ΑΠΟΨΕΙΣ

Γαλλικές εκλογές: Μία νίκη που δεν είναι αρκετή

Γαλλικές εκλογές: Μία νίκη που δεν είναι αρκετή
AP Photo/Daniel Cole

Το αποτέλεσμα των εκλογών στη Γαλλία δεν προσφέρεται για πανηγυρισμούς. Όχι τουλάχιστον για την πλευρά εκείνων που στήριξαν τον Εμανουέλ Μακρόν.

Το 58% που πέτυχε στον δεύτερο γύρο αποτελεί βεβαίως μία καθαρή νίκη, μεγαλύτερη από ό,τι προβλεπόταν τις πρώτες ημέρες μετά τον πρώτο γύρο και προσέφερε ανακούφιση στους απανταχού ευρωπαϊστές, εντός και εκτός της Γαλλίας.

Η νίκη αυτή ωστόσο επισκιάζεται από την ιστορική άνοδο της Άκρας Δεξιάς, που την πιστώνεται ως προσωπική επιτυχία η Μαρίν Λεπέν, με πρωτόγνωρα για την Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία ποσοστά που ξεπέρασαν το 40%.

Για την Μαρίν Λεπέν συνιστά κατάκτηση το γεγονός ότι έχει φθάσει πια να θεωρείται για ένα μεγάλο μέρος των Γάλλων πολιτών μέρος του πολιτικού συστήματος, κάτι που δεν ίσχυε πριν από λίγα χρόνια. Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ της Ακρας Δεξιάς και των υπόλοιπων πολιτικών δυνάμεων έχει πλέον ξεθωριάσει.

Η μείωση της «ψαλίδας» και η «άνεση» με την οποία οι Γάλλοι εκλογείς ξεπέρασαν τις όποιες αναστολές και ψήφισαν με ένα ισχυρό παρ' όλο μειοψηφικό 41,8% την ακροδεξιά υποψήφια επιβεβαιώνει την πραγματικότητα ότι η Μαρίν Λεπέν και η «αναβαπτισμένη» Εθνική Συσπείρωση αποτελούν πλέον τμήμα της γαλλικής «πολιτικής κανονικότητας».

Είναι η τρίτη φορά που οι προεδρικές εκλογές στη Γαλλία «κλείδωσαν» στο δίλημμα: «οποιοσδήποτε» περάσει στον δεύτερο γύρο έναντι μιας φασιστίζουσας Άκρας Δεξιάς. Το 2002 ο Ζακ Σιράκ συσπείρωσε Γκωλικούς και Αριστερά απέναντι στον πατέρα Λεπέν που πήρε 17,79%. Το 2017 ο Εμανουέλ Μακρόν κέρδισε με 66,10% έναντι 33,90% της κόρης Λεπέν και τώρα ο Μακρόν βρίσκει απέναντί του μία Λεπέν που μέσα σε 20 χρόνια υπερδιπλασιάζει το ποσοστό εκείνων που δεν τους ενοχλεί να ψηφίσουν την Ακρα Δεξιά και φτάνει στο 41,8%.

Και ακριβώς εκείνη η μερίδα των ψηφοφόρων που «δεν τους ενοχλεί να ψηφίζουν Ακρά Δεξιά» και το υπόλοιπο 28,2% που απείχε πρέπει να μας προβληματίσουν. Γιατί οι ψηφοφόροι που ψήφισαν Λεπέν ή τον ακόμα πιο ακραίο Ερίκ Ζεμούρ στον πρώτο γύρο είναι γνωστοί, δεν κρύβονται. Εκείνοι όμως που θα ανοίξουν το δρόμο σε Λεπέν και Ζεμούρ για να γίνουν μία μέρα δύναμη εξουσίας θα είναι όλοι εκείνοι που θα δώσουν ψήφο ανοχής.

Η άνοδος της Άκρας Δεξιάς δεν αποτελεί από μόνη της μία αυτοτελή εξέλιξη, αποκομμένη από τις γενικότερες ανακατατάξεις στη γαλλική πολιτική ζωή. Οι βασικοί πολιτικοί πυλώνες της μεταπολεμικής Γαλλίας, που στήριξαν και το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, έχουν καταρρεύσει. Οι τελευταίες εκλογές ήρθαν να επισφραγίσουν το γεγονός ότι η σύγκρουση μεταξύ Γκωλικών και Σοσιαλιστών δεν υφίσταται πλέον και παράλληλα όλος ο πολιτικός άξονας της Γαλλίας μετατοπίζεται προς τα δεξιά.

Οι πολιτικές δυνάμεις του κατεστημένου που πρωταγωνιστούσαν την προηγούμενη περίοδο -είχαν των έλεγχο των αρμών της εξουσίας, για να χρησιμοποιήσουμε μία προσφιλή και στη χώρα μας έκφραση- αδυνατούν να ερμηνεύσουν τα αίτια αυτής της κατάρρευσης και δίνουν μάχες οπισθοφυλακής για να συντηρήσουν ένα σύστημα εξουσίας που ξεθωριάζει.

Ακόμη και ο Μακρόν, που στην κάλπη του 2017 εμφανίστηκε «φρέσκος» και ως ένας υποψήφιος που ήλθε να εμβολίσει το κατεστημένο, σε αυτές τις εκλογές ήταν ο ίδιος κατεστημένο, που στην πρώτη πενταετία του εφάρμοσε αρκετά αντιλαϊκά μέτρα, τα οποία όχι μόνο ενίσχυσαν την Λεπέν και τον Ζεμούρ, αλλά όταν προσπάθησε να ανακόψει τις εκ δεξιών του πιέσεις, το έπραξε ενσωματώνοντας στην πολιτική του στοιχεία της ακροδεξιάς ατζέντας.

Αντιλαμβανόμενη τις «τεκτονικές» αυτές αλλαγές στο πολιτικό σκηνικό, η Μαρίν Λεπέν «είδε» νίκη μέσα από την ήττα της, διαμηνύοντας πως τίποτα δεν έχει τελειώσει και στρέφει τώρα το βλέμμα της στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου. Το ποσοστό άνω του 40% που της έδωσε η κάλπη συνιστά από μόνο του «μεγάλη νίκη» για την Λεπέν.

Σήμερα οφείλουμε να αναζητήσουμε τα βαθύτερα κοινωνικά, οικονομικά και διεθνή αίτια της ανόδου της Άκρας Δεξιάς στη Γαλλία και να μην περιοριστούμε απλά σε έναν ρητορικό αφορισμό της ως φαινόμενο λαϊκισμού, εφυσηχαζόμενοι πίσω από τη νίκη Μακρόν.

Σε αντίθετη περίπτωση θα δούμε τους διάφορους «λεπενιστές», όχι μόνο στη Γαλλία αλλά και ανά την Ευρώπη, να κερδίζουν έδαφος ενάντι ενός «εκφυλισμένου» καθεστωτισμού που θα λειτουργεί με το ένστικτο της αυτοσυντήρησης.

Να μην ξεχνάμε, τέλος, ότι η Γαλλία αποτελεί «βαρόμετρο» επερχόμενων πολιτικών εξελίξεων στο σύνολο της Ευρώπης. Ανέκαθεν έτσι ήταν, μας το διδάσκει η Ιστορία.