ΕΛΛΑΔΑ

«Πηγαινοέρχεται» η δικογραφία της υπόθεσης «Πυθία» κατά Κ. Καραμανλή

«Πηγαινοέρχεται» η δικογραφία της υπόθεσης «Πυθία» κατά Κ. Καραμανλή
EUROKINISSI/ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ

Μία από τις πλέον σημαντικές υποθέσεις που έχουν απασχολήσει τη Δικαιοσύνη τα τελευταία χρόνια, η υπόθεση των υποκλοπών του 2004 και το σχέδιο εξόντωσης του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή το 2008, παραμένει στο συρτάρι καθώς δεν έχει αποφασιστεί ακόμα ποιο δικαστικό Συμβούλιο είναι αρμόδιο για να την κρίνει.

Η ογκώδης δικογραφία που αφορά κυρίως το αποκαλούμενο «σχέδιο Πυθία» παραμένει προς το παρόν χωρίς κρίση καθώς «πηγαινοέρχεται» από την Ευελπίδων στο Εφετείο με το ερώτημα «ποιο Συμβούλιο είναι αρμόδιο να την κρίνει».

Η Εισαγγελέας Μαρία-Σοφία Βαϊτση υπέβαλε πρόταση ζητώντας την παραπομπή τεσσάρων κατηγορουμένων μεταξύ των οποίων και ενός Αμερικανού υπηκόου , πρώην στελέχους μυστικών υπηρεσιών για αδικήματα που αφορούν κατασκοπεία μέσω τηλεφωνικών υποκλοπών «που αφορούσαν τα συμφέροντα του κράτους» το διάστημα 2004-2005. Έκρινε επίσης ότι πρέπει να δικαστούν δύο υπάλληλοι της ΕΥΠ για παραβίαση μυστικών της Πολιτείας με ηθικό αυτουργό στην πράξη τους τον πρώην υπουργό Μιχάλη Καρχιμάκη.

Η υπόθεση πήγε ακολούθως, στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών το οποίο έκρινε πως είναι αναρμόδιο να κρίνει την υπόθεση, λόγω των αδικημάτων και του δικαστηρίου που θα πρέπει να τα δικάσει, διαβιβάζοντας τα στοιχεία στο Συμβούλιο Εφετών. Μετά από λίγο καιρό ο Εισαγγελέας Εφετών Κ. Πούλιος υπέβαλε πρόταση με την οποία ζητά να επιστραφεί η δικογραφία στην Ευελπίδων με σκεπτικό ότι είναι αναρμόδιο το Συμβούλιο Εφετών καθώς τα αδικήματα πρέπει να δικαστούν σε Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο και όχι σε Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων και επομένως την υπόθεση θα πρέπει να κρίνει το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών. Πλέον η, χιλιάδων εγγράφων, δικογραφία με στοιχεία που δεν έχουν ποτέ ξανά απασχολήσει τις δικαστικές αρχές τα χρόνια της μεταπολίτευσης, αναμένει την κρίση του Συμβουλίου Εφετών περί του ποιο δικαστικό σχήμα θα αποφανθεί για την ποινική εξέλιξη της σημαντικής υπόθεσης.

Η υπόθεση του σχεδίου δολοφονίας του Κώστα Καραμανλή απασχολεί τη Δικαιοσύνη από το 2011 ενώ ένα χρόνο μετά, το 2012, ασκήθηκε ποινική δίωξη κατά αγνώστων δραστών για αδικήματα που αφορούν προπαρασκευαστικές ενέργειες εσχάτης προδοσίας, διατάραξης της ομαλής λειτουργίας του πολιτεύματος και της αποστέρησης πρωθυπουργού από την ενάσκηση της εξουσίας που του παρέχει το Σύνταγμα. Αφορμή για τη δίωξη αποτέλεσε η δημοσιοποίηση στοιχείων που φαινόταν να προέρχονται από ρωσικές μυστικές υπηρεσίες, τα οποία αναφέρονταν σε σχέδιο εξόντωσης του πρώην πρωθυπουργού και προσπάθεια αποσταθεροποίησης της χώρας, στην οποία είχαν συμπεριλάβει και τα γεγονότα μετά τη δολοφονία Γρηγορόπουλου, με στόχο να εμποδιστεί η ενεργειακή πολιτική της κυβέρνησης.

Η υπόθεση ανατέθηκε στον ανακριτή Δημήτρη Φούκα ο οποίος συνένωσε τη δικογραφία για το «σχέδιο Πυθία» με αυτές για τις υποκλοπές και την παραβίαση μυστικών της πολιτείας από υπαλλήλους της ΕΥΠ και τρία χρόνια μετά εξέδωσε πολυσέλιδο πόρισμα στο οποίο κατέγραψε τα στοιχεία που συνέλεξε από τη μεθοδική έρευνα του. Ο ανακριτής κατέγραφε στο πόρισμα του κρίσιμα στοιχεία για το σχέδιο δολοφονίας του πρώην πρωθυπουργού συνδέοντας άμεσα το «σχέδιο Πυθία» σε προσπάθεια άσκησης πίεσης και εξαναγκασμού της ελληνικής κυβέρνησης να αλλάξει πολιτική σε θέματα που αφορούσαν τις διεθνείς σχέσεις της χώρας:

«Σκοπός των δραστών φαίνεται ότι ήταν η διακοπή της πολιτικής και οικονομικής προσέγγισης της Ελλάδας με τη Ρωσία που τότε είχε αρχίσει να διαμορφώνεται σε κρίσιμους τομείς ειδικότερα της ενέργειας, των εξοπλισμών και των κρατικών προμηθειών» ανέφερε ο κ. Φούκας. Ο ανακριτής κατέγραφε στο πόρισμα του την ενεργειακή πολιτική της κυβέρνησης Καραμανλή με μνεία στις συμφωνίες για τον αγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη και τον αγωγό South stream. Επικαλούμενος ο κ. Φούκας στοιχεία της ανάκρισης αλλά και δημοσιευμένα στο Wikileaks στοιχεία, ανέφερε πως η προσέγγιση της Ελλάδας με τη Ρωσία προκάλεσε ενέργειες εκ μέρους των ΗΠΑ ώστε να ανατραπούν οι εν λόγω συμφωνίες για τους ρωσικούς αγωγούς. Αναφέρεται επίσης στο πόρισμα ότι:

«Το γεγονός της στήριξης της αμερικανικής πλευράς προς τον αγωγό ΤΑΡ εκτιμάται ότι μεταφέρθηκε στις ελληνικές κυβερνήσεις μετά το 2009, επιβεβαιώθηκε δε από την κατάθεση του μάρτυρα Β.Ρ (σσ αναφέρεται το όνομα γνωστού επιχειρηματία), ο οποίος μετά από συνάντηση του με τον πρόεδρο των ΗΠΑ τον Μάιο του 2012 μετέφερε στην ελληνική πολιτική ηγεσία την αμερικανική θέση. Αποτέλεσμα ήταν η σταδιακή εγκατάλειψη των σχεδίων των αγωγών και η δέσμευση της ελληνικής πλευράς στο σχέδιο του αγωγού ΤΑΡ. Επίσης εγκαταλείφθηκε το σχέδιο προμήθειας στρατιωτικού υλικού από τη Ρωσία».

Για την υπόθεση αυτή ωστόσο η έρευνα δεν οδήγησε σε πρόσωπα και έτσι το σκέλος αυτό της δικογραφίας παραμένει χωρίς κατηγορούμενους.

Για την υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών, στην οποία είναι κατηγορούμενος για κατασκοπεία 65χρονος πρώην υπάλληλος της Αμερικανικής Πρεσβείας, ο κ. Φούκας αναφέρει ότι:

«από τον Αύγουστο του 2004 μέχρι και το Μάρτιο του 2005 ο William Bazil, Αμερικανός πράκτορας, επιχείρησε με πρόθεση να λάβει σε γνώση του απόρρητες πληροφορίες που αφορούν στα συμφέροντα της ελληνικής δημοκρατίας μέσω τηλεφωνικών υποκλοπών». Από τα στοιχεία του ανακριτή προέκυψε πως η σύζυγος του συγκεκριμένου προσώπου, ήταν εκείνη που είχε αγοράσει τα καρτοκινητά-σκιές από την Ακτή Μιαούλη με το ψευδώνυμο Πέτρος Μάρκου, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για την παρακολούθηση δεκάδων πολιτικών, μελών της τότε κυβέρνησης αλλά και δεκάδων άλλων προσώπων. Από την άρση απορρήτου μιας εκ των τεσσάρων τηλεφωνικών συνδέσεων προέκυψε ότι η τηλεφωνική σύνδεση ενεργοποιήθηκε και σε άλλη συσκευή με στοιχεία συνδρομητή American Embassy. Μετά την αποκάλυψη των υποκλοπών ο William Bazil εξαφανίστηκε από την Ελλάδα. Στο πόρισμα του ο κ. Φούκας αναφέρει μεταξύ άλλων: «στις 26/03/2014 επικοινώνησε με το ανακριτικό γραφείο πρώην στέλεχος της ΕΥΠ, με τον οποίο υπήρξε προηγούμενη συνεργασία, ζητώντας συνάντηση με τον ανακριτή. Η συνάντηση έγινε αυθημερόν και αυτός αναφέρθηκε σε τηλεφωνική επικοινωνία του με στέλεχος των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ που είχε υπηρετήσει παλαιότερα στην Ελλάδα, ο οποίος του ζήτησε να έρθει σε επαφή με τον ανακριτή και να μεταφέρει την άποψη ότι οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις είναι πλέον φιλικές και ότι η έρευνα πρέπει να σταματήσει διότι εμποδίζει την περαιτέρω ανάπτυξη τους».

Για το τρίτο σκέλος της υπόθεσης που αφορά παράνομες ενέργειες στελεχών της ΕΥΠ ο κ. Φούκας ανέφερε ότι: «Τέλος κατά το ανακριτικό πόρισμα, που επικαλείται αναφορές στο Wikileaks, προκύπτει ότι υπήρχαν υπάλληλοι της ΕΥΠ "επιρρεπείς σε διαρροές οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως δυσαρεστημένοι". Ο ανακριτής αναφέρει πως εντός του 2005, υπάλληλοι της ΕΥΠ που είχαν πρόσβαση σε απόρρητα στοιχεία, τα παρέδιδαν σε μη δικαιούμενα πρόσωπα και συγκεκριμένα στον τότε βουλευτή Μιχάλη Καρχιμάκη».

Να σημειωθεί πως ο κ. Καρχιμάκης, που κατηγορείται για ηθική αυτουργία σε παραβίαση μυστικών της Πολιτείας, έχει απολογηθεί για την υπόθεση και έχει αφεθεί ελεύθερος. Ο πρώην υπουργός αρνείται την κατηγορία -της οποίας φυσικός αυτουργός φέρεται μία υπάλληλος της ΕΥΠ- και αποδίδει την εμπλοκή του σε λόγους πολιτικής σκοπιμότητας καθώς η καταγγέλλουσα την υπόθεση αναφέρεται σε «διωγμό που υπέστησαν» συνάδελφοι της συνδικαλιστές στην ΕΥΠ επί κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου.