Μεταναστευτικό: Πρόβλημα με ημερομηνία λήξης;
Η μετανάστευση δεν είναι ένα σύγχρονο φαινόμενο, αλλά τόσο παλιό όσο και ο άνθρωπος. Οι εμφύλιες συγκρούσεις, η αδυναμία της γης να θρέψει τον πλεονάζοντα πληθυσμό, ακόμα και οι ακραίες κλιματολογικές συνθήκες ήταν μερικές από τις επικρατέστερες αιτίες που, διαχρονικά, ωθούσαν τους πληθυσμούς να κινηθούν, διαμορφώνοντας τον σημερινό παγκόσμιο χάρτη.
Αν και η χώρα μας, ανέκαθεν, δεν αποτελούσε χώρα προορισμού μεταναστών, εν τούτοις, η γεωγραφική της θέση την κατέστησε μέρος του μεταναστευτικού προβλήματος. Η μη εξοικείωση όμως των κρατικών δομών με τη διαχείριση αντίστοιχων φαινομένων, αλλά και η ελαφρότητα με την οποία αντιμετωπίζει η κυβέρνηση το πρόβλημα επιδείνωσαν την κατάσταση. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά. Διεθνής διασυρμός της χώρας λόγω των μεσαιωνικών συνθηκών που υφίστανται στα Κέντρα Υποδοχής Μεταναστών και δυσφήμηση των ακριτικών μας νησιών, με αρνητικές επιπτώσεις στον τουρισμό. Όλα τα παραπάνω, βέβαια, θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί αν η κυβέρνηση ενεργούσε με επαγγελματισμό, ευσυνειδησία και οργάνωση.
Όμως, παρά το μεγάλο μερίδιο ευθύνης που φέρει η κυβέρνηση, το μεταναστευτικό είναι ένα ευρύτερο ευρωπαϊκό πρόβλημα, το οποίο δεν πρέπει, σε καμία περίπτωση, να βαρύνει αποκλειστικά τα μεσογειακά κράτη της ΕΕ. Καταρχάς, λόγω των διαφορετικών ιστορικών συνθηκών, οι ευρωπαϊκές χώρες δεν έχουν ενιαία κουλτούρα απέναντι στο συγκεκριμένο θέμα. Για παράδειγμα στη Γαλλία, στο Βέλγιο, στην Ολλανδία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, που υπήρξαν αποικιοκρατικές δυνάμεις, οι τοπικές κοινωνίες έχουν μάθει να συνυπάρχουν με τους μετανάστες, καθώς η ροή ανθρώπων από τις αποικίες προς τη μητρόπολη έχει ιστορία πολλών δεκαετιών. Για τη Γερμανία επίσης, η ελεγχόμενη εισροή μεταναστών ύστερα από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, υπήρξε ένας από τους παράγοντες της ευημερίας της. Στον αντίποδα, ωστόσο, βρίσκονται αρκετές χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, όπου κυριαρχεί έντονος σκεπτικισμός αναφορικά με το θέμα, με αιχμή του δόρατος την Ομάδα του Βίσενγκραντ, δηλαδή την Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία και Ουγγαρία. Η συγκεκριμένη ομάδα χωρών αρνείται να διαχειριστεί το υφιστάμενο πρόβλημα, στο μέρος που της αναλογεί, κλείνοντας τα σύνορά της και αρνούμενη τη μετεγκατάσταση στο έδαφός της προσφύγων. Και, τελικά, οι μεσογειακές χώρες του ευρωπαϊκού νότου καλούνται να σηκώσουν το φορτίο, δεδομένου ότι στο πλαίσιο της εφαρμογής του Κανονισμού του Δουβλίνου (Δουβλίνο 3), η διαδικασία χορήγησης ασύλου περιορίζεται στην πρώτη χώρα αίτησης.
Τι έχει κάνει μέχρι τώρα η ΕΕ, προκειμένου να επιλύσει το πρόβλημα;
Παρά τις εσωτερικές αντιπαραθέσεις, η ΕΕ έχει πάρει την ακόλουθη δέσμη μέτρων για την αντιμετώπιση του προβλήματος:
➢ Υπέγραψε συμφωνία με την Τουρκία τον Μάρτιο 2016, που αφορούσε στην επανεισδοχή των παράτυπων μεταναστών, η οποία ανανεώθηκε τον περασμένο Μάρτιο για άλλα δύο χρόνια.
➢ Παρείχε τεχνοοικονομική στήριξη, αλλά και βοήθεια σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, για τη δημιουργία, τον εξοπλισμό και τη λειτουργία των Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης στην Ελλάδα και στην Ιταλία.
➢ Ενεργοποίησε τον Οκτώβριο 2016 τη νέα Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή και Ακτοφυλακή.
➢ Έχει προβεί σε μετεγκατάσταση αρκετά μεγάλου αριθμού προσφύγων, από την Ελλάδα και την Ιταλία σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
➢ Κατά την περίοδο 2015 – 17 διέθεσε 17,7 δις ευρώ, από τον προϋπολογισμό της, για την αντιμετώπιση της μεταναστευτικής κρίσης.
➢ Προέβη στην οργάνωση της ναυτικής επιχείρησης EUNAVFOR –Sophia, η οποία μεταξύ άλλων έχει ως αποστολή την εκπαίδευση της Ακτοφυλακής και του Πολεμικού Ναυτικού της Λιβύης για την αποτροπή της παράνομης διακίνησης ανθρώπων.
Ωστόσο και το ΝΑΤΟ έχει δείξει ενδιαφέρον για την ανάσχεση των ροών, έχοντας αναπτύξει από τον Φεβρουάριο 2016 τη νατοϊκή μοίρα SNMG-2, (Standing NATO MaritimeGroup – 2) στο Αιγαίο. Βέβαια, η αποχή της Τουρκίας, αλλά και οι δεσμεύσεις αναφορικά με την περιοχή επιχειρήσεων έχουν μειώσει το εύρος δράσης της συγκεκριμένης δύναμης και, ουσιαστικά, την έχουν καταστήσει φορέα Έρευνας και Διάσωσης.
Όμως, παρά τα μέτρα που έχουν ληφθεί, διαπιστώνεται ότι το πρόβλημα περιορίζεται παροδικά, ενώ δεν είναι εφικτή η λύση του σε βάθος χρόνου. Το θέμα είναι ότι η ΕΕ προσπαθεί να επέμβει στην κορυφή του προβλήματος και παραβλέπει τις αιτίες δημιουργίας του, που είναι οι παρακάτω:
- Ο πόλεμος στη Συρία που έχει αναγκάσει εκατομμύρια κατοίκους να αναζητήσουν ασφαλείς εστίες στη Δύση.
- Η εξτρεμιστική ισλαμιστική οργάνωση Μπόκο Χαράμ στο Τσαντ, στον Νίγηρα και στο Καμερούν, που οδηγεί στην εκτόπιση δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων.
- Η ερημοποίηση τεράστιων εκτάσεων στην Ασία και στην Αφρική, ως συνέπεια της κλιματικής αλλαγής, της ρύπανσης, της αλλαγής χρήσεως γης, της ανεπάρκειας υδάτινων πόρων κ.λπ.
- Ο αλματώδης ρυθμός αύξησης του πληθυσμού των χωρών της Κεντρικής Ασίας και της Αφρικής.
- Το υψηλό επίπεδο διαφθοράς μεταξύ των κρατών της υποσαχάριας Αφρικής και της Κεντρικής Ασίας, που εμποδίζει την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη.
- Τέλος, η αστάθεια των καθεστώτων της Βόρειας Αφρικής και, κυρίως, η πλήρης αποδόμηση του κρατικού ιστού στη Λιβύη, με αποτέλεσμα την απρόσκοπτη έξοδο των μεταναστών στη Μεσόγειο.
Έχοντας, λοιπόν, κατά νου την πολυπλοκότητα του προβλήματος, καλούμαστε να απαντήσουμε στα ακόλουθα δύο ερωτήματα: Τι μπορούμε ως χώρα να κάνουμε για την αντιμετώπιση του προβλήματος; Σε ποιες ενέργειες πρέπει να προβεί η ΕΕ και οι άλλοι Διεθνείς Οργανισμοί προκειμένου να επιλυθεί το πρόβλημα;
Αναφορικά με την απάντηση στο πρώτο ερώτημα, η χώρα μας δεν έχει, από μόνη της, τη δυνατότητα να επιλύσει το πρόβλημα. Σαφώς όμως, απαιτείται επαγγελματισμός, ευσυνειδησία και οργάνωση, ούτως ώστε τα ΚΥΤ να λειτουργούν όπως πρέπει, οι μετανάστες να ζουν σε ανθρώπινες συνθήκες και να πάψει η χώρα μας να διασύρεται διεθνώς. Αυτό, φυσικά, δεν είναι δύσκολο να επιτευχθεί, δεδομένου ότι η ΕΕ διαθέτει τόσο την τεχνογνωσία όσο και τους οικονομικούς πόρους γι’ αυτόν τον σκοπό. Επιπλέον, θα μπορούσε να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ όλων των φορέων που ασκούν επιτήρηση στο Αιγαίο (ένοπλες δυνάμεις, Λιμενικό Σώμα κ.λπ.), ώστε να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο ανταλλαγής πληροφοριών για τον πληρέστερο έλεγχο του προβλήματος.
Όσον αφορά στο δεύτερο ερώτημα, είναι αληθές ότι όσο υπάρχουν πόλεμοι και εμφύλιες συγκρούσεις, μοιραία, θα υπάρχει και μετανάστευση. Όμως σε πρώτη φάση απαιτείται στενή συνεργασία μεταξύ Διεθνών Οργανισμών, ΜΚΟ και κρατικών φορέων για την αντιμετώπιση της φτώχειας, την επέκταση της εκπαίδευσης και τη δημιουργία παραγωγικού ιστού στις τρίτες χώρες, ώστε να μπορούν να συγκρατήσουν τον πληθυσμό τους. Σαφώς, η παραπάνω διαδικασία είναι πολύ αργή και θα αργήσει να καρποφορήσει. Όμως, είναι απολύτως βέβαιο, ότι μακροπρόθεσμα θα δώσει σταθερά αποτελέσματα.
* Ο Φώτης Καρύδας είναι Δημοσιογράφος