηστής οικονομικής αντίληψης. Οι λίγο μεγαλύτεροι θυμόμαστε ακόμα ότι δίνονταν και ως δώρο στην Παγκόσμια Ημέρα Αποταμίευσης, κάθε χρόνο στις 31 Οκτωβρίου.
Για την ιστορία, ο εορτασμός της Παγκόσμιας Ημέρας Αποταμίευσης ξεκίνησε στις 31 Οκτωβρίου 1926, με πρωτοβουλία του Διεθνούς Ινστιτούτου Ταμιευτηρίων (International Savings Banks Institute, ISBI), που ιδρύθηκε στο Μιλάνο το 1924 και αποτέλεσε τον πρόδρομο του Παγκόσμιου Ινστιτούτου Ταμιευτηρίων.
Αφήνοντας την -πάντα ενδιαφέρουσα- ιστορική αναδρομή, επιστρέφουμε στη σημερινή πραγματικότητα. Όπου η αποταμίευση είναι ασύμφορη για τη συντριπτική πλειονότητα των νοικοκυριών.
Και εδώ υπάρχει το εξής παράδοξο: Τα τελευταία χρόνια, οι καταθέσεις των νοικοκυριών αυξάνονται με ταχύτατους ρυθμούς, καλύπτοντας μέρος από το χαμένο έδαφος τα χρόνια της κρίσης. Για του λόγου το αληθές, το Σεπτέμβριο του 2022 οι καταθέσεις των νοικοκυριών «άγγιξαν» τα 140 δισ. ευρώ, καταγράφοντας τα υψηλότερα επίπεδα από το 2012.
Αν στο ποσό αυτό αθροιστούν και οι καταθέσεις των επιχειρήσεων και των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, τότε το συνολικό ύψος των καταθέσεων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα ανήλθε το Σεπτέμβριο στα 194,5 δισ. ευρώ.
Και αυτό, όταν το 2017, μετά και τα Capital Controls οι καταθέσεις των νοικοκυριών είχαν πέσει στα 100 δισ. ευρώ για να αυξηθούν ετησίως κατά 6,6 δισ. ευρώ από τότε μέχρι σήμερα.
Όμως τα χρήματα αυτά παραμένουν σε τέλμα, δίχως να παράγουν πλούτο για τους αποταμιευτές. Παρά τις πρόσφατες αυξήσεις των επιτοκίων του ευρώ -με την τελευταία να ανακοινώνεται μόλις την προηγούμενη Πέμπτη- τα καταθετικά επιτόκια είναι ουσιαστικά μηδενικά. Και αυτό ενώ ο πληθωρισμός «τρέχει» σε δυσθεώρητα ύψη, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη ψαλίδα σε σχέση με τα επιτόκια των καταθέσεων τις τελευταίες δεκαετίες.
Με άλλα λόγια, οι αποταμιευτές, αντί να επιβραβεύονται, βλέπουν την πραγματική αξία των χρημάτων τους να μειώνεται, καθώς η αγοραστική τους δύναμη συρρικνώνεται. Σε ετήσια βάση, οι απώλειες «αγγίζουν» τα διψήφια επίπεδα, καθιστώντας την παραδοσιακή αποταμίευση ασύμφορη.
Όσο για τις εναλλακτικές, εδώ τα πράγματα γίνονται πιο περίπλοκα. Γιατί ναι μεν υπάρχουν κατηγορίες επενδύσεων με σαφώς υψηλότερες αποδόσεις, όμως ενέχουν και αντίστοιχα μεγάλο ρίσκο. Αν πάρουμε για παράδειγμα τα ομόλογα -κρατικά ή εταιρικά- εκτός από το ρίσκο του εκδότη υπάρχει και ο κίνδυνος μεγάλων μεταβολών στην αξία τους στη δευτερογενή αγορά.
Γεγονός που σημαίνει ότι ο αποταμιευτής μπορεί -έστω και λογιστικά- να δει την αξία της περιουσίας του να μειώνεται σημαντικά. Με χαρακτηριστικό παράδειγμα το τι συνέβη στα βρετανικά ομόλογα πριν από λίγες εβδομάδες.
Ακόμα μεγαλύτερο είναι το ρίσκο που ενέχουν οι επενδύσεις σε μετοχές ενώ ακόμα και στα ακίνητα -που αποτελούν παραδοσιακά «καταφύγιο» σε εποχές πληθωρισμού- κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει τον πραγματικό αντίκτυπο που θα έχει η αύξηση των επιτοκίων σε συνδυασμό με την επικείμενη ύφεση.
Με λίγα λόγια, δύσκολοι καιροί για αποταμιευτές.