ΑΠΟΨΕΙΣ

2022: Η χρονιά των μη προβλέψεων

2022: Η χρονιά των μη προβλέψεων
Άδηλο είναι το μέλλον του πληθωρισμού. AP Photo / Jens Meyer

Ο Τζον Κένεθ Γκάλμπρεϊθ είχε πει: «Υπάρχουν δύο ειδών άνθρωποι που κάνουν προβλέψεις: Αυτοί που δεν ξέρουν, και αυτοί που δεν ξέρουν πως δεν ξέρουν». 

Μετά από δύο χρόνια πανδημίας, απρόβλεπτων μεταλλάξεων, ασύνδετων πολιτικών και μεταστροφής των κεντρικών τραπεζών, τα λόγια μοιάζουν προφητικά. Οι περισσότεροι διαχειριστές χρημάτων παραδέχονται πως το 2022 δεν προσφέρεται για προβλέψεις, είτε για τις χρηματαγορές, είτε για την οικονομία. Αυτά που δεν ξέρουμε είναι όντως πάρα πολλά.

Η παγκόσμια οικονομία αναπτύσσεται, όμως σε χαμηλότερους ρυθμούς από το 2021. Ο ρυθμός της επιβράδυνσης εξαρτάται από δύο εξαιρετικά αστάθμητους παράγοντες: την πορεία της πανδημίας, και της μετάλλαξης «Όμικρον» και τις συνθήκες στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες.

Εξίσου άδηλο είναι το μέλλον του πληθωρισμού. Οι κεντρικοί τραπεζίτες, όπως και οι περισσότεροι αναλυτές, υπο-εκτίμησαν την διάρκεια του πληθωρισμού προσφοράς, δηλαδή την ανόδου των τιμών λόγω προβλημάτων εφοδιασμού. Όταν οι τιμές παραγωγής μένουν ψηλά για αρκετό καιρό, οι εταιρείες περνούν το κόστος στον καταναλωτή, και ο πληθωρισμός ανεβαίνει. Σε αυτό το κλίμα οι κεντρικές τράπεζες παρέμειναν ψύχραιμες, δηλώνοντας πως ο πληθωρισμός «θα περάσει».

Όμως δεν συνέβη έτσι. Στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ ο τιμάριθμος ανέβηκε σε υψηλό 40ετίας. Οι εργαζόμενοι το βλέπουν, όπως επίσης βλέπουν και μειωμένο ανταγωνισμό (καθώς αρκετοί κάθονται σπίτι λόγω πανδημίας) και πιέζουν τους μισθούς προς τα πάνω. Στην Αμερική, 59% των εργαζομένων ζήτησε επαναδιαπραγμάτευση αποδοχών, με τους μισούς εξ αυτών να προσβλέπουν αύξηση άνω του 5%. Αυτός ο “πληθωρισμός μισθών” είναι που τρομάζει την κεντρική τράπεζα και οδήγησε σε μια στροφή 180 μοιρών.

Για πρώτη φορά τα τελευταία είκοσι χρόνια, η Fed επικεντρώνεται στην καταπολέμηση του πληθωρισμού και όχι στο να προσφέρει «ηρεμία» στις αγορές.

Πλέον οι αγορές προεξοφλούν τρεις αυξήσεις επιτοκίων στις ΗΠΑ και άλλες τόσες στη μεγάλη Βρετανία για το 2022. Η Ευρώπη θα κινηθεί σε πιο ήρεμους ρυθμούς, ίσως μια αύξηση, κυρίως γιατί η αγορά εργασίας είναι λιγότερο ευέλικτη και οι μισθολογικές πιέσεις μικρότερες.

Τι σημαίνει μια αύξηση επιτοκίων;

Για τους καταναλωτές λιγότερα από ότι στο παρελθόν. Η πλειοψηφία σε Ευρώπη, Ηνωμένο Βασίλειο και Αμερική έχει υποθήκες σταθερού επιτοκίου. Η αύξηση του επιτοκίου κατά 0,75%, από ιστορικά χαμηλά, θα έχει μικρή επίπτωση στην πραγματική ζήτηση και κατανάλωση.

Ούτε θα έχει κάποια ουσιαστική επίπτωση στον πληθωρισμό, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του οφείλεται στις εφοδιαστικές αλυσίδες.

Για τις αγορές όμως οι συνέπειες είναι σημαντικές και απρόβλεπτες. Η «πατερίτσα» των κεντρικών τραπεζών αφαιρείται, όχι γιατί δεν είναι απαραίτητη αλλά γιατί πλέον η χρήση της δεν είναι εφικτή.

Μετά από δώδεκα χρόνια ποσοτικής χαλάρωσης, ούτε οι αλγόριθμοι, ούτε οι traders, ούτε καν οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές είναι έτοιμοι για μια τέτοια μνημειώδη αλλαγή.

Οι συνέπειες είναι άγνωστες. Σίγουρα η Fed, η ντε φάκτο κεντρική τράπεζα της υφηλίου, πλέον θα χρειαστεί να δει πολύ σημαντική πτώση στις αγορές πριν επέμβει. Αν η μετοχική αγορά είχε ένα δίχτυ ασφαλείας μετά από 20% πτώση, τώρα αυτό μπορεί να γίνει μέχρι και διπλάσιο.

Η μεταβλητότητα θα ανέβει. Ήδη οι πρώτες δύο εβδομάδες του χρόνου παρουσίασαν την υψηλότερη διακύμανση των τελευταίων ετών. Οι αποδόσεις των ομολόγων πιθανόν θα ανέβουν επίσης. Εκτός από την απώλεια κεφαλαίου για τους επενδυτές, θα καταστήσει το δανεισμό κρατών με μεγάλο χρέος, όπως η Ελλάδα, ακόμα πιο δύσκολο.

Με λίγα λόγια η πιο επιθετική νομισματική πολιτική αυξάνει αισθητά τις πιθανότητες το 2022 να ζήσουμε μια ακόμα «κρίση» στις αγορές. Οι συνέπειες κάθε τέτοιας κρίσης αγγίζουν κράτη και νοικοκυριά, που εκτός από τον πληθωρισμό ίσως κληθούν να αντιμετωπίσουν πιο δύσκολες οικονομικές συνθήκες εν γένει.

Όπως όμως προείπαμε, η χρονιά δεν προσφέρεται για προβλέψεις. Μπορεί η υπάρχουσα ρευστότητα να αποτελέσει αρκετό μαξιλάρι για τις αγορές. Μπορεί η πανδημία να «σβήσει» σε ένα τρίμηνο λόγω της Όμικρον. Ή μπορεί μια νέα μετάλλαξη να οξύνει τα προβλήματα.

Η σχεδόν ανύπαρκτη ορατότητα υποχρεώνει επενδυτές, επιχειρηματίες και εργαζόμενους να κρατούν τα αντανακλαστικά τους σε εγρήγορση, όχι μόνο για κινδύνους αλλά και για ευκαιρίες. Η μόνη ασφαλής πρόβλεψη είναι πως το 2022 θα προσφέρει και τα δύο, και μάλιστα σε αφθονία.

* Ο Γιώργος Λαγαρίας είναι Chief Economist της Mazars στο Λονδίνο