ΑΠΟΨΕΙΣ

Παγκόσμια οικονομία & νέα ύφεση

Παγκόσμια οικονομία & νέα ύφεση
Pixabay

Η πολιτική της νομισματικής χαλάρωσης και η εκτεταμένη διάθεση ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες των αναπτυγμένων χωρών διεθνώς, κατά τα τελευταία χρόνια, ως ευθεία συνέπεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, οδήγησε σε ανάπτυξη όλες σχεδόν τις οικονομίες του πλανήτη, με παράλληλη μεγέθυνση του διεθνούς εμπορίου. Εσχάτως ωστόσο, οι διεθνείς οργανισμοί αναθεωρούν επί τα χείρω τις προβλέψεις τους για τους ρυθμούς μεγέθυνσης παγκοσμίως. Η αμερικανική οικονομία διανύει μία από τις μακρύτερες περιόδους οικονομικής ανάπτυξης, με το επίπεδο της ανεργίας να είναι το χαμηλότερο κατά τα τελευταία 30 χρόνια. Παρά το γεγονός ότι μια ανάσχεση της χαλαρής νομισματικής πολιτικής θα έμοιαζε ένα λογικό σενάριο πολιτικού χειρισμού, οι προεδρικές εκλογές του επόμενου έτους και οι τακτικές αψιμαχίες του Προέδρου Trump με την Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ (FED), εγκαθιστούν εδραία μια ισχυρή πολυπλοκότητα στην εκτίμηση των γεγονότων.

Την ίδια στιγμή, η πολιτική εμπορικών διενέξεων των ΗΠΑ έχει προκαλέσει υποχώρηση των ρυθμών μεγέθυνσης οικονομιών με εξαγωγικό χαρακτήρα, όπως η Κίνα και η Γερμανία. Επιπλέον, η περιδίνηση και αβεβαιότητα λόγω Brexit, συνδυαστικά με τον πολιτικό μετεωρισμό της Ιταλίας, έχουν ως αποτέλεσμα να ελλοχεύει σταθερά ο κίνδυνος ύφεσης σε ολόκληρη την Ευρωζώνη. Έτσι, στην παρούσα φάση, οι δυνατότητες, έστω και μιας στοχευμένης νομισματικής πολιτικής, φαίνεται να είναι μάλλον περιορισμένες. Σε διεθνές επίπεδο, τόσο το δημόσιο, όσο και το ιδιωτικό χρέος βρίσκονται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα, ενώ τα αρνητικά επιτόκια παράγουν δυσλειτουργίες σε πλήθος κρίσιμων κλάδων της οικονομικής δραστηριότητας. Στη βάση αυτή, η συγκυρία φαίνεται να είναι αρνητική για την Ελλάδα και τους κύριους εμπορικούς εταίρους της, λόγω χαμηλότερης ζήτησης για ελληνικές εξαγωγές, είτε αγαθών, είτε υπηρεσιών, γεγονός που μπορεί να ανασχέσει τις προσπάθειες ανάκαμψης.

Οι αντεστραμμένες καμπύλες επιτοκίων, ήτοι τα αρνητικά spreads μεταξύ κρατικών ομολογιακών εκδόσεων μακράς και βραχείας προθεσμίας, θεωρούνται, υπό προϋποθέσεις, αποτελεσματικά πρόδρομα σήματα επικείμενων οικονομικών υφέσεων. Στη κρίση του 2008 χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των spreads μεταξύ του 10-ετούς αμερικανικού ομολόγου και του 2-ετούς ή του 3-μηνου εντόκου γραμματίου, όπου αμφοτέρως ανεστράφησαν πλήρως. Μια δεκαετία μετά, ήδη από τα μέσα της προηγούμενης χρονιάς, η συμπεριφορά των παραπάνω spreads υπήρξε ισχυρά καθοδική, παράγοντας καίριες ανησυχίες για ένα γενικευμένα προβληματικό οικονομικό κλίμα.

Στις αρχές του έτους, και πιο συγκεκριμένα στις 3 Μαρτίου, το spread μεταξύ των 3-μηνων εντόκων γραμματίων του Αμερικανικού δημοσίου και των 5-ετών ομολόγων, κατέστη αρνητικό, σηματοδοτώντας τη μερική αντιστροφή της καμπύλης επιτοκίων των ΗΠΑ. Τρεις μήνες αργότερα, στις 23 Μαρτίου του 2019, το spread μεταξύ των 3-μηνων εντόκων γραμματίων (2.453%) του Αμερικανικού δημοσίου και των 10-ετών ομολόγων (2,437%), αντιστρέφεται και αυτό για πρώτη φορά, μετά την κρίση του 2008.

Εσχάτως, από τις 14 Αυγούστου, το spread βαρόμετρο, μεταξύ των 2-ετών και των 10-ετών Αμερικανικών ομολόγων καθίσταται επίσημα πλέον για πρώτη φορά αρνητικό, από το 2007. Την ίδια ημέρα ο S&P 500 και η μετοχική αγορά των ΗΠΑ κατακρημνίστηκαν σχεδόν κατά 3%, ενώ τα 30-ετή ομόλογα του Αμερικανικού δημοσίου επίσης, σημείωσαν τη χαμηλότερη απόδοση όλων των εποχών (2,02%). Μια ημέρα μετά, στις 15 Αυγούστου, το φράγμα έσπασε και οι αποδόσεις των 30-ετών ομόλογων του Αμερικανικού δημοσίου κυμάνθηκαν για πρώτη φορά κάτω του 2%. Υπενθυμίζεται ότι στις 26 Οκτωβρίου του 1981, τα 30-ετή ομόλογα του Αμερικανικού δημοσίου σημείωσαν την υψηλότερη απόδοση όλων των εποχών (15,21%). Στις 14 Αυγούστου επίσης, το spread μεταξύ των 2-ετών και των 10-ετών ομολόγων του Ηνωμένου Βασιλείου, αντιστρέφεται για πρώτη φορά μετά την κρίση του 2008.

Έτσι, από τα μέσα του Αυγούστου, οι αντεστραμμένες καμπύλες επιτοκίων και οι αρνητικές αποδόσεις 10-ετών ομολόγων και 3-μηνων εντόκων γραμματίων, ήταν το γενικευμένο χαρακτηριστικό στις αγορές της Ασίας, της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Στις 21 Αυγούστου, σε ένα υψηλής παραδοξότητας και συμβολισμού γεγονός, οι αποδόσεις των 30-ετών Γερμανικών ομολόγων αυτή τη φορά, κατέστησαν αρνητικές (-0.11%), έστω και αν η ζήτηση από τους επενδυτές υπήρξε ιδιαιτέρως αναιμική. Την ίδια ημέρα στη Νορβηγία, ένα από τα μεγαλύτερα ασφαλιστικά ταμεία του κόσμου με ενεργητικό άνω του 1 τρις δολάρια, διατηρούσε θέσεις αξίας 67 δις σε ομόλογα αρνητικής απόδοσης.

Η εξελισσόμενη οικονομική μεγέθυνση που επισυμβαίνει στις ΗΠΑ, διάρκειας 122 μηνών από τον Ιούνιο του 2009, είναι η μεγαλύτερη από το 1945, με μια σωρευτική αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 26%. Υπενθυμίζεται ότι έπονται σε διάρκεια η μεγέθυνση μεταξύ Μαρτίου 1991-Μαρτίου 2001, για 120 μήνες και σωρευτική αύξηση του ΑΕΠ κατά 42%, αλλά και η μεγέθυνση μεταξύ Φεβρουαρίου 1961-Δεκεμβρίου 1969, για 106 μήνες και σωρευτική αύξηση του ΑΕΠ κατά 52%.

Ωστόσο, την ίδια στιγμή, οι δασμοί ύψους 15% σε Κινεζικά προϊόντα αξίας 300 δις δολαρίων από 1η Σεπτέμβρη και 30% σε προϊόντα αξίας 250 δις δολαρίων από 1η Οκτώβρη, που ανακοινώθηκαν από την Αμερικανική κυβέρνηση στο τέλος του Αυγούστου, εγκαθιστούν με μόνιμο τρόπο την πολιτική του νομισματικού πολέμου και των ανασχέσεων στη ροή του διεθνούς εμπορίου. Στο υποκείμενο πλαίσιο, μεγάλοι επενδυτικοί οίκοι, εκτιμούν με πιθανότητα 40% μια επερχόμενη ύφεση σε ορίζοντα 12 μηνών, ένα αναβαθμισμένο επίπεδο γενικευμένου διεθνούς μακροοικονομικού κινδύνου και την παγίωση της πολιτικής χαμηλών επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες. Οι δε εκτιμήσεις για τα επίπεδα του ΑΕΠ και της ανεργίας διεθνώς διορθώνονται επί τα χείρω, έστω και οριακά.

Ειδικότερα, σε φάση έντονης επιβράδυνσης βρίσκεται η πλειοψηφία των οικονομικών δεικτών στην Ευρωζώνη, εξαιτίας των εμπορικών διενέξεων και της πολιτικής αβεβαιότητας σε διάφορες χώρες. Για το 2019, η μέση εκτίμηση των αναλυτών, είναι ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 1,3% (από 1,9% το 2018), συνεχίζοντας να επιβραδύνει. Σε φάση επιβράδυνσης βρίσκεται και η πλειοψηφία των οικονομικών στοιχείων στις ΗΠΑ, λόγω της μειωμένης θετικής επίδρασης από την εφαρμογή των χαμηλότερων φορολογικών συντελεστών και των ανησυχιών που απορρέουν από τη νομισματική αντιπαράθεση. Για το 2019, η εκτίμηση είναι ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 2,4% (από 2,9% το 2018), λόγω της επιβράδυνσης στον ρυθμό ενίσχυσης της ιδιωτικής κατανάλωσης και των ιδιωτικών επενδύσεων.

Μόλις τις προηγούμενες ημέρες, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ανακοίνωσε την επανέναρξη του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (QE) από την 1η Νοεμβρίου, με μηνιαίες αγορές τίτλων αξίας 20 δις ευρώ, προχωρώντας παράλληλα σε σημαντική μείωση του εκτιμώμενου ρυθμού ανάπτυξης και του πληθωρισμού για το 2020. Με την απόφαση αυτή, το ΔΣ της ΕΚΤ αναγνώρισε ότι η ανάπτυξη διατηρείται ισχνή για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του αρχικώς εκτιμώμενου, καθώς η κατάσταση στο διεθνές εμπόριο και η αβεβαιότητα στο διεθνές περιβάλλον αρχίζει να πλήττει την οικονομία της Ευρωζώνης.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως κατά την τρέχουσα φάση, ένα μεγάλο πλήθος αντίρροπων δυνάμεων επενεργεί ακανόνιστα στο διεθνές οικονομικό και πολιτικό σκηνικό, παράγοντας ασυμμετρίες και μη-γραμμικές εξελίξεις. Και επίσης αναντίρρητα, σε ένα περιβάλλον με τα χαρακτηριστικά που εξειδικεύθηκαν ανωτέρω, η Ελληνική οικονομία οφείλει να προσαρμοστεί χωρίς καθυστερήσεις και η ατζέντα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων προσήκει να υλοποιηθεί χωρίς εκπτώσεις και αναβολές.

*Ο Π. Ξυδώνας είναι Καθηγητής στην ESSCA Grande École.