Τετ-α-τετ Μητσοτάκη με Ερντογάν: «Αλλαγή εποχής» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις;
Ο πόλεμος στην Ουκρανία συγκλονίζει τον κόσμο. Η επιβουλή του Πούτιν οδηγεί σε αναθεώρηση της πολιτικής ασφαλείας σε πολλές χώρες της Δύσης.
Στη Γερμανία, η κυβέρνηση ανακοίνωσε στροφή 180 μοιρών. Ο καγκελάριος των Σοσιαλδημοκρατών προτίθεται να επανεξοπλίσει μαζικά τη Γερμανία. Ήδη γίνεται λόγος για το τέλος του ειρηνισμού. Για πρώτη φορά μετά την καταστροφή του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, οι άνθρωποι φοβούνται τον πόλεμο. Φοβούνται την επέκτασή του στο κέντρο της Ευρώπης, μια πυρηνική κλιμάκωση, ακόμη και τον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στην Ελλάδα, επίσης, ο πόλεμος είναι πρώτο θέμα. Πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά; Όμως εδώ οι επιπτώσεις στην αμυντική πολιτική είναι διαφορετικές, λιγότερο ριζοσπαστικές. Αν παρακολουθήσει κανείς τις δημόσιες συζητήσεις, η κύρια απειλή εξακολουθεί να προέρχεται από την Τουρκία, και όχι την Ρωσία.
Αυτές τις μέρες, μια μελέτη του έγκυρου thinktank ΕΛΙΑΜΕΠ επισημαίνει ότι η πιθανότητα πολέμου μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας δεν ήταν ποτέ μεγαλύτερη από ό,τι το 1974, τη χρονιά του πολέμου στην Κύπρο.
Υπάρχει διάχυτος ο φόβος ότι ο Ερντογάν θα μπορούσε να ακολουθήσει το παράδειγμα του Πούτιν και να κάνει στο Αιγαίο ό,τι κάνει ο Πούτιν στην Ουκρανία.
Ο φόβος από τον μεγάλο γείτονα στα ανατολικά είναι μια σταθερή συνιστώσα της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας -κάποιοι λένε ότι είναι τόσο παλιά όσο και το ελληνικό κράτος. Και η απειλή παίρνει συχνά ανατροφοδοτείται. Η παρούσα εκστρατεία της Άγκυρας με στόχο την αμφισβήτηση της κυριαρχίας των ελληνικών νησιών στο ανατολικό Αιγαίο, με αναφορά στη στρατιωτικοποίηση, κάθε άλλο παρά καθησυχαστική μπορεί να θεωρηθεί.
Και ξαφνικά μας έρχεται η είδηση ότι ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης και ο πρόεδρος Ερντογάν θα συναντηθούν στην Κωνσταντινούπολη την ερχόμενη Κυριακή.
Θεωρώ ότι αυτά είναι καλά νέα.
Φυσικά, αυτή η συνάντηση των πολιτικών ηγετών δεν θα επιλύσει τα πολλά άλυτα ζητήματα. Είναι μάλιστα πιθανόν οι τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο να συνεχιστούν και τις επόμενες εβδομάδες και η Άγκυρα να συνεχίσει τη στρατηγική των «τσιμπημάτων».
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις χαρακτηρίζονται από μια συνύπαρξη συνεργασίας και αντιπαράθεσης. Ο στόχος πρέπει να είναι να συνειδητοποιήσει η Τουρκία ότι η συνεργασία και η ειρήνη είναι πιο ωφέλιμες από την ένταση και τον πόλεμο.
Η δημόσια εικόνα αυτών των σχέσεων και στις δύο πλευρές κυριαρχείται από αρνητικές ειδήσεις -σύμφωνα με το (λανθασμένο) δημοσιογραφικό αξίωμα ότι μόνο οι κακές ειδήσεις αποτελούν καλές ειδήσεις. Μόλις πριν από λίγες ημέρες, υψηλόβαθμοι διπλωμάτες των δύο χωρών συναντήθηκαν στην Αθήνα για τον 64ο γύρο των διερευνητικών συνομιλιών, ενώ την ίδια εβδομάδα οι αναπληρωτές υπουργοί Εξωτερικών συζήτησαν τη «θετική ατζέντα».
Στα «ψιλά γράμματα» μπορούσαμε να διαβάσουμε ότι είχε σημειωθεί πρόοδος σε 17 από τα 25 κεφάλαια. Αυτές είναι οι απαρχές μιας κατάστασης "win-win". Η προώθηση αυτής της πολιτικής διαδικασίας θα αποτελέσει ένα από τα θέματα της συνάντησης στην Κωνσταντινούπολη.
Η Αθήνα πηγαίνει στήν συνάντηση αυτή ενισχυμένη -τόσο από στρατιωτική όσο και από πολιτική άποψη. Δεν περνάει σχεδόν εβδομάδα χωρίς πληροφορίες για νέες προμήθειες όπλων. Μεγάλη σημασία έχουν οι συμφωνίες με τη Γαλλία και τις ΗΠΑ, όπως και η διπλωματική ασπίδα της ΕΕ. Όταν η Άγκυρα αμφισβήτησε την κυριαρχία των ελληνικών νησιών, μέσα σε λίγες ώρες έφτασαν τα μηνύματα αλληλεγγύης από την Ουάσιγκτον, το Λονδίνο και τις Βρυξέλλες.
Ο Ερντογάν γνωρίζει ότι η καλή συμπεριφορά απέναντι στην Ελλάδα αποτελεί προϋπόθεση για την εξομάλυνση των σχέσεων με τις ΗΠΑ. Γνωρίζει επίσης ότι η περαιτέρω ανάπτυξη των σχέσεων με την ΕΕ εξαρτάται από την αυτοσυγκράτησή του στη διαμάχη για τα κυριαρχικά δικαιώματα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η τουρκική διπλωματία αναμένεται ότι θα χρησιμοποιήσει την ελληνοτουρκική συνάντηση κορυφής για να παρουσιάσει τον Ερντογάν ως άνθρωπο της ισορροπίας και των καλών προθέσεων. Τέτοιες συναντήσεις εξυπηρετούν πάντα και τις δημόσιες σχέσεις.
Σε τελευταία ανάλυση είναι καλύτερο για όλους αν ο Τούρκος πρόεδρος γίνεται πρωτοσέλιδο με διπλωματικές συναντήσεις και όχι με πολεμικές ενέργειες -όπως συνέβαινε συχνά στο παρελθόν.
Οι εκλογές στην Τουρκία αναμένονται το αργότερο το επόμενο έτος. Ένα από τα σενάρια θέλει τον Ερντογάν να χρησιμοποιεί τις εντάσεις στην εξωτερική πολιτική για να κινητοποιήσει τους ψηφοφόρους. Αυτή όμως είναι μόνο η μία εκδοχή. Υπάρχει και μια άλλη, λιγότερο απαισιόδοξη θεώρηση.
Μια πρόσφατη δημοσκόπηση δείχνει ότι σαφείς πλειοψηφίες και στις δύο πλευρές τάσσονται υπέρ της επίλυσης των ελληνοτουρκικών προβλημάτων μέσω διαλόγου και ειρηνικά. Αυτό σημαίνει ότι η πλειοψηφία είναι κατά των εντάσεων και κατά του πολέμου. Οι πλειοψηφίες αυτές είναι πιθανό να αυξηθούν ενόψει των φρικτών εικόνων από την Ουκρανία.
Αυτές τις μέρες γίνεται πολύς λόγος για «αλλαγή εποχής». Ο πόλεμος του Πούτιν κατάφερε να ενώσει τους Ευρωπαίους όπως ποτέ άλλοτε.
Ίσως γινόμαστε επίσης μάρτυρες μιας «αλλαγής εποχής» και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Θα αποτελούσε μια αχτίδα ελπίδας σε σκοτεινούς καιρούς.
Ο Δρ. Ρόναλντ Μαϊνάρντους είναι πολιτικός αναλυτής, σχολιαστής και κύριος ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Περισότερες πληροφορίες στο www.meinardus.info.