Δικαστές ΣτΕ: Η δημοσίευση προσωπικών δεδομένων στοχεύει στον επηρεασμό της Δικαιοσύνης
Τα πρόσφατα δημοσιεύματα με τα προσωπικά δεδομένα του αντιπροέδρου του ΣτΕ, ενόψει των κρίσιμων διασκέψεων για τις τηλεοπτικές άδειες, έχουν στόχο την κάμψη του φρονήματος των δικαστικών λειτουργών και στον επηρεασμό της απονομής της Δικαιοσύνης, τονίζουν σε ψήφισμά τους οι δικαστές του ΣτΕ.
Με το ψήφισμά τους, οι δικαστές καταδικάζουν καθολικά και απερίφραστα τα φαινόμενα αυτά, τονίζοντας ότι το φρόνημα των δικαστικών λειτουργών δεν πρόκειται να καμφθεί και πως κάθε τέτοια απόπειρα θα αποβεί άκαρπη.
Ολόκληρο το ψήφισμα της συνέλευσης των δικαστών του ΣτΕ
«1) Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν πρωταρχική υποχρέωση όχι μόνον της Πολιτείας, αλλά και κάθε παράγοντα του δημόσιου βίου της χώρας, ακόμη και όταν δεν είναι κρατικό όργανο.
2) Η ελευθερία του λόγου, το δικαίωμα καθενός στην πληροφόρηση και η ελευθερία του Τύπου να πληροφορεί ανεμπόδιστα την κοινή γνώμη δεν απαλλάσσουν από την αυτονόητη υποχρέωση όλων να σέβονται και να προστατεύουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, καθώς και τα προσωπικά δεδομένα όλων των πολιτών, και ιδίως τα πλέον ευαίσθητα από αυτά.
3) Η εκπλήρωση του καθήκοντος ενημέρωσης δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την καταπάτηση της προσωπικότητας, με την έκθεση του ιδιωτικού βίου και των απόρρητων στοιχείων της ελεύθερης ανταπόκρισης και επικοινωνίας στο φως της δημοσιότητας. Μια τέτοια έκθεση είναι απολύτως ασύμβατη με την ελεύθερη και δημοκρατική συνταγματική έννομη τάξη της χώρας μας.
4) Καλούμε όλους τους παράγοντες του δημόσιου βίου της χώρας και ιδιαίτερα τους φορείς των μέσων ενημέρωσης - ασκώντας πλήρως και ανεμπόδιστα το συνταγματικό δικαίωμα και καθήκον τους να πληροφορούν ελεύθερα την κοινή γνώμη - να σέβονται τον ιδιωτικό βίο όλων των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων των δικαστικών λειτουργών, και να απέχουν από κάθε δημοσιοποίηση αυστηρώς προσωπικών δεδομένων και απόρρητων στοιχείων επικοινωνίας τους.
5) Ο δημόσιος, εξάλλου, λόγος πρέπει να χαρακτηρίζεται από αυτοσυγκράτηση, διακριτικότητα, μετριοπάθεια και να αποδίδει τον προσήκοντα σεβασμό στην άσκηση της δικαστικής λειτουργίας, ως εγγυητή της νομιμότητας και του κράτους Δικαίου. Τα πρόσφατα δημοσιεύματα, εν όψει του περιεχομένου τους και ιδίως του χρόνου διενέργειάς τους, δημιουργούν εύλογες υπόνοιες ότι δεν σκοπούν στην ενημέρωση του κοινού, αλλά στην κάμψη του φρονήματος των δικαστικών λειτουργών και στον επηρεασμό της απονομής της δικαιοσύνης.
6) Η καταδίκη εκ μέρους μας των φαινομένων αυτών, με στόχο δικαστικούς λειτουργούς του Συμβουλίου της Επικρατείας, είναι αυτονοήτως καθολική και απερίφραστη. Είναι, επίσης, αυτονόητο ότι το ελεύθερο και ανεξάρτητο φρόνημα των δικαστικών λειτουργών δεν πρόκειται να καμφθεί και κάθε τέτοια απόπειρα θα αποβεί άκαρπη»