Spotlight: Γιατί πήρε το Όσκαρ καλύτερης ταινίας
Για όσους δεν την έχουν παρακολουθήσει, το Spotlight είναι η ταινία που κέρδισε το Όσκαρ καλύτερης ταινίας από το The Revenant.
Για όσους την παρακολούθησαν, το Spotlight αποτελεί μια εξαιρετική ταινία, με αφηγηματική ευκρίνεια, ακρίβεια καταγραφής και στιβαρές ερμηνείες. Η ταινία θυμίζει τις καλύτερες ταινίες του αμερικανικού mainstream πολιτικού κινηματογράφου, τις ταινίες του Alan J. Pakula και του Sidney Lumet. Ταινίες απόλυτα ταυτισμένες με το θέμα το οποίο διαχειρίζονται, με την πολιτική τους στάση να βρίσκεται πιο κοντά σε μια ανθρωπιστική ηθική παρά σε ένα πολιτικό πρόταγμα.
Το Spotlight αφηγείται την πραγματική ιστορία των ερευνών τις ομώνυμης ομάδας εντός της εφημερίδας Boston Globe, σε σχέση με τις καταγγελίες για σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων από καθολικούς παπάδες στην περιοχή της Βοστώνης. Η πραγματική ιστορία έχει έκταση πολύ μεγαλύτερη από αυτή που θα μπορούσε να δώσει μια κινηματογραφική ταινία: μετά την έρευνα και τις αποκαλύψεις, το σκάνδαλο λειτούργησε αλυσιδωτά παίρνοντας διεθνείς διαστάσεις.
Ξεκίνησε ως έρευνα για 5 ιερωμένους στην περιοχή της Βοστώνης και κατέληξε στην αποκάλυψη χιλιάδων περιστατικών που είχαν συμβεί στη διάρκεια δεκαετιών τόσο σε όλο το μήκος των Ηνωμένων Πολιτειών όσο και σε χώρες όπως ο Καναδάς, η Αυστραλία και η Ιρλανδία.
Περιγράφοντας την αρχική έρευνα, τον τρόπο με τον οποίο οι δημοσιογράφοι δεσμεύονται στον σκοπό τους και την ίδια τη σημασία συγκάλυψης -τόσο από τα διάφορα κέντρα εξουσίας όσο και από την ίδια την κοινωνία- η ταινία καταφέρνει να περικλείσει την όλη ιστορία συμπυκνώνοντας την στα πρώτα βήματά της.
Οι χαρακτήρες εξιστορούνται και εξελίσσονται αποκλειστικά από τον τρόπο με τον οποίο τοποθετούνται απέναντι στην έρευνα και στο θέμα της. Αδύναμοι, εμμονικοί, με δεύτερες σκέψεις, αλλά με μια μονίμως ανθρώπινη επιμονή να φτάσουν την έρευνα στο τέλος της. Η ταινία δεν ηθικίζει, αντίθετα παρουσιάζει το θέμα χωρίς την εύκολη υπερβολή της καταδίκης, ή τις εύκολες συναισθηματικές αντιδράσεις, με τις οποίες θα μπορούσε εύκολα να επιχειρηματολογήσει η αφήγηση. Με την απλότητά του και την ακρίβειά του το Spotlight μοιάζει να μοιράζεται την αποφασιστικότητα των ίδιων των δημοσιογράφων.
Η απλότητα και η καθαρότητα της σκηνοθεσίας (Tom McCarthy) αναδεικνύουν την ηθοποιία. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση ένα συνολικό υποκριτικό αποτέλεσμα συντονισμένης δεξιοτεχνίας και ταλέντου (Mark Ruffalo, Michael Keaton, Rachel McAdams, John Slattery, Stanley Tucci). Το ομαδικό αυτό αποτέλεσμα με τη σειρά του έρχεται να ταυτιστεί με το επίτευγμα της ίδιας της ομάδας του Spotlight. Τη σημασία της ομαδικής εργασίας και αφοσίωσης σε έναν σκοπό, την σημασία της έρευνας, την σημασία της εναντίωσης απέναντι σε οποιαδήποτε εξουσία.
Άλλωστε η σημασία της ταινίας δεν περιορίζεται στο αισθητικό της αποτέλεσμα, αλλά στο ίδιο το μήνυμα κατά της σιωπής απέναντι στην παιδεραστία, την ανάδειξη των γεγονότων και το αίτημα για καταδίκη των υπευθύνων. Ως τέτοια δεν αποτελεί απλά μια εξιστόρηση γεγονότων ή μια μυθολογημένη εκδοχή ενός εξαιρετικού συμβάντος, αλλά συνέχεια αυτής της διαδικασίας.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το γεγονός πως οι συντελεστές της ταινίας ταυτίστηκαν με το μήνυμά της. Λίγες ώρες πριν από την τελετή των Όσκαρ, ο Mark Ruffalo συμμετείχε σε διαδήλωση κατά της σεξουαλικής κακοποίησης, ενώ ένας από τους παραγωγούς της ταινίας, ο Michael Sugar, δήλωσε κατά την βράβευση: ‘’Η ταινία έδωσε φωνή στους επιζώντες και το σημερινό βραβείο ενίσχυσε αυτή τη φωνή η οποία ελπίζουμε πως θα ηχήσει σαν τραγούδι μέχρι και το Βατικανό’’.
Τελικά, το Spotlight κατάφερε να πετύχει τον σκοπό του, διαδίδοντας τα γεγονότα και καταγγέλλοντας τη συγκάλυψη. Κατάφερε επίσης να το επιτύχει, δίνοντάς μας μια εξαιρετική ταινία. Αλλά ταυτόχρονα, συνδυάζοντας τα δύο παραπάνω επιτεύγματα, κατάφερε και να σώσει κάτι από την χαμένη τιμή της δημοσιογραφίας και των σκοπών της.
Σε μια εποχή που η είδηση και η πληροφορία μετατρέπονται σε φτηνό θέαμα με σκοπό τη χειραγώγηση, η ταινία καταφέρνει να τοποθετήσει με απλό τρόπο τη συντριπτική σημασία της αλήθειας και τη φωτογένεια του αυθεντικού σκοπού και του ιδανικού.
Χωρίς μεγαλοστομίες, χωρίς συναισθηματισμούς, με εξαιρετική σκηνοθεσία και ακόμη καλύτερες ερμηνείες. Με την απλότητα αλλά και την μοναδική δύναμη μιας ομάδας που γνωρίζει πως πράττει το ορθό και γνωρίζει πως πρέπει να παλέψει μέχρι τέλους για αυτό.
*Ο Θωμάς Τσαλαπάτης είναι αρθρογράφος