ΑΠΟΨΕΙΣ

Οι οικονομικές κυρώσεις και οι τουρκοευρωπαϊκές σχέσεις

ASSOCIATED PRESS

Οι οικονομικές κυρώσεις που καλείται να επιβάλει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στην Τουρκία, θα είναι καθοριστικής σημασίας, εφόσον αποφασιστούν, για την πορεία των τουρκοευρωπαϊκών σχέσεων και την ειρήνη και ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο.

Στην παρούσα φάση η «ευρωπαϊκή» πορεία της Τουρκίας δεν εμπνέει αισιοδοξία. Είναι έκδηλη η αδιαφορία της τουρκικής ηγεσίας για τις υποχρεώσεις που ανέλαβε η χώρα απέναντι στην ΕΕ στο πλαίσιο της ενταξιακής της διαδικασίας. Όχι μόνο δεν επιδιώκει να εναρμονίσει την νομοθεσία της με την ευρωπαϊκή, αλλά έχει υιοθετήσει και δεσποτικές πρακτικές και μεθόδους, απομακρυνόμενη από τις αρχές του Κράτους Δικαίου και τις αξίες του δυτικού πολιτισμού, προφασιζόμενη λόγους ασφάλειας και εθνικών συμφερόντων. Αμέλησε επί χρόνια τη δέσμευσή της να ακολουθήσει μια πολιτική καλής γειτονίας προς τις γειτονικές της ευρωπαϊκές χώρες, ενώ στις μέρες μας αρνείται να συμμορφωθεί με τις επανειλημμένες υποδείξεις που της έχουν γίνει από τις Βρυξέλλες για το σεβασμό των αρχών και κανόνων του Διεθνούς Δικαίου στην Ανατολική Μεσόγειο. Έτσι έχει μετατραπεί σε κράτος που συμβάλλει στην αποσταθεροποίηση της περιφερειακής ειρήνης και ασφάλειας. Δεν είναι απλά αναθεωρητικό, αλλά και απροκάλυπτα επιθετικό και επεκτατικό, απέναντι σε γειτονικά κράτη που δεν διαθέτουν τα μέσα να αποτρέψουν την απειλή.

Η πολιτική στάση της νεοοθωμανικής ηγεσίας εξηγείται βάσει, αφενός, της αυταρχικής πολιτικής που ακολουθεί στην εσωτερική σκηνή, και αφετέρου της αδυναμίας του διεθνούς και περιφερειακού συστήματος να ασκήσει επιρροή στην Τουρκία. Το μειωμένο κατά κοινή ομολογία ενδιαφέρον της υπερατλαντικής συμπολιτείας για τη Μέση Ανατολή και η εμφάνιση αναδυόμενων ηγεμονικών δυνάμεων στην εν λόγω περιοχή, συνέβαλαν στην μεταβολή των περιφερειακών συσχετισμών, καθιστώντας δυσκολότερη την συνεννόηση με την Τουρκία, η οποία εμφανίζει σημάδια αποστασιοποίησης από τη Δύση.

Η ήπια ισχύς της ΕΕ που βασίζεται στον οικονομικό παράγοντα ως μέσο άσκησης επιρροής, αποδεικνύεται αναποτελεσματική στην περίπτωση της Τουρκίας. Η γενναιόδωρη οικονομική ενίσχυση που παρείχαν οι Βρυξέλλες στην Άγκυρα με την ελπίδα ότι αυτή θα εξευρωπαϊστεί, συνέβαλαν τόσο στην οικονομική ενδυνάμωση της χώρας όσο και στην αύξηση της πολιτικής αυτονομίας της. Αντιθέτως οι οικονομικές κυρώσεις στοχεύουν να επαναφέρουν σε τάξη κράτη που διολισθαίνουν σε παραβατικές συμπεριφορές, και δεν αποτελούν αυτοσκοπό. Δεν έχουν, όμως, δοκιμαστεί μέχρι στιγμής επαρκώς από την ΕΕ κατά της Τουρκίας. Δεδομένης της έντονης δυστοκίας που παρουσιάζει η τουρκική οικονομία ως συνέπεια του έντονου παρεμβατισμού του Προέδρου Έρντογαν σε κρίσιμους οικονομικούς θεσμούς και πολιτικές της χώρας, όπως π.χ. η Κεντρική Τράπεζα, η νομισματική πολιτική, η συγκράτηση των επιτοκίων κ.ά., οι οικονομικές κυρώσεις ως ήπιο μέτρο άσκησης επιρροής και εξαναγκασμού, πρέπει να κομίσουν ένα σαφές μήνυμα προς την νεοοθωμανική ηγεσία για το μέλλον των τουρκοευρωπαϊκών σχέσεων.

Το μήνυμα που θα σταλεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ωστόσο, δεν αρκεί μόνο να είναι σαφές. Θα πρέπει να επιδειχθεί και η κατάλληλη αποφασιστικότητα από τα κράτη μέλη της ΕΕ κατά την εφαρμογή του. Δεν είναι η πρώτη φορά που η Δύση επιχείρησε να επιβάλει οικονομικές ή άλλες κυρώσεις στην Τουρκία. Εκείνες που άρχισαν να επιβάλλονται με επικεφαλής τις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1970, λίγο μετά την τουρκική εισβολή και παράνομη κατοχή της βόρειας Κύπρου, απέτυχαν λόγω τόσο των ψυχροπολεμικών συνθηκών όσο και του ανταγωνισμού των δυτικών χωρών για τη διείσδυση στην τουρκική αγορά. Το ίδιο πρόβλημα φαίνεται να επανέρχεται στο προσκήνιο στις μέρες μας με ορισμένα κράτη της ΕΕ, όπως η Γερμανία, η Ιταλία, η Ισπανία κ.ά., να είναι επιφυλακτικές απέναντι στην πολιτική άσκησης οικονομικών κυρώσεων κατά της Τουρκίας, υπονομεύοντας την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Η υιοθέτηση ακόμη και των πιο ήπιων οικονομικών κυρώσεων, εάν εφαρμοστεί πιστά από τα κράτη μέλη της ΕΕ, θα στείλει ένα μήνυμα αποφασιστικότητας το οποίο δεν θα μπορούσε να αγνοήσει η Άγκυρα.

Στο βαθμό που ξεπεραστεί το διαφαινόμενο εμπόδιο του διχασμού των Ευρωπαίων και συμφωνήσουν σε μια στρατηγική αντιμετώπισης των τουρκικών προκλήσεων, οι οικονομικές κυρώσεις κατά της Τουρκίας μπορούν να συμβάλλουν στην αποθάρρυνση της νεοοθωμανικής ηγεσίας από το να συνεχίσει να προβαίνει σε μονομερείς παραβατικές ενέργειες στην Ανατολική Μεσόγειο. Μια νέα πιθανή αναβολή τους, αντιθέτως, θα καλλιεργήσει την αίσθηση της υπεροχής στην άλλη πλευρά και θα την ενθαρρύνει να συνεχίσει να προβαίνει σε τέτοιες ενέργειες. Το αποτέλεσμα θα είναι οι οικονομικές κυρώσεις εφεξής να μην είναι αρκετές από μόνες τους για να συμμορφωθεί η Τουρκία, βάζοντας όχι μόνο οριστικό τέλος στο όνειρο της ευρωπαϊκής της ένταξης, αλλά υπονομεύοντας και την ειρήνη και ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο.

--------------

Ο Νικόλαος Ραπτόπουλος είναι Επίκουρος Καθηγητής του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς και Διευθυντής του Εργαστηρίου Τουρκικών και Ευρασιατικών Μελετών

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης