Δυναμική προς τα κάτω: Ο Ερντογάν και οι δημοσκοπήσεις
Παρόλο που οι επόμενες προεδρικές και βουλευτικές εκλογές στην Τουρκία απέχουν δύο χρόνια, ο προεκλογικός αγώνας έχει ήδη ξεκινήσει ανεπίσημα.
Το αίτημα της αντιπολίτευσης για πρόωρες εκλογές αυξάνει την πολιτική ένταση. Κοιτώντας τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων είναι πολύ απίθανο όμως η κυβέρνηση να ενδώσει στις απαιτήσεις της αντιπολίτευσης για πρόωρες κάλπες.
Σύμφωνα με νέα έρευνα της έγκυρης εταιρίας Istanbul Economic Research, μόλις 26.3% καταγράφεται πως θα ψήφιζε το κυβερνών κόμμα AKP σήμερα. Αυτό είναι το πιο χαμηλό αποτέλεσμα στα χρονικά των δημοσκοπήσεων, επισημαίνουν πολιτικοί παρατηρητές. Στις τελευταίες εκλογές του 2018 το κόμμα του κυρίου Ερντογάν έλαβε 42% των ψήφων. Την πλειοψηφία στη Βουλή εξασφαλίζει η συνεργασία με το ακροδεξιό συγκυβερνών Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (ΜHP). Σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μικρότερα ποσοστά και για το ΜΗΡ του κ. Ντεβλέτ Μπαχτσελί.
Το μήνυμα των ερευνών είναι ξεκάθαρο: Εάν γινόταν σήμερα εκλογές η κυβέρνηση θα έχανε την πλειοψηφία.
Πολιτικά παίζει ρόλο το γεγονός ότι η αντιπολίτευση δημοσκοπικά δεν φαίνεται να επωφελείται από την αδυναμία της κυβέρνησης. Το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα CHP φτάνει μόλις σε 18% -κάτω πέντε μονάδες από το αποτέλεσμα των εκλογών του 2018.
Για τον κ. Ερντογάν η ατονία της αντιπολίτευσης αποτελεί μόνο μικρή παρηγοριά καθώς τα δημοσκοπικά αποτελέσματα για τον ίδιο είναι ακόμα πιο δυσάρεστα - και έχουν πάρει μια δυναμική προς τα κάτω τελευταία.
Ενώ, σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας Yöneylem, ο αριθμός των Τούρκων ψηφοφόρων που θα υποστήριζαν τον νυν πρόεδρο στις επόμενες κάλπες ανέρχεται σε 37% αυτοί που απαντούν θετικά στην πρόταση «Δεν θα ψήφιζα τον Ερντογάν ποτέ» είναι 48%. Σύμφωνα με τους δημοσκοπήσεις αυτός ο αριθμός αυξάνεται συνεχώς.
Τα αποτελέσματα αυτά επιβεβαιώνονται σε νέα έρευνα της Istanbul Economic Research κατά την οποία ο κ. Ερντογάν χάνει πόντους στηδημοτικότητα από το Σεπτέμβριο του 2020 και έχει φτάσει τώρα σε κατώφλι χάνοντας την αίγλη του αήττητου.
Η πτώση της δημοτικότητας του προέδρου μπορεί να χαρακτηριστεί ως ίσως η πιο σημαντική εξέλιξη της εσωτερικής πολιτικής της Τουρκίας των τελευταίων μηνών. Η εξέλιξη αυτή έχει προφανώς βαρυσήμαντες πολιτικές επιπτώσεις. Μετά την αλλαγή του Συντάγματος ο πρόεδρος παίζει κυρίαρχο ρόλο στο πολιτικό σύστημα, δίπλα σε μία αποδυναμωμένη Εθνοσυνέλευση. Για ρόλο νέου σουλτάνου γίνεται λόγος σε δημοσιογραφικά και αλλά σχόλια.
Σύμφωνα με τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, ο κ. Ερντογάν θα έχανε τις εκλογές σε μια άμεση αντιπαράθεση και με τον δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου και με τον δήμαρχο της Άγκυρας Μανσούρ Γιάβας. Ο Γιαβάς έχει προβάδισμα γιατί βρίσκει υποστήριξη και στους εθνικιστές και συντηρητικούς λένε οι δημοσκοπήσεις.
Τα άσχημα αποτελέσματα για τον Τούρκο πρόεδρο και την κυβέρνηση οφείλονται κυρίως στην δυσμενή οικονομική κατάσταση. Για τους μισούς Τούρκους ψηφοφόρους ο πρόεδρος φέρνει προσωπικά την ευθύνη για την οικονομική εξαθλίωση.
Σε πρόσφατη σφυγμομέτρηση της İstanbul Economic Research 74% των ερωτηθέντων απάντησαν ότι η κατάσταση της οικονομίας είναι κακή ή πολύ κακή. Μόνο 12% είχαν μια θετική άποψη.
Την ίδια στιγμή άλλο ένα δημοσίευμα καταδεικνύει το βάθος της κρίσης. Ενώ επίσημα ο αριθμός των ανέργων είναι 4 εκατομμύρια, οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι μερεαλιστικούς υπολογισμούς η πραγματική ανεργία ανέρχεται σε 10 εκατομμύρια, δηλαδή ένα ποσοστό άνω των 30%.
Η πορεία της οικονομίας είναι η «αχίλλειος πτέρνα» της κυβέρνησης και μια βραχυπρόθεσμη βελτίωση δεν είναι ορατή.
Ένας πρόσθετος πονοκέφαλος για τους σχεδιαστές της εκλογικής στρατηγικής του κ. Ερντογάν είναι η έλλειψη υποστήριξης από την νεολαία. Στις επόμενες εκλογές ο αριθμός των ψηφοφόρων που ψηφίζουν για πρώτη φορά θα είναι περίπου επτά εκατομμύρια. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν σαφή προβάδισμα της αντιπολίτευσης σε αυτή την ανερχόμενη κοινωνική ομάδα, με πιο δημοφιλές κόμμα το CHP.
Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τον κύριο Ερντογάν και την παράταξη του.
Όμως θα ήταν λάθος να υποτιμήσει κανείς τον πολιτικό που έχει κυριαρχήσει την δημόσια ζωή της Τουρκίας για σχεδόν δυο δεκαετίες και δεν δίνει ένδειξη ότι θέλει να φύγει από την εξουσία σύντομα. Αντιθέτως, δεν παύει να ψάχνει τρόπους να κινητοποιήσει τους οπαδούς του. Μένει βέβαια να δούμε πως θα το κάνει όσον πλησιάζει η ημερομηνία των εκλογών.
Ένα ισχυρό όπλο στα χέρια του κ. Ερντογάν αποτελούσε ανέκαθεν και εξακολουθεί να αποτελεί η εξωτερική πολιτική. Το δεδομένο αυτό το ξέρουν από πρώτο χέρι οι Έλληνες.
Η κοινή γνώμη και η εξωτερική πολιτική θα μας απασχολήσει στο δεύτερο μέρος της ανάλυσης αυτής. Εκτός των πυλών τα πράγματα δημοσκοπικά είναι σαφώς καλύτερα για τον κ. Ερντογάν.
Ο Δρ. Ρόναλντ Μαϊνάρντους είναι ο διευθυντής του Ιδρύματος Friedrich Naumann στην Τουρκία και πολιτικός αναλυτής για περιφερειακά και διεθνή θέματα.