ΕΛΛΑΔΑ

Δεκάεξι χρόνια από την τραγωδία του «Εξπρές Σάμινα»

Δεκάεξι χρόνια από την τραγωδία του «Εξπρές Σάμινα»
ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ - Eurokinissi

Δεκαέξι χρόνια έχουν περάσει από την ναυτική τραγωδία του επιβατηγού – οχηματαγωγού Εξπρές Σάμινα της εταιρείας Minoan Flying Dolphins, που άφησε πίσω της 81 νεκρούς.

Ήταν 26 Σεπτεμβρίου του 2000 όταν το πλοίο αναχώρησε από το λιμάνι του Πειραιά με 533 επιβαίνοντες. Στις 22:12 προσεγγίζοντας το λιμάνι της Παροικιάς, κι ενώ στην περιοχή έπνεαν άνεμοι 8 μποφόρ, το πλοίο προσκρούει ανοιχτά της Πάρου, στις νησίδες «Πόρτες».

Από την πρόσκρουση δημιουργείται ρήγμα περίπου τριών μέτρων στη βάση του δεξιού πτερυγίου και το νερό αρχίζει να εισέρχεται ορμητικό στο πλοίο. Μετά από 25 λεπτά το πλοίο βυθίστηκε ολοσχερώς.

Οι επιβάτες μη έχοντας καμία ενημέρωση και φοβούμενοι από τη γενική συσκότιση πανικοβλήθηκαν με αποτέλεσμα πολλοί να πέσουν στη θάλασσα. Αρχικά το περιστατικό δεν εμπνέει ανησυχία στον Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας, σε αντίθεση με το γενικότερο αίσθημα, όσων ήταν στο Σάμινα και μιλούσαν με τηλεοπτικούς σταθμούς.

183273

Το Λιμεναρχείο Πάρου διατάσσει εν τέλει όλα τα παραπλεόντα σκάφη να μεταβούν στο σημείο. Ψαράδες είναι οι πρώτοι που καταφτάνουν, με σκάφη του Λιμενικού και βρετανικά πολεμικά που συμμετείχαν σε άσκηση του ΝΑΤΟ, να τους ακολουθούν.

Πριν κλείσει ένας χρόνος από το βράδυ της τραγωδίας, οι πραγματογνώμονες παραδίδουν την έκθεση τους και ξεκινά ένας μεγάλος κύκλος κατηγοριών, προσαγωγών και συλλήψεων των ιθυνόντων.

Οι χειρισμοί του πληρώματος φύλαξης γέφυρας κρίθηκαν ανεπαρκείς, προκειμένου να αποφευχθεί η σύγκρουση. Περίπου 15 λεπτά πριν την πρόσκρουση έπλεε με χρήση αυτόματου πιλότου (autopilot) με ευθύνη του πληρώματος φύλαξης γέφυρας και το ακριβές στίγμα του πλοίου δεν ήταν γνωστό στον υποπλοίαρχο. Αυτά κάτω από κακές καιρικές συνθήκες και παρά τους κανόνες ασφαλούς πλοήγησης. Επιπλέον οι υδατοστεγείς πόρτες ήταν όλες ανοιχτές, ενώ θα έπρεπε να ήταν ερμητικά κλειστές, με ευθύνη του πλοιάρχου και του υποπλοιάρχου.

183277

Οι αξιωματικοί του μηχανοστασίου μετά την πρόσκρουση δεν ειδοποίησαν εγκαίρως τον πλοίαρχο και τον υποπλοίαρχο. Δεν τέθηκαν σε λειτουργία η σειρήνα έκτακτης ανάγκης για την εγκατάλειψη του πλοίου με ευθύνη του πλοιάρχου και δεν υπήρξε καθοδήγηση για ασφαλή εκκένωση του πλοίου.

Τα προβλήματα δεν σταμάτησαν εκεί καθώς τα σωσίβια δεν είχαν λαμπτήρες σήμανσης, ούτε σφυρίχτρες και σύντομα το πλοίο λόγω βλάβης της ηλεκτρογεννήτριας έκτακτης ανάγκης βυθίστηκε στο σκοτάδι. Το πλοίο δεν διαβίβασε το στίγμα του ναυαγίου με τον ασυρματιστή να ισχυρίζεται ότι από την πρώτη στιγμή έδωσε το στίγμα μέσω του «Ολύμπια Ράδιο» και του «Καναλιού 4».

Η τραγωδία θα μπορούσε να αποφευχθεί όταν λίγες μέρες νωρίτερα ο Α’ μηχανικός Αναστάσιος Σορόκας, κατήγγειλε ότι το πλοίο είχε προβλήματα και δεν θα έπρεπε να ταξιδεύει. Ο ίδιος παραιτήθηκε και τόνισε την άσχημη κατάσταση μηχανών, την παλαιότητα και έλλειψη συντήρησης των τεσσάρων ηλεκτρομηχανών, την προβληματική λειτουργία των συστημάτων καθέλκυσης των λέμβων και την ανεπάρκεια των υδατοστεγών θυρών σε περίπτωση που ένα τμήμα του πλοίου κατακλυζόταν με νερά, όπως και έγινε. Την καταγγελία ακολούθησαν δύο έκτακτες επιθεωρήσεις, όμως καμία δεν βρήκε κάτι αξιόλογο ώστε να μην καταπλεύσει το Σάμινα.

O τέως πρόεδρος της ΠΕΜΕΝ (Πανελλήνια Ένωση Μηχανικών Εμπορικού Ναυτικού), Γ. Τούσσας είχε αναφέρει πως το Σάμινα δεν διέθετε Πιστοποιητικό Ασφάλειας. Η ισχύς του Πιστοποιητικού Ασφαλείας, που είχε εκδοθεί από τον ΚΕΕΠ είχε λήξει στις 17 Αυγούστου του 2000 και ταξίδευε με προσωρινό πιστοποιητικό του Διεθνούς Κώδικα Ασφαλούς Διαχείρισης. Ο 55χρονος εφοπλιστής-αντιπρόεδρος-διευθύνων σύμβουλος της Μinoan Flying Dolphins και πρόεδρος της Ένωσης Εφοπλιστών Ακτοπλοΐας (ΕΕΑ), Παντελής Σφηνιάς, δεν άντεξε το βάρος της πίεσης και το πόσο δύσκολα θα εξελίσσονταν όλα και έδωσε τέλος στη ζωή του πέφτοντας από τον έκτο όμορφο του κτιρίου της εταιρείας στην Ακτή Κονδύλη στον Πειραιά.

183450

Το κατηγορητήριο ήταν βαρύ και οι υπεύθυνοι, επτά στο σύνολο, έλαβαν πολυετής ποινές κάθειρξης. Κατηγορούμενοι μεταξύ άλλων ήταν ο πλοίαρχος, ο υποπλοίαρχος, αλλά και ο διευθύνων σύμβουλος και τότε πρόεδρος της εταιρίας.

Το κατηγορητήριο περιλάμβανε την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από αμέλεια και κατά συρροή. Δέκα χρόνια μετά το τραγικό συμβάν ο Άρειος Πάγος αποφάσισε τελεσίδικα ότι τα κατώτερα δικαστήρια που είχαν χειριστεί την υπόθεση έκαναν νομικά σφάλματα ως προς τα αδικήματα που απέδωσαν στους βασικούς κατηγορούμενους, γεγονός που οδηγεί στην ευμενέστερη ποινική μεταχείρισή τους. Ως αποτέλεσμα η ποινή του πλοιάρχου έπεσε από τα 11 χρόνια, 11 μήνες και 25 ημέρες έπεσε σε τέτοιο βαθμό, που ο ίδιος αποφυλακίστηκε έχοντας εκτίσει το μεγαλύτερο μέρος της ποινής του.