ΕΛΛΑΔΑ

80 χρόνια από το Μπλόκο της Κοκκινιάς: «Κώστα τα παιδιά μου» πρόλαβε μόνο να πει ο πατέρας μου

Φωτογραφίες των εκτελεσμένων CNN Greece/ Kώστας Πλιάκος

«Ο πατέρας μου είχε φούρνο. Όταν έγινε το μπλόκο ξημερώματα της 17ης Αυγούστου, ο πατέρας μου και ο θείος μου ήταν στον φούρνο και δούλευαν γιατί οι φούρνοι ξεκινούν τη δουλειά λίγο μετά τα μεσάνυχτα όπως ξέρετε. Οι ταγματασφαλίτες πήγαν κατευθείαν εκεί και τους πήραν. Είχαν ήδη αρχίσει να περιπολούν οι Γερμανοί και τα Τάγματα Ασφαλείας στην Κοκκινιά και να καλούν τους άντρες ηλικίας από 14 έως 60 ετών να παρουσιαστούν στην πλατεία Οσίας Ξένης για έλεγχο ταυτοτήτων. Κάποιους όμως που ήξεραν ότι ήταν στο ΕΑΜ πήγαν και τους πήραν από τα σπίτια τους ή από τις δουλειές τους όπως τον πατέρα μου».

Η αφήγηση του κυρίου Παναγιώτη Γκαρτζόπουλου είναι γεμάτη τρομερές εικόνες και λεπτομέρειες.

Ο κ. Παναγιώτης Γκαρτζόπουλος

Μπορεί εκείνη τη μέρα, έξι χρονών τότε, να βρισκόταν με τον οχτάχρονο αδερφό του στα Βίλια, σε σπίτι συγγενών, αλλά έζησε το δράμα της οικογένειάς τους και έμαθε όλες τις λεπτομέρειες για το μπλόκο και την εκτέλεση του πατέρα του και του θείου του από τη μητέρα του και τις αφηγήσεις των γειτόνων του. Στα 86 του χρόνια σήμερα, περιγράφει στο CNN Greece όλα όσα έζησε και έμαθε για το μπλόκο.

Ο Μιχάλης Γκαρτζόπουλος με τη σύζυγό του Μαρία /Αρχείο Παναγιώτη Γκαρτζόπουλου

«Ο φούρνος του πατέρα μου ήταν στα όρια Κοκκινάς – Πειραία, σε μια συνοικία που λεγόταν «Μανιάτικα» γιατί κατοικούσαν πολλοί Μανιάτες. Πολλοί από αυτούς ήταν στα Τάγματα Ασφαλείας. Ήρθαν λοιπόν ξημερώματα, ενώ οι άνθρωποι δούλευαν μέσα το φούρνο και τους πήραν. Τον πατέρα μου Μιχάλη Γκαρτζόπουλο και το θείο μου Δημήτρη Λούκο. Και οι δύο τους ήταν στο ΕΑΜ. Στην αλληλεγγύη. Δεν ήταν μάχιμοι. Η μητέρα μου φυσικά δεν γνώριζε τίποτα για τη δράση του πατέρα μου και του αδερφού της. Τους πήραν λοιπόν και τους έφεραν και αυτούς στην πλατεία της Οσίας Ξένης. Θυμάμαι την άλλη μέρα στο σπίτι στα Βίλια όπου βρισκόμουν μαζί με τον αδερφό μου να έρχονται συγγενείς και να μιλούν χαμηλόφωνα και να κλαίνε. Οι συγγενείς τότε μιλούσαν αρβανίτικα και δεν καταλαβαίναμε τι λέγανε αλλά νιώθαμε ότι κάτι κακό συνέβαινε. Την άλλη μέρα ο θείος μου μας κατέβασε στον Κοκκινιά όπου είδαμε τη μάνα μας μαυροφορεμένη. Μας πήρε στην αγκαλιά της και θυμάμαι ότι το σαγόνι της έτρεμε».

Ο κ. Παναγιώτης Γκαρτζόπουλος, στα επόμενα χρόνια μεγαλώνοντας στην Κοκκινιά, έμαθε περισσότερες λεπτομέρειες για την τύχη του πατέρα του από αφηγήσεις γειτόνων και ανθρώπων που ήταν μπροστά τη στιγμή που τον πήραν για εκτέλεση.

«Όταν τους έφεραν στην πλατεία, πέρασαν από μπροστά τους οι χαφιέδες. Ήταν πέντε και ένας από αυτούς ήταν ο διαβόητος Πατράνης. Ο Πατράνης έδειξε και τον πατέρα μου και τον θείο μου. Έμαθα μετά ότι δίπλα στον πατέρα μου ήταν και ένας γείτονας. Λεγόταν Κώστας Μπενεζάκος ο οποίος ήταν μάχιμος του ΕΛΑΣ. Φαίνεται όμως ότι δεν γνώριζαν για τη δράση του και δεν τον πήραν για εκτέλεση.

Όταν σήκωσαν τον πατέρα μου γύρισε προς τον Μπενεζάκο και πρόλαβε να του πει μια κουβέντα; «Κώστα τα παιδιά μου». Θυμάμαι λίγο μετά τη μάνα μου συχνά να κλαίει και μέσα στα μοιρολόγια της να βρίζει κάποιον Τριανταφυλλίδη. Το όνομα αυτό ήταν ψευδώνυμο και με αυτόν τον άνθρωπο ο πατέρας μου έκανε πολύ παρέα. Αυτός ήταν μάλλον καθοδηγητής στο ΕΑΜ αλλά η μάνα μου δεν έπρεπε να ξέρει. Το δράμα της οικογένειάς μας όμως, και ειδικότερα της μάνας δεν σταμάτησε εκεί.

Όταν έγινε η εκτέλεση, τους εκτελεσμένους τους πήραν με φορτηγά και τους πήγαν για ταφή στο τρίτο νεκροταφείο όπου είχαν ανοίξει ήδη ένα μεγάλο λάκκο. Τους υπόλοιπους που ήταν στην πλατεία του πήραν και τους πήγαν περπατώντας στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου για να τους στείλουν σε στρατόπεδα στη Γερμανία. Οι συγγενείς των εκτελεσμένων την επόμενη πήγαν στο Δημαρχείο για να μάθουν την τύχη των ανθρώπων τους. Η μάνα μου έμαθε ότι ο άντρας και ο αδερφός της εκτελέστηκαν. Ωστόσο κάποιοι ταγματασφαλίτες που ήταν πελάτες στο φούρνο του πατέρα μου, έρχονταν και έλεγαν στη μάνα μου «κυρία Μαρία μην πιστεύεις αυτά που λένε. Τον είδαμε στο Χαϊδάρι τον άντρα σου. Αλλά οι Γερμανοί θέλουν χρήματα για τον αφήσουν».

Έτσι η μάνα μου, που είχε ανάγκη την ελπίδα, πιστεύοντας τους, άρχισε να δίνει ότι οικονομίες είχε για να τον φέρουν πίσω. Μέχρι κουστούμια του πατέρα μου τους έδινε. Αυτό κράτησε περίπου δέκα μέρες. Κάποιος από αυτούς κάποια στιγμή, γιατί τον έπιασε ίσως το φιλότιμο, αλλά και γιατί είχε αρχίσει να πέφτει το καθεστώς, της είπε: «Κυρία Μαρία μην ψάχνεις άλλο. Και ο Μιχάλης και ο Δημήτρης εκτελέστηκαν. Ήμουν εκεί γιατί είχα υπηρεσία και τους είδα. Δεν θα σου έλεγα τίποτα αλλά επειδή βλέπω ότι σε παιδεύουν και σε εκμεταλλεύονται, μην το ψάχνεις άλλο».

Από τη μάχη, στο Μπλόκο

Η αφήγηση του κ. Γκαρτζόπουλου όπως και εκατοντάδες άλλες αφηγήσεις που διασώθηκαν στο πέρασμα του χρόνου, αποκαλύπτουν τη βαρβαρότητα των κατακτητών και τον ντόπιων συνεργατών τους κατά τη διάρκεια της κατοχής. Σήμερα η μάντρα όπου εκτελέστηκαν οι 75 αγωνιστές με τους τοίχους του παλαιού ταπητουργείου δίπλα από την πλατεία της Οσίας Ξένης, είναι τόπος προσκυνήματος, ενώ έχει δημιουργηθεί και ένα μικρό μουσείο. Η κυρία Ειρήνη Ρηνιώτη, επιμελήτρια της Μάντρας Μπλόκου Κοκκινιάς μας υποδέχθηκε και μας μίλησε για την ιστορία του χώρου και όσα προηγήθηκαν μέχρι το μπλόκο αλλά για την τύχη όσων μεταφέρθηκαν στο Χαϊδάρι και μετά στη Γερμανία.

Η κυρία Ειρήνη Ρηνιώτη στη μάντρα του μπλόκου / φωτό: Κώστας Μπρουμάς

CostasBroumas_2024

«Η Κοκκινιά κατά της διάρκεια της κατοχής ήταν οχυρό της αντίστασης. Οι Γερμανοί την αποκαλούσαν «Μικρή Μόσχα» και την είχαν διαρκώς στο στόχαστρο τους. Η Κοκκινιά τόπος με πληθυσμό προερχόμενο από την εργατική τάξη, κατοικήθηκε βασικά από πρόσφυγες της Μικράς Ασίας μετά το 1922. Άνθρωποι δοκιμασμένοι στη φωτιά με το δικό τους πολιτισμό και τη δική τους κουλτούρα, θα αναγεννήσουν την περιοχή και θα συμμετάσχουν με όλους τους τρόπους στην αντίσταση διεκδικώντας δύο πράγματα. Την ελευθερία στη νέα τους πατρίδα και την ισοτιμία τους ως πολίτες την οποία δεν έχουν αποκτήσει ακόμη. Έτσι η Κοκκινιά λόγω της προσφυγικής και της εργατικής της πληθυσμιακής σύνθεσης έχει πολλούς αντιστασιακούς, πολλούς κομμουνιστές και πολλούς ηγέτες της αντίστασης που καθοδηγούσαν τον αγώνα στην ευρύτερη περιοχή του Πειραιά. Οι Γερμανοί και οι ντόπιοι συνεργάτες τους το γνωρίζουν αυτό και θέλουν να την υποτάξουν.

Το μπλόκο της Κοκκινιάς όμως εντάσσεται και σε μια γενικότερη στρατηγική των κατακτητών την τελευταία χρονιά του πολέμου όταν και φαινόταν η επερχόμενη ήττα τους, να εκκαθαρίσουν όσο καλύτερα μπορούσαν τις εστίες αντίστασης. Γι αυτό και τον τελευταίο χρόνο της κατοχής έγιναν τα περισσότερα μπλόκα και ολοκαυτώματα χωριών και πόλεων. Τον Μάρτιο του 1944 γίνεται η μάχη της Κοκκινιάς. Ουσιαστικά είναι το πρώτο χτύπημα στην περιοχή το οποίο έχει τα χαρακτηριστικά μπλόκου. Οι κατακτητές επιχειρούν να μπουν στην πόλη με τον ΕΛΑΣ να αντιστέκεται και τις μάχες και διαρκούν τρεις μέρες ενώ παράλληλα γίνονται μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις στην Αθήνα σε ένδειξη συμπαράστασης. Στο τέλος οι Ναζί με τους ντόπιους συνεργάτες τους μπήκαν στην πόλη, κατέλαβαν ένα σχολείο και από εκεί έκαναν επιδρομές σε σπίτια αγωνιστών, συλλαμβάνοντας 300 ομήρους επειδή φοβήθηκαν μήπως ανασυνταχθεί ο ΕΛΑΣ και τους χτυπήσει. Τους ομήρους τους έστειλαν στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου. Εκεί θα εκτελέσουν 50 σε μια πράξη αντιποίνων, εκ των οποίων οι 37 ήταν Κοκκινιώτες, και σχεδόν όλους τους υπόλοιπους τους έστειλαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία.

Η ημέρα του μπλόκου

Οι Γερμανοί, ωστόσο δεν ήταν ικανοποιημένοι με το αποτέλεσμα και ήθελαν να τελειώνουν οριστικά με αυτή την «πόλη-αντάρτισσα».

Πέντε μήνες μετά θα επιστρέψουν για το μεγάλο μπλόκο με 2.500 στρατιώτες σύμφωνα με τον ιστορικό Χάγκεν Φλάισερ. Από αυτούς οι 500 περίπου ήταν Γερμανοί και οι 2.000, στρατιώτες των Ταγμάτων Ασφαλείας.

Ξημερώματα της 17ου Αυγούστου οι Γερμανοί με τους Έλληνες συνεργάτες τους μπαίνουν στην πόλη, και καλούν όλους τους άντρες ηλικίας από 14 έως 60 ετών να παρουσιαστούν στην πλατεία Οσίας Ξένης λέγοντας ότι όποιος συλλαμβάνονταν στο σπίτι του θα εκτελούνταν επί τόπου. Γι αυτό και στις 8.00 το πρωί η πλατεία ήταν γεμάτη κόσμο. Ακόμη και γυναίκες και παιδιά κατέβηκαν στην πλατεία κρατώντας δοχεία με νερό γνωρίζοντας ότι εκείνη τη μέρα στην καρδιά του Αυγούστου, θα θερίσει τους ανθρώπους επιπλέον και η δίψα. Οι Γερμανοί είπαν ότι όποια γυναίκα τολμήσει να δώσει νερό σε κάποιον από τους άντρες που βρίσκονταν στην πλατεία, θα κακοποιηθεί βίαια σε κοινή θέα και υπάρχουν πολλές τέτοιες μαρτυρίες.

Στη συνέχεια δόθηκε η εντολή, οι άντρες να χωριστούν σε πεντάδες και να πέσουν στα γόνατα ώστε να μπορούν να περνούν ενδιάμεσα οι προδότες και να υποδεικνύουν ποιος θα εκτελεστεί. Όσους έπαιρναν του οδηγούσαν στην τοίχο του παλιού ταπητουργείου δίπλα από την πλατεία της Οσίας Ξένης και τους εκτελούσαν. Εκτελέστηκαν εκείνη τη μέρα 75 άτομα στη μάντρα του ταπητουργείου. Εβδομήντα δύο άντρες και τρεις γυναίκες όλες τους αγωνίστριες, μεταξύ τους και η Διαμάντω Κουμπάκη, μια εμβληματική μορφή της αντίστασης στην περιοχή. Πολλούς επίσης εκτέλεσαν στα σπίτια τους ή σε διάφορες κρυψώνες όπου τους εντόπιζαν ενώ και κάποιοι έχασαν τη ζωή τους σε μάχες που δίνονταν σε διάφορα σημεία της πόλης την ίδια στιγμή που γίνονταν το μπλόκο.

Οι φωτογραφίες των εκτελεσμένων

Το απόγευμα της ίδιας μέρας, πήραν όλους τους άντρες από την πλατεία και τους οδήγησαν με τα πόδια στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου. Ο Φλάισερ αναφέρει ότι 3.000 άνθρωποι όδευσαν προς το Χαϊδάρι και από εκεί 1200 εκτοπίστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης εκ των οποίων 335 δεν επέστρεψαν ποτέ στην Ελλάδα. Όσοι γλίτωσαν από το Χαϊδάρι επέστρεψαν κάποια στιγμή στα σπίτια τους.

Υπάρχει όμως και ένα τρίτο σημαντικό γεγονός σε αυτό το δράμα της Κοκκινιάς. Το μνημόσυνο του μπλόκου το οποίο γίνεται ακριβώς 40 μέρες μετά. Έχει συγκεντρωθεί μεγάλο πλήθος στην πλατεία Οσίας Ξένης για το μνημόσυνο. Οι Γερμανοί που έχουν στήσει ένα πολυβολείο στο λόφο του Βώκου, παρακολουθούν την πλατεία και κάποια στιγμή αρχίζουν να πυροβολούν στα τυφλά, σκοτώνοντας 15 άτομα.»

Το μπλόκο της Κοκκινιάς είναι ένα από τα πλέον τραγικά συμβάντα της περιόδου της κατοχής αλλά είναι παράλληλα και ένα γεγονός που καταδεικνύει την αποφασιστικότητα και το σθένος των κατοίκων αυτής της περιοχής να αγωνιστούν για την ελευθερία. Φέτος για την επέτειο των 80 ετών θα γίνουν πολλές εκδηλώσεις και μέσα στον Σεπτέμβριο. Το μουσείο της μάντρας μπλόκου Κοκκινιάς είναι ανοιχτά στο κοινό Τρίτη με Παρασκευή 9.00 – 13.00 και η είσοδος είναι ελεύθερη.

Η μάντρα με το παλιό ταπητουργείο όπου έγιναν οι εκτελέσεις

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης