Έπειτα από τρεις και πλέον δεκαετίες φεύγω σε απόγνωση από τη Ρωσία
Φεύγω από τη Μόσχα θυμωμένος και λυπημένος.
Είναι μια αίσθηση μετάβασης από το σκοτάδι στο φως, αλλά μένουν πίσω φίλοι παγιδευμένοι στο τούνελ του οράματος ενός ανθρώπου.
Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν δεν καταστρέφει απλώς την Ουκρανία, αλλά δύο έθνη, καταδικάζοντας και τους Ρώσους σε μια απομόνωση που δεν επέλεξαν.
Τους τελευταίους δύο μήνες, ενώ έστελνα ρεπορτάζ από τη Μόσχα, συνάντησα πολλούς ανθρώπους που είχαν τρομοκρατηθεί, σοκαριστεί και μουδιάσει από την απρόβλεπτη επιθετικότητα του Πούτιν. Μερικοί από αυτούς τον πίστεψαν όταν είπε ότι δεν θα εισέβαλλε στην Ουκρανία. Κάποιοι γνώριζαν ακόμη και πρωταγωνιστές στον στενό κύκλο του Κρεμλίνου και νόμιζαν ότι κατανοούσαν τις κόκκινες γραμμές του Προέδρου. Αλλά πλέον αυτή η εμπιστοσύνη έχει καταρρεύσει και φοβούνται ότι δεν έχει καθόλου όρια.
Αυτό που κάνει τις ενέργειες του Πούτιν ακόμη πιο τρομακτικές είναι το πώς εκτέλεσε το σχέδιο του απροκάλυπτα. Από τη μια αποπροσανατολίζοντας, από την άλλη στρέφοντας την προσοχή στη διπλωματία, και επιμένοντας ψευδώς ότι τα στρατεύματα που συγκέντρωνε πραγματοποιούσαν ασκήσεις στα σύνορα της Ουκρανίας.
Οι απλοί Μοσχοβίτες δεν πτοήθηκαν καν όταν διέπραξε αυτήν την προδοσία οδηγώντας τη χώρα σε πόλεμο με ένα συνονθύλευμα προσεκτικά επιλεγμένων επιχειρημάτων.
Ο Πούτιν πέρασε χρόνια χτίζοντας μια ψευδή αφήγηση για την αυτοκρατορία του. Οι επιθυμίες που του αρνήθηκαν, όπως η υποχώρηση του ΝΑΤΟ στις γραμμές του 1997 ή ο αποκλεισμός της Ουκρανίας από την ένταξη… Όλα ήταν λάθος της Δύσης, ισχυρίστηκε. Αλλά αν ο Πούτιν πίστευε ότι η ασφάλεια της Ρωσίας απειλούνταν και ότι ο σύγχρονος δυτικός κόσμος στράφηκε εναντίον του, η αλήθεια ήταν ότι ποτέ δεν προσαρμόστηκε στις μεταβαλλόμενες δυναμικές του 21ου αιώνα.
Μια γεύση ελευθερίας
Η πρώτη μου επίσκεψη στη Μόσχα έγινε το 1990, λίγο αφότου άρχισε να πέφτει το Σιδηρούν Παραπέτασμα. Είχα δει το Τείχος του Βερολίνου να γκρεμίζεται τον προηγούμενο χρόνο, προαναγγέλλοντας την επανένωση της Ανατολικής και της Δυτικής Γερμανίας, και βρισκόμουν στο Βουκουρέστι λίγο μετά την καθαίρεση του Ρουμάνου προέδρου Νικολάε Τσαουσέσκου.
Τότε κουνούσες ένα πακέτο αμερικανικά τσιγάρα Marlboro έξω από το γραφείο του CNN στην επιβλητική λεωφόρο Kutuzovsky Prospekt και σταματούσες ταξί, με ένα άλλο πακέτο κουρευόσουν. Η Μόσχα συνδεόταν επιτέλους με τον κόσμο. Το γραφείο μας απέκτησε τηλεφωνικές γραμμές -που βοήθησα κι εγώ στο να εγκατασταθούν ως νέος μηχανικός- που ήταν άμεσα συνδεδεμένες μέσω δορυφόρου στο τηλεφωνικό μας κέντρο στην Ατλάντα.
Εκείνες τις φωτεινές μεγάλες καλοκαιρινές μέρες, ο τελευταίος ηγέτης της ΕΣΣΔ Μιχαήλ Γκορμπατσόφ έδωσε στο δίκτυό μας την άδεια να στήσει μια σκηνή στην Κόκκινη Πλατεία στο κέντρο της ρωσικής πρωτεύουσας. Ήμασταν τo πρώτο δυτικό μέσο ενημέρωσης που έκανε ζωντανή μετάδοση από τον θρυλικό χώρο των στρατιωτικών παρελάσεων, λίγα μέτρα από τον μαυσωλείο του Λένιν, στη σκιά του τοίχου Κρεμλίνου, και γινόμασταν μάρτυρες του τελευταίου κομματικού συνεδρίου της Σοβιετικής Ένωσης.
Ο κόσμος άλλαζε, ο Ψυχρός Πόλεμος τέλειωνε, νέοι ορίζοντες ανοίγονταν και μια γενιά Ρώσων επρόκειτο να γευτεί τις ελευθερίες που λαχταρούσε.
Επτά χρόνια αργότερα βοήθησα τον Γκορμπατσόφ - ο οποίος είχε εκδιωχθεί από την εξουσία έπειτα από πραξικόπημα και τον διαδέχθηκε ο αλκοολικός Μπόρις Γέλτσιν- να ανέβει μια ξεχαρβαλωμένη σιδερένια σκάλα σε μια άλλη σκηνή, σε ένα πολυτελές νέο ξενοδοχείο δυτικής αλυσίδας, από όπου καλύπταμε εκείνο το έτος τις εκλογές . Η Δημοκρατία φαινόταν κοντά.
Οι νύχτες στη Μόσχα το '97 ήταν άγριες, με τους ξενύχτηδες να χορεύουν μέσα -και συχνά πάνω- στα μπαρ. Η χώρα βρισκόταν σε μια ξέφρενη πορεία: Δημιουργούνταν τεράστιες περιουσίες, νεόκοποι ολιγάρχες από θηροφύλακες γίνονταν λαθροκυνηγοί, οι απαρατσίκοι της KGB γίνονταν νονοί της Μαφίας, αποκτώντας κρατικά περιουσιακά στοιχεία και ο Πούτιν ανέβαινε τα σκαλιά της εξουσίας.
Στα τελευταία λεπτά του 20ου αιώνα ο Γέλτσιν έδιωξε τον Πούτιν από το διεφθαρμένο Κρεμλίνο για να τον αποκαταστήσει στη συνέχεια ως Ρώσο Πρόεδρο -και σε αντάλλαγμα να εξασφαλίσει ο ίδιος ασυλία έναντι των κατηγοριών για διαφθορά που αντιμετώπιζε.
Για λίγο, μετά την άνοδο του Πούτιν στην εξουσία στο γύρισμα της χιλιετίας, υπήρχε μια αναλαμπή σχετικά με το εκσυγχρονιστικό προφίλ του νέου ηγέτη της Ρωσίας, αλλά αυτή η φήμη δεν κράτησε πολύ. Με αχαλίνωτο πάθος, σύντομα προσχώρησε στον εθνικισμό, υιοθέτησε τη νοσταλγία για το αυτοκρατορικό παρελθόν και ο συντηρητισμός της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας έδωσε τροφή στην καχυποψία της σοβιετικής εποχής έναντι των δυτικών και καταπνίγοντας κάθε διαφορετική φωνή. Τίποτα από όλα αυτά δεν έκαναν τη Ρωσία έναν καλύτερο τόπο, απλώς τον βοήθησαν να κυβερνήσει πιο εύκολα.
Γρήγορα απαλλάχτηκε από όλα τα υπολείμματα της «φιλελεύθερης προβιάς» που είχε ενδυθεί και παραδέχεται με περισσή ευκολία ότι δεν ήταν ποτέ δική του: Στο μυαλό του, η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης ήταν μια εθνική καταστροφή, την οποία σκόπευε να αποκαταστήσει. Και παρόλο που ανήλθε στην εξουσία δεσμευόμενος να εξαλείψει τη διαφθορά, στην πραγματικότητα κλιμακώθηκε υπό την εξουσία του.
Φέτος, ενώ βρισκόμουν στη Μόσχα καλύπτοντας τη συγκέντρωση δυνάμεων και το ξέσπασμα του πολέμου στη γειτονική Ουκρανία, μου έγινε οδυνηρά σαφές ότι, όπως έκαναν οι Ναζί στη Γερμανία κατά τις δεκαετίες του 1930 και του 1940, ο Πούτιν είχε επιβάλει νόμους κατ' εντολή του. Και όπως πολλοί ισχυροί άνδρες πριν από αυτόν, ο Ρώσος Πρόεδρος εξαπολύει αδίστακτα τον υποτακτικό και συνένοχο κρατικό μηχανισμό που ο ίδιος έχτισε, για να τους επιβάλει την υπακοή.
Με λίγα λόγια, κάθε επιθυμία του εκτελείται πρόθυμα
«Πύρινη» οργή
Τις τελευταίες ημέρες, στις μποτιλιαρισμένες κεντρικές οδικές αρτηρίες της Μόσχας αναβοσβήνουν οι μπλε φάροι των αστυνομικών οχημάτων κάθε μεγέθους και σχήματος: Από χαμηλόβαθμους τροχονόμους μέχρι φορτηγά ξυλείας που μεταφέρουν πρόσφατα συλληφθέντες διαδηλωτές. Με τις δυνατές σειρήνες τους ανοίγουν το δρόμο ανάμεσα στα ακινητοποιημένα οχήματα.
Καθώς περισσότερες ουκρανικές πόλεις καταστρέφονται από τους ρωσικούς βομβαρδισμούς, πίσω στην Ρωσία οι δυνάμεις καταστολής της Αστυνομίας είναι έτοιμες να επιτεθούν για να εκτελέσουν το οργουελικό ένταλμα του Πούτιν, ώστε να συντρίψουν οποιαδήποτε συμπάθεια προς τους γείτονές τους. Σε όλη τη Ρωσία, περισσότεροι από 1.000 διαδηλωτές την ημέρα συλλαμβάνονταν κατά την πρώτη εβδομάδα του πολέμου.
Παρακολουθήσαμε μικρούς και μεγάλους, άντρες και γυναίκες να χτυπιούνται τα κορμιά τους, τα χέρια του να είναι λυγισμένα βασανιστικά πίσω από την πλάτη, πρόσωπα χτυπημένα στο πάτωμα, πόδια τα οποία δέχονται κλωτσιές κλωτσημένα από μια καλά εκπαιδευμένη, καλοπληρωμένη, απειλητική ανθρώπινη μηχανή. Ένας τμήμα του κράτους έχει αναπτυχθεί για το σκοπό αυτό και τώρα χρησιμοποιείται αδίστακτα.
Βγαίνει μία «πύρινη» οργή όταν βλέπεις τι συμβαίνει τόσο στην Ουκρανία, όσο και στη Ρωσία, γνωρίζοντας ότι αθώοι θα υποφέρουν, και βρίσκεις τη φωνή σου στραγγαλισμένη, να παλεύει να φωνάξει ενάντια στην καταφανώς κατασκευασμένη παραφροσύνη του Πούτιν να δικαιολογήσει τον πόλεμο.
Κάθε ηθικά αποκρουστική εξωφρενική πράξη γίνεται είναι άλλο ένα κάρβουνο σε αυτή την εσωτερική πυρά της οργής. Βλέποντας κάθε παγωμένο απόγευμα διαδηλωτές που συλλαμβάνονται, επειδή τόλμησαν να αμφισβητήσουν τον πόλεμο του Πούτιν, τόλμησαν να εκφράσουν τις δικές τους απόψεις, η οργή αυτή μετατρέπεται σε μία μανιασμένη φλόγα.
Ο Πούτιν έχει διαμορφώσει το ρωσικό κράτος εξ ολοκλήρου καθ’ ομοίωσιν του, μια κατάσταση που δεν θα αποκατασταθεί εύκολα. Η πλειονότητα είναι απονευρωμένη, οι συνένοχοι βρίσκονται πολύ βαθιά για να ανατραπούν οι ενέργειές τους, οι κολλητοί που υπέστησαν τις κυρώσεις προειδοποιήθηκαν να «πνίξουν» τον θυμό τους και δεχθούν τις απώλειες σαν αληθινοί πατριώτες.
Στους παράδρομους, μακριά από την αστυνομία, οι αντιπολεμικοί διαδηλωτές κατέπνιγαν τα συναισθήματά τους καθώς μας έλεγαν τις αγωνίες τους, το ότι «αγαπούν τη Ρωσία», «μισούν τον Πούτιν» και διχάζονται από την επιθυμία να είναι «οπουδήποτε» εκτός από εδώ.
Ο Πούτιν έσπειρε μια πικρή σοδειά, με τη διεθνή καταδίκη να ενισχύει το αφήγημά του, να τον δυναμώνει, φιμώνοντας τους «απρόθυμους».
Ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης, που φυτοζωούν από τότε που οι ρωσικές υπηρεσίες ασφαλείας φέρονται να δηλητηρίασαν τον ηγέτη της αντιπολίτευσης, Αλεξέι Ναβάλνι, πριν από σχεδόν δύο χρόνια, ασφυκτιούν τώρα υπό τους σκληρούς νέους νόμους για φίμωση κάθε κριτικής φωνής στα μέσα ενημέρωσης, η οποία τιμωρείται με φυλάκιση έως και 15 ετών.
Λιγότερο από ένα μήνα πριν από την εισβολή του Πούτιν, συνάντησα την παρουσιάστρια Εκατερίνα Κοτρικάντζε του TV Rain, ενός από τους τελευταίους ανεξάρτητους σταθμούς. Τα λόγια της τότε ήταν προφητικά: «Ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος ότι αύριο ο τηλεοπτικός σου σταθμός θα είναι ακόμα ζωντανός και στον αέρα και θα εκπέμπει».
Μέρες μετά την έναρξη του πολέμου, ο Πούτιν τον έκλεισε. Η Κοτρικάτζε, μια εύγλωττη φωνή ανάμεσα στις χαμένες ελπίδες της Ρωσίας, είναι τώρα φυγάς, εκτός Ρωσίας με τον εκδότη σύζυγό της και τα έξυπνα μικρά παιδιά τους. Η χώρα είναι πιο σκοτεινή χωρίς αυτούς.
Η αποκαλούμενη «Ειδική Στρατιωτική Επιχείρηση» του Πούτιν στην Ουκρανία μοιάζει με όλους τους προηγούμενους πολέμους του: Συρία, Τσετσενία και Γεωργία. Ζωές συντετριμμένες, πόλεις ισοπεδωμένες στα τυφλά από πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς και πυρά πυροβολικού για να ικανοποιήσουν το όραμά του.
Είναι αδύνατο να ξέρεις πού τελειώνει η οργή του, στην Ουκρανία ή όχι μόνο. Ο Πούτιν επιμένει ότι η Ουκρανία δεν είναι πραγματική χώρα και είναι στην πραγματικότητα μέρος της Ρωσίας. Θα σταματήσει όμως ακόμα κι αν την κατακτήσει; Ή μήπως το ΝΑΤΟ, όπως ισχυρίζεται, είναι το πραγματικό πρόβλημα, υπονοώντας ότι θα μπορούσε να σταματήσει στα σύνορα της δυτικής στρατιωτικής συμμαχίας; Θα υπάρξει ένα νέο Σιδηρούν Παραπέτασμα ή θα ξεσπάσει ο Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος, όπως ο προηγούμενος -από τις συνωμοτικές επιθυμίες ενός ανθρώπου;
Στη Μόσχα δεν χρειάζεται να απαντήσουμε σε αυτό. Καθ' οδόν προς το αεροδρόμιο το Σάββατο, είδα αυτό που έμοιαζε με «καταιγίδα» Πούτιν που πέρασε με ιλιγγιώδη ταχύτητα σαν μια φλόγα από φώτα που αναβόσβηνα και τις σειρήνες να ουρλιάζουν. Η κυκλοφορία στο δρόμο προς την κατεύθυνση που κινούταν είχε απαγορευτεί. Ήταν μια έγκαιρη υπενθύμιση -που πιθανώς χρειαζόμουν- ενός αυτοκράτορα που δεν αμφισβητείται στην επικράτειά του.
Μέρος του πόνου του να βλέπεις όλα αυτά είναι το γεγονός ότι γνωρίζεις πόσο μεγάλο μέρος του τεράστιου πνευματικού και φυσικού πλούτου της Ρωσίας είναι αναξιοποίητο. Στο μεταξύ, ένας άνθρωπος και οι κολλητοί του του καταστρέφουν τη χώρα.
Αυτό που ξέρω με βεβαιότητα καθώς φεύγω, και θα συνεχίσω να πιστεύω για όλα τα δεινά που είναι έτοιμος να επιφέρει στο μέλλον ο Πούτιν, είναι ότι αυτός είναι ο δικός του πόλεμος και όχι της Ρωσίας. Το ερώτημα σήμερα για όλο τον κόσμο είναι πώς θα γίνει σαφής αυτή η διάκριση.
Ο Nic Robertson είναι διπλωματικός συντάκτης και ανταποκριτής του CNNi, εγνωσμένου κύρους και εμπειρίας διεθνώς.