ΑΠΟΨΕΙΣ

Η Ελλάδα πρωταγωνιστής στην ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία

INTIME NEWS / ΓτΠ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ

40 χρόνια από την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση και 20 χρόνια από την ένταξη στην Ευρωζώνη, σε έναν κόσμο ασύμμετρης παγκοσμιοποίησης, η ισότιμη συμμετοχή σε μια ισχυρή ένωση προηγμένων κρατών όπως η ΕΕ, δίνει τη δυνατότητα στην Ελλάδα να πρωταγωνιστήσει στη δημιουργία συνθηκών συλλογικής ευρωπαϊκής αυτονομίας, ολοκληρώνοντας το ιστορικό εγχείρημα της εθνικής ανεξαρτησίας που ξεκίνησε πριν από 200 χρόνια.

Η αλληλεγγύη στην οποία στηρίζεται σήμερα το Ευρωπαϊκό σχέδιο έχει τις ρίζες της στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821, τόνιζε με εύστοχο τρόπο τον Μάρτιο στο μήνυμά του για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821, ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Εμανουέλ Μακρόν, υπογραμμίζοντας την οικουμενικότητα των ιδεών και αξιών της εποχής.

Σήμερα, η Ελλάδα είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης και αποτελεί εγγυητή της ειρήνης, της ασφάλειας και της συνεργασίας στην περιοχή. Και αυτό είναι κομβικής σημασίας για την ευρωπαϊκή κυριαρχία στη σημερινή γεωπολιτική στιγμή. Γιατί χρειαζόμαστε μια πιο κυρίαρχη και πιο ανεξάρτητη Ευρώπη που θα διαθέτει στρατηγική αυτονομία. Να μπορεί η Ευρωπαϊκή Ένωση να διαχειριστεί τις διεθνείς κρίσεις μόνη της και να εγγυάται τα εξωτερικά σύνορά της.

Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται η στρατηγικής σημασίας εταιρική συμφωνία μεταξύ Γαλλίας και Ελλάδας. Η συμφωνία εμπεριέχει και σοβαρά στοιχεία αμυντικής συνδρομής και θα μπορούσε να χαρακτηριστεί συμφωνία-ανάχωμα στην Τουρκία. Eδώ δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας, αυτό που υπογράμμισε ο Ευάγγελος Βενιζέλος, «ότι η ρήτρα αμοιβαίας στρατιωτικής συνδρομής του άρθρου 2 της συμφωνίας προβλέπει την ενεργοποίησή της εάν τα μέρη «διαπιστώσουν από κοινού ότι μία ένοπλη επίθεση λαμβάνει χώρα εναντίον της επικράτειας ενός από τα δύο, σύμφωνα με το Άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών». Όμως η υφαλοκρηπίδα, ακόμη και μετά την οριοθέτησή της και η ΑΟΖ ακόμη και μετά την ανακήρυξη και οριοθέτησή της δεν συνιστούν «επικράτεια» στην οποία ασκείται εθνική κυριαρχία, αλλά ζώνες στις οποίες ασκούνται ειδικά κυριαρχικά δικαιώματα». Κι εδώ υπάρχει περιθώριο για διευκρίνιση έστω με τη μορφή δήλωσης ή επιστολής.

Στον διάλογο που άνοιξε ενδιαφέρον έχει και η άποψη που διατύπωσε ο καθηγητής Π.Κ.Ιωακειμίδης πως, «η συμφωνία θα έπρεπε να περιέχει διατύπωση που να δεσμεύει ρητά και κατηγορηματικά τη Γαλλία να συνδράμει την Ελλάδα με όλα τα μέσα περιλαμβανομένων και των στρατιωτικών στο πλαίσιο ενεργοποίησης της ρήτρας αμοιβαίας συνδρομής του άρθρου 42,7 της ευρωπαϊκής Ένωσης (Συνθήκη Λισαβόνας-ΣΕΕ).

Η διμερής ρήτρα υπονομεύει και εξασθενίζει τη συλλογική ρήτρα- υποχρέωση όλων των κρατών μελών της ΕΕ να συνδράμουν άλλο κράτος μέλος που αντιμετωπίζει «ένοπλη επιθετικότητα», υποστηρίζει ο Π.Κ.Ιωακειμίδης.

Πάντως όλοι συμφωνούμε πως είναι εύστοχη επιλογή της Ελλάδας να στηρίξει τη «στρατηγική αυτονομία» της Ευρώπης και τη δημιουργία ευρωπαϊκού στρατού.
Η απαραίτητη ευρωπαϊκή κυριαρχία θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό και από τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο και τη «διαχείριση» της Τουρκίας. Με πρωταγωνιστικό ρόλο στη Μεσόγειο, Γαλλία και Ελλάδα, εργάζονται για μια ειρηνική και ευημερούσα περιοχή, που διέπεται από συνεργασία και σεβασμό του διεθνούς δικαίου.

Από την άλλη πλευρά η Τουρκία του Ερντογάν έχει εξελιχθεί σε κορυφαίο πρόβλημα μιας Ευρώπης που επιθυμεί να έχει και γεωπολιτικό ρόλο. Αποφεύγει να σεβαστεί τους όρους και τις προϋποθέσεις προκειμένου να ενεργοποιηθεί η «θετική ατζέντα» στις ευρωτουρκικές σχέσεις και υπονομεύει τη βελτίωση του κλίματος με πράξεις όπως η αποχώρησή της από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης για τη βία κατά των γυναικών. Η πολιτική συμπεριφορά του Ερντογάν, πέρα από τις συχνές απειλές προς την Ελλάδα, στηρίζεται στην προσβολή που είναι το άσφαιρο όπλο των καιροσκόπων γιατί οι προσβολές και η χυδαιότητα δεν αποτελούν διπλωματικά επιχειρήματα.
Τη σημαντική συμφωνία Ελλάδας και Γαλλίας πρέπει να την εντάξουμε στη νέα συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης, μια συζήτηση που οδηγεί εκ των πραγμάτων σε μια νέα αλληλεγγύη συμφερόντων σε ευρωπαϊκό επίπεδο που θα συμπληρώνει και δεν θα ακυρώνει το εθνικό συμφέρον.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μιλώντας στην ετήσια εκδήλωση για την Κατάσταση της Ένωσης, έδωσε έμφαση στην ασφάλεια και την άμυνα και στα βήματα που πρέπει να γίνουν προς αυτή την κατεύθυνση. Ήδη έχει ανακοινωθεί για τον Φεβρουάριο του 2022 στο εξάμηνο της γαλλικής προεδρίας στην ΕΕ, ειδική Σύνοδος Κορυφής με αυτό το θέμα.

Απειλές όπως αυτές που αντιμετώπισε η Ελλάδα στα ελληνοτουρκικά -ευρωτουρκικά σύνορα στον Έβρο, η τεράστια κρίση-απειλή του κορωνοϊού που αντιμετωπίζει αυτή την περίοδο η Ευρώπη, η αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν και η μετατόπισή τους προς τον Ειρηνικό με τη στρατηγική συμφωνία ΗΠΑ, Αυστραλίας και Αγγλίας, δείχνουν την κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθήσουμε. Να δούμε την ΕΕ ως συνολική, αναπτυξιακή, κοινωνική, θεσμική και πολιτική οντότητα.

Ως πολιτικό εργαλείο δημιουργίας σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο. Μπροστά στις διεθνείς προκλήσεις χρειαζόμαστε μια νέα φιλόδοξη ΕΕ, εξοπλισμένη με την απαραίτητη κυριαρχία για να καθορίζει η ίδια το μέλλον της και να ανταποκρίνεται στις νέες προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης. Στη μετά covid εποχή η ΕΕ πρέπει να πάει με καλύτερη συνοχή και περισσότερη αλληλεγγύη. Και η συμφωνία Αθηνών -Παρισίων δείχνει το δρόμο.

Σωτήρης Ντάλης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Πρόσφατα επιμελήθηκε τα συλλογικά έργα, «Mare Nostrum: Μετατόπιση ισχύος στον γεωπολιτικό χάρτη της Μεσογείου» (εκδ. Παπαζήση) και «Μετά την πανδημία. Η Ελλάδα, η Ευρώπη και ο Κόσμος στη σκιά της Δυστοπίας» (εκδ.Παπαζήση).

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης