Οι αλλαγές στη χωροταξική και πολεοδομική νομοθεσία από τη σκοπιά της επιχειρηματικότητας
Ανανεώθηκε:
Ο πρόσφατος νόμος για τον εκσυγχρονισμό της χωροταξικής και πολεοδομικής νομοθεσίας, έρχεται σε μία κομβική συγκυρία, τόσο για το μέλλον της χωρικής πολιτικής, η οποία επιβάλλεται να προσαρμοστεί στις έντονες πιέσεις που δέχονται όλες οι συνιστώσες της βιώσιμης ανάπτυξης, όσο και για την προώθηση ενός ισορροπημένου αναπτυξιακού μοντέλου στον ελληνικό χώρο. Η πανδημία κατέδειξε με τον πλέον εμφανή τρόπο, την ανθεκτικότητα των παραγωγικών και μεταποιητικών δραστηριοτήτων, για τις οποίες, οι εφαρμοζόμενες πολιτικές, επέδειξαν, δυστυχώς, σημαντική υστέρηση και μειωμένη προσαρμοστικότητα. Το γεγονός αυτό θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την υλοποίηση του νέου σχεδιασμού.
Για τον ΣΕΒ, το νέο θεσμικό πλαίσιο για τη χωροταξία, είναι μία αναγκαία προϋπόθεση για την προσέλκυση σύγχρονων επενδύσεων, οι οποίες εύλογα διεκδικούν ασφάλεια δικαίου, σύντομες διαδικασίες για την υλοποίηση του επενδυτικού σχεδιασμού, σαφές ρυθμιστικό πλαίσιο χρήσεων γης και κατάλληλους όρους δόμησης, όπως εξάλλου συμβαίνει σε κάθε ευνομούμενη χώρα. Στο πλαίσιο αυτό ο πρόσφατος Ν 4759/2020, κινείται στη σωστή κατεύθυνση καθώς αντιμετωπίζονται με ορθολογικό τρόπο τα σημαντικότερα έως σήμερα καταγεγραμμένα προβλήματα στο σύστημα σχεδιασμού.
Ο ΣΕΒ και το Παρατηρητήριο Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος, ήδη από το 2015 στη μελέτη με θέμα: «Εθνικό Σύστημα Χωρικού Σχεδιασμού από τη σκοπιά της επιχειρηματικότητας», είχαν επισημάνει τις αναγκαίες παρεμβάσεις για την προώθηση της βιώσιμης χωρικής ανάπτυξης, μία έννοια που παρέμενε για περισσότερο από δέκα έτη μετέωρη, καθώς τόσο το προγενέστερο πλαίσιο (ν. 4269/2014 Χωροταξική και Πολεοδομική Μεταρρύθμιση – Βιώσιμη Ανάπτυξη), όσο και ο ν. 4447/2016 Χωρικός Σχεδιασμός-Βιώσιμη Ανάπτυξη, δεν παρήγαγαν κάποιο πολεοδομικό σχέδιο ή χωροταξικό πλαίσιο.
Στα ίδια συμπεράσματα καταλήγει κάποιος και από τη συγκριτική αποτίμηση των στοιχείων που περιέχονται στις μελέτες του ΟΟΣΑ με αντικείμενο τα συστήματα σχεδιασμού και χρήσεων γης μεταξύ διαφόρων χωρών (Land-useplanningsystemsintheOECD, ThegovernanceofLanduseinOECDCountries, 2017): ασάφειες ως προς τον ιεραρχικό χαρακτήρα του εθνικού συστήματος σχεδιασμού καθώς και τη δεσμευτικότητα και τον κατευθυντήριο ή/και κανονιστικό χαρακτήρα των χωροταξικών πλαισίων, μειωμένη ευελιξία στην προδιαγραφή συμβατών χρήσεων γης και σημαντική υστέρηση της ολοκλήρωσης του σχεδιασμού.
Στο πλαίσιο των ανωτέρω, οι προωθούμενες ρυθμίσεις, είτε έχουν άμεση ισχύ (λχ. για την επιτάχυνση του σχεδιασμού, τον περιορισμό των παρεκκλίσεων αρτιότητας στα αγροτεμάχια που δεν διαθέτουν κάποιο σχέδιο χρήσεων γης, ή αυξημένοι όροι δόμησης στους οργανωμένους υποδοχείς) είτε απαιτούν έκδοση δευτερεύουσας νομοθεσίας προκειμένου να ενεργοποιηθούν (λχ. για την αναμόρφωση της κατηγοριοποίησης των χρήσεων γης, για την ενεργοποίηση των πιστοποιημένων αξιολογητών χωρικών μελετών, ή την μεταφορά συντελεστή δόμησης), διαμορφώνουν μία ολοκληρωμένη παρέμβαση για την άμεση ή σταδιακή διευθέτηση των ζητημάτων που λειτουργούσαν έως σήμερα ως τροχοπέδη στην αποτελεσματικότητα του σχεδιασμού.
Για τη μεγιστοποίηση των θετικών συνεπειών καθώς και για την ταχεία επίλυση ζητημάτων που αναμένεται να ανακύπτουν κατά την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, είναι κρίσιμη η συνέχιση των ρυθμιστικών παρεμβάσεων και η ενεργοποίηση των θεσμικών οργάνων (όπως το Εθνικό Συμβούλιο Χωροταξίας και το Κεντρικό Συμβούλιο
Χωροταξικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεων που θα εξετάζει ζητήματα ασάφειας και αντιφατικών ρυθμίσεων μεταξύ των σχεδίων ή πλαισίων). Τέλος, οι πρωτοβουλίες για την αναθεώρηση του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου (ΕΧΠ) της Βιομηχανίας και των ΑΠΕ καθώς και το νέο ΕΧΠ για τις Ορυκτές Πρώτες Ύλες, επιβάλλεται να υποστηριχθούν και να προσαρμοστούν στον νέο Νόμο, προκειμένου να ενεργοποιηθούν οι νέες προβλέψεις του σχεδιασμού.
Ο Γιάννης Λαϊνάς είναι Associate Advisor του ΣΕΒ, Τομέας Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος και Ρυθμιστικών Πολιτικών