Όταν ο αρχαίος λόγος ενώνει και διαπαιδαγωγεί πέρα από τα σύνορα
Ένα λύκειο στο Μπομπινί, δύσκολο παρισινό προάστιο, βόρεια, στο Σεν-Σαιν Ντενί, το περίφημο 93, με πολλούς μετανάστες και με την πολυπολιτισμικότητα να παραμένει απλώς το ζητούμενο – όπως και σε ολόκληρη τη Γαλλία και την Ευρώπη.
Δύο σχολεία στην Ελλάδα της κρίσης, δύο ελληνογαλλικά σχολεία του Πειραιά. Μια εμπνευσμένη δασκάλα, που ψάχνει τρόπους να συνομιλήσει επί της ουσίας με τους μαθητές της και μοιράζεται το όραμά της με οικείους, φίλους και συναδέλφους της στις δυο χώρες. Στο επίκεντρο, ο λόγος της αρχαιοελληνικής τραγωδίας. Το αποτέλεσμα, μια ελληνογαλλική παράσταση με μαθητές των τριών σχολείων στο Παρίσι και στον Πειραιά.
Η δασκάλα, καθηγήτρια εδώ και είκοσι σχεδόν χρόνια λογοτεχνίας και θεάτρου στο Λύκειο Louise Michel (ονομασμένο από τη γνωστή επαναστάτρια και δασκάλα του 19ου αιώνα), είναι η Ισμήνη Βλαβιανού-Cogné. Διδάσκοντας Οιδίποδα τύραννο του Σοφοκλή (αλλά και του Παζολίνι), με βάση το πρόγραμμα θεωρητικής κατεύθυνσης της Γ’ Λυκείου, διαπίστωσε για άλλη μια φορά πόσο ο αρχαιοελληνικός λόγος καθηλώνει τους μαθητές, ασχέτως προέλευσης, εθνικής, φυλετικής, κοινωνικής. Σκέφτηκε να ανεβάσει Αίαντα, την παλαιότερη από τις επτά σωζόμενες τραγωδίες του Σοφοκλή, η οποία παραστάθηκε, όπως φαίνεται, γύρω στο 440 π.Χ. και ήταν ένα από τα δημοφιλέστερα έργα του, με μαθητές από το σχολείο της και από ελληνικά σχολεία.
Ισμήνη και Αντιγόνη Βλαβιανού μετά το τέλος της παράστασης στον Πειραιά
Στο πλαίσιο της ενίσχυσης της Γαλλοφωνίας, το πρότεινε στις δύο ελληνογαλλικές σχολές του Πειραιά, την Jeanne d' Arc και το Saint-Paul, τα δύο γαλλικά σχολεία του Πειραιά και η πρότασή της έγινε ασμένως αποδεκτή. Διασκεύασε τον Αίαντα στα γαλλικά, δούλεψε το κείμενο με τους μαθητές της και με τους Έλληνες μαθητές - στις διακοπές των Χριστουγέννων. Συνεργάστηκε με τους Έλληνες καθηγητές και με τη δίδυμη αδελφή της, την πανεπιστημιακό Αντιγόνη Βλαβιανού, που μετέφρασε το κείμενο στα ελληνικά για τον υπερτιτλισμό της παράστασης στην Ελλάδα, με την Αν Μεριώ για τις μάσκες. Το μεράκι και η αγάπη για τους μαθητές, το θέατρο, της λογοτεχνία αναδείχτηκε και στις δυο γλώσσες και στις δυο χώρες.
Και τα κατάφεραν. Ανέβασαν με μια μόνο πρόβα στη σκηνή 30 παιδιά, που χάρισαν στους θεατές μια εξαιρετική εμπειρία. Έδειξαν πώς η έμπνευση, η αφοσίωση, η αγάπη κινούν βουνά, ή επί του προκειμένου κινητοποιούν μαθητές· και πόσο ο αρχαιοελληνικός λόγος λειτουργεί παιδαγωγικά, και στις μέρες μας, πόσο μιλά στις καρδιές των νέων παιδιών και φέρνει κοντά τους ανθρώπους με την οικουμενικότητα της αλήθειας του.
Ο Αχιλλέας και ο Αίαντας παίζουν πεσσούς, γύρω στα 530 π.Χ. Έργο του Εξηκία, Γρηγοριανό Ετρουσκικό Μουσείο του Βατικανού
Αίας στην Αθήνα, Αίας στο Παρίσι
Σήμερα, το έργο ανεβαίνει στο Παρίσι, όπως διαβάζει κανείς στην αφίσα. Με τους ίδιους μαθητές που αγκάλιασαν εξαρχής το κείμενο του Αίαντα στο παρισινό αυτό προάστιο, που η γαλλική κυβέρνηση, στην επίσημη λίστα της, το κατατάσσει στα πλέον ευαίσθητα, αλλά η δυναμική είναι πολύ διαφορετική, εντέλει, όπως φαίνεται, από αυτή που η στερεοτυπική παρουσίαση των προαστίων προσπαθεί να επιβάλει. Το συγκεκριμένο έργο δείχνει κι αυτό τις ζωντανές και συχνά παραγνωρισμένες κι αναξιοποίητες δυνάμεις του. Όπως δείχνει και μια κατεύθυνση, έναν προσανατολισμό δουλειάς στην εκπαίδευση, για μια νέα γενιά ευρωπαίων πολιτών.
Τα παιδιά, σε Παρίσι και Ελλάδα, προσηλώθηκαν στην ιστορία του Αίαντα και τον στέρεο λόγο του Σοφοκλή, του γενναιότερου των Αχαιών μετά τον θείο Αχιλλέα, αγαπημένο του φίλο, άντρα όχι μόνο ανδρείο αλλά και συνετό, όπως του λέει ο Έκτορας όταν μονομαχούν κι η νύχτα σταματάει τον αγώνα τους, χωρίς να δώσει τη νίκη σε κανέναν από τους δυο.
Η αυτοκτονία του Αίαντα, Ετρουσκικός καλυκωτός κρατήρας, 400-350 π.Χ., Βρετανικό Μουσείο
Προπύργιο, έρκος Αχαιών, ο Αίαντας ο Τελαμώνιος θα καταληφθεί από μανία όταν οι Αχαιοί θα δώσουν τα όπλα του νεκρού Αχιλλέα στον Οδυσσέα, θα σφάξει με παρέμβαση της θεάς Αθηνάς που θολώνει τον νου του αντί για τους Αχαιούς ένα κοπάδι πρόβατα και όταν θα καταλάβει τι έκανε, ντροπιασμένος θα αυτοκτονήσει– πέφτοντας πάνω στο ίδιο ολέθριο ξίφος που του είχε δωρίσει ο Έκτορας.
Η Ισμήνη Βλαβιανού θέλησε, με αιχμή τον Αίαντα, να φέρει κοντά παιδιά που βιώνουν, διαφορετικά αλλά και όμοια, την κρίση και την περιθωριοποίηση μέσα από ένα έργο που μιλά κι αυτό για μια κρίση. Μια κρίση γεννημένη μέσα στην κοινότητα, αφού τα όπλα ο Αίαντας τα χάνει από τον πολύτροπο αλλά και δόλιο και πανούργο Οδυσσέα, αγαπημένο των θεών. Μια κρίση που, όπως πάντα, πλήττει όμως τον ήρωα ατομικά, ασχέτως κοινωνικών πλαισίων και επικαθορισμών, και ατομικά λαμβάνει τις αποφάσεις του, η έκβασή της εξαρτάται από τον ίδιον. Έργο για την ελεύθερη βούληση που παραμένει πανίσχυρη όσο ζει ο άνθρωπος, ο Αίαντας αποτελεί, όπως αποδεικνύεται, εξαιρετική αφορμή για να στοχαστούν οι νέοι άνθρωποι πάνω στα όρια της ελευθερίας τους, αλλά και στην εξουσία, στο δίκαιο και στην αδικία, την αλαζονεία και την ύβρη, τη θνητότητα, τη σχέση του ατόμου με την κοινότητα. Καμβάς που πάνω του υφαίνει κανείς τις δικές του αγωνίες, τα δικά του ερωτηματικά και τις δικές του βεβαιότητες, ο λόγος της τραγωδίας έχει τη δύναμη να συνεισφέρει σημαντικά στην ταυτοτική κρίση που διέρχεται η Ευρώπη σήμερα, λόγω της υποβάθμισης της πολιτικής υπέρ της οικονομίας και του ανθρώπου υπέρ των αριθμών, σε έναν απόλυτα βάρβαρο καπιταλισμό που προεκτείνει τον 20ο στον 21ο αιώνα.
Μέσα σ’ αυτή την κρίση, πολύς ο λόγος για τη διαπολιτισμικότητα, την ανάγκη για γέφυρες ανάμεσα στους διαφορετικούς ανθρώπους που περιέρχονται ακατάπαυστα πια την οικουμένη. Πολύς λόγος για αξιοπρέπεια, ανεκτικότητα, δημοκρατικότητα και αλληλεγγύη, εκεί που συνήθως υπάρχουν, αν όχι συγκρούσεις, απόρριψη και βία, φόβος, καταστολή και περιστολή των θεμελιωδών ελευθεριών, άγνοια και έλλειψη κατανόησης. Πολύς ο λόγος και για την πιο λαμπρή αποτυχία τόσων και τόσων πολιτικών άμβλυνσης, θεωρητικά, των διακρίσεων, καταπολέμησης του ρατσισμού, ένταξης, εμφύσησης των ιδανικών της δημοκρατίας και της ελευθερίας, μια αποτυχία την οποία σήμανε η φαινομενικά αιφνίδια αλλά τόσο ερμηνεύσιμη άνοδος του φονταμενταλισμού στη Δύση – και στη Γαλλία ειδικότερα. Κανείς δεν ξέρει ακόμη τι μέλλει γενέσθαι με την πολιτική άγριας περιθωριοποίησης του ευρωπαϊκού νότου που ακολουθείται αυτή τη στιγμή, με αιχμή την Ελλάδα και με μια σειρά χώρες να περιμένουν τη σειρά τους.
Το πρόβλημα δεν είναι γαλλικό, δεν είναι ελληνικό, είναι ευρωπαϊκό και όσο πάει χειροτερεύει. Σχετίζεται προφανώς και με την εκπαίδευση, που έχει χάσει τον παιδευτικό της χαρακτήρα, που δεν μεταδίδει ανθρωπιστικές αξίες, που δεν παρεμβαίνει ουσιαστικά στη διαμόρφωση των νέων ανθρώπων. Ότι αυτή είναι η κατάσταση, αυτό είναι αδιαμφισβήτητο, το βλέπει κανείς καθημερινά σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ότι υπάρχουν πολλοί δάσκαλοι, παντού, που κάνουν πολύ καλά τη δουλειά τους, που καταφέρνουν να επικοινωνήσουν με τα παιδιά, να τα μαγέψουν ακόμη-ακόμη, να τα πάρουν μαζί τους στις αναζητήσεις τους, να τους δώσουν αυτά που έχουν ανάγκη για να συγκροτήσουν μια ανοιχτή, φιλελεύθερη κοσμοαντίληψη πλουτίζοντας κι οι ίδιοι από τη συνομιλία τους μαζί τους, είναι κι αυτό εξίσου αδιαμφισβήτητο. Πόσους και πόσους δασκάλους και δασκάλες να θυμηθούμε, σε όλες τις λογοτεχνίες; Τιμής ένεκεν στη Λατινική Αμερική, να αναφέρουμε μόνο τον Μενάρδο Ριβέρα και τους απεργούς δασκάλους στο Όταν οι νεκροί χορεύουν, του μεγάλου Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο ΙΙ (Άγρα, 2011).
Τον τελευταίο καιρό οι Γάλλοι, αλλά και οι Ισπανοί, κι οι Καναδοί και άλλοι όπως φαίνεται, προτιμούν να μένουν όρθιοι τις νύχτες παρά να είναι γονατισμένοι τις ημέρες.
Σύνθημα στη γέφυρα Ωστερλίτς στον Σηκουάνα
Η Ελλάδα της κρίσης και της βαθιάς ταυτοτικής αγωνίας υποδέχεται στρατιές μεταναστών, που τους διώχνουν με τον πόλεμο από τον τόπο τους οι ίδιοι αυτοί που τους συμπονούν στα λόγια ή τους αρνούνται το άσυλο στην Ευρώπη. Παγιδευμένη στις συμπληγάδες της δημοσιονομικής λιτότητας, της τρομοκρατίας και της ανελευθερίας, η Ευρώπη, οι πολίτες της μάλλον ψάχνουν, έστω και ψηλαφητά, όραμα και πολιτική. Η Ευρώπη χρειάζεται ενεργούς πολίτες, με άποψη, με όρεξη για δουλειά, με σεβασμό για τον άλλον, ικανούς να γκρεμίσουν, αλλά και να χτίσουν τον καινούργιο κόσμο. Σ’ αυτή την κατεύθυνση βοηθάνε οι πρωτοβουλίες όπως αυτή που ανέλαβε η Ισμήνη Βλαβιανού με τα δύο ελληνογαλλικά σχολεία: λειτουργούν ως εργαστήρια συλλογικότητας, συνεργατικότητας και δημιουργικότητας, ως γέφυρες ανάμεσα σε διαφορετικούς κόσμους, ως σημεία συνάντησης με τους άλλους, με τους οποίους τόσα μας ενώνουν, ως λόγος που ελευθερώνει τη σκέψη και οδηγεί την πράξη, μαζί με τους άλλους.
* Η Τιτίκα Δημητρούλια είναι Αναπληρώτρια Καθηγήτρια ΑΠΘ, κριτικός λογοτεχνίας.