ΑΠΟΨΕΙΣ

Συμφωνία «ένας προς έναν»

Συμφωνία «ένας προς έναν»
REUTERS/Emmanuel Dunand

Η Τουρκία θα προωθεί προς την ΕΕ έναν σύριο πρόσφυγα για κάθε έναν σύριο που θα δέχεται πίσω από την Ελλάδα. Αυτό είναι το συμβιβαστικό σχέδιο μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας και είναι τόσο νομικά και ηθικά αμφισβητήσιμο, όσο και δυνητικά επικίνδυνο για τους ίδιους τους πρόσφυγες και για την Ελλάδα.

Ας ξεκινήσουμε από τους ίδιους τους πρόσφυγες. Για να μπορεί κάποιος να επαναπροωθηθεί στην Τουρκία και να «ποντάρει» στο ενδεχόμενο της προώθησης ενός δικού του ή σε βάθος χρόνου του ιδίου στην Ευρώπη, θα πρέπει πρώτα να έχει περάσει στην Ελλάδα. Δηλαδή θα πρέπει να ρισκάρει να διασχίσει το Αιγαίο και φυσικά τη ζωή του.

Η λογική αυτή ακούγεται σαν ένα διεστραμμένο παιχνίδι ή χολιγουντιανό σενάριο, όπου για να διασφαλίσεις μία θέση στην Ευρώπη πρέπει να αποδείξεις πρώτα, μέχρι θανάτου, ότι θες όντως να φτάσεις εκεί.

Δεύτερον, όπως ΜΚΟ ήδη επισημαίνουν, το ζήτημα της επανεισδοχής αιτούντων άσυλο σε μία χώρα όπως η Τουρκία, η οποία δεν φημίζεται για το επίπεδο προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι τόσο ηθικά προβληματικό, όσο και νομικά ολισθηρό. Ταυτόχρονα, δεν μειώνει τις ανησυχίες για την κατάσταση αυτών των ανθρώπων μετά την επανεισδοχή τους στην γείτονα.

Τι θα γίνεται με όσους επιστρέφουν από την Ελλάδα στην Τουρκία; Που θα επαναπροωθούνται; Στα συριακά σύνορα;

Πώς θα επιλέγονται όσοι θα προωθούνται προς την ΕΕ από τις τουρκικές αρχές; Ποια αδιάφθορη κρατική, ιδιωτική ή υπερεθνική αρχή θα αναλάβει τον καταμερισμό και την επιλογή όσων θα αναχωρούν για την ΕΕ;

Τρίτον, τίθεται ένα επιπλέον ζήτημα με όσους θα φτάνουν στην Ελλάδα περιμένοντας να επαναπροωθηθούν στην γείτονα. Το πώς θα καταγράφονται, που θα διαμένουν και κυρίως για πόσο καιρό, παραμένουν ανοικτά ζητήματα, αφού ακόμα η χώρα υπολείπεται σε δομές. Μία λογική ή έστω λογικοφανής απάντηση θα ήταν η παραμονή τους στα νησιά του Αιγαίου, με σκοπό την γρηγορότερη και ευχερέστερη μετάβασή τους στις γειτονικές ακτές – στρατηγική αμφίβολης επιτυχίας, αφόσον δεν υπάρχει σαφές χρονοδιάγραμμα επαναπροώθησης.

Ένα τέτοιο σενάριο, επιπλέον, θα μετέτρεπε το ανατολικό Αιγαίο σε μία τεράστια ζώνη μετάβασης (transit zone) διπλής κατεύθυνσης. Οι επιπτώσεις θα ήταν πολλαπλές, με πρώτη την γεωπολιτική υποβάθμιση του ανατολικού Αιγαίου και δεύτερη την οικονομική συρρίκνωση των νησιωτικών περιοχών εξαιτίας της υποχώρησης της τουριστικής κίνησης.

Τέλος, ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι όλες οι λεπτομέρειες εφαρμογής του σχεδίου είναι ξεκάθαρες, πράγμα δύσκολο αν αναλογιστεί κανείς την πολυπλοκότητα της κατάστασης, αλλά και αμφίπλευρα ευεργετικές κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι θα εφαρμοστεί η όποια στο ακέραιο. Τα τελευταία δείγματα προς τήρηση των συμφωνηθέντων, τόσο από την ΕΕ όσο και από την Τουρκία, δεν είναι ενθαρρυντικά, αφού έχουμε περάσει σε μία περίοδο όπου τα συμφωνηθέντα τείνουν να είναι περισσότερο πολιτικές δηλώσεις, παρά υλοποιούμενες πολιτικές.

«Αυτοκρατορική» σημειολογία

Πέρα από τη συμφωνία καθεαυτή, η οποία δεν επετεύχθη, ιδιαίτερη σημασία έχει η σημειολογία. Οι δηλώσεις Νταβούτογλου στο πέρας της συνόδου ήταν σχεδόν...αυτοκρατορικές. Η εικόνα της τουρκικής διπλωματίας είναι εξαιρετικά προσεγμένη και στρατηγικά σχεδιασμένη.

Καταρχήν, η εικόνα της σημαίας της ΕΕ δίπλα-δίπλα με την τουρκική, πίσω από τους ώμους των ομιλητών, δημιουργεί μία σημειολογία δύο ίσων και όμοιων οργανισμών, οι οποίοι μιλούν ισότιμα –εικόνα η οποία φαντάζει ελκυστική σε τουρκικούς κύκλους. Το ότι αποτελεί μία καθορισμένη, τυπική απεικόνιση όχι μόνο δεν υποβιβάζει το γεγονός, αλλά αυξάνει την αξία του αφού, στο πιο επίσημο επίπεδο, το status της Τουρκίας επιβεβαιώνεται.

Κατόπιν η αποφυγή από τον Τούρκο πρωθυπουργό της αναφοράς της λέξης Ελλάδα: Κατά τον Αχμέτ Νταβούτογλου, οι πρόσφυγες περνάνε από την Τουρκία στην Ευρώπη, από την Τουρκία στο Αιγαίο, στοχεύουν στον βαλκανικό διάδρομο, μπορούν να επαναπροωθηθούν από ελληνικά νησιά, αλλά η λέξη Ελλάδα (« Greece ») πολύ προσεκτικά δεν χρησιμοποιήθηκε από τον ίδιο, κατά την έναρξη της τοποθέτησής του.

Επιπλέον, η γείτονα παρουσιάζεται ως μία χώρα φιλόξενη προς τους πρόσφυγες, που επωμίζεται στωικά το δυσανάλογο βάρος και καταφέρνει όχι μόνο να διαχειριστεί τον προσφυγικό πληθυσμό, αλλά και να τον «εντάξει». Το ότι ένας σύριος πρόσφυγας παίρνει τον μισό μισθό ενός Τούρκου ή ότι μπορεί να είναι πολιτισμικά εγγύτερα σε έναν Τούρκο από ότι σε έναν Σουηδό, δεν φαίνεται να επηρεάζει το όλο πλαίσιο. Ούτε βέβαια λαμβάνονται υπόψιν οι ανησυχίες της Διεθνούς Αμνηστίας για την συμπεριφορά της γείτονος στους πρόσφυγες.

Τέλος, η Τουρκία διατείνεται ότι δεν έχει ανάγκη τα χρήματα. Έχει ξοδέψει ήδη 10 δις δολάρια και όσα πάρει από την ΕΕ θα πάνε απευθείας στους πρόσφυγες και όχι σε τουρκικές τσέπες, όπως υποστηρίζει ο πρωθυπουργός της. Θα χτιστούν σχολεία, νοσοκομεία και άλλες δομές με σκοπό την ανάπτυξη του επιπέδου ζωής των προσφύγων. Μένει να αναρωτηθούμε αν την κατασκευή αυτών των υποδομών, που θα γίνουν με ευρωπαϊκά χρήματα, θα γίνει από σύριους μηχανικούς, συριακές τεχνικές εταιρείες και σύριους κτίστες...

*Πολιτικός Επιστήμονας (MSc)