Η Αμερική βρίσκεται στα όρια της και αυτό δεν είναι καλό για τον Λευκό Οίκο
Το γεγονός ότι οι Αμερικανοί είναι «πραγματικά πεσμένοι», όπως υποστήριξε ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, δεν προκαλεί έκπληξη.
Πολλές βασικές πτυχές της οικονομικής, κοινωνικής και εθνικής ζωής που κάποτε θεωρούνταν βεβαιότητες δεν είναι πλέον κοινός τόπος. Η πανδημία Covid-19, αν και έχει περιοριστεί η θανάσιμη απειλή της, έχει αφήσει μια περίπλοκη κληρονομιά προκλήσεων που εξακολουθούν να διαταράσσουν την καθημερινή ζωή. Κάποιες επιδεινώνονται -όπως οι περισσότερες από 800 πτήσεις αεροπορικών εταιρειών που ακυρώθηκαν την Κυριακή. Υπάρχουν προκλήσεις που απειλούν τις οικονομικές προοπτικές των Αμερικανών και την αίσθηση ασφάλειας και ευημερίας, όπως ο αυξανόμενος φόβος για ύφεση.
Μια τέτοια ατμόσφαιρα είναι βέβαιο ότι θα δημιουργήσει νέα αναταραχή σε ένα έθνος που βλέπει τις ιδεολογικές διαφορές να διευρύνονται, εν όψει των ενδιάμεσων εκλογών που είναι πιθανό να προκαλέσουν μεγαλύτερη δυσλειτουργία, εάν η εξουσία στην Ουάσιγκτον κατανεμηθεί μεταξύ Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών. Και σχεδόν σίγουρα θα προκαλέσει μακροχρόνια πολιτική διαμάχη, εν όψει της κούρσας των προεδρικών εκλογών του 2024, η οποία μπορεί να «παγώσει» την ικανότητα του έθνους να επιλύσει οποιαδήποτε κρίση.
Στα σοβαρά προβλήματα περιλαμβάνονται οι τιμές ρεκόρ της βενζίνης. Τα νοικοκυριά αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν το αυξανόμενο κόστος των τροφίμων και των ζωτικής σημασίας αγαθών. Ορισμένες μεγάλες πόλεις αποτυγχάνουν να διαχειριστούν το πρόβλημα των αστέγων. Ακόμα τα ράφια με τις βρεφικές τροφές είναι συχνά άδεια. Και οι καλοκαιρινές αποδράσεις γίνονται δύσκολες εξαιτίας της αεροπορικής βιομηχανίας που αποσυντονίστηκε λόγω του Covid-19. Ενώ οι εμβολιασμοί και οι λιγότερο θανατηφόρες παραλλαγές μείωσαν την απειλή του ιού, η λειτουργία των επιχειρήσεων, των σχολείων και των καλοκαιρινών κατασκηνώσεων εξακολουθεί να διαταράσσεται.
Εν τω μεταξύ, απόδειξη του πολιτικού διχασμού στη χώρα αποτελεί η βασανιστική προσπάθεια να περάσουν από τη Γερουσία ακόμη και τα στοιχειώδη μέτρα ασφαλείας σε σχέση με τα πυροβόλα όπλα. Ενώ οι φιλελεύθεροι παρακολουθούν με τρόμο τον συνεχώς αυξανόμενο αριθμό των νεκρών από τους μαζικούς πυροβολισμούς, οι συντηρητικοί που πιστεύουν ότι κινδυνεύουν όλα τα δικαιώματα σε σχέση με την οπλοκατοχή, δυσκολεύουν τους Ρεπουμπλικάνους νομοθέτες να συμβιβαστούν. Οι πολιτικές διαφωνίες έρχονται επίσης στην επιφάνεια και κατά τις ακροάσεις της επιτροπής της Βουλής που διερευνά την επίθεση στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ. Οι συνεδριάσεις αποκαλύπτουν πόσο κοντά έφτασαν οι ΗΠΑ σε μια αυταρχική ανατροπή με την απόπειρα πραξικοπήματος του τέως προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Αλλά τα νέα στοιχεία αγνοούνται σε μεγάλο βαθμό από τους υποστηρικτές του τέως προέδρου, αντανακλώντας τη στροφή του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος κατά της δημοκρατίας και κάνοντας ακόμη πιο σημαντικό το διακύβευμα για τις επόμενες εκλογές.
Η πόλωση σε εθνικό επίπεδο ενδέχεται να επιδεινωθεί, εάν το Ανώτατο Δικαστήριο αποφασίσει ενάντια στην πλειοψηφία της κοινής γνώμης και χαλαρώσει τους περιορισμούς στην οπλοκατοχή και ανατρέψει το δικαίωμα μιας γυναίκας σε έκτρωση τις επόμενες ημέρες, γεγονός που θα αποτελούσε διπλό θρίαμβο για τους συντηρητικούς. Ήδη, ένας άνδρας έχει κατηγορηθεί για απόπειρα δολοφονίας του συντηρητικού δικαστή Μπρετ Κάβανο, αντικατοπτρίζοντας το φορτισμένο κλίμα σε σχέση με το Δικαστήριο και τα πολιτικά ζητήματα επί των οποίων πρόκειται να αποφανθεί.
Διαφαινόμενα προβλήματα
Τα πράγματα δεν είναι καλά ούτε στο εξωτερικό. Οι Ηνωμένες Πολιτείες χρηματοδοτούν έναν πόλεμο κατά της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο οποίος -παρά την επιτυχία του Μπάιντεν να ενισχύσει το μέτωπο του Ψυχρού Πολέμου της Δύσης κατά της Μόσχας- εξελίσσεται σε ένα δαπανηρό αδιέξοδο. Μια εν εξελίξει επίδειξη ισχύος στο ρόλο της υπερδύναμης με την Κίνα θα πιέσει τους πόρους των ΗΠΑ, ενώ μία νέα κρίση για τα πυρηνικά του Ιράν μπορεί σύντομα να προστεθεί στην ήδη συνεχιζόμενη κρίση με τη Βόρεια Κορέα.
Αναμφίβολα, πρόκειται για δύσκολους καιρούς. Αλλά διαφαίνεται επίσης κάποια προοπτική. Ο Μπάιντεν έχει δίκιο που υπογραμμίζει την μεγάλη αύξηση των θέσεων εργασίας που έχει οδηγήσει την ανεργία σε τόσο χαμηλά επίπεδα, που θα μπορούσε να μετριάσει τον αντίκτυπο μιας πιθανής ύφεσης που προκαλείται από την επιθετική προσπάθεια της Ομοσπονδιακής Τράπεζας να μειώσει τον πληθωρισμό. Και για πρώτη φορά μετά από δύο δεκαετίες, οι ΗΠΑ δεν έχουν στρατεύματα στο έδαφος σε έναν μεγάλο πόλεμο στο εξωτερικό. Ακόμα κι αν έρθει μια ύφεση, υπάρχει ελπίδα ότι δεν θα είναι στην κλίμακα της οικονομικής κρίσης του 2008 ή της Μεγάλης Ύφεσης πριν από σχεδόν 100 χρόνια, αν και αυτό αποτελεί ελάχιστη παρηγοριά για όποιον χάνει τη δουλειά του.
Οι εν εξελίξει κρίσεις θα έχουν αναπόφευκτα πολιτικές επιπτώσεις για τους Δημοκρατικούς στο Κογκρέσο, που αντιμετωπίζουν ένα ζοφερό περιβάλλον, λιγότερο από πέντε μήνες πριν από την ημέρα των εκλογών. Τα μειωμένα ποσοστά αποδοχής του Μπάιντεν και η δυσκολία του Λευκού Οίκου να δείξει ότι ασκεί έλεγχο απειλούν με άλωση τόσο της Βουλή όσο και της Γερουσίας από τους Ρεπουμπλικάνους, δίνοντας παράταση σε μια πολιτική εποχή κατά την οποία σχεδόν κάθε εκλογική αναμέτρηση φαίνεται να μετατρέπεται σε καταδίκη όσων βρίσκονται στην εξουσία και να επαναπροσδιορίζεται του εκλογικό σώμα σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές.
Το τι θα μπορούσε να κάνει ο Μπάιντεν για να βελτιώσει την οικονομία και όλα τα προβλήματα που πλήττουν τη χώρα είναι θέμα υπό συζήτηση. Ωστόσο, το επιχείρημά του για τη νίκη του το 2020 -ότι επιλέχθηκε από τους ψηφοφόρους για να αντιμετωπίσει προβλήματα- καταρρέει. Και ενώ ο Λευκός Οίκος έχει κάνει πολλά βήματα για να διορθώσει τα πράγματα -συμπεριλαμβανομένης της εκτεταμένης κατάχρησης εξουσιών εν καιρώ πολέμου βάσει του νόμου για την παραγωγή αμυντικού υλικού, την απελευθέρωση εκατομμυρίων βαρελιών πετρελαίου από τα εθνικά αποθέματα και την ανάπτυξη έκτακτων πτήσεων για προμήθεια βρεφικής τροφής από το εξωτερικό- οι προσπάθειές του αυτές δεν ήταν πάντα αποτελεσματικές.
Όσον αφορά ειδικά στον πληθωρισμό, ο Λευκός Οίκος εκπέμπει συχνά ένα συγκεχυμένο πολιτικό μήνυμα, καθώς οι αξιωματούχοι αμφιταλαντεύονται μεταξύ του ότι ο Μπάιντεν δεν μπορεί να κάνει και πολλά και των πολλών σχεδίων προκειμένου να δείξουν ότι ο Πρόεδρος κατανοεί την πίεση που δέχονται οι Αμερικανοί. Όμως, δεδομένης της πραγματικότητας της αύξησης των τιμών του φυσικού αερίου, ο Μπάιντεν δεν μπορεί να λάβει τα εύσημα για τις θετικές πτυχές της ανάκαμψης, καθώς πολλοί άνθρωποι απλώς δεν αισθάνονται τη βελτίωση της οικονομίας στην καθημερινότητά τους.
Κατά καιρούς, ο Μπάιντεν φαίνεται να διεκδικεί τα εύσημα για ό,τι λειτουργεί στην οικονομία και κατηγορεί τους άλλους για ό,τι δεν λειτουργεί -απορρίπτοντας την κριτική ότι οι δαπάνες για τόνωση της οικονομίας τροφοδότησαν τον πληθωρισμό και κατηγορώντας για τις υψηλές τιμές στη βενζίνης τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν. Την περασμένη εβδομάδα, ο Πρόεδρος επιτέθηκε στις μεγάλες ενεργειακές εταιρείες για τα διογκωμένα κέρδη τους, σε μια πολιτικά έξυπνη στρατηγική για να πείσει τους Δημοκρατικούς, χωρίς όμως αυτό να βοηθά στη μείωση των τιμών του φυσικού αερίου.
Οι δηλώσεις του Μπάιντεν σε συνέντευξή του στο Associated Press, την περασμένη εβδομάδα, ότι οι Αμερικανοί είναι «πραγματικά πεσμένοι», έπειτα από χρόνια περιορισμών λόγω της πανδημίας και πολιτικού διχασμού, ήταν σε συνέπεια με την υπόσχεσή του να λέει στους Αμερικανούς πάντα τη σκληρή αλήθεια. Ωστόσο, δεν αποκόμισαν απαραίτητα την εικόνα ενός Προέδρου με ικανότητα να εμπνεύσει το έθνος σε δύσκολες στιγμές. Αυτό είναι ιδιαίτερα προβληματικό, αφού τα σχόλια του Μπάιντεν έτυχαν να γίνουν σε μία χρονική στιγμή που γινόταν προσπάθεια από την πλευρά του Λευκού Οίκου να αποκρούσει προληπτικά τις εικασίες σχετικά με τις προθέσεις του για επανεκλογή, εν μέσω εντεινόμενων συζητήσεων για την ηλικία του. Ο Μπάιντεν θα κλείσει τα 82 μεταξύ των επόμενων προεδρικών εκλογών και της ορκωμοσίας του νέου προέδρου.
Αλλά θα υπήρχε πολύ λιγότερος ψίθυρος την Ουάσιγκτον για το μέλλον του, εάν οι οικονομικές συνθήκες ήταν καλύτερες.
Τα πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν χειρότερα
Η τρομακτική πραγματικότητα για τους Δημοκρατικούς -και τους Αμερικανούς- είναι ότι τα πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν χειρότερα.
Ένας συνδυασμός στάσιμου υψηλού πληθωρισμού και απώλειας θέσεων εργασίας, σε μια οικονομία που επιβραδύνεται λόγω των αποφάσεων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας, θα αποτελούσε ακόμη μεγαλύτερη πολιτική καταστροφή για τον Λευκό Οίκο. Η κυβέρνηση χάνει σε αξιοπιστία όταν μιλάει για την οικονομία, αφού πέρυσι υποβάθμισε επανειλημμένα τον κίνδυνο του πληθωρισμού και επέμεινε ότι ήταν ένα προσωρινό φαινόμενο. Η υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν είναι από τους λίγους αξιωματούχους που, σε πρόσφατη συνέντευξή της στο CNNi, παραδέχτηκε ότι έκανε λάθος. Επέμεινε όμως στην εκπομπή «This Week» του ABC, την Κυριακή, ότι παρ’ όλο που ο πληθωρισμός είναι «απαράδεκτα υψηλός», η ύφεση δεν είναι αναπόφευκτη. Ο Μπράιαν Ντις, διευθυντής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου του Μπάιντεν, εξέφρασε ανάλογη άποψη μιλώντας σε άλλες κυριακάτικες εκπομπές.
Η υπουργός Ενέργειας Τζένιφερ Γκράνχολμ, εν τω μεταξύ, ενέτεινε τη σύγχυση σχετικά με το μήνυμα που στέλνει ο Μπάιντεν με το επερχόμενο ταξίδι του στη Σαουδική Αραβία, λέγοντας ότι, όπως πιστεύει, ο Μπάιντεν θα συναντήσει τον πρίγκιπα διάδοχο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, τον οποίο οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες κατηγορούν ότι διέταξε τη δολοφονία του αρθρογράφου της Washington Post, Τζαμάλ Κασόγκι. Ο Μπάιντεν είπε την περασμένη εβδομάδα ότι δεν θα συναντήσει τον πρίγκιπα διάδοχο, αλλά ότι θα παραστεί σε μια διεθνή συνάντηση περιφερειακών δυνάμεων στην οποία θα είναι παρών.
Η όλη ρητορική, που εξελίσσεται επί ξυρού ακμής, αντανακλά μια προφανή επιθυμία της κυβέρνησης να βελτιώσει τις σχέσεις της με τους Σαουδάραβες για να εξασφαλίσει την αύξηση της παραγωγής πετρελαίου, που θα μπορούσε να μειώσει τις τιμές του φυσικού αερίου. Αντανακλά όμως και τις αντιδράσεις που δέχεται ο Μπάιντεν από ορισμένους Δημοκρατικούς για την αναδίπλωση από τις θέσεις του απέναντι σε ένα έθνος που κάποτε χαρακτήριζε «παρία».
Πίσω στις ΗΠΑ, οι προσπάθειες της κυβέρνησης στην οικονομία εκλαμβάνονται ως καλά νέα από τους Ρεπουμπλικάνους που προσβλέπουν σε μεγάλα κέρδη μεσοπρόθεσμα και θεωρούν εύκολη υπόθεση να πείσουν ότι τα οικονομικά σχέδια του Μπάιντεν δεν λειτουργούν. Οποιαδήποτε θετική εξέλιξη σε σχέση με τον πληθωρισμό είναι απίθανο να είναι αρκετή για να αλλάξει το πολιτικό κλίμα πριν από τον Νοέμβριο. Και μια παρατεταμένη μάχη ενάντια στην αύξηση των τιμών με μια πιθανή βύθιση σε ύφεση θα μπορούσε να στοιχειώσει τον Μπάιντεν, καθώς η προεκλογική εκστρατεία για τις κάλπες του 2024 θα αρχίσει να εντείνεται μετά τον Νοέμβριο.
Αυτό προκαλεί πονοκέφαλο στους Δημοκρατικούς, αφού ο Τραμπ εμφανίζεται διατεθειμένος να ξεκινήσει μια εκστρατεία για να πάρει πίσω την παλιά του δουλειά -παρά τα στοιχεία που αποδεικνύουν εξτρεμισμό και κατάχρηση εξουσίας, όπως αποκαλύπτεται κατά τις ακροάσεις της Βουλής.
America is on edge, and that's bad news for the White House, Stephen Collinson, CNNi