ΑΠΟΨΕΙΣ

Η τραμπάλα της μεσαίας τάξης

Η τραμπάλα της μεσαίας τάξης
ΑΠΕ-ΜΠΕ/FOTIS PLEGAS

 Ένα κοινό σχόλιο που ακούει κανείς στην Ελλάδα σήμερα είναι πως η μεσαία τάξη «εξαφανίζεται». Κάποιοι Έλληνες θεωρούν πως μια άγνωστη δύναμη, «αυτοί» ή οι «Ευρωπαίοι» έχουν ένα μεγάλο σχέδιο εξόντωσης της Ελλάδας επειδή «ζηλεύουν». Δυστυχώς όμως οι εξηγήσεις είναι λίγο πιο ανησυχητικές.

Παρότι οι γνώμες των ειδικών διίστανται για το τι αποτελεί τη μεσαία οικονομική τάξη , η κατηγοριοποίηση των εισοδημάτων γίνεται συνήθως βάσει της καταναλωτικής δύναμης. Γιατί όμως η «μεσαία τάξη» θεωρείτε τόσο σημαντική σύμφωνα με τους ειδικούς; Επειδή σύμφωνα με αρκετές έρευνες το εισοδηματικό όριο που χαρακτηρίζει τα μεσαία εισοδήματα σχετίζεται με οικονομική ασφάλεια και προστατεύει τα άτομα αυτά από το ενδεχόμενο να βρεθούν πάλι σε συνθήκες φτώχειας. Σημαίνει πως αυτά τα άτομα μπορούν πλέον να ικανοποιούν ανώτερες ανάγκες, πέρα από τις βασικές ανάγκες επιβίωσης.

Σε πρόσφατη έρευνα του PEW Research Center γίνεται εκτεταμένη αναφορά στις τάσεις που επικράτησαν στα μεσαία εισοδήματα παγκοσμίως τη τελευταία δεκαετία. Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα του δυτικού κόσμου για τη δεκαετία 2001-2011, που αύξησε την ανώτερη οικονομικά τάξη (upper-middle income) από 49,8% του πληθυσμού σε 54,9%. Η μεσαία τάξη (middle income) είναι αλήθεια πως μειώθηκε – όχι όμως κατευθυνόμενη προς τα χαμηλότερα στρώματα αλλά προς τα υψηλότερα - στην ανώτερη τάξη. Η ανώτατη οικονομικά τάξη (high income) υπερδιπλασιάστηκε από 10,8% του πληθυσμού σε 23,2% το 2011. Η ανοδική κινητικότητα όμως δε περιορίστηκε στα μεσαία εισοδήματα, αλλά και τα χαμηλά μεταπήδησαν στα μεσαία, υποδιπλασιάζοντας τα χαμηλά εισοδήματα από 9,4% το 2001 σε 4,0% το 2011.

Συγκρίνοντας τη χώρα μας με άλλες παρατηρούμε πως υπερτερεί σε αρκετά σημεία. Οι χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας όπως και οι Βαλκανικές σημείωσαν μια τρομακτική άνοδο στο ανώτερο οικονομικά στρώμα, όχι όμως στη μεσαία τους τάξη. Τα χαμηλότερα οικονομικά στρώματα δε μεταπήδησαν στα μεσαία εισοδήματα, αλλά παρέμειναν στάσιμα, αυξάνοντας έτσι την οικονομική ανισότητα. Δηλαδή παρατηρήθηκε μια συρρίκνωση της μεσαίας τάξης με την ανώτερη αλλά και τη κατώτερη να αυξάνονται δραματικά. Ένας κόσμος των άκρων άρχισε να εμφανίζεται. Από την άλλη πλευρά, τα συγκριτικά στοιχεία δείχνουν πως η Ελλάδα έχει πολύ δρόμο να διανύσει για να φτάσει π.χ. τις Σκανδιναβικές χώρες, όπου πάνω από το 70% του πληθυσμού ανήκει στην ανώτερη τάξη. Φυσικά δε μπορούμε να παραβλέψουμε πως η οικονομική κρίση ανέκοψε αυτή την εκρηκτική άνοδο του βιοτικού επιπέδου. Οι πραγματικές δαπάνες ενός νοικοκυριού έπεσαν κατά 4,4% σε ετήσια βάση τη περίοδο 2007 – 2013, αλλά δεν ανέστρεψαν τη μακροχρόνια τάση.

Φυσικά η Ελλάδα δε βρίσκεται σε απομόνωση. Για να κατανοήσουμε καλύτερα το πρόβλημα πρέπει να δούμε τις παγκόσμιες τάσεις. Δύο στοιχεία ξεχωρίζουν: Η τεράστια, σχεδόν ιστορική, μείωση του ποσοστού των ατόμων που ζουν κάτω από το απόλυτο όριο της φτώχειας και η αύξηση της μεσαίας τάξης των αναδυόμενων οικονομιών. Από το 2001 έως το 2011, 669εκ. άτομα βγήκαν από την απόλυτη φτώχεια κυρίως λόγω της αύξησης της καταναλωτικής τους δύναμης. Εάν δεν υπήρχε αυτή η αύξηση, μόνο και μόνο η πλυθησμιακή άνοδος της ίδιας δεκαετίας θα αύξανε τον αριθμό των ατόμων που ζούν κάτω από το όριο της φτώχειας κατά 198εκ. άτομα. Αξίζει εδώ να υπενθυμίσουμε πως αυτή η αλλαγή δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιου κεντρικά σχεδιασμένου οικονομικού συστήματος, αλλά η απελευθέρωση των αγορών, η αύξηση του παγκόσμιου εμπορίου και η ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων – δηλαδή ο καπιταλισμός – που συνέβαλλε σε αυτή την ιστορική εξέλιξη.

Ταυτόχρονα με την εξάλειψη της φτώχειας, ήρθε και η σημαντική άνοδος της μεσαίας τάξης. Αυτή η τάση ξεχώρισε στη Κίνα, τη Λατινική Αμερική και την Ανατολική Ευρώπη, ενώ η Αφρική και η Ινδία δεν ακολούθησαν με τόσο γρήγορους ρυθμούς. Η Κίνα αποτελεί ιδιαίτερο παράδειγμα. Μετά τις μεταρρυθμίσεις του Deng Xiaoping τη δεκαετία του ’70, η χώρα γνώρισε τεράστιους ρυθμούς ανάπτυξης με αποτέλεσμα το 2011 η μεσαία της τάξη να αποτελεί το 18% του συνολικού πληθυσμού, όταν το 2001 αποτελούσε μόνο το 3% αυτού. Η Ανατολική Ευρώπη σημείωσε επίσης αλματώδη άνοδο. Η πτώση του τείχους του Βερολίνου, παρότι έφερε αποσταθεροποίηση τα πρώτα χρόνια, οδήγησε τις χώρες αυτές στην ανάπτυξη τη δεκαετία του 2000. Η Ρουμανία για παράδειγμα αύξησε τη μεσαία της τάξη από 6% το 2001 σε 25% το 2011. Η αύξηση των τιμών πρώτων υλών και η σχετική πολιτική σταθερότητα, οδήγησαν και κάποιες χώρες της Λατινικής Αμερικής στον ίδιο δρόμο, όπως στη Χιλή, στη Βραζιλία και στο Περού. Η Ελλάδα πρέπει τώρα να ανταγωνιστεί όχι μόνο τις ανεπτυγμένες χώρες, αλλά και τις μεσαίες τάξεις των αναδυόμενων χωρών, για τα ίδια αγαθά και υπηρεσίες.

Τα μέχρι στιγμής δεδομένα δείχνουν πως η σχετική αποδυνάμωση της μεσαίας τάξης στη Δύση, ήρθε ως αποτέλεσμα πολλών δυναμικών. Το γεγονός πως οι αναδυόμενες χώρες ανταγωνίζονται πλέον τις ανεπτυγμένες για εξεύρεση παραγωγικών πόρων είναι ίσως ένας λόγος. Η σημαντική διαφοροποίηση στα δημογραφικά προφίλ των χωρών, με τη Δύση να γερνάει και να συρρικνώνεται το εργατικό της δυναμικό, σε πλήρη αντίθεση με την Ασία και την Αφρική όπου το εργατικό δυναμικό αυξάνεται ραγδαία, ίσως συμβάλει στο πρόβλημα.

Οι ραγδαίες εξελίξεις στη τεχνολογία, που ενδέχεται να μειώσουν σημαντικά την ανάγκη για χειρωνακτική εργασία πολύ πιο σύντομα από ότι περιμέναμε, διευρύνουν περαιτέρω το χάσμα. Όσο οι μηχανές, δηλαδή το κεφάλαιο, αντικαθιστούν ανθρώπους, δηλαδή την εργασία, τόσο το κεφάλαιο παίρνει όλο και μεγαλύτερο κομμάτι της «πίτας», και η εργασία όλο και μικρότερο. Η Ιστορία δίνει πολλά παραδείγματα «αδυναμίας προσαρμογής» σε μια νέα τεχνολογική ισορροπία. Κατά τη διάρκεια της Βιομηχανικής Επανάστασης αρκετοί εργάτες κλωστοϋφαντουργίας εισέβαλαν στα εργοστάσια και κατέστρεφαν τις μηχανές σε μια προσπάθεια να αναδείξουν την τεχνολογία ως άμεση απειλή για τη δουλειά τους. Βραχυπρόθεσμα αυτές οι αλλαγές ισορροπιών οδηγούν σε αύξηση της ανεργίας, όξυνση των εισοδηματικών ανισοτήτων και αλλαγές στην καθιερωμένη πολιτική κατάσταση. Στον αντίποδα, η ανάγκη για υψηλά εξειδικευμένο προσωπικό θα οξύνει ακόμα περισσότερο την εισοδηματική ανισότητα, εφόσον το μισθολογικό χάσμα με τους ανειδίκευτους εργάτες θα αυξάνεται. Οι χαμηλότερες αποδοχές στους μη εξειδικευμένους σημαίνει (κατά μέσο όρο) ότι αυτοί οι εργαζόμενοι θα δουλεύουν λιγότερο. Οι εργαζόμενοι, όχι μόνο ως ποσοστό του συνολικού πληθυσμού, αλλά και ως ποσοστό του εργατικού δυναμικού θα είναι λιγότεροι, αυξάνοντας έτσι τη δομική ανεργία και τις επιπτώσεις της. Η Δύση, σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει αυτές τις αποπληθωριστικές τάσεις, ίσως συνέβαλλε στην όξυνση του προβλήματος: οι νέο-Κεϋνσιανές πολιτικές αύξησης της ζήτησης οδήγησαν σε μια άνευ προηγουμένου άνοδο των χρηματιστηριακών τιμών ευνοώντας τις εύπορες τάξεις, ενώ οι χαμηλότερες τάξεις επωμίστηκαν το βάρος του επιπρόσθετου χρέους. Αποτέλεσμα αυτών η τεράστια ανισοκατανομή πλούτου, που αποτελεί βόμβα στα θεμέλια του οικονομικού οικοδομήματος της Δύσης.

Σε αυτό το παγκόσμιο περιβάλλον, η Ελλάδα με τις ιδιαιτερότητες της, πρέπει να αναζητήσει λύσεις. Παρότι η κρίση μείωσε δραστικά το εισόδημα της μεσαίας τάξης, η μακροχρόνια ανοδική τάση δεν έχει αναστραφεί. Από την άλλη πλευρά πρέπει να εξετάσουμε πόσο παραγωγική ήταν η αύξηση του βιοτικού επιπέδου. Ο πακτωλός ρευστότητας αυτής της δεκαετίας χρησιμοποιήθηκε παραγωγικά ή καταναλώθηκε σε ένα ψεύτικο lifestyle, όπου απλά στη θέση του μπακαλιάρου σκορδαλιά μπήκε το black cod; Προς το παρόν μας έμεινε το χρέος και ακόμα και αν λυθεί αυτό το πρόβλημα, τότε θα πρέπει να ξεκινήσει η πραγματική δουλειά.

Καθώς το μερίδιο της παραγωγής που αντιστοιχεί στις ανεπτυγμένες χώρες μειώνεται, η Ελλάδα θα κληθεί να ανταγωνιστεί σε παγκόσμιο επίπεδο έχοντας μικρή διαπραγματευτική δύναμη. Μια νέα οικονομία του Διαδικτύου, στην οποία κυριαρχούν τεχνολογικά μονοπώλια, θα υποχρεώσει τους Έλληνες παραγωγούς και καταναλωτές να ακολουθούν τις τιμές και όχι να τις καθορίζουν. Για παράδειγμα, όταν μια Ελληνική τυροκομική μονάδα θα χρησιμοποιεί το Facebook για να διαφημίζει τα προϊόντα της στην εγχώρια αγορά, αυτή η τάση θα ενισχύεται καθώς κεφάλαια θα φεύγουν από τη χώρα προς τους παγκόσμιους παίκτες.

Μέσα σε αυτό το σκηνικό, η άνοδος του λαϊκισμού (όπως φαίνεται και από το φαινόμενο Ντόναλντ Τράμπ) θα είναι σημαντική. Ας μη ξεχνάμε πως ο όρος μεσαία τάξη γεννήθηκε στην Ελλάδα, αφού ο Αριστοτέλης πρώτος δίδαξε πως η άριστη πολιτεία πρέπει να αποτελείται από ίσους και όμοιους πολίτες – δηλαδή μια ισχυρή μεσαία τάξη που διασφαλίζει το πολίτευμα. Εφόσον οι ισχυροί διακατέχονται από αίσθημα αλαζονείας και πλεονεξίας, ενώ οι οικονομικά ασθενέστεροι από ζηλοφθονία και έλλειψη λογικής, η μεσαία τάξη εξισορροπεί τα άκρα. Η μεσαία τάξη χάρη στη μετριοπάθεια και τη λογική της μεσότητας, αποφεύγει αυτές τις ακρότητες και έτσι προσδίδει στο πολίτευμα σταθερότητα, ισορροπία και ασφάλεια. Αυτή την αρμονία θα πρέπει να επιδιώξουμε ως κοινωνία, μέσα στο συνεχώς μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον.

* Ο κ. Ιάσων Μανωλόπουλος είναι συνιδρυτής της εταιρείας επενδύσεων Dromeus Capital και συγγραφέας του βιβλίου «Το “επαχθές” χρέος της Ελλάδας».