Νομοθετική ρύθμιση για τα τιμολόγια των αγροτών και κτηνοτρόφων
Οι επιχειρήσεις που πραγματοποιούν εμπορικές συναλλαγές με παραγωγούς νωπών ή ευπαθών αγροτικών, κτηνοτροφικών ή αλιευτικών προϊόντων, οφείλουν να εξοφλούν τα τιμολόγια συναλλαγής το αργότερο εντός 60 ημερών, ανάλογα με την κατηγορία στην οποία ανήκει το προϊόν.
Τα παραπάνω προβλέπει η νομοθετική ρύθμιση, που θα δοθεί σύντομα σε διαβούλευση, για την αντιμετώπιση του προβλήματος καθυστέρησης των πληρωμών προς τους αγρότες κατά τις εμπορικές συναλλαγές των νωπών και ευπαθών προϊόντων, και την οποία προωθεί το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Για οποιαδήποτε παράβαση της έγκαιρης αποπληρωμής των τιμολογίων προβλέπονται αντίστοιχα πρόστιμα, ενώ στην περίπτωση επανειλημμένων παραβάσεων προβλέπεται η προσωρινή διαγραφή της εμπορικής επιχείρησης από το Μητρώο Εμπόρων του ΥΠΑΑΤ.
Σε δήλωσή του ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Βαγγέλης Αποστόλου, ανέφερε ότι «είναι γνωστό το πρόβλημα με τις πληρωμές των νωπών και ευπαθών αγροτικών προϊόντων. Έχουμε φτάσει στο σημείο, προϊόντα που έχουν ημερομηνία λήξης ολίγων ημερών να πληρώνονται στους παραγωγούς με επιταγές 8 και 10 μηνών, ακόμα και με ανοιχτές ημερομηνίες».
Πρόσθεσε ακόμη πως με τον τρόπο αυτό ο αγρότης και ο αγροτικός χώρος εν γένει, έχει γίνει ο κυριότερος πιστωτής του εμπορίου, τη στιγμή που αντιμετωπίζει ο ίδιος μεγάλο πρόβλημα ρευστότητας.
«Όλη αυτή η στρέβλωση στηρίζεται σε ένα «παραθυράκι» της νομοθεσίας που εξουδετέρωνε, στην πράξη, τη σχετική οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης προωθούμε ρύθμιση σύμφωνα με την οποία δεν θα επιτρέπεται η πληρωμή των αγροτικών προϊόντων σε χρόνους πέραν των 30 έως 60 ημερών, ανάλογα με το προϊόν, σύμφωνα και με όσα ισχύουν και εφαρμόζονται στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο επόμενο διάστημα θα δοθεί σε διαβούλευση η σχετική νομοθετική πρωτοβουλία», επισήμανε ο υπουργός.
Το πρόβλημα με τις καθυστερήσεις πληρωμών στον αγροτικό τομέα διογκώνεται παρότι το 2013 ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο η κοινοτική οδηγία 2011/7/33 για την αντιμετώπισή του με τον νόμο 4152/2013.
Τα μέτρα που εισήχθησαν στο νόμο 4152/13 είναι τα εξής:
· Οι δημόσιες υπηρεσίες να πληρώνουν σε 30 ημερολογιακές μέρες ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις σε 60.
· Οι επιχειρήσεις να εξοφλούν τα τιμολόγιά τους σε 60 ημερολογιακές μέρες.
· Οι επιχειρήσεις να ζητούν τόκους υπερημερίας και 40 ευρώ αποζημίωση για τις δαπάνες είσπραξης
· Το νόμιμο επιτόκιο υπερημερίας αυξάνεται τουλάχιστον σε 8% το χρόνο πάνω από το επιτόκιο αναφοράς της ΕΚΤ και υπολογίζεται ανά μέρα καθυστέρησης.
Όλα τα παραπάνω έως τώρα δεν λειτούργησαν γιατί (στη διάταξη 5 της παραγράφου Ζ4) υπάρχει «παράθυρο» καταστρατήγησης καθώς αναφέρεται: «...εκτός αν ρητά συμφωνήθηκε διαφορετικά στο κείμενο της σύμβασης και υπό την προϋπόθεση ότι δεν είναι κατάφωρα καταχρηστική».
Στην πράξη δηλαδή ο νόμος καταστρατηγείται ιδιαίτερα κατά τις συναλλαγές αγροτών με ισχυρότερο συμβαλλόμενο.
Ακολουθώντας το παράδειγμα άλλων χωρών, κυρίως της Γαλλίας και Ιταλίας (κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παρ. 5 της Ζ4 του ν. 4152/2013) η νέα νομοθετική ρύθμιση θα περιοριστεί αποκλειστικά για τα ευπαθή και νωπά προϊόντα και δεν θα ξεπερνά η πληρωμή τους τις ημέρες που θα οριστούν. Οτιδήποτε άλλο αν συμφωνηθεί θα είναι άκυρο και θα επιβάλλεται πρόστιμο.
Τα νωπά προϊόντα θα διαχωρίζονται σε αποθηκεύσιμα (σε ψυγείο) και μη αποθηκεύσιμα.
Το τιμολόγιο απαραίτητα θα πληρώνεται στις καθορισμένες ημέρες.
Για τυχόν παρέκκλιση οι ποινές θα είναι χρηματικά πρόστιμα καθώς και για ένα χρονικό διάστημα αποβολή από το μητρώο εμπόρων.
Τα πρόστιμα θα λειτουργούν συνδυαστικά με την αποβολή από το μητρώο εμπόρων. Η ποινή δεν θα είναι εξοντωτική, αλλά θα είναι τέτοια που να μην αφήνει περιθώρια στον οφειλέτη για μη εφαρμογή του νόμου.
Στόχος της ρύθμισης είναι να προωθηθούν οι δίκαιες συναλλαγές και να προστατευθεί ο αδύναμος κρίκος στην διατροφική αλυσίδα που είναι ο μικρός και ανίσχυρος αγρότης.